Είδε η Άννια Κανακάρη και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Την γενική πρόβα της παράστασης «Η Αγαπημένη του κυρίου Λιν», του Φιλίπ Κλοντέλ, με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη στον πρωταγωνιστικό ρόλο, παρακολουθήσαμε την Πέμπτη 21/3, στο θέατρο της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Πρόκειται για μια συμπαραγωγή του ΚΘΒΕ με τον πολιτιστικό οργανισμό Λυκόφως, την σκηνοθετική επιμέλεια της οποίας υπογράφει ο διεθνώς αναγνωρισμένος Βέλγος σκηνοθέτης και πρώην καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Toneelhuis της Αμβέρσας, Γκι Κασίερς.
Πριν την έναρξη, ο πρωταγωνιστής και ο σκηνοθέτης της παράστασης μας υποδέχθηκαν σε ιδιαίτερα φιλικό κλίμα και μας σύστησαν το έργο που επρόκειτο να παρακολουθήσουμε, αναλύοντας την ιστορία του, τα μηνύματά του αλλά και τις βασικές σκηνοθετικές κατευθύνσεις που οδήγησαν στο συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Μια εισαγωγή αρκετά αναλυτική που μας «έβαλε στο κλίμα» και πρόλαβε τις όποιες απορίες και ερωτήσεις μας.
Υπόθεση του έργου
Ο κύριος Λιν, κρατώντας σφικτά στην αγκαλιά του την, λίγων εβδομάδων, εγγονή του Σανγκ ντιου, φθάνει πρόσφυγας στην Ευρώπη. Ο πόλεμος του στέρησε όλη την υπόλοιπη οικογένεια, εκτός από αυτό το μωρό και είναι αποφασισμένος να κάνει για χάρη του το καλύτερο δυνατό. Εγκαθίστανται σε ένα κέντρο υποδοχής προσφύγων όπου το μόνο μέλημά του, καθημερινά, είναι η φροντίδα της μικρής. Τη ντύνει, την ταϊζει, της σιγοτραγουδά μελωδίες της πατρίδας του και την πηγαίνει βόλτα στο πάρκο. Μια μέρα γνωρίζει τον κύριο Μπαρκ, έναν αρκετά ομιλητικό άνδρα, ο οποίος έχοντας πρόσφατα χάσει τη γυναίκα του, διψά για συντροφικότητα. Οι δύο άντρες, αν και δεν μιλούν την ίδια γλώσσα, δεν αργούν να αναπτύξουν μια βαθιά και αγνή φιλία. Η μόνη λέξη που γνωρίζει ο κύριος Λιν στη γλώσσα του φίλου του είναι το «καλημέρα», δεν χρειάζεται όμως κάτι περισσότερο. Μια ζεστή ματιά, ένα χαμόγελο, ένα άγγιγμα στον ώμο είναι αρκετό ώστε να γεμίσει τη μοναξιά και να απαλύνει τις πληγές που του άφησε ο χαμός των αγαπημένων του. Ο κύριος Λιν είναι πια χαρούμενος που βρήκε έναν φίλο και τολμά να κοιτάξει με αισιοδοξία το μέλλον χωρίς να υποψιάζεται αυτά που του επιφυλάσσει η μοίρα του…
Στα θετικά (+) της παράστασης συγκαταλέγεται καταρχάς το κείμενο του Φιλίπ Κλοντέλ, σε μετάφραση της Ασπασίας Σιγάλα. Πρόκειται για την ομώνυμη νουβέλα του βραβευμένου Γάλλου συγγραφέα που δημοσιεύτηκε το 2005 στη Γαλλία. Ένα έργο ιδιαιτέρως τρυφερό που μιλά για την μοναξιά, την απομόνωση, την διαφορετικότητα, την προσφυγιά, αλλά και την ελπίδα, τη συντροφικότητα, την αληθινή φιλία που μπορεί να γίνει βάλσαμο για τις πονεμένες ψυχές. Το προφανώς ευαίσθητο και απρόσμενα διαυγές ύφος του κείμενου, είναι καθαρά λογοτεχνικό.Η γλώσσα του, απλή αλλά μεστή πλήθους εικόνων και συναισθημάτων, απευθύνεται στο θυμικό των αναγνωστών και τους πείθει συναισθηματικά και διανοητικά διεγείροντας τη θετική συναισθηματική τους ανταπόκριση. Αν και η υπόθεση δεν έχει ιδιαίτερη πλοκή, εντούτοις κερδίζει το ενδιαφέρον από την πρώτη στιγμή, η δε ανατροπή που επιφυλάσσει για το τέλος προσδίδει στο έργο μια ιδιαίτερη δυναμική.
Ο Γκι Κασίερς είναι γνωστός για την προσωπική θεατρική γλώσσα που έχει αναπτύξει, σύμφωνα με την οποία συνδυάζει, στις παραστάσεις που σκηνοθετεί, την εικαστική τεχνολογία με την λογοτεχνία. Στην συγκεκριμένη παράσταση επέλεξε, όπως ο ίδιος δήλωσε, να επιστρέψει στην αρχή, στην γέννηση του θεάτρου, να εστιάσει δηλαδή στην απλή – καθαρή αφήγηση, την οποία να επικουρεί, όσο το δυνατόν πιο συγκαλυμμένα, η τεχνολογία. Με γνώμονα αυτή την επιλογή έστησε έναν μονόλογο, στον οποίο το ένα και μοναδικό πρόσωπο επί σκηνής καλείται να αφηγηθεί την ιστορία και να δώσει παράλληλα στον θεατή, μέσω του κειμένου, της ερμηνείας του αλλά και άλλων μέσων(όπως των ήχων που δημιουργεί επί σκηνής), στοιχεία ώστε να δημιουργήσει με τη φαντασία του το σκηνικό, την δράση του έργου, να προβληματιστεί και κυρίως να αισθανθεί αυτά που η ιστορία του επικοινωνεί.
Τα παραπάνω κλήθηκε να φέρει εις πέρας ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, ο οποίος ως αφηγητής, μόνος στην σκηνή (όπως μόνος απέμεινε στην ζωή και ο κύριος Λιν), πήρε πάνω του όλο το βάρος της παράστασης. Με σκηνική παρουσία λιτή και συγκροτημένη, προσέγγισε την υπόθεση με ευγένεια και απλότητα, σχεδόν συνεσταλμένα, βοηθώντας μας υποσυνείδητα, να μπούμε νοερά στον κόσμο που μας περιέγραφε, αλλά και να μορφοποιήσουμε τους ήρωες της ιστορίας. Ιδιαίτερα εκφραστικός, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, ερμήνευσε, παράλληλα με την αφήγηση, τους δύο βασικούς χαρακτήρες του έργου (τον κύριο Λιν και τον φίλο του Μπαρκ), αποδίδοντας με πειστικότητα το ύφος, την διάθεση και τις ψυχολογικές μεταπτώσεις τους, χωρίς εντάσεις, χωρίς φωνές, χωρίς εντυπωσιασμούς. Μια επιτυχημένη ερμηνεία από έναν καταξιωμένο ηθοποιό, βαθιά ανθρώπινη και τρυφερή, όπως ακριβώς και η ιστορία που αφηγήθηκε…
Το πάθος του σκηνοθέτη για την εικαστική τεχνολογία εκφράστηκε, εν προκειμένω, μέσω της προβολής, στο λευκό φόντο της σκηνής, λέξεων και φράσεων, σημαντικών για την εξέλιξη της υπόθεσης, αλλά και της μορφής του Κωνσταντίνου Μαρκουλάκη, μέσω των δύο καμερών που υπήρχαν στη σκηνή, που τον εμφάνιζαν άλλοτε μόνο του και άλλοτε… παρέα με τον εαυτό του. Μια σχετικά επιτυχημένη προσθήκη (βέβαια, θα μπορούσε και καλύτερα) που πρόσθεσε θεατρικό όγκο στο όλο εγχείρημα και σαφώς «γέμισε» την κατά τα άλλα άδεια σκηνή.
Κι ενώ πρόκειται συνολικά για μια ενδιαφέρουσα σκηνοθετική προσέγγιση, η όλη παρουσίαση εκπέμπει μια αίσθηση απλότητας (-), χωρίς κάτι ιδιαίτερο που να εντυπωσιάζει, τουλάχιστον όχι στον βαθμό που περιμέναμε. Της έλειπε αυτό το «κάτι» που θα μπορούσε να απογειώσει ακόμη κι έναν μονόλογο. Γιατί ναι μεν είχε μια δυνατή ιστορία (πολύ σημαντικό στοιχείο ιδίως για αυτό το ιδιαίτερα δύσκολο θεατρικό είδος) και έναν εξαιρετικό πρωταγωνιστή, η λιτότητα όμως στην απόδοση/αφήγηση δεν άφησε τη δυναμική του να διαφανεί και να ενθουσιάσει το κοινό. Γιατί, πώς να το κάνουμε, από μια τέτοια σπουδαία συνεργασία, όπως αυτή, περιμέναμε κάτι περισσότερο, περιμέναμε να ενθουσιαστούμε….
Περαιτέρω, καθώς η ιστορία σε ένα μεγάλο κομμάτι της δεν παρουσιάζει ιδιαίτερη πλοκή, φάνηκε να πλατειάζει και πρόσκαιρα να χάνει το ενδιαφέρον της, ευτυχώς όμως, γρήγορα επανήλθε και μας αποζημίωσε με το συγκλονιστικό της τέλος.
Όσον αφορά τη μουσική επένδυση της παράστασης, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι περιορίστηκε στους λίγους ήχους που ο ίδιος ο πρωταγωνιστής παρήγαγε επί σκηνής, οι οποίοι στόχευαν στο να συνδράμουν την αφήγηση και να βοηθήσουν τον θεατή να συν-αισθανθεί την ατμόσφαιρα του έργου. Και ενώ έως ένα βαθμό πράγματι επιτέλεσαν τον σκοπό τους, εντούτοις η ελλιπής αυτή μουσική προσέγγιση, στέρησε την όλη απόδοση από ζωντάνια, ένταση και δραματικότητα.
Το σκηνικό, τέλος, πιστό στην γενικότερη σκηνοθετική κατεύθυνση, υπήρξε αδιανόητα λιτό, με τρεις καρέκλες, δύο κάμερες και μια κονσόλα ήχου να είναι τα μόνα αντικείμενα επί σκηνής.
Συμπερασματικά (=) παρακολουθήσαμε έναν σημαντικό και αγαπημένο ερμηνευτή να μας αφηγείται μια γλυκόπικρη, βαθιά ανθρώπινη και πολύ συγκινητική ιστορία, με εξαιρετικά νοήματα, σε μια παράσταση που ναι μεν είχε ενδιαφέρον αλλά δεν ενθουσίασε.
Βαθμολογία: 5,3/10
Βίντεο από την τζενεράλε:
ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ
«Η Αγαπημένη του κυρίου Λιν» του Φιλίπ Κλοντέλ.
Ο κύριος Λιν κρατώντας στην αγκαλιά του τη Σανγκντιού, τη μικρή εγγονή του και τη μόνη επιζήσασα της οικογένειάς του, εγκαταλείπει το κατεστραμμένο από τον πόλεμο χωριό του και φτάνει στην Ευρώπη πρόσφυγας. Εκεί, χωρίς να γνωρίζει τίποτα για τη νέα χώρα και χωρίς να αντιλαμβάνεται τη γλώσσα των ξένων, αφήνει τη μοίρα του στα χέρια των αρμόδιων αρχών που τον περιθάλπουν. Μέχρι που γνωρίζει τον κ. Μπαρκ.
Σκηνοθεσία: Γκι Κασίερς. Ερμηνεύουν: Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης.
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Τετάρτη: 19.00, Πέμπτη- Παρασκευή: 21.00, Σάββατο: 21.00, Κυριακή: 19.00
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ