Eίδε και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Σε πανελλήνια πρεμιέρα παρακολουθήσαμε την Τετάρτη 12 Ιουλίου στο Θέατρο Δάσους τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Σίμου Κακάλα. Μέσα στο κατακαλόκαιρο και με υψηλές θερμοκρασίες, οι Θεσσαλονικείς θεατρόφιλοι από τις οχτώ περίμεναν καρτερικά κάνοντας τεράστια ουρά που έφτανε κι ως τον Ζωολογικό κήπο για να βρουν μια καλή θέση, ώστε να απολαύσουν αυτό το έξοχο δημιούργημα του Σοφοκλή που στη συγκεκριμένη παράσταση σκηνοθετεί ο Κακάλας έχοντας ως πρωταγωνιστή τον Στάνκογλου.

Και φυσικά δικαιώθηκαν γι αυτή τους την επιλογή, μιας κι η παράσταση ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες του κοινού που παρακολούθησε βήμα -βήμα το Οιδιπόδειο Δράμα και μαζί με τον πρωταγωνιστή Οιδίποδα οδηγήθηκε μέσα από το μοτίβο –Ύβρις – Άτη – Νέμεσις – Τίσις, στην αλήθεια και στην κάθαρση!

Η υπόθεση πραγματεύεται τον γνωστό θηβαϊκό μύθο που θέλει τον Οιδίποδα βασιλιά της Θήβας να ψάχνει να βρει το μίασμα εκείνο που φέρνει στην πόλη των Θηβών φοβερό θανατικό και δεν αφήνει ούτε τη γη να καρπίσει, ούτε τις γυναίκες να γεννήσουν υγιή παιδιά, ούτε τους πολίτες να ευτυχήσουν, αφού τους βρίσκει συνεχώς η αρρώστια κι ο θάνατος. Ο χορός αποτελούμενος από τους Γέροντες της πόλης ζητά τη λύση από τον βασιλιά Οιδίποδα, αυτόν που κάποτε ως ξένος έσωσε την πόλη από τη Σφίγγα, τιμήθηκε ως ήρωας, έγινε βασιλιάς στη θέση του σκοτωμένου Λάιου κι έφερε την ευτυχία ξανά στον τόπο. Ο Οιδίποδας , αφού συναντιέται με τον Κρέοντα, τον αδερφό της συζύγου του Ιοκάστης,μαθαίνει πως χρησμό δίνουν από τους Δελφούς να βρεθεί και να εξολοθρευθεί ο φονιάς του Λάιου για ν αποκτήσει γαλήνη η πόλη. Μέσω του Κρέοντα καλεί τον Μάντη Τειρεσία να του φανερώσει τον φονιά και, όταν εκείνος αρνείται, ο Οιδίποδας τον αποκαλεί συνεργάτη στον φόνο κι έτσι ο Μάντης αποκαλύπτει πως φονιάς του προηγούμενου βασιλιά είναι ο ίδιος ο Οιδίποδας που, αν κι έχει μάτια δεν βλέπει, σ’ αντίθεση με τον Τειρεσία που ναι τυφλός αλλά έχει το χάρισμα της ενόρασης, πως έχει προβεί σε συνεχόμενες ανίερες πράξεις σκοτώνοντας τον πατέρα του και συνάπτοντας σχέση με τη μητέρα του. Ο Οιδίποδας θεωρεί συνωμότες αυτόν και τον Κρέοντα και ζητά την τιμωρία του τελευταίου με θάνατο. Τότε εμφανίζεται η Ιοκάστη που σαρκάζει τους Θεούς, καθώς θυμάται πως παλιός χρησμός του Απόλλωνα έλεγε πως η ίδια θα γεννήσει παιδί που θα σκοτώσει τον Λάιο και θα γίνει σύζυγός της -παιδίκι άνδρας μαζί, αιμομίκτης, πράγμα που δεν συνέβη, μιας κι η ίδια με τον Λάιο έδεσαν τα πόδια του νεογέννητου γιου τους και το έδωσαν σε Βοσκό να το πετάξει από τον Κιθαιρώνα και πως τον Λάιο τον σκότωσαν ληστές. Με τη συμβολή αυτού του Υπηρέτη, που λυπήθηκε το νεογέννητο και το έδωσε σε άλλο Βοσκό που με τη σειρά του το χάρισε στον άκληρο βασιλιά της Κορίνθου Πόλυβο να το αναθρέψει ως δικό του, με τη μαρτυρία του αυτή δηλαδή μετά από τόσα χρόνια, ξεδιπλώνεται το νήμα της ιστορίας κι αποκαλύπτεται πως εκείνο το παιδί είναι ο Οιδίποδας και πως παιχνίδι της μοίρας τον οδήγησε αγνοώντας την πραγματική του γενιά να σκοτώσει τον Λάιο, τον πραγματικό του πατέρα και να παντρευτεί τη γυναίκα του και μητέρα του. Η Ιοκάστη βλέποντας την αλήθεια των γεγονότων, απαγχονίζεται ενώ ο Οιδίποδας αυτοτυφλώνεται κι αυτοεξορίζεται φέρνοντας τη πολυπόθητη λύση στο Δράμα.

Στην παράσταση που παρακολουθήσαμε θετικό πρόσημο (+) βάζουμε στην έξυπνη επιλογή του σκηνοθέτη Κακάλα να χρησιμοποιήσει τις μάσκες – προσωπεία σ’ όλα τα μέλη του χορού, που το καθένα ξεχωριστά στην αρχή του έργου παρουσιάζεται στο κοινό χωρίς μάσκα κι έπειτα την φορά και παίρνει θέση, ενώ ως χαλί ακούγεται ο ήχος του βιολιού ζωντανά. Προσωπείο φορά κι ο Οιδίποδας κι η Ιοκάστη κι ο Κρεόντας κι ο Τειρεσίας κι ο Εξάγγελος κι ο Υπηρέτης κι ο Αγγελιοφόρος που γίνονται ένα με το σώμα του χορού, γεγονός που αρέσει στον θεατή κι απολαμβάνει θεατρικά τη στιγμή που κάθε πρόσωπο, όταν μιλά βγάζοντας τη μάσκα ξεχωρίζει από το κοινό των Γερόντων – Πολιτών κι αποκτά ξέχωρη ταυτότητα.

Ο Χορός στο σύνολό του με τα μαύρα κοστούμια και τις άσπρες μάσκες, που η κάθε μια τους έχει διαφορετική σύσπαση στο πρόσωπα και δεν αποτελεί απλά μια συμπαγή και παγερή μάζα, κατορθώνει με τον συγχρονισμό του καθαρού λόγου και τον εναρμονισμό των κινήσεων των σωμάτων να εμφανίζεται άλλοτε ως πλήθος ευθυτενών κορμιών που ανάλογα με τις σκηνές χωρίζουν κι απλώνονται στην ορχήστρα, άλλοτε γίνονται μια ενιαία μάζα, άλλοτε χορεύουν, άλλοτε γίνονται πλήθος πίσω ή εμπρός από τον Οιδίποδα που ζητούν την συνδρομή του, άλλοτε τον κυκλώνουν, άλλοτε γονατίζουν και τον συντρέχουν, άλλοτε τον οικτίρουν και τον συμπονούν. Ο χορός, αναπόσπαστο κομμάτι της Αρχαίας Τραγωδίας, στη συγκεκριμένη παράσταση ενσωματώνει και το κοινό νοερά μαζί του που νιώθει κι αυτό σαν τμήμα του, αναζητά μαζί του την αλήθεια και συμπάσχει, κι αυτό είναι μια μεγάλη επιτυχία των ηθοποιών αυτής της παράστασης και φυσικά του σκηνοθέτη.

Όσο για τον Στάνκογλου, που έχοντας το Πάθος, την Ένταση και τις Εκρήξεις, εκεί που οι σκηνές το απαιτούν, παρουσιάζεται ως Συγκλονιστικός Οιδίποδας κάνοντας τον «διαβασμένο» θεατή, εκείνον που γνωρίζει καλά το κείμενο του Σοφοκλή, να βλέπει στην σκηνή τον Οιδίποδα ακριβώς έτσι όπως ο Μεγάλος Τραγικός ποιητής θέλει, έναν Άνθρωπο δηλαδή που νικά τη δεισιδαιμονία, το άλυτο αίνιγμα της Σφίγγας, με τη Λογική του και που τον κάνει να ξεχωρίζει αλλά συνάμα να βλέπει τον Άνθρωπο σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού να καθίσταται ο Τραγικότερος όλων που δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μοίρα του. Ο ηθοποιός καταφέρνει με την εξαιρετική του ερμηνεία να κάνει τον θεατή να τον σεβαστεί με τη ρητορική των επιχειρημάτων στις εξαγγελίες του, να τον αγαπήσει, όταν συνομιλεί με τον πρέποντα σεβασμό στη σύζυγό του Ιοκάστη, να τον συμπονέσει, όταν νιώθει την τραγικότητά του στην αποκάλυψη της αλήθειας, να λυτρωθεί μαζί του, όταν επιλέγει να αυτοτυφλωθεί και να αυτοεξοριστεί. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η στιγμή που, μαθαίνοντας την αλήθεια, υψώνει τα χέρια του προς τους Θεούς και τους επικαλείται να τον βοηθήσουν στην αυτοτιμωρία του για να μπορέσει να σωθεί ο ίδιος από τον εαυτό του αλλά και η πόλη .

Πολύ καλή κι η ερμηνεία των Νταλιάνη ως Κρέοντα και Μαλάκη ως Τειρεσία που με τον καθαρό και στιβαρό τους λόγο και τη σκηνική τους παρουσία ανταποκρίνονται επάξια στον ρόλο τους.
Ως προς το σκηνικό, ένα επίμηκες ορθογώνιο ξύλινο βάθρο που καταλήγει σε ένα ανάστροφο ξύλινο μεγάλο ΠΙ και λειτουργεί ως ξύλινος εξώστης -πλατφόρμα πάνω στον οποίο μπορούν να σκορπίζονται χορός και πρωταγωνιστές, ενώ δίνεται κι η δυνατότητα να γίνονται οι σκηνές πιο οικείες , όταν λόγου χάρη κάθονται στις απολήξεις του ΠΙ και συζητούν ο Οιδίποδας με τον Κρέοντα, αν και λιτό, δεν αφαιρεί τίποτα από το αισθητικό αποτέλεσμα της παράστασης αντίθετα συνδράμει κι αυτό στη συναισθηματική διάδραση θεατών -ηρώων.

Στα αρνητικά (+) η αδύναμη παρουσία της Μαριλίτας Λαμπροπούλου στον ρόλο της Ιοκάστης που δυστυχώς δεν ανταποκρίθηκεσ ένα τόσο νευραλγικό ρόλο, αφού αποτελεί το πρώτο τραγικό πρόσωπο που συνειδητοποιεί την αλήθεια. Αντίθετα, ενώ η συμπεριφορά της Ιοκάστης απαιτεί έντονο πάθος και ερωτισμό στην συζήτηση με τον Οιδίποδα, έντονο χλευασμό και σαρκασμό στις κινήσεις και στη σκηνική της παρουσία, όταν τελεί ύβρη στους θεούς που λέει πως δεν πιστεύει σε προφητείες, και σπαραγμό ψυχής, όταν ανακαλύπτει πρώτη από τα λόγια του Βοσκού πως κοιμάται με τον γιο της, εμείς είδαμε μια Ιοκάστη παγερή, με έναν συγκεκριμένο τόνο φωνής που απλώς έλεγε τα λόγια της απ’ έξω χωρίς να καταφέρει να προκαλέσει ένα συναίσθημα πόνου, οίκτου, συμπάθειας ή μένους στον θεατή. Η στιγμή δε που φεύγει από τη σκηνή τρομαγμένη για ό, τι έχει διαπράξει και πηγαίνει στην κάμαρή της, όπου αργότερα θα μάθουμε τον απαγχονισμό της, περνά τελείως αδιάφορα ενώ εδώ πρόκειται για μια πολύ δυνατή σκηνή στην πορεία της υπόθεσης προς την Κάθαρση.

Επίσης, η χρήση του βιολιού στην αρχή του έργου που επισκιάζει με την δυνατή ένταση τα λόγια του χορού, ίσως δεν έχει οργανωθεί σωστά η μουσική ένταση των οργάνων, αν και καθόμαστε στο κάτω Διάζωμα δεν καταλαβαίνουμε τι λέει ο χορός, γεγονός όμως που στην πορεία διορθώνεται με την εναλλαγή βιολιού – κιθάρας. Στο τέλος δε, αξίζει να σημειωθεί πως οι ήχοι του βιολιού μας παραπέμπουν σε βουκολικά, λυρικά ακούσματα και μοιρολόγια που μαζί με τον Οιδίποδα που σέρνεται τυφλός κι απομονωμένος αυξάνουν το δραματικό στοιχείο και μειώνουν την αρχική αρνητική εντύπωση της ζωντανής μουσικής.
Γενικά (=), πρόκειται για μια πολύ προσεγμένη δουλειά που κάνει τον θεατή να φεύγει από το θέατρο εισπράττοντας όλα εκείνα που οφείλει μια Αρχαία Τραγωδία να δώσει στον Θεατή: Να οδηγηθεί μέσα από τα πάθη των προσώπων του Δράματος στη Λύτρωση και ,αν τα καταφέρει, μέσα από την προσωπική εξομολόγηση του Οιδίποδα για τις Πράξεις και τα Λάθη του, στη δική του εσωτερική αναδίφηση.
Βαθμολογία:
7,2/10
Βίντεο, τυχαία αποσπάσματα και υπόκλιση από τη πρεμιέρα στο θέατρο Δάσους Τετάρτη 12 Ιουλίου 2023
δ
Διαβάστε επίσης:
Δείτε & αυτά:
ΦΕΣΤΙΒΑΛ:
ΘΕΑΤΡΟ:
ΜΟΥΣΙΚΗ:
ΣΙΝΕΜΑ:
Φωτογραφικό υλικό