Είδε η Αννια Κανακάρη και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Έρωτα, απείς τ’ αφέντη μου τ’ αμμάτια δε μπορούσι πόσα πιστά και σπλαχνικά τον αγαπώ να δούσι, μιαν απούτσι σαΐτες σου φαρμάκεψε και ρίξε μέσα στα φυλλοκάρδια μου και φανερά του δείξε με τον πρικύ μου θάνατο πως ταίρι του απομένω, και μόνο πως για λόγου του στον Άδη κατεβαίνω.
Την νέα παραγωγή του Θεάτρου του Άλλοτε, «Ερωφίλη», του Γεωργίου Χορτάτση, σε σκηνοθεσία Βαρβάρας Δουμανίδου, παρακολουθήσαμε στο θέατρο Αυλαία.
Η Ερωφίλη θεωρείται η σημαντικότερη τραγωδία της κρητικής λογοτεχνικής παράδοσης. Γράφτηκε περίπου το 1595 από τον Γεώργιο Χορτάτση, (σύγχρονο του Σαίξπηρ και του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου), που μαζί με τον Βιτσέντζο Κορνάρο αποτελεί την σπουδαιότερη ποιητική φυσιογνωμία της κρητικής λογοτεχνίας και τον εισηγητή του θεατρικού είδους στην Κρήτη. Το έργο γράφτηκε με βάση τα πρότυπα του ιταλικού θεάτρου και είναι εμπνευσμένο από το Orbecche του Τζιοβάνι Μπατίστα Τζιράλντι.
Ο Έλληνας ποιητής ξεπέρασε τα στεγανά της ιταλικής αναγεννησιακής τραγωδίας, περιόρισε τις αιματηρές σκηνές του ιταλικού έργου, σμίλευσε τους χαρακτήρες με περισσότερο ήθος και ευγένεια και έδωσε στο κείμενό του βαθιά ελληνικό χαρακτήρα. Στις παλαιότερες εκδόσεις του έργου ανάμεσα στις πέντε πράξεις παρεμβάλλονταν σκηνές άσχετες με την υπόθεση (ιντερμέδια), που ήταν διασκευές της ερωτικής ιστορίας του Ρινάλδου και της Αρμίντας από το επικό ποίημα του Τορκουάτο Τάσο «Ελευθερωμένη Ιερουσαλήμ».
Το έργο είναι γραμμένο στο κρητικό ιδίωμα της εποχής του Χορτάτση και είναισαφώς εμπλουτισμένο με λόγια στοιχεία. Ο ποιητής αναδεικνύει το κρητικό ιδίωμα σε άρτια λογοτεχνική γλώσσα, αποδίδοντάς το μέσα από ζευγαρωτούς δεκαπεντασύλλαβους στίχους, σε συνδυασμό με τις τερτσίνες, ένα ιταλικό στιχουργικό σχήμα (τρίστιχες στροφές) για τα χορικά. Η τραγωδία είναι τόσο πλούσια γλωσσικά που χαρακτηρίστηκε «μελίρρυτος και γλυκοδιήγητος» από τον λόγιο Αλοΐσιο–Αμβρόσιο Γραδενίγο που επιμελήθηκε την δεύτερη έκδοσή της το 1676.
Η υπόθεση του έργου εκτυλίσσεται στην Μέμφιδα, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Αρχαίας Αιγύπτου. Βασιλιάς της είναι ο Φιλόγονος, ένας σκληρός και αδίστακτος άνδρας, που ανέβηκε στο θρόνο σκοτώνοντας τον αδελφό του. Στην αυλή του μεγαλώνει ο Πανάρετος, γιος του επίσης αδικοσκοτωμένου βασιλιά της Τζέρτζας. Ο Πανάρετος και η Ερωφίλη, η κόρη του βασιλιά Φιλόγονου, μεγαλώνουν μαζί από παιδιά και ερωτεύονται σφόδρα. Η χώρα βρίσκεται σε πόλεμο και ο Πανάρετος διακρίνεται ως ένας από τους καλύτερους στρατηγούς του παλατιού. Όταν ο νέος επιστρέφει, μετά από μια νικηφόρα μάχη, παντρεύεται μυστικά την Ερωφίλη, ολοκληρώνοντας έτσι τον δεσμό τους. Εντωμεταξύ οι αντίπαλοι του Φιλόγονου, βασιλιάδες της Μικράς Ασίας και της Περσίας, ζητούν σε γάμο την Ερωφίλη. Ο βασιλιάς αποφασίζει να την παντρέψει με τον πιο ισχυρό και στέλνει τον Πανάρετο να της μεταφέρει το μήνυμα. Οι δύο νέοι μιλούν για τον έρωτα τους όταν ξαφνικά γίνονται αντιληπτοί από τον Φιλόγονο που οργισμένος συλλαμβάνει τον Πανάρετο και διατάζει να τον θανατώσουν. Είναι τόσο μάλιστα το μένος του, που διαμελίζει τον άτυχο νέο και στέλνει την καρδιά και άλλα μέλη του «δώρο» στην Ερωφίλη. Η κοπέλα, συγκλονισμένη από το θέαμα, αυτοκτονεί, ενώ ο Φιλόγονος, έρχεται αντιμέτωπος με τη δίκαιη οργή των υπηκόων του…
Η απόδοση της Ερωφίλης που παρακολουθήσαμε, αναμφίβολα αποτελεί μια ενδιαφέρουσα προσέγγιση του κλασικού έργου, μια σκληρά ρεαλιστική και ωμή απόδοσή του, που, αν μη τι άλλο, μας έδωσε τροφή για σκέψη και προβληματισμό.
Στα θετικά (+) στοιχεία της παράστασης, συγκαταλέγεται, καταρχάς, το κείμενο του Γ. Χορτάτση, ένα διαχρονικό έργο με βαθιά και αληθινά νοήματα, που εστιάζει στη γυναικεία ψυχοσύνθεση, καταγράφοντας την σύγκρουση ανάμεσα στη γυναίκα – θύμα – και τον αλαζόνα εξουσιαστή πατέρα της, αλλά και την αναμέτρηση του αγνού έρωτα των δύο νέων με τον… θάνατο. Μέσα από τους διαλόγους του έργου τίθενται ποικίλα ζητήματα(πολλά από τα οποία παραπέμπουν σε αρχαία τραγωδία), όπως: η αλαζονεία της εξουσίας και η φθορά που προκαλεί στον άνθρωπο, η υπέρβαση του μέτρου και η τιμωρία αυτού που διαπράττει ύβρη, η μειονεκτική κοινωνική θέση της γυναίκας, το δικαίωμα στην σεξουαλική αυτοδιάθεση, η δύναμη του έρωτα, αλλά και ο θάνατος, ως κοινή μοίρα των ανθρώπων, θέματα που σφραγίζουν την επικαιρότητα του έργου.
Στην παράσταση επιλέχθηκε να χρησιμοποιηθεί το πρωτότυπο κείμενο, στην ιδιωματική κρητική διάλεκτο, μια ομολογουμένως τολμηρή και δύσκολη τεχνικά επιλογή που, όμως, συνέβαλε ως ένα βαθμό, στο να αποδοθεί η ουσία και η αυθεντικότητα του έργου, να νιώσει ο θεατής τον ρυθμό και το μέτρο του.
Η σκηνοθετική προσέγγιση της Βαρβάρας Δουμανίδου, απέδωσε επιτυχημένα τα βασικά στοιχεία του έργου, το μέγεθος του έρωτα των δύο νέων, το πάθος που τους ένωνε, την οργή του άτεγκτου βασιλιά και το αιματοβαμμένο τέλος. Εστίασε στον ψυχισμότων χαρακτήρων και ανέδειξε τις παθογένειες των διαφυλικών σχέσεων της εποχής, την βία και την καταπίεση προς το γυναικείο φύλο. Με την ιδιαίτερη οπτική της, έχτισε μια άκρως ρεαλιστική παράσταση, γεμάτη ένταση, ερωτισμό και αποτρόπαιες εικόνες, προσφέροντας στους θεατές πληθώρα συναισθημάτων, από συμπόνοια, συγκίνηση και οργή μέχρι αηδία και αποτροπιασμό.
Η επιλογή της σκηνοθέτιδος να αποδώσει με ακραίο ρεαλισμό την ιστορία, έγινε αντιληπτή από την τολμηρή ερωτική σκηνή στην αρχή της παράστασης και την γενικότερη χρήση γυμνού.Τίποτα όμως δεν προμήνυε την σκληρότητα και την ωμότητα του τέλους με την φρικιαστική σκηνή του διαμελισμού του Πανάρετου, η οποία παρουσιάστηκε με κάθε λεπτομέρεια και ομολογουμένως με τεχνική αρτιότητα και αληθοφάνεια στο κοινό.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών κινήθηκαν γενικά σε πολύ καλά επίπεδα.
Η ίδια η σκηνοθέτης, ερμήνευσε την Ερωφίλη, με δυναμικότητα και έμφαση σε κάθε λέξη που άρθρωνε. Απέδωσε επιτυχημένα την συναισθηματική κατάσταση της ερωτευμένης κόρης που τόλμησε να συγκρουστεί με τον βασιλιά πατέρα της. Ο λόγος και γενικότερα η στάση της απέπνεαν το ελεύθερο πνεύμα, την περηφάνεια, αλλά και την τρυφερότητα και την πλήρη συναισθηματική σύνδεση της με τον Πανάρετο.
Εξαιρετική εμφάνιση από τον Παναγιώτη Καβαλιεράκη, που απέδωσε με μαεστρία, επαγγελματισμό και φυσικότητα τον αδίστακτο άρχοντα που στο όνομα της εξουσίας κατακρεούργησε τον ίδιο τον… έρωτα. Η όλη του σκηνική παρουσία υπήρξε άψογη και υποδειγματική. Οι κινήσεις, το ύφος, το φθονερό του βλέμμα επικοινωνούσαν όλο το μένος του αιμοδιψή άρχοντα, την παράλογη ηδονή, τον αρρωστημένο εκστασιασμό που βίωνε όταν με τα ίδια του τα χέρια ξερίζωνε την καρδιά του Πανάρετου και οδηγούσε την κόρη του στην αυτοκτονία.
Πολύ καλή εμφάνιση από τον Δημήτρη Βασιλειάδη στον ρόλο του Πανάρετου. Με σοβαρότητα και προσήλωση, με άριστο έλεγχο των κινήσεών του και εξαιρετική έκφραση, έδωσε σάρκα και οστά στον χαρακτήρα του ευγενήνέου,αναδεικνύοντας για άλλη μια φορά το πολύπλευρο ταλέντο του. Απέδωσε με επιτυχία τις στιγμές συναισθηματικής φόρτισής του, τον απόλυτο έρωτα που ένιωθε για την Ερωφίλη, παρόλο που γνώριζε ότι φλερτάρει με το θάνατο σε κάθε τους συνάντηση. Εξίσου καλός υπήρξε και στον ρόλο του Χάρου, που με την επιβλητική παρουσία του κέρδισε από την πρώτη στιγμή το κοινό.
Βαθιά ανθρώπινη, αληθινή και συγκινητική στον ρόλο της Χρυσονόμης, η Φανή Πλάκα, που απέδωσε τον χαρακτήρα της πιστής παραμάνας με μέτρο και τρυφερότητα. Η ερμηνεία της είχε βάθος και δύναμη καθώς επικοινώνησε με τον καλύτερο τρόπο τα αισθήματα της προς την Ερωφίλη, την διαρκή φροντίδα, την μητρική αγάπη και τέλος την συντριβή της πάνω από το πτώμα της βασιλοπούλας.
Η Μαρία Σεμερτζίδου υποδύθηκε μόνη της, μέσα από μια ευρηματική τριαδική κατασκευή -εν είδη κοστουμιού- τον Χορό των γυναικών του παλατιού, που συμμετείχε στο δράμα των δύο νέων, σχολιάζοντας, παρατηρώντας και τέλος – ως θεία δίκη- τιμωρώντας τον αιμοδιψή άρχοντα.
Ο Δημήτρης Ελιάς στον ρόλο του σύμβουλου, ενσάρκωσε με πειστικότητα και σοβαρότητα τον άνθρωπο που, μάταια, προσπάθησενα συγκρατήσει το μένος του βασιλιά.
Στον ρόλο του Καρποφόρου, του πιστού φίλου και συμπολεμιστή του Πανάρετου αλλά και του Ασκιά, ο Δήμητρη ςΠογαρίδης είχε μια επίσης πολύ καλή εμφάνιση και κέρδισε αμέσως τη συμπάθεια του κοινού. Εξίσου καλός και ο Κωνσταντίνος Μπάρκος ως μαντατοφόρος που με φανερή θλίψη και αποτροπιασμό περιέγραψε τη φοβερή στιγμή του διαμελισμού του άτυχου νέου.
Κινησιολογικά όλοι οι συμμετέχοντες είχαν μια καλή εμφάνιση υπό την καθοδήγηση του Δημήτρη Βασιλειάδη.
Σημαντικότατη υπήρξε η συμβολή της πρωτότυπης μουσικής σύνθεσης του Σταύρου Σταυρίδη στην διαμόρφωση του χαρακτήρα της παράστασης, καθώς συνέδεσε ηχητικά το έργο με την γενέτειρά του,«ζωντάνεψε» το κρητικό ιδίωμα και χάρισε μέσα από τις παραδοσιακές μελωδίες, ένταση και δυναμική στην όλη παρουσίαση. Η δε ζωντανή εκτέλεση,καθ΄ όλη τη διάρκεια του έργου, από τρεις εξαίρετους μουσικούς, τον Κωνσταντίνο Σίμαρο στην κρητική λύρα, τον Χάρη Πορφυρίδη στο λαούτο και τον Νίκο Χατζόπουλο στην κιθάρα και τα κρουστά, συνόδευσε μελωδικά το δράμα των δύο νέων.
Το λιτό αλλά λειτουργικό σκηνικό του Δημήτρη Βασιλειάδη μετέφερε επαρκώς την αίσθηση ενός αυστηρού και αυταρχικού βασιλείου. Μαύροι, πυραμοειδείς μετακινούμενοι οβελίσκοι, με χρυσές λεπτομέρειες, ένδειξη δύναμης και χλιδής, χάραξαν το πλαίσιο δράσης των ηθοποιών και ενέτειναν τη δραματικότητα των σκηνών. Τα δε κοστούμια του έργου από τον Γιώργο Κυριακίδη και την Άννα Καλαϊτζίδου κινήθηκαν, όπως και η μουσική, στα παραδοσιακά κρητικά πρότυπα, με άμεσες αναφορές στις κρητικές μαύρες ενδυμασίες, με παντελόνια, ψηλές μπότες (στιβάνια) και μαχαίρια σε δερμάτινες θήκες.
Εντυπωσιακή η αμφίεση του βασιλιά, ενώ αξιοπρόσεκτη υπήρξε η επιλογή παντελονιού και για τη βασιλοπούλα, προς ένδειξη χειραφέτησης, ίσως, σε μια καθαρά ανδροκρατούμενη κοινωνία. Ιδιαίτερο, τέλος, υπήρξε τοκοστούμι του Χορού, μια τριπρόσωπη κατασκευή, αμφίβολης, όμως, αισθητικής,που με άφησε, προσωπικά, με ένα ερωτηματικό ως προς την σκοπιμότητα της χρήσης του.
Παρά την αναμφίβολη δυναμικότητα της παράστασης θα πρέπει να αναφέρουμε τα εξής(-) :
Καταρχάς, όπως προαναφέρθηκε, η επιλογή της χρήσης του κρητικού ιδιώματος προσέδωσε χαρακτήρα στην παράσταση και έφερε τον θεατή πιο κοντά στο πνεύμα του αυθεντικού κειμένου. Ένα τόσο πλούσιο όμως γλωσσικά κείμενο, για να γίνει πλήρως αντιληπτό και κατανοητό απαιτεί ο λόγος των ερμηνευτών να φθάνει στο κοινό ξεκάθαρος και ολοκληρωμένος. Διαφορετικά χάνεται το μεγαλείο της γλώσσας και ο θεατής προσλαμβάνει μέρος μόνο των όσων λέγονται, στην συνεχή προσπάθειά του να συλλάβει το γενικότερο νόημα των σκηνών που παρακολουθεί. Δυστυχώς στην παράσταση, σε αρκετές περιπτώσεις οι διάλογοι δεν γίνονταν πλήρως αντιληπτοί. Ένας συνδυασμός ίσως του πρωτότυπου κειμένου με μετάφραση να είχε ένα αρτιότερο, ως προς το θέμα της κατανόησης, αποτέλεσμα.
Επίσης η σκηνοθετική επιλογή της παρουσίασης με τόσο ωμό τρόπο της θανάτωσης του Πανάρετου, αν και τεχνικά ήταν άρτια, με εξαιρετική επιλογή αληθοφανών αντικειμένων (τόσο η γλώσσα που του έκοψαν, όσο και τα μάτια και η καρδιά που ξερίζωσε ο βασιλιά από το στήθος του, ήταν πραγματικά πολύ ρεαλιστικά), εντούτοις θα μπορούσε να χαρακτηριστεί υπερβολική ως ένα βαθμό, καθώς «βάρυνε» την παράσταση, που ήδη είχε έναν αυστηρό και σκοτεινό χαρακτήρα. Άλλωστε, δεν της έλειπαν τα «δυνατά» σημεία, καθώς είχε ήδη μιατολμηρή ερωτική σκηνή.
Τόσο ο έρωτας, όσο και ο πόνος και η βία μπορούν να αγγίξουν το κοινό και μέσα από μια αφήγηση, από ένα δυνατό κείμενο και μια εμπνευσμένη σκηνοθετική απόδοση. Δεν χρειάζεται να νιώσω πάνω μου το αίμα του Πανάρετου για να συναισθανθώ το δράμα του(χαρακτηριστικά αναφέρω ότι ο διπλανός μου καθάριζε το μπουφάν του από τα αίματα που πετάχτηκαν πάνω του στην σκηνή της θανάτωσης της βασιλιά). Βέβαια από το αξιόλογο θέατρο του Άλλοτε πάντα περιμένουμε κάτι διαφορετικό, κάτι ακραίο και είναι αλήθεια ότι δεν μας απογοητεύουν με τις επιλογές τους.
Συμπερασματικά (=), παρακολουθήσαμε μια άκρως ενδιαφέρουσα παράσταση, με δυνατές ερμηνείες, υπέροχο κείμενο, ζωντανή μουσική με άρωμα… Κρήτης, με τολμηρές ερωτικές σκηνές και ένα αιματοβαμμένο βίαιο τέλος που μας συγκλόνισε, παρά τις όποιες διαφωνίες μας περί της σκηνικής απόδοσης του. Μια παράσταση – κραυγή διαμαρτυρίας για τη βία κατά των γυναικών, για το δικαίωμα τους στην ισότητα, την ελευθερία, την αυτοδιάθεση, το δικαίωμα στη ζωή και τον έρωτα…
Βαθμολογία 6,8/10
ΑΥΛΑΙΑ
«Ερωφιλη» του Γεωργίου Χορτάτση
-Η Βαρβάρα Δουμανίδου μιλά στην Κουλτουρόσουπα εδώ
Το Θέατρο του Άλλοτε επιχειρεί να δημιουργήσει μια νέα προοπτική στην στερεοτυπική ανάγνωση της συγκεκριμένης τραγωδίας, πάντα με γνώμονα την απομυθοποίηση της γυναικείας αδυναμίας!
Σκηνοθεσία: Βαρβάρα Δουμανίδου. Ερμηνεύουν: Δημήτρης Βασιλειάδης, Βαρβάρα Δουμανίδου, Δημήτρης Βασιλειάδης, Παναγιώτης Καβαλιεράκης κ.ά.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Κάθε Σάββατο στις 19:00 και Κυριακή στις 21:00 (έως8/12)
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ