Κατώτερη των προσδοκιών η «Σωτηρία…» με την Ε. Σταμούλη, δυστυχώς… Είδαμε & Σχολιάζουμε…
Περιμέναμε ανυπόμονα στα… ανατολικά της πόλης, την παράσταση του ΚΘΒΕ που σάρωσε με συνεχή sold out στη μικρή σκηνή της Μονής Λαζαριστών. Βασισμένη σε στιγμιότυπα από τη ζωή και το έργο μιας μεγάλης λαϊκής φωνής και ταυτόχρονα αμφιλεγόμενης προσωπικότητας σαν τη Σωτηρία Μπέλλου, ερμηνευμένη από μια σπουδαία ηθοποιό σαν την Έφη Σταμούλη. «Εγγυήσεις» που δικαιολογούσαν απόλυτα, τόσο την επιτυχία και φήμη της παράστασης, όσο και τις υψηλές προσδοκίες, που εν προκειμένω είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε δια ζώσης «του λόγου το αληθές». Και εννοούμε την παρακολούθηση της παράστασης «Σωτηρία με λένε» της Σοφίας Αδαμίδου σε σκηνοθεσία Χριστίνας Χατζηβασιλείου στο Δημοτικό θέατρο Καλαμαριάς, Μελίνα Μερκούρη. Στο οποίο συνεχίζεται καθώς φαίνεται η άκρως επιτυχημένη πορεία, γιατί τόσο γεμάτο μέχρι βαθμού αδιαχώρητου με έξτρα καρέκλες, πολύ σπάνια το θυμόμαστε!
Παρά τη συμμετοχή δύο προσώπων στο έργο, επί της ουσίας πρόκειται για έναν μονόλογο που εκτυλίσσεται σε δωμάτιο νοσοκομείου, εκεί όπου επί ενάμισυ χρόνο νοσηλευόταν με καρκίνο στον λάρυγγα, η λαϊκή ερμηνεύτρια Σωτηρία Μπέλλου. Η οποία, παραμονή μιας καθοριστικής εγχείρησης που θα της στερήσει τη φωνή, όσο ακόμα «μπορεί να την ακούει», κάνει αναδρομή στην πολυτάραχη ζωή της, σημαδεμένη από βάσανα, τραυματικές εμπειρίες, έντονα πάθη, αλλά και μεγάλες επιτυχίες, κορυφαία τραγούδια, πάθος για ελευθερία… Θα θυμηθεί τα ταραγμένα παιδικά χρόνια στη Χαλκίδα, το φευγιό για την Αθήνα, την κακοποίηση από τον βάναυσο σύντροφο, τη σύλληψη στην κατοχή, τις συνεργασίες της με τον Τσιτσάνη, τον Παπαϊωάννου, τον Σαββόπουλο, τον Χατζιδάκη… θα θυμηθεί ακόμα τις αντισυμβατικές σχέσεις της και την «γκόμενα» Τασία, το διαρκές πάθος της για τον τζόγο, τις πτώσεις της εξαιτίας του, τις φτώχειες αλλά και τις μεγάλες στιγμές πάνω στο πάλκο, μιας καριέρας μοναδικής. Που φέρει την ανεξίτηλη σφραγίδα μιας φωνής ξεχωριστής και ενός χαρακτήρα ασυμβίβαστου με μότο «στη ζωή μου κάνω κουμάντο εγώ!»…
Εντοπίζοντας τα στοιχεία της παράστασης που αποδείχθηκαν κατώτερα των προσδοκιών μας (–) θα ξεκινήσουμε από τη βάση- κείμενο:
– Το έργο είναι γραμμένο από τη δημοσιογράφο Σοφία Αδαμίδου, στην οποία η ίδια η Μπέλλου εμπιστεύτηκε τη βιογραφία της. Είναι γεγονός ότι ως δομή διαθέτει καλό θεατρικό υπόβαθρο, καθώς τοποθετεί τον μονόλογο σε έναν ιδιαίτερο χώρο (νοσοκομείο), δίνοντας τη δυνατότητα συναισθηματικής φόρτισης, στοιχειώδους «δράσης» και εμπλοκής ενός ακόμα προσώπου, της νοσοκόμας. Ωστόσο ως περιεχόμενο και ουσία θα το χαρακτηρίζαμε αδύναμο. Με την έννοια ότι περιέλαβε ελάχιστα «δυνατά» σημεία μιας μυθιστορηματικής ζωής, εστιάζοντας μάλλον σε δευτερεύοντα ή λεπτομέρειες και μάλιστα με αναίτιες επαναλήψεις (π.χ. η σκηνή με τον Βαγγέλη, οι αναφορές στη μάνα κλπ.), ενώ η επίσης έντονη επαγγελματική πλευρά της ερμηνεύτριας και οι συνεργασίες δίπλα σε κορυφαία ονόματα, αποδόθηκαν με επίπεδες, γνωστές αναφορές. Σε σχέση με το ύφος του κειμένου, εναλλάχθηκαν ο τραβηγμένος μελοδραματισμός, η κούραση ή αντίθετα η δυστροπία της ηρωίδας και το εύπεπτο «χιούμορ» μέσα από βρισιές.
– Η επόμενη ένσταση έχει να κάνει – προς μεγάλη μας λύπη- με την απόδοση της Μπέλλου από την Έφη Σταμούλη. Μια ηθοποιό καταξιωμένη και αναμφισβήτητα ταλαντούχα που έχουμε θαυμάσει και επαινέσει σε άπειρους ρόλους. Γεγονός που μας «πονάει» όταν για πρώτη φορά εντοπίζουμε μια ερμηνεία κατώτερη των δυνατοτήτων της. Διότι επέλεξε – ακολουθώντας προφανώς ανάλογη σκηνοθετική καθοδήγηση – να αποδώσει στον χαρακτήρα της Μπέλλου μια μορφή περίπου «καρικατούρας», τραβώντας την ερμηνεία στα άκρα, καταφεύγοντας σε πιασάρικες ευκολίες και στερώντας του την όποια εσωτερικότητα. Επιπλέον η όλη απόδοση υστέρησε σημαντικά σε αληθοφάνεια, δεδομένων των συνθηκών υγείας και φυσικής κατάστασης.
Ένας ηλικιωμένος άνθρωπος, καταπονημένος από τον καρκίνο, για μήνες στο κρεβάτι νοσοκομείου, δεν δικαιολογεί κατά καμία έννοια ούτε καν περιστασιακά, την ενέργεια, τα ξεσπάσματα, την στεντόρεια φωνή της ηρωίδας… που άλλοτε τα χέρια της έτρεμαν κι άλλοτε καθόλου… που περιστασιακά έβηχε, ενώ όταν μιλούσε έντονα, ακατάπαυστα, όχι… που παρά την καταπόνησή της ανέβαινε με ευκινησία στο κρεβάτι και «τραγουδούσε», πετούσε με άνεση αντικείμενα, ντυνόταν με ευκολία κινήσεων… Δίνοντας συνολικά την εικόνα μιας μάλλον κουρασμένης γυναίκας – κι αυτό όχι σε όλη τη διάρκεια- και καθόλου μιας βαριά άρρωστης που την επομένη θα υποστεί μια μοιραία επέμβαση. Διότι μόνο του ένα κυρτωμένο σώμα δεν μπορεί να πείσει για τα ανωτέρω, όταν συνοδεύεται από παρόμοιες αντιφάσεις…
Και λυπούμαστε ειλικρινά για μια τόσο άξια ηθοποιό, που παρά τα εμφανή φάουλ, το ταλέντο δεν κρύβεται, το προδίδουν οι λεπτομέρειες. Δούλεψε πολύ την κινησιολογία της, την εκφορά του λόγου, την έκφραση του προσώπου, αλλά κατά την ταπεινή μας γνώμη… προς λάθος κατεύθυνση και με λάθος δοσολογία. Υπερέβαλλε σε όλα, τόσο στα μελοδραματικά ξεσπάσματα που παρέπεμπαν σε κλισέ, όσο και στις απανωτές βρισιές ή μάγκικο τσαμπουκά εκμαιεύοντας συχνά γέλιο, «ξεχνώντας» ότι είναι βαριά άρρωστη, «ξεχνώντας» το αυθεντικό συναίσθημα. Μπορεί όλα αυτά να ήταν η λαϊκή, ασυμβίβαστη, αντικομφορμίστρια Σωτηρία, αλλά όχι με αυτή τη μορφή στο κρεβάτι του πόνου. Ο ρεαλισμός είναι αμείλικτος…
– Ερχόμενοι στη σκηνοθεσία της Χριστίνας Χατζηβασιλείου, δηλώνουμε… διχασμένοι. Διότι καταρχήν την θεωρούμε συνυπεύθυνη της ερμηνευτικής απόδοσης της πρωταγωνίστριας, καθοδηγώντας την στο συγκεκριμένο πρότυπο και παραβλέποντας τα εμφανή λάθη.
Πέραν αυτού του σοβαρού όμως, οφείλουμε να εντοπίσουμε και τα θετικά σημεία (+) της παράστασης:
– Να πούμε ότι η σκηνοθεσία της, έχοντας να διαχειριστεί κατά βάση έναν μονόλογο με ενδιάμεσα μέρη διαλόγων, απέφυγε τη στατικότητα, εμπλούτισε την παράσταση με σκηνική δράση- όσο επέτρεπαν οι συνθήκες – συνδύασε ιδανικά τα δύο πρόσωπα στη σκηνή με σωστή καθοδήγηση της νοσοκόμας, ακολούθησε μια εύρυθμη ροή χωρίς κενά, δημιούργησε κατάλληλη ατμόσφαιρα με ευφάνταστους φωτισμούς και βέβαια τα διαχρονικά τραγούδια της Μπέλλου, ενσωματωμένα αρμονικά στη ροή. Και έδωσε ένα εξαιρετικό φινάλε με αυθεντικό συναίσθημα, έστω κι αν η φωτεινή μπάλα στα χέρια της Σωτηρίας, έδινε μεν ένα ωραίο αισθητικά θέαμα, αλλά έναν ασαφή συμβολισμό…
– Η Ειρήνη Μουρελάτου ως νοσοκόμα, υπήρξε αρκούντως πειστική στο ρόλο της, ακριβής στις αντιδράσεις της, φυσικότατη, απέπνεε κατανόηση και γλυκύτητα. ‘Ασχετα αν παρόμοιο «μοντέλο» νοσοκόμας απέναντι σε δύστροπο ασθενή, μοιάζει ελαφρώς… ουτοπικό. Ωστόσο υπηρέτησε το ρόλο της «καλής νοσοκόμας» χτίζοντας σταδιακά τη σχέση της με την ασθενή, με απόλυτη συνέπεια, άνεση, ισορροπία και εμφανή επαγγελματισμό.
– Ιδιαίτερα εύσημα αξίζουν στους εξαιρετικούς φωτισμούς που επιπλέον περιλάμβαναν και επιδαπέδια φωτιστικά νέον ως ευρηματική «οριοθέτηση» του δωματίου με «είσοδο», την οποία ακολουθούσε μόνο η τυπική νοσοκόμα, ενώ η ανατρεπτική Σωτηρία όχι. Επίσης στις μουσικές επιλογές από τα αγαπημένα τραγούδια της Μπέλλου που έχουν σφραγίσει το λαϊκό ρεπερτόριο, καθώς και στα εντελώς κατάλληλα κοστούμια, παραπέμποντας πειστικά στην εικόνα της. Το ίδιο επιτυχημένο θα χαρακτηρίζαμε και το ρεαλιστικό σκηνικό με ένα πλήρως εξοπλισμένο δωμάτιο νοσοκομείου.
Καταλήγοντας (=), αξίζει να προσθέσουμε τις αντιδράσεις του κοινού που μετά την τρίτη αυλαία και το παρατεταμένο χειροκρότημα, πολλοί θεατές σηκώθηκαν και χειροκροτούσαν όρθιοι, φωνάζοντας «Μπράβο!» Είναι αλήθεια ότι με παρόμοιες προσδοκίες ενθουσιασμού ξεκινήσαμε, αλλά αρκεστήκαμε σε μια παράσταση καλοστημένη, με προβλέψιμο περιεχόμενο και μια ερμηνεία κατώτερη των δυνατοτήτων μιας ηθοποιού που εκτιμούμε βαθιά και έχει δώσει σπουδαία δείγματα…
Βαθμολογία:
5,5 στα 10
κ
–πληροφορίες για την παράσταση εδω
Φωτογραφικό υλικό