«Όνειρο στο κύμα & Έρως Ήρως»… μετά λύπης και υπομονής η παράσταση του Αβδελιώδη! Είδαμε & σχολιάζουμε.
Πριν από οτιδήποτε άλλο, οφείλουμε να καταθέσουμε την εκτίμησή μας στον Δ. Αβδελιώδη για την ποιοτική πορεία και τις ιδιαίτερες αναζητήσεις του με καθαρή σφραγίδα πολιτισμού, γι αυτό και η έκφραση λύπης στον τίτλο είναι απόλυτα ειλικρινής. Οι θεατρικές επιλογές και δημιουργίες του δείχνουν ένα πνεύμα ανήσυχο, μακριά από ευκολίες και με ιδιαίτερη αγάπη στον κλασικό Λόγο. Το γεγονός ότι η συγκεκριμένη παράσταση υπήρξε κατά τη γνώμη μας μια ατυχής στιγμή, δεν κλονίζει την κερδισμένη με χρόνια εκτίμηση, ωστόσο οφείλουμε να καταθέσουμε με πλήρη ειλικρίνεια (και λύπη) την άποψή μας. Πρόκειται για την παράσταση «Όνειρο στο κύμα & Έρως Ήρως», βασισμένη σε δύο διηγήματα του Παπαδιαμάντη και ενσωματωμένη στο «φεστιβάλ Δ. Αβδελιώδη», αποτελούμενο από 4 αντίστοιχου περιεχομένου παραστάσεις, που λαμβάνει χώρα στο θέατρο Άνετον.
Πριν την έναρξη της παράστασης, ο σκηνοθέτης προλόγισε αυτό που θα βλέπαμε εξηγώντας το πνεύμα των διηγημάτων του Παπαδιαμάντη και τη θέση του ιδίου απέναντι στο έργο του, καταλήγοντας «Μην περιμένετε να δείτε κάτι εντυπωσιακό, εικόνες κλπ. θα ακούσετε όμως έναν σπουδαίο λόγο»… Όπου εν προκειμένω ο Παπαδιαμάντης με την ξεχωριστή του γραφή, και στα δύο διηγήματα πραγματεύεται τον Έρωτα στις δύο διαφορετικές εκδοχές του. Στο πρώτο, μέσα από κείμενο άκρως λυρικό και γεμάτο ατμοσφαιρικές εικόνες, εστιάζει στον πλατωνικό- χωρίς ίχνος σαρκικού πόθου- Έρωταμε τη μορφή του δέους/ θαυμασμού/ σεβασμού του ήρωα απέναντι στην ομορφιά του γυμνού κορμιού γυναικός, που ως «αναδυομένη Αφροδίτη» έρχεται στον αφρό των κυμάτων υπό το φως της Σελήνης… Ενσαρκώνοντας με την άδολη γύμνια της μια «ένθεη υπόσταση της αλήθειας», αποκλείοντας τα γήινα ένστικτα.
Στο δεύτερο διήγημα, ο πόθος είναι παρών για τον λαβωμένο από τα βέλη του έρωτα νεαρό ναύτη, που βλέπει να χάνει την αγαπημένη του από «ανταγωνιστή» γεροντότερο αλλά πλουσιότερο και καθώς τους μεταφέρει με τη βάρκα του μπαίνει στον πειρασμό να ανατρέψει το πεπρωμένο με τη βία, παλεύοντας με ανίερες φαντασιώσεις πνιγμού. Ωστόσο, μετά από έντονες εσωτερικές συγκρούσεις, η ηθική θα επικρατήσει του πάθους, μεταμορφώνοντας τον γήινο Έρωτα σε γενναίο Ήρωα. Δοσμένα και τα δύο διηγήματα με τον ιδιαίτερο τρόπο και λόγο του μεγάλου πεζογράφου (+), που συνδυάζει τη ζωντάνια των γλαφυρών περιγραφών με βαθύτερα αισθήματα και σκέψεις, εκφρασμένα με την ξεχωριστή γλώσσα- σφραγίδα των έργων του, σε έναν μοναδικό συνδυασμό καθαρεύουσας και ντοπιολαλιάς στους διαλόγους. Μια γλώσσα κι ένα ύφος που μας έκανε να αγαπήσουμε από πολύ νωρίς τα έργα του…
Οι λόγοι που μας οδηγούν να χαρακτηρίσουμε την παράσταση ως «ατυχή στιγμή» (-) είναι συγκεκριμένοι και σοβαροί:
– Με πρώτο και κυρίαρχο την εκφορά του λόγου του πρωταγωνιστή Θεμιστοκλή Καρποδίνη, του οποίου αποστολή ήταν να εκφέρει έναν «σπουδαίο λόγο», ως το μόνο εκφραστικό μέσο που κλήθηκε να χρησιμοποιήσει. Προς μεγάλη μας απογοήτευση όμως, από τα πρώτα του λόγια… χάναμε τα μισά! Το οξύμωρο δε της υπόθεσης είναι ότι διαθέτει σωστή άρθρωση και έντονη εκφραστικότητα που όμως τα χειρίστηκε με κάκιστο τρόπο. Δεν καταλάβαμε ας πούμε, γιατί έπρεπε να μιλά τόσο γρήγορα με ρυθμό καταιγιστικό, καταπίνοντας συλλαβές και λέξεις… Ή γιατί ανεβοκατέβαζε την ένταση στο ζενίθ και το ναδίρ, κάνοντας να χάνονται σχεδόν όλες οι καταλήξεις λέξεων και φράσεων… ‘Η γιατί χάριν μιας υπερβάλλουσας έντασης θυσίαζε το περιεχόμενο του λόγου… Σε βαθμό που από ένα σημείο και μετά, η δυσκολία της παρακολούθησης σε οδηγούσε να παραιτηθείς από την προσπάθεια.
Πραγματικά ανεξήγητο για έναν ηθοποιό με εμφανή προσόντα και έναν σκηνοθέτη έμπειρο και καταξιωμένο που εστιάζει ακριβώς στον λόγο! Όπου πέραν των ανωτέρω, υπήρχε ένας «περίεργος» ρυθμός στους τονισμούς που έδινε κατά βάση ένα άκουσμα μονότονο και ισοπεδωμένο– πλην των εντάσεων, καθώς και άστοχες παύσεις που έκοβαν το νόημα της φράσης σε ακατάλληλα σημεία. Επιπλέον η χρήση χειλόφωνου αποδείχθηκε προβληματική, καθώς ο ομιλών- αποσπώντας τη συγκέντρωσή του- προσπαθούσε κάθε τόσο να το στερεώσει (μήπως κάποια προβλήματα οφείλονταν και σε τεχνικό θέμα ήχου;) αλλά και κακής αισθητικής δίνοντας μια εικόνα «ξένη» με το κλίμα. Για να μη μιλήσουμε για το… πλαστικό μπουκάλι νερού από όπου έπινε. Αν έλειπαν αυτές οι σοβαρότατες αδυναμίες, θα μπορούσαμε να απολαύσουμε έναν ηθοποιό ταλαντούχο με έντονη εκφραστικότητα, πάθος, ενέργεια, σκηνικό εκτόπισμα και σίγουρα πολλές δυνατότητες.
– Στο κομμάτι της σκηνοθεσίας, είναι γεγονός ότι πιο αφαιρετική δεν γίνεται… μέχρι βαθμού κατάργησης. Αναγνωρίζουμε τη συνειδητή επιλογή του Δ. Αβδελιώδη να εστιάζει στον Λόγο χωρίς να αποσπά την προσοχή με «περιττά», όπως αναγνωρίζουμε ότι εν προκειμένω μιλάμε περισσότερο για ένα θεατρικό «αναλόγιο», παρά για κλασική παράσταση. Ωστόσο θεωρούμε ότι αυτά δεν δικαιολογούν την πλήρη απουσία δραματοποίησης, πολύ δε περισσότερο όταν ο κυρίαρχος Λόγος έχει προβλήματα όπως τα παραπάνω. Είναι αδύνατο να κρατηθεί το θεατρικό ενδιαφέρον από έναν καθισμένο σταθερά σε καρέκλα να αφηγείται υπό αυτές τις συνθήκες επί μιάμισυ ώρα, με μόνη σκηνοθετική παρέμβαση ένα ημιφωτισμένο ταμπλώ που πίσω του καθόταν σχεδόν ως παγωμένη εικόνα με αδιόρατες κινήσεις, ένα πρόσωπο- σκιά του δικηγόρου/ εργοδότη του Παπαδιαμάντη.
Μόνες κινήσεις του αφηγητή υπήρξαν κυριολεκτικά, ένα ημισήκωμα στο τέλος των αφηγήσεων, τρία βήματα στην αλλαγή των διηγημάτων και ένα αναποδογύρισμα του τραπεζιού στο τέλος. Πέραν τούτων ουδέν. Δυστυχώς για τον μέσο θεατή, ακόμη κι αν πρόκειται για ένα κείμενο δυνατό, ακόμη κι αν ερμηνεύεται σε επίπεδο λόγου εκφραστικά, τόση στατικότητα και έλλειψη δραματοποίησης δεν αιτιολογεί τον όρο «θεατρικό δρώμενο», όσο κι αν σέβεται τη σκηνοθετική άποψη. Δεν έχει λόγο να πληρώσει για να ακούσει (και εν προκειμένω με ταλαιπωρία) την αφήγηση απλά ενός κειμένου που μπορεί ανέξοδα να διαβάσει με την άνεσή του. Στην παράσταση περιμένει να βιώσει, να αισθανθεί, να εισπράξει με το νου, την ψυχή και τις αισθήσεις… όμως χωρίς θεατρικά ερεθίσματα και με σοβαρά προβλήματα… ΠΩΣ; Ευτυχώς που βοήθησε σε ένα βαθμό η ατμοσφαιρική μουσική του Debussy, προσφέροντας ένα παρήγορο «ερέθισμα»…
Καταλήγοντας (=) θα θεωρήσουμε την παρούσα παράσταση που από κάποιο σημείο δοκίμασε την υπομονή μας και φάνηκε στο χλιαρό/ συμβατικό χειροκρότημα, ως άτυχη στιγμή ενός σκηνοθέτη που εκτιμούμε και θα φροντίσουμε να την ξεχάσουμε γρήγορα…
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
4 στα 10
Αναλυτικές πληροφορίες για την παράσταση θα βρείτε εδω
Φωτογραφικό υλικό