.
Και ενώ τα θέατρα εξακολουθούν να είναι κλειστά, η διαδικτυακή προβολή παραστάσεων συνεχίζεται, σε μια προσπάθεια να διατηρηθεί ζωντανό το ενδιαφέρον του κοινού, έστω και με παλαιότερα έργα τα οποία δεν είχαμε την δυνατότητα να παρακολουθήσουμε ζωντανά.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση, την «Γενοκτονία» του Παύλου Κουρτίδη, είδαμε σε online streaming από το Θέατρο ΠΚ σε συνεργασία με το Θεατροκίνημα. Η παράσταση είχε παιχτεί για δύο σαιζόν στο Θέατρο ΠΚ στην Αθήνα καθώς και στο Φεστιβάλ «Αισχύλεια» στην Ελευσίνα τον Σεπτέμβριο του 2019. Η διαδικτυακή προβολή αφορά στην παρουσίαση από το Φεστιβάλ Αισχυλείων.
Η παράσταση, που ανήκει στο είδος του χοροθεάτρου, έχει ως βασικό θέμα την γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου, καταδικάζει όμως παράλληλα κάθε άλλη γενοκτονία και κάθε βιαιοπραγία εναντίον των λαών. Βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, τα οποία και μεταφέρει επί σκηνής, μέσω της σωματικής έκφρασης, της κίνησης και του χορευτικού «διαλόγου». Η ιστορία ξεκινάμε έναν γάμο, μια χαρούμενη σκηνή, για να περάσει αμέσως μετά στην φρίκη και τη βαρβαρότητα. Πορείες εξόντωσης, πόνος και εξαθλίωση. Νεκροί που «φεύγουν», ζωντανοί που προσπαθούν να τους «προλάβουν». Κορμιά που πέφτουν στο χώμα και σκεπάζονται από σκόνη. Γυναίκες φορτωμένες με τεράστια σακιά κουβαλούν τη ζωή τους στις πλάτες τους και προσπαθούν να γλιτώσουν. Η οδύνη καθρεπτίζεται στα μάτια και στα εξαντλημένα κορμιά τους. Η απελπισία από τη μια και η προσπάθεια να σταθούν όρθιες από την άλλη εναλλάσσονται σε ένα μάταιο χορό. Φιγούρες από το «παράθυρο» του άλλου κόσμου, προσπαθούν φωνάζοντας βουβά να προειδοποιήσουν για τον κίνδυνο που πλησιάζει. Σκηνές βίας, ξυλοδαρμοί, μάχες σώμα με σώμα. Ένα μικρό κορίτσι αποχωρίζεται βίαια την αγκαλιά της μάνας του. Γυναίκες σέρνονται στο χώμα, κυλιούνται, προσπαθούν με σπασμωδικές κινήσεις να σηκωθούν. Δύο μαυροφορεμένοι άνδρες περνούν θηλιές στο λαιμό τους. Η σκηνή μαυρίζει… θάνατος. Και μέσα από το κόκκινο και το μαύρο του θανάτου η ελπίδα γεννιέται…
Εμπνευστής της παράστασης ο Παύλος Κουρτίδης, που λόγω της ιδιαίτερης σχέσης του με τον Ποντιακό Ελληνισμό (ποντιακής καταγωγής) αποφάσισε να ενσαρκώσει την ιδέα του ως φόρο τιμής στους νεκρούς αλλά και ως αφορμή μνήμης της ανυπέρβλητης θυσίας τους.
.
Στα θετικά (+) της παράστασης η δική του συμβολή καθώς σε πολλαπλό ρόλο χορογράφου, σκηνοθέτη αλλά και ερμηνευτή, αναδεικνύει τα γεγονότα με ιδιαίτερο πάθος, χωρίς να κρύψει την συναισθηματική του φόρτιση που είναι εμφανής σε όλη τη διάρκεια της παράστασης. Έχοντας στη διάθεση του ένα σύνολο άριστων χορευτών, κατορθώνει να στήσει ένα χορευτικό δρώμενο με συνέχεια, με εναλλαγές στην ένταση και ιδιαιτέρως με εκφραστικότητα. Μέσα από το χοροθέατρο, το είδος θεάτρου που τον εκφράζει, κτίζει την δική του καλλιτεχνική εκδοχή της γενοκτονίας των Ποντίων. Η εμπειρία και η επαγγελματική ωριμότητά του είναι εμφανείς στις σκηνοθετικές του επιλογές αλλά και στην χορογραφία της παράστασης. Ταυτόχρονα ως «κορυφαίος» του χορού αναδεικνύει τις ερμηνευτικές του ικανότητες. Ευφυές εύρημα το «παράθυρο» στον άλλο κόσμο που δίνει ένα δεύτερο επίπεδο δράσης. Εντυπωσιακή η σκηνή που ο ίδιος πλακώνεται από ένα ξύλο – τοίχο – ένα αβάσταχτο βάρος που προσπαθεί να κρατήσει και να επιβιώσει. Ιδιαίτερα δραματικές οι σκηνές του χορού των γυναικών που ως ικέτιδες, με τα χέρια ψηλά, ζητούν βοήθεια, λύτρωση. Σημαντική επίσης η αισιόδοξη επιλογή για το τέλος, όπου αφήνει σαφές μήνυμα ελπίδας και αναγέννησης.
Κινησιολογικά η παράσταση ήταν άρτια δομημένη. Ένα λειτουργικό σύνολο ερμηνευτών, με συνοχή και αλληλεπίδραση. Πέρα από λίγα σημεία που χανόταν για κάποιο λόγο η σύνδεση μεταξύ των χορευτών, γενικά η παράσταση χαρακτηριζόταν από δυναμισμό και συγκέντρωση σε μια αρκετά απαιτητική χορογραφία. Εξαιρετική έκφραση από τους περισσότερους συμμετέχοντες που απέδειξαν μέσα από την κίνηση την συναισθηματική ταύτιση τους με το δράμα των ηρώων.Εξαιρετική ιδέα τέλος, η προσθήκη σε μια γενικότερη απόδοση μοντέρνου χορού, κινήσεων που σαφώς παρέπεμπαν σε ποντιακούς χορούς, όπως το χαρακτηριστικό κούνημα των ώμων.
Αναμφίβολα στα θετικά της παράστασης η μουσική της επένδυση από την ταλαντούχα Lia Hide, που κατόρθωσε να συνδυάσει ακούσματα διαφόρων εποχών και πολιτισμών σε ένα αρμονικό σύνολο. Ο πόνος, η αγωνία και η οδύνη δοσμένα μέσα από νότες, που συνόδευαν και τόνιζαν την ταυτόχρονη σωματική και κινητική τους έκφραση. Αξιοσημείωτος ο τρόπος που ποντιακοί ήχοι παρεμβάλλονται, χωρίς να κυριαρχούν, δίνοντας όμως χρώμα και ταυτότητα σε μια κατά τα άλλα μοντέρνα σύνθεση. Εξαιρετική η παρουσία του Χρήστου Σύγγελου επί σκηνής, παίζοντας νέι, ένα παραδοσιακό περσικό μουσικό όργανο, που με την ιδιαίτερη μελωδικότητά του, χάρισε στην παράσταση συγκινητικές στιγμές, μοναξιάς και θλίψης. Επίσης συγκινητική η παρουσία της Φωτεινής Πασσά που ερμήνευσε με περισσό συναίσθημα «Την Πατρίδα μ’ έχασα, έκλαψα και πόνεσα.. . Λύουμαι και αροθυμώ ν’ ανασπάλω κ’ επορώ», ένα τραγούδι που εκφράζει όλο τον πόνο του Ποντιακού ελληνισμού. Αξίζει να σημειωθεί ότι την αγωνία και την δραματικότητα ορισμένων σκηνών ενέτειναν οι ψίθυροι που συνόδευαν κάποια σημεία μουσικών κομματιών.
.
.
Το σκηνικό μέσα στην απλότητά του ήταν ιδιαίτερα προσεγμένο και λειτουργικό. Χωρισμένο σε επίπεδα έδινε τη δυνατότητα πολλαπλής ταυτόχρονης δράσης, που αναμφίβολα προσέδιδε δυναμική και ένταση στην εικόνα. Κυριαρχούσε ένα μακρύ «τραπέζι», που ταυτόχρονα ήταν στοά και είσοδος, καθώς από κάτω είχαν τη δυνατότητα οι χορευτές να κινούνται και να μπαίνουν στην σκηνή. Ένα «παράθυρο» σε άλλη διάσταση, στο πάνω δεξί μέρος της κατασκευής, φιλοξενούσε όσους «έφυγαν». Μεγάλη συμβολή στην σκηνική ατμόσφαιρα η σκόνη που με τις κινήσεις τους σήκωναν οι χορευτές και «θόλωνε» την βιαιότητα και την οδύνη που πλημύριζε την παράσταση.
Τα κοστούμια των ερμηνευτών, δημιουργία της Μάγδας Καλορίτηλιτά, σε παλ, γήινα χρώματα, έδεναν απόλυτα με το σκηνικό και την ατμόσφαιρα της παράστασης. Ξεχώριζαν τα κοστούμια των βασανιστών που ήταν ολόμαυρα για να αποδώσουν και να τονίσουν τη βαρβαρότητα και την σκοτεινιά της συμπεριφοράς τους.
Οι φωτισμοί της παράστασης δια χειρός του σκηνοθέτη Παύλου Κουρτίδη, συνέβαλαν σημαντικά στην ένταση της συναισθηματικής φόρτισης, ιδιαιτέρως σε ορισμένα σημεία, όπως στη σκηνή που ο μουσικός με το νέι εμφανίζεται και σκορπά θλίψη μέσα σε ένα υποφωτισμένο σκηνικό, αλλά και όταν «μαυρίζει» η σκηνή στην θέα των γυναικών με τις θηλιές στο λαιμό.
.
.
Ως προς τα αρνητικά (-) σημεία, που ομολογουμένως δεν ήταν πολλά, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε τα εξής: Υπήρχαν στιγμές στην αρχή της παράστασης που οι αναπαραστάσεις των δρώμενων δεν ήταν αρκετά σαφείς, σε σημείο που φαίνονταν ανούσιες και ξεκομμένες από την υπόθεση. Ευτυχώς γρήγορα αποκαθίσταται η εξέλιξη και δεν χάνεται το ενδιαφέρον του κοινού. Επίσης ενώ η ποντιακή μουσική γενικά δένεται με μεγάλη επιτυχία στην παράσταση, υπάρχουν σκηνές που η σύγχρονη χορογραφία δεν συνάδει με τα ποντικά ακούσματα και οι κινήσεις των χορευτών φαίνονται εντελώς ασύνδετες με την μουσική υπόκρουση.
Συμπερασματικά (=) θα λέγαμε ότι η Γενοκτονία είναι μια σημαντική καλλιτεχνική δημιουργία, με νόημα και ουσία. Μια παράσταση με απώτερο στόχο να προβληματίσει, να ζωντανέψει μνήμες και προβάλλοντας τη φρίκη και την οδύνη ενός λαού, να μεταδώσει ένα αντιπολεμικό μήνυμα ειρήνης, αδελφοσύνης και ελπίδας. Αν και το χοροθέατρο γενικά είναι ένα ιδιαίτερο είδος, «δύσκολο» για πολλούς, θεωρώ ότι πρόκειται για μια αξιόλογη παράσταση που αξίζει να δει κανείς…
Βαθμολογία:
6,3/10
-Πληροφορίες για τη παράσταση, εδώ
-Ο ηθοποιός Παύλος Κουρτίδης μιλά ζωντανά στην Κουλτουρόσουπα, εδώ
Φωτογραφικό υλικό