Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου.
.
Θα μιλήσω σε προσωπικό και οξύ τόνο, μη γνωρίζοντας προφανώς πόσοι εκ των πολυπληθών θεατών που γέμισαν ασφυκτικά το θέατρο συμμερίζονται την παρούσα άποψη, καθώς… δύο σόδες απανωτές δεν ήταν αρκετές για τη χώνεψη μιας φόλας περιωπής! Και το χειρότερο είναι ότι δεν συγχωρώ τον εαυτό μου που πήγαινα στην παράσταση τόσο ανυποψίαστη με τις καλύτερες προθέσεις, βασιζόμενη σε έναν καταξιωμένο σεναριογράφο με αξιοπρεπή και επιτυχημένα τηλεοπτικά δείγματα, σε έναν έμπειρο θεατράνθρωπο με πολλές σκηνοθετικές δουλειές στο ενεργητικό του, σε έναν άξιο ηθοποιό με καλλιτεχνική ποιότητα…
.
Πρόκειται για την παράσταση – μονόλογο «Το Φινιστρίνι» του Βασίλη Ρίσβα, σε σκηνοθεσία Πέτρου Φιλιππίδη και ερμηνεία Αντίνοου Αλμπάνη στο κατάμεστο – με έξτρα καρέκλες! – θέατρο Αυλαία, καθότι τα ονόματα- κράχτες και δη τηλεοπτικά, δεν θα πάψουν ποτέ να ελκύουν το ευρύ κοινό σαν τις μέλισσες στο μέλι, έστω κι αν εδώ το «μέλι» είχε γεύση κινίνου και δόξα τω θεώ που η δοκιμασία κράτησε μόνο 60 λεπτά! Τα οποία βέβαια υπό τοιαύτες συνθήκες περνούν αργά και βασανιστικά σαν αιώνας και βάλε…
Όπου ένας τύπος στη σκηνή, σκεπασμένος με πλαστικό «ασφυκτιά» και αφού απαλλαγεί από αυτό ξεφυσώντας, αρχίζει να βολτάρει βαριεστημένα αμίλητος, να κοιτά το κενό, να κάθεται, να σηκώνεται, να πλένει τα μούτρα του και κάποια στιγμή αρχίζει τον μονόλογό του… που δυσκολεύεται να σηκωθεί από το κρεβάτι.. που έχει αυπνίες… που βλέπει μυγάκια ή αστράκια… που τον απέλυσαν από τη δουλειά… που τον παράτησε η γκόμενα… που αυτοκτόνησε η διαχειρίστρια… που το απέναντι ζευγάρι έχει μεγάλα ζόρια… που ο ταξιτζής πάτησε μια ποδηλάτισσα… που μένει εσώκλειστος στο σπίτι… που η άτιμη κρίση μας αποξένωσε… που… που… διανθισμένες όλες τούτες οι ασύνδετες συμφοριασμένες αφηγήσεις με μπόλικη αμπελοφιλοσοφία για τα σύγχρονα αδιέξοδα και τον «φιλοσοφικό στοχασμό» του πράγματος… Μέχρι που ξαπλωμένος ανάσκελα στη φλοκάτη και χαζεύοντας το ταβάνι, φαντασιώνεται ένα άνοιγμα στον ουρανό- τύπου «φινιστρίνι», μέσα από το οποίο η ιπτάμενη φλοκάτη τον περιφέρει στο στερέωμα, αλλά ενώ μπορεί να γκαζώνει ή να κάνει μανούβρες και όπισθεν, δεν βρίσκει το φρένο για να επιστρέψει και μια στεντόρεια φωνή άνωθεν προειδοποιεί «Είναι επικίνδυνα τα παιχνίδια του μυαλού όταν δεν υπάρχει φρένο» και.. αυλαία!
Και ρωτώ τον πετυχημένο, καταξιωμένο, έμπειρο Βασίλη Ρίσβα: είναι δυνατόν να αντιμετωπίσει κανείς παρόμοιο κείμενο με στοιχειώδη σοβαρότητα; Είναι δυνατόν να αξιολογήσει έναν ανεκδιήγητο αχταρμά «ό,τι θυμάμαι χαίρομαι» γεμάτο ανούσιες κλισαδούρες και τσιτάτα επιπέδου φέισμπουκ, με θεατρικά ή συγγραφικά κριτήρια; Είναι δυνατόν ένας αποδεδειγμένα καλός σεναριογράφος να μην αντιλήφθηκε την κατάντια του κειμένου που έγραψε στο πόδι και να υποτιμά το κοινό με τέτοια γελοιότητα, αλλά κυρίως το όνομα και τη φήμη του; Πραγματικά άξιο απορίας και άβυσσος η ψυχή του κειμενογράφου, που θέλησε μέσα σε έναν μονόλογο της κακιάς ώρας να χωρέσει ένα σύμπαν ολόκληρο, μήπως μείνει καμιά συμφορά παραπονεμένη και είναι αλήθεια ο αθεόφοβος τα κατάφερε! Διότι μετράμε: αυπνία – ανεργία- οικονομική κρίση- κατάθλιψη- απομόνωση- αυτοκτονία- έκτρωση- θανατηφόρο δυστύχημα, μέχρι και… ιπτάμενη φλοκάτη χωρίς φρένα, κι ίσως κάποια να ξέφυγε στο μέτρημα, γιατί από ένα σημείο επέρχεται σκοτοδίνη και χάνεις τον λογαριασμό. Για να μη σχολιάσουμε το όλο ύφος όπου το δραματικό γίνεται φαιδρό και το κωμικό για κλάματα, καθώς και τις σαχλές, παιδαριώδεις αμπελοφιλοσοφίες- κλισέ ως χιλιοπαιγμένη κασέτα που τα ‘φτυσε, προκαλώντας βαρεμάρα μέχρι θανάτου- για να μπούμε και στο «συμφοριασμένο» κλίμα, ενώ το ερώτημα «γιατί αυτή η ανουσιότητα (sic) έπρεπε να γίνει παράσταση», να τριβελίζει βασανιστικά το μυαλό…

Ο δε «πολύς» Πέτρος Φιλιππίδης, τι ακριβώς σκηνοθέτησε και μάλιστα με… δύο βοηθούς;;; Το πηγαινέλα από κρεβάτι σε πολυθρόνα, το σήκω – κάτσε από καρέκλα σε πάτωμα, το βολτάρισμα στο κενό των τριών επίπλων ή το συχνό πλύσιμο προσώπου στη βρύση (ευφάνταστο εύρημα), ίσα για να ξεμουδιάζει ο ηθοποιός και να υπάρχει «κινητικότητα» άνευ λόγου και αιτίας στη σκηνή; Ναι, κινήθηκε το κατά δύναμιν και αξιοποίησε δεόντως και τα τρία έπιπλα (συν τη βρύση- λάστιχο), όμως τόσο στημένα και επιτούτου για «μπούγιο», που μόνο αόμματος δεν θα διέκρινε το «απορία ψάλτου βηξ». Όπως εξίσου στημένες, άκαιρες και άτοπες υπήρξαν οι εντάσεις, εντελώς αιφνίδιες από το πουθενά, χωρίς την παραμικρή κλιμάκωση και χωρίς ανάλογη αιτία να τις πυροδοτεί, έτσι απλά για να σπάει η μονοτονία του επίπεδου λόγου. Το δε αρχικό εύρημα με την κάλυψη από πλαστικό, δεν θα το χαρακτηρίζαμε και ως το απαύγασμα της φαντασίας- κάποια στιγμή πρέπει να βρεθεί νέος τρόπος συμβολισμού της ασφυξίας, ο συγκεκριμένος το τερμάτισε- ενώ στη διάρκεια της παράστασης 5-6 φορές σε εντελώς αψυχολόγητα σημεία, ακουγόταν ένα περίεργο ηχητικό «μπαμ» μάλλον για κάποια «έμφαση» (ή ξύπνημα των κοιμισμένων) αλλά τρέχα γύρευε… Όσο για το ανεκδιήγητο φινάλε με την ατάκα δια φωνής του σκηνοθέτου, πέραν που προς στιγμήν σκιαχτήκαμε, υπήρξε απλά το σάπιο κερασάκι που αποτέλειωσε μια ξινισμένη τούρτα…
Ο ηθοποιός Αντίνοος Αλμπάνης, που έχουμε εκτιμήσει και ενίοτε θαυμάσει σε αξιόλογες δουλειές, στη συγκεκριμένη απογοήτευσε πλήρως, ως θύμα ενός κάκιστου κειμένου και μιας κάκιστης σκηνοθεσίας που τον οδήγησε σε λάθος μονοπάτια, παρότι δεν μπορεί να αποποιηθεί βεβαίως το μερίδιο ευθύνης του… Με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην πείθει για όσα τραγικά αφηγούνταν (ίσως επειδή καταντούσαν τραγελαφικά), δίνοντας την αίσθηση ενός επιπόλαιου παρατηρητή που ουσιαστικά τίποτα δεν τον αφορούσε, αλλά να βγάζει «στρεβλό» συναίσθημα με αναντιστοιχία μεταξύ λόγου και αντιδράσεων, θεωρώντας ότι οι «τεχνητές» εντάσεις ως κεραυνός εν αιθρία βοηθούν, τη στιγμή που ακαριαία και εντελώς αφύσικα επανερχόταν στην «κουλ» χαλαρή διάθεση, όπως ερμήνευσε ο σκηνοθέτης την παραίτηση και το ψυχικό αδιέξοδο… Μια καθόλου αληθοφανής, άτεχνη, κλισέ απόδοση, στην οποία ουδόλως προσέθεσε κάτι (πέραν του οφθαλμόλουτρου- λέμε τώρα) η άνευ λόγου παρατεταμένη έκθεση γύμνιας…
Να μιλήσουμε για σκηνικό του τύπου «ό,τι βρέθηκε στην αποθήκη του θεάτρου το φέραμε να γεμίσει η σκηνή» χωρίς αισθητική και ενότητα ή για «κοστούμια» μιλώντας για φόρμα- φανελάκι; Ή για την πομπώδη υποβλητική μουσική- συνοδευτική ενός σαχλού κειμένου; Τουλάχιστον οι ήσυχοι φωτισμοί με κάποιες στοιχειώδεις εναλλαγές, ούτε ταράχτηκαν ιδιαίτερα, ούτε μας τάραξαν…
Εν προκειμένω το «εν κατακλείδι» σηκώνει μεγάλη κουβέντα! Διότι οφείλει να είναι κανείς επιεικής όταν πρόκειται για νέα άπειρα παιδιά στα πρώτα τους βήματα στο χώρο,,, για μικρές τοπικές ομάδες που παλεύουν έντιμα με νύχια και δόντια για ένα όνειρο… για ατοπήματα μη ενσυνείδητα, ακόμα και από έμπειρους, όταν πειραματίζονται σε κάτι καινούργιο ρισκάροντας… Ωστόσο ΔΕΝ μπορεί και ΔΕΝ πρέπει να είναι επιεικής με «επώνυμους», καταξιωμένους, προβεβλημένους, που ποντάροντας στη φήμη του ονόματος και με όλα τα μέσα ή Μέσα στη διάθεσή τους, θεωρούν ότι μπορούν να πλασάρουν οποιαδήποτε κακότεχνη προχειρότητα ως αρπαχτή της συμφοράς, με στόχο το ταμείο που θα γεμίσει σίγουρα, έστω και υποτιμώντας προκλητικά το κοινό που τους στηρίζει. Γιατί είναι αδιανόητο οι εν λόγω έμπειροι επαγγελματίες να μην αντιλαμβάνονται την ευτέλεια του «προϊόντος» που πουλούν και η κοροϊδία είναι ενσυνείδητη για καθαρή κονόμα… Καμιά επιείκεια.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
ΜΗΔΕΝ ΣΤΑ 10
.
.
-k-
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν από 20/9/2018 έως 20/05/2019 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 9α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2019 που θα πραγματοποιηθούν Τρίτη 11 Ιουνίου 2019.

.
Φωτογραφικό υλικό