Οι Μικρασιάτες πρόσφυγες άφησαν πίσω τους όλα τα πλούτη και ξεκίνησαν κυριολεκτικά από την αρχή, από το μηδέν. Ερχόμενοι στην Ελλάδα βρήκαν σκοτάδι και σκοταδισμό μια που πολλοί ντόπιοι δεν τους καλοδέχτηκαν.
Γράφει η Νέλη Βυζαντιάδου για την Κουλτουρόσουπα.- Από τη θεατρική στήλη Πέρα από αυτό που βλέπεις
Το ζέσταμα
Έχοντας δει την τηλεοπτική μεταφορά του ‘Σμύρνη μου αγαπημένη’ ήθελα πολύ να δω τη συνέχεια της ιστορίας της οικογένειας Μπαλτατζή και μαζί με αυτούς να ταξιδέψω κι εγώ προς τα πίσω στις αφηγήσεις της γιαγιάς μου για τα χρόνια στη Μικρά Ασία και τη μετάβαση στη Θεσσαλονίκη. Χωρίς αμφιβολία το θέμα με άγγιζε προσωπικά όπως και τόσους άλλους που έχουν τις ρίζες τους εκεί.
Φανταζόμουν να δω λοιπόν ένα έργο στο οποίο οι πρόσφυγες θα άφηναν πίσω την πατρίδα τους και όλα τα υπάρχοντά τους για να βρουν τη δική τους θέση στην Ελλάδα που την ένιωθαν πιότερο κι από πατρίδα τους. Ήμουν σχεδόν βέβαιη ότι η παράσταση αυτή θα με συγκινούσε.
Η δράση
Η Φιλιώ Μπαλτατζή, μια αρχόντισσα της Σμύρνης, και τα παιδιά της κατάφεραν να επιβιώσουν από τη Μικρασιατική καταστροφή και να φτάσουν στην Ελλάδα. Αναγκάζονται να αφήσουν όλα τους τα πλούτη πίσω και να ξεκινήσουν κυριολεκτικά από την αρχή, από το μηδέν. Αυτό κι αν δεν είναι ψυχική ανθεκτικότητα. Να διακρίνεις το φως από τη χαραμάδα ακόμα κι όταν είσαι βυθισμένος στο σκοτάδι. Γιατί σκοτάδι βρήκαν όσοι άφησαν τις περιουσίες τους και ήρθαν στην Ελλάδα. Σκοτάδι και σκοταδισμό μια που οι ντόπιοι δεν τους καλοδέχτηκαν. Όχι όλοι, αλλά πολλοί από αυτούς τους έβλεπαν εχθρικά. ‘Παλιοτουρκάλα’ ανέβαζαν μια γυναίκα από αυτά τα μέρη, ‘παστρικιά’ την κατέβαζαν. Κι άντε τώρα αυτή να αποδείξει το αντίθετο. Η Φιλιώ βέβαια δεν έχασε λεπτό την ψυχραιμία της αποδεικνύοντας για άλλη μια φορά την ευγένεια ψυχής που τη διέκρινε. Αυτή πρώτη μάλιστα προσπαθούσε να ηρεμήσει τα παιδιά της λέγοντας ‘Δεν θα βάνουμε στη ζωή μας μίσος και κακομοιριά. Δεν θα κοιτάμε γύρω μας. Θα κοιτάμε μόνο να ζήσουμε’.
Η Φιλιώ ξυπνάει από ένα γλυκό ύπνο που έκανε στον καναπέ του καινούργιου σπιτιού. ‘Καιρό είχα να κοιμηθώ τόσο βαθιά. Είναι που έχουμε σπίτι ξανά’, λέει και σκέφτομαι εκείνη τη στιγμή πόσο πολύτιμο είναι το σπίτι και πόσο λίγη σημασία του δίνουμε στην καθημερινότητά μας. Μπαίνουμε, βγαίνουμε, ξυπνάμε, κοιμόμαστε χωρίς να συνειδητοποιούμε πόσο τυχεροί είμαστε που έχουμε την ασφάλεια μιας στέγης. Μιας δικής μας στέγης. Μόνο όταν συμβεί μια καταστροφή και κινδυνέψουμε να το χάσουμε ή το χάσουμε, αντιλαμβανόμαστε την αξία του. Κι όσο σκεφτόμουν αυτά, αναρωτιόμουν για το σπίτι στο οποίο γεννήθηκε ο μπαμπάς μου και τα αδέλφια του. Ήταν κι αυτό στο Τσινάρι και πιο συγκεκριμένα στην οδό Ρακτιβάν. Ο παππούς και η γιαγιά μου, οι γονείς του μπαμπά μου, είχαν έρθει στη Θεσσαλονίκη με την ανταλλαγή προτού προλάβουν να αποκτήσουν παιδιά. Τα παιδιά ήρθαν από το 1925 και μετά με πρώτο το μπαμπά μου. Ποτέ μέχρι αυτή τη στιγμή δεν είχα αναλογιστεί τις συνθήκες στις οποίες γεννήθηκε. Ποτέ μέχρι αυτή τη στιγμή δεν είχα συνειδητοποιήσει τις δυσκολίες που συνάντησαν οι γονείς του μέχρι να προσαρμοστούν σε μια χώρα που ενώ ήταν η χώρα τους, αυτή τους έβλεπε σαν ξένους. Ξένους και για πολλούς ανεπιθύμητους.
‘Δεν έφεραν οι πρόσφυγες όλες τις συμφορές’ θα πει ο Χατζηπέτρου, ένας μεγάλος επιχειρηματίας που θα πολιορκήσει στην πορεία του έργου την πρωταγωνίστρια θυμίζοντας της τη γυναικεία της φύση και ξυπνώντας της τον έρωτα και την επιθυμία για σχέση. Θα πάρει καιρό όμως μέχρι η Φιλιώ να πατήσει στα πόδια της και να αφήσει την καρδιά της να χτυπήσει για έναν άλλον άντρα πέρα από το δικό της που τον έχασε πίσω στη Σμύρνη. Δεν ήταν εύκολο να επιτρέψει στον εαυτό της να ενδιαφερθεί για άλλον άντρα. Δεν ήταν εύκολο να αγαπήσει πάλι. Άλλωστε όπως λέει και η ίδια ‘πώς να φτιάξεις ξανά καρδιές που έχουνε γίνει κομμάτια;’.
Η σκηνή που ξεχώρισα ήταν η σκηνή στην οποία η Φιλιώ, που δουλεύει στο ζαχαροπλαστείο του θείου της, εξυπηρετεί μια πελάτισσα μιλώντας της σε άπταιστα Γαλλικά. Αφού ολοκληρώνεται η μεταξύ τους επικοινωνία, μιλά με τον Χατζηπέτρου ο οποίος παρακολουθεί άφωνος την προηγούμενη στιχομυθία και δεν μπορεί παρά να σχολιάσει τα Γαλλικά της αρχόντισσας. ‘Λέω πως μιλάτε άπταιστα τα Γαλλικά’, θα της πει για να συνεχίσει ‘κι όμως συνεχίσατε να χαμογελάτε όταν σας πρόσβαλε η κυρία Λεβί’. Κι εκείνη θα απαντήσει ‘Ξέρω τη θέση μου’. Εκείνος βέβαια σύντομα θα της αποκαλύψει την αληθινή της ταυτότητα παρά τη δική της προσπάθεια να την κρατήσει κρυφή. Το μεγαλείο της σεμνότητας, συλλογίζομαι. Δεν χρειάζεται να κάνει κανείς προσπάθειες για να εντυπωσιάσει τους γύρω του όταν είναι από μόνος του λαμπερός. Όταν νιώθει κανείς ασφαλής μέσα του, δεν κάνει θόρυβο. Όταν νιώθει κανείς ασφαλής μέσα του, δεν κραυγάζει για να τον προσέξουν. Όταν νιώθει κανείς ασφαλής μέσα του, συμφιλιώνεται με τις αλλαγές που συμβαίνουν στη ζωή του ακόμα κι αν αυτές είναι προς το χειρότερο.
Η ατάκα που ξεχώρισα ήταν η εξής: ‘όταν χάνεις κάθε ελπίδα, έρχεται το καλύτερο’ είπε ο Χατζηπέτρου στη Φιλιώ όταν αυτή δυσκολευόταν να πιστέψει ότι θα την περίμενε μια τόσο δυνατή αγάπη στη Θεσσαλονίκη. Πράγματι όταν απελευθερώνεται κανείς από την ελπίδα, έρχονται αυτά που δεν περιμένει να έρθουν και συνήθως είναι τα καλύτερα, συμφώνησα μαζί του. Η ελπίδα εγκλωβίζει. Η ελπίδα παραπλανά. Η ελπίδα καθηλώνει. Η ελευθερία ανοίγει δρόμους. Η ελευθερία προξενεί ευχάριστες αλλαγές. Η ελευθερία οδηγεί στο καινούργιο.
Ο ρόλος που με συγκίνησε ήταν αυτός του Παντελή, του άντρα που δέχθηκε να βάλει στο πλάι του την Αντιγόνη, μια γυναίκα που ήρθε από τη Μικρά Ασία και έπεσε θύμα εκμετάλλευσης με το που πάτησε το πόδι της στη Θεσσαλονίκη. Για πολλούς άντρες εκείνης της εποχής αυτό από μόνο του θα ήταν ένα μικρόβιο από το οποίο θα ήθελαν να μείνουν όσο πιο μακριά γινόταν. Ο Παντελής όμως ξεπέρασε την αρχική του ταραχή και αποφάσισε να προχωρήσει μαζί με τη γυναίκα που αγάπησε κοιτάζοντας μόνο μπροστά. ‘Δυο βράδια δεν κοιμήθηκα… κι ύστερα θύμωσα με αυτούς που την εκμεταλλεύτηκαν… σιμά μου θα τα ξεχάσει όλα… αν θέλει βέβαια…’, είπε προσκαλώντας την σε μια κοινή ζωή. Πρέπει να ήταν αρκετές οι γυναίκες που ξεκίνησαν έτσι ένα γάμο, έλεγα μέσα μου την ώρα που παρακολουθούσα αυτό το ζευγάρι να αρχίζει δειλά μια νέα ζωή.
Λίγο πριν φτάσει στο τέλος αυτή η παράσταση, ένιωθα πολύ τυχερή που είχα το προνόμιο να τη δω. Να τη δω και να τη νιώσω. Όσο για το τέλος ήταν πέρα για πέρα συγκλονιστικό.
Το κλείσιμο
Προτού δω αυτήν την παράσταση, ήμουν σχεδόν βέβαιη ότι θα με συγκινούσε. Λίγο πριν βγω από την αίθουσα διαπίστωνα ότι με είχε συγκινήσει βαθύτατα. Τόσο πολύ μάλιστα που χειροκροτούσα τους ηθοποιούς δακρύζοντας και αργότερα κλαίγοντας.
Η αίσθηση με την οποία έμεινα ήταν νοσταλγική και γλυκιά. Νοσταλγική κι ας μην έζησα ποτέ σε εκείνους τους τόπους. Μιλούσαν όμως στην καρδιά μου μέσα από το μπαμπά μου που κι αυτός δεν είχε γεννηθεί εκεί αλλά ήταν το πρωτότοκο παιδί Μικρασιατών προσφύγων με όλο το συναισθηματικό βάρος που κουβαλούσε πάνω του. Η αίσθηση ήταν γλυκιά γιατί μέσα σε λίγες ώρες κατάφερα να συνδεθώ ξανά με γλωσσικούς ιδιωματισμούς, αρώματα και γεύσεις που ξέρουν να εκτιμούν καλύτερα αυτοί που κατάγονται από αυτά τα μέρη. Μεγάλη υπόθεση η κληρονομιά που μας αφήνουν οι πρόγονοί μας.
Υ.Γ. Αν και δεν αναφέρομαι ποτέ, ή σχεδόν ποτέ, στους συντελεστές μιας παράστασης, οφείλω να ευχαριστήσω μέσα από την καρδιά μου τη Μιμή Ντενίση που έγραψε και σκηνοθέτησε αυτό το έργο αφιερώνοντας το στην πόλη μας και στη Μακεδονία. Μια εξαιρετική ιδέα, μια εξαιρετική δουλειά…
ΜΕΓΑΡΟ ΜΟΥΣΙΚΗΣ
«Κι από Σμύρνη… Σαλονίκη» της Μιμής Ντενίση.
Η Φιλιώ Μπαλτατζή Αρχόντισα της Σμύρνης με ό,τι απέμεινε από την οικογένεια της, φτάνει στη Σαλονίκη του 1923. Κανείς δεν ξέρει τι τους περιμένει. Σίγουρα όχι η ζεστη αγκαλιά της νέας πατρίδας όπως περίμεναν. Σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον Μικρασιάτες, Πόντιοι και ντόποιοι αγωνίζονται για μια καλύτερη ζωή.
Σκηνοθεσία: Μιμή Ντενίση. Ερμηνεύουν: Μιμή Ντενίση, Κατερίνα Γερονικολού, Ναταλία Δραγούμη, Μαρία Εγγλεζάκη, Κώστας Καζάκας, Κωνσταντίνος Καζάκος, Μέμος Μπεγνής, Όλγα Πολίτου, Πρόδρομος Τσουνίδης, Μαρία Φιλίππου.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη – Πέμπτη στις 19:00. Παρασκευή-Σάββατο στις 20:00. Κυριακή στις 18:15. Κυριακή: 21.00. Σάββατο: 19.00 & 21.00
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ.