Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Ομολογώ ότι προσωπικά δεν ανήκω στους λάτρεις των αστυνομικών έργων- πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- καθώς βρίσκω τη «μανιέρα» τους στερεοτυπικά επαναλαμβανόμενη έως πληκτική περιμένοντας την ανακάλυψη του δολοφόνου, ενώ οι όποιες ανατροπές συχνά μοιάζουν προβλέψιμες στερώντας την έκπληξη… Ωστόσο την προκειμένη περίπτωση η υπόσχεση για συνδυασμό ξεκαρδιστικής κωμωδίας και αστυνομικής πλοκής, λειτούργησε δελεαστικά με συγκρατημένες προσδοκίες για λίγο πολύτιμο γέλιο, καθότι σπανιότατα τη σήμερον ημέρα ο «θεός της κωμωδίας» μας ευνοεί, μένοντας με τις υποσχέσεις αμανάτι και δεχόμενοι απανωτές ψυχρολουσίες…
Κάπως έτσι προσήλθαμε στο ασφυκτικά γεμάτο θέατρο Κολοσσαίον για την παράσταση «Ο Επιθεωρητής Ντρέικ και η Μαύρη χήρα» του Ντέιβιντ Τρίστραμ και σε σκηνοθεσία Βασίλη Θωμόπουλου, όπου φεύγοντας δεν παραλείψαμε να ευχαριστήσουμε τον εν λόγω… θεό για το απροσδόκητο δώρο!
Όλα ξεκινούν κλασικά με έναν φόνο σε κάποια πλούσια έπαυλη, όπου ο επιθεωρητής Ντρέικ με τον βοηθό του αρχιφύλακα Πλοντ, καλούνται να εξιχνιάσουν το έγκλημα αναζητώντας τον δολοφόνο μεταξύ δεκαέξι υπόπτων, μελών του προσωπικού και καλεσμένων στη βίλα… Ωστόσο οι ανακρίσεις που επιχειρούν μοιάζουν εντελώς ανορθόδοξες, το μυστήριο αντί να ξεδιαλύνει διαρκώς πυκνώνει, νέα απρόοπτα ξεφυτρώνουν σε κάθε βήμα περιπλέκοντας την κατάσταση, το πτώμα πίσω από τον καναπέ κάνει φτερά και επανεμφανίζεται, ενώ το δίδυμο των αστυνομικών με τις συνεχείς γκάφες και τις περίεργες μεθόδους του καταλήγει να… ξεπαστρέψει σχεδόν το σύνολο των υπόπτων! Για να λύσει το μυστήριο στο φινάλε με τον δικό του «υπερβατικό» τρόπο και μια τελική ανατροπή που ουδείς μπορούσε να προβλέψει, κι όσο για τη «μαύρη χήρα» πρόκειται για συγγραφικό εύρημα που δεν θα αποκαλύψουμε…
Η ανωτέρω συνοπτική περιγραφή μπορεί να μοιάζει συμβατική, όμως θα εξηγήσουμε γιατί απολαύσαμε στο έπακρο (+) μια ευφυή, σπαρταριστή, ευφάνταστη κωμωδία, που επιτέλους μας χάρισε απλόχερα αυθόρμητο γέλιο, ενίοτε μέχρι δακρύων… Στασπουδαία προσόντα του έργου ανήκουν η μυστηριώδης, ευρηματική πλοκή με διαρκή απρόβλεπτα που κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον μέχρι το τελευταίο λεπτό, σε συνδυασμό με λογικές υπερβάσεις, φαρσικά ευτράπελα και μιααυθεντικά κωμική διάθεση «εσωτερικής αποδόμησης» ως εμπνευσμένο εύρημα, προσφέροντας ένα μείγμα εκρηκτικού. λυτρωτικού γέλιου, από αυτό της ευφορίας που προκύπτει αβίαστα και ουδόλως εκβιασμένου χαχανητού… Σαφώς προστέθηκαν σποραδικά κάποια υπονοούμενα σύγχρονης σάτιρας καθώς και χαριτωμένα πειράγματα μεταξύ των ηρώων, ωστόσο με μέτρο και δεμένα απόλυτα με το κλίμα ενισχύοντας τη χιουμοριστική διάθεση, σε ένα αποτέλεσμα όπου συνυπήρξαν αρμονικά το ενδιαφέρον αστυνομικό θρίλερ και η άκρως απολαυστική κωμωδία, χωρίς ίχνος από εύκολες συνταγές σαχλαμάρας, βωμολοχίας, φτήνιας, καρικατούρας και λοιπών συναφών του είδους…
Σε επίπεδο σκηνοθεσίας, ο έμπειρος και γνωστός τηλεοπτικά Βασίλης Θωμόπουλος, απέδειξε και θεατρικά ότι κατέχει άριστα τον τομέα της κωμωδίας, με γνήσια χιουμοριστικές επιλογές, απρόβλεπτα ευρήματα, διαρκείς εναλλαγές, παιχνίδι με το κοινό και κυρίως υποδειγματικό ρυθμό γεμάτο σπιρτάδα, ζωντάνια, ταχύτητα, ως δομικό, καθοριστικό συστατικό μιας επιτυχημένης κωμωδίας… Διαχειρίστηκε εμπνευσμένα την ιδιαίτερη- «αποδομημένη» συνθήκη ενός έργου με αστυνομική πλοκή που ουσιαστικά διακωμωδεί πανέξυπνα το είδος, εφευρίσκοντας λειτουργικά τεχνάσματα με σκηνικό ενδιαφέρον και μελετημένη κορύφωση… αλλά κατά βάση ανέδειξε εξαιρετικά τον κωμικό χαρακτήρα της παράστασης, χωρίς όμως να στερήσει από το εγχείρημα την «προσμονή» για τη λύση του μυστηρίου… Με επιπλέον χιουμοριστικό στοιχείο τον διαρκή αυτοσαρκασμό «εκ των έσω», με απολαυστικές ατάκες για τους συντελεστές, την παραγωγή, τους τεχνικούς κλπ. χωρίς να γλιτώσει τις «μπηχτές» ούτε η… υποψηφιότητα του Μ. Αθανασίου για ευρωβουλευτής!
Το καλαίσθητο, ρεαλιστικό σκηνικό σαλονιού με απρόβλεπτη «κρύπτη», οι σωστοί φωτισμοί και η διακριτική μουσική– εν μέρει ζωντανά από μουσικό επί σκηνής που αξιοποιήθηκε ευφάνταστα στα δρώμενα, έδωσαν άμεσα το στίγμα κωμικής συνθήκης και όχι μυστηρίου, ενώ η απεύθυνση στο κοινό ή η επέκταση της δράσης με κατέβασμα στην πλατεία, παρότι ελαφρώς υπερέβαλαν, εντούτοις πρόσθεσαν ζωντάνια αυθεντικής επικοινωνίας, με αποκορύφωμα το πανηγυρικό φινάλε ως χορευτικό- τραγουδιστικό σώου, με ανεβασμένους θεατές στη σκηνή… Βρήκαμε άψογα σκηνοθετικά την καθοδήγηση, τον συντονισμό και τον ρυθμό των ηθοποιών στις συνεχείς ανατροπές, ευφυή τα ευρήματα για τη σκηνική οικονομία της πλοκής με πολυπρόσωπες αλλαγές στους γυναικείους χαρακτήρες και βεβαίως υπήρξαν ατάκες και σκηνές σπαρταριστές, όπως πχ. η αναζήτηση του χαμένου πτώματος ή η εμφάνιση της Μις Μάρπλ ή κάποιοι «κατά λάθος» φόνοι ή η ασυνεννοησία μεταξύ των δύο λαγωνικών της συμφοράς, που προκάλεσαν εκρήξεις πηγαίου γέλιου ως δώρο που σπανίως απολαμβάνουμε…
Όπως φυσικά απολαύσαμε με όλη τη σημασία τις ερμηνείες των τριών ταλαντούχων,. καταξιωμένων ηθοποιών, ξεκινώντας από τον «επιθεωρητή» Μάριο Αθανασίου…ο οποίος με περίσσια ενέργεια, σβελτάδα, ετοιμότητα, ακρίβεια, τσαγανό και «κύρος αξιωματούχου», έφερε σε πέρας άριστα την αποστολή του, συνδυάζοντας εξαιρετικά τον «θεσμικό» του αστυνομικό ρόλο με τις απίθανες γκάφες, που ακριβώς χάρη στα προσχήματα σοβαρότητας που πάσχιζε να κρατήσει, η ερμηνεία αποκτούσε μεγαλύτερη κωμικότητα…
Ωστόσο αυτός που έκλεψε καρδιές και χάρισε απλόχερα γέλιο ήταν ο Σπύρος Πούλης, ένας θαυμάσιος ηθοποιός με πηγαία κωμική φλέβα και προσωπικό στίγμα, που ακόμα και με μισή ατάκα, ένα βλέμμα, μια έκφραση, μπορεί να γίνει ξεκαρδιστικός χωρίς να καταφύγει σε υπερβολές καρικατούρας ή καραγκιοζιλίκια, αλλά αντίθετα με αφοπλιστική φυσικότητα και άνεση που εδώ «κέντησε» κυριολεκτικά! Η αμεσότητά του με το κοινό, οι εύστοχες ατάκες της στιγμής, το αυθεντικό χιούμορ, η πληθωρική παρουσία που «γέμισε» τη σκηνή, η αστεία αδεξιότητα, ο καταιγιστικός ρυθμός, έδωσαν έναν χαρακτήρα αξιολάτρευτο και άκρως απολαυστικό…
Η Βαλέρια Κουρούπη που υποδύθηκε πληθώρα γυναικείων ρόλων, εντελώς διαφορετικών με συνεχείς μεταμορφώσεις, υπήρξε εξίσου απολαυστική στο δύσκολο εγχείρημα, αποδίδοντας με θεαματική ευελιξία, χιούμορ, αποτελεσματικότητα, πειθώ, τους ετερόκλητους χαρακτήρες…
Οι ελάχιστες επισημάνσεις (-) αφορούν αρχικά στο κομμάτι της διάδρασης που, παρά τη ζωντάνια του, θεωρούμε ότι ελαφρώς πλατείασε παρασυρόμενοι προφανώς οι ηθοποιοί από την ανταπόκριση του κοινού, ωστόσο εκείνες τις στιγμές χαλάρωνε ο σφιχτά δομημένος ρυθμός με μικρά χάσματα… Επίσης το μουσικοχορευτικό φινάλε με συμμετοχή και θεατών στη σκηνή, έμοιαζε κάπως αυθαίρετο ή «ασύνδετο» με τα προηγηθέντα ως κατάληξη, απλά για να δώσει ένα πανηγυρικό, ανεβαστικό κλίμα από σώου, που ίσως ήταν περιττό μετά την πληθωρική απόλαυση γέλιου…Τέλος, σε κάποια ελάχιστα σημεία η ταχυλογία εμπόδισε το άκουσμα όλων των λέξεων, όμως μιλάμε για «πταισματάκια»…
Συνοψίζοντας (=) ένα έχει σημασία: ότι μετά από πολύ καιρό και απανωτές διαψεύσεις, επιτέλους γευτήκαμε μια απολαυστική κωμωδία με αυθεντικό γέλιο ευφορίας, έξυπνο σενάριο, προσεγμένη σκηνοθεσία και ξεκαρδιστικές ερμηνείες, που ξανακέρδισαν την εμπιστοσύνη μας στο κορυφαίο, πολύτιμο είδος… Όταν ξανάρθει, ξέρετε τί θα κάνετε εγκαίρως…
Βαθμολογία: 7,4 στα 10
ΚΟΛΟΣΣΑΙΟΝ
«Ο Επιθεωρητής Νρέικ και η Μαύρη χήρα» του David Tristram
Ένας φόνος ,δεκαέξι ύποπτοι! Με χιούμορ και κωμικές ανατροπές, η παράσταση μας εισάγει σε έναν κόσμο μυστηρίου, όπου ο επιθεωρητής Ντρέικ και ο αρχιφύλακας Πλόντ προσπαθούν να διαλευκάνουν ένα περίπλοκο έγκλημα.
Σκηνοθεσία: Βασίλης Θωμόπουλος. Ερμηνεύουν: Σπύρος Πούλης, Μάριος Αθανασίου, Βαλέρια Κουρούπη,
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Δευτέρα 17, Τρίτη 18, Τετάρτη 19/03 στις 21:00
Προπώληση εδώ