.
Είδε και σχολιάζει ο Γιάννης Τσιρόγλου.
Κακομάθαμε σε παραστασούλες, σε αδιάφορα έργα και σε ανίερους μονολόγους, συνηθίσαμε τις δυο καρέκλες και ένα τραπέζι και δεν πτοηθήκαμε βλέποντας έναν επαγγελματία και πέντε ερασιτέχνες μαζί στη σκηνή. Βολευτήκαμε από μετακλήσεις αποτυχημένων αθηναϊκών σχημάτων και δεν γκρινιάξαμε σε παραστάσεις της μιας ώρας (και των 10 ευρώ) περιτυλιγμένες από φθήνια και μιζέρια… Και βέβαια, δεν διαμαρτυρηθήκαμε βεντετισμούς από ημι-διάσημους που χρήζονται κεχαγιάδες για ένα 3ήμερο. Με ημίμετρα κάνουν κατάσταση καλλιτεχνικά άσχετοι και ψωνισμένοι θεωρώντας πως αυτή είναι η τάση της εποχής (και της κρίσης) και παρ’ όλα αυτά, αδιαμαρτύρητα καταπίνουμε τις φανφάρες τους. Από την άλλη, οι θεατρικές σκηνές, αυτές οι 5-6 που διαθέτουμε, με άνεση τις φιλοξενούν, χαραμίζοντας το όποιο γόητρο θα μπορούσαν να έχουν ως στίγμα χώρου (καλά για πρόταση δεν τίθεται θέμα) μετατρέποντας τα θέατρα τους σε ντισκάουντ σούπερ μάρκετ. Σημεία των καιρών ή σημεία μιας ατέλειωτης κρίσης; Σημεία και θεατρικά τέρατα θα ήταν το ιδανικότερο. Γιατί κακά τα ψέματα, αυτή είναι η κατάντια μας –και- στο θεατρικό τοπίο, καθώς αυτά βλέπει η Θεσσαλονίκη και με αυτά πορεύεται τα τελευταία δέκα χρόνια.
Και ευτυχώς που υπάρχουν κάποιοι σαν τον Γιώργο Κιμούλη, που ανεβαίνει βόρεια και προσφέρει στο θεατρόφιλο κοινό έναν καταρχάς θαυμάσιο «Θείο Βάνια» και κατά δεύτερον, μια πλουσιότατη παραγωγή που τιμά το θέατρο έτσι όπως έπρεπε να είναι πάντα το θέατρο.
.

Γιατί δεν γίνεται να πηγαίνεις στο κεντρικότατο και μεγαλύτερο εμπορικό θέατρο της Θεσσαλονίκης και να βλέπεις β’ και γ’ κατηγορίας θεάματα. Δεν γίνεται να ανοίγει η σκηνή και να μην υπάρχουν σκηνικά, δεν γίνεται να σπαταλάς την ώρα σου σε ερασιτεχνισμούς. Όλα αυτά γίνονται και κατά περίπτωση έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον, όταν όμως παίζονται σε πειραματικές ή εναλλακτικές μικρές σκηνές.
Αναφέρομαι σε όλα αυτά καθώς μόλις ανοίξει η σκηνή του Αριστοτέλειου θα μείνετε με το στόμα ανοιχτό όταν προβάλλει το θεόρατο σκηνικό. Έναν τεράστιο φράχτη πνιγμένο στον κισσό να περιβάλλει όλη μα όλη την σκηνή. Το ίδιο θα πάθετε και στις επόμενες δύο, όπου αναπαριστά το εσωτερικό ενός σπιτιού 22 δωματίων παρακαλώ. Με το «καλημέρα» δηλαδή, «γεμίσουν» τα μάτια σου δημιουργώντας μια θεατρική ευφορία πριν καν βγουν οι ηθοποιοί… Οπότε τα εύσημα της πρώτης αντίδρασης πάνε δικαιωματικά στην εμπνευσμένη σκηνογράφο Χριστίνα Κωστέα.

.
Για να περάσουμε στα ενδότερα του διάσημου τσεχοφικού πονήματος ο κορυφαίος ρώσος συγγραφέας αναφέρεται σε δυο κεντρικά πρόσωπα που ο χρόνος γι αυτούς έχει κυλίσει και με αφορμή μια μάζωξη συγγενών στο τέλος του καλοκαιριού, βρίσκονται αντιμέτωποι με τις επιθυμίες και τις επιλογές τους.
Ο Γιώργος Κιμούλης επωμίζεται έναν τριπλό ρόλο, αυτό του μεταφραστή, του σκηνοθέτη και του πρωταγωνιστή. Και η αλήθεια είναι πως αυτή η έκδοση του «Θείου Βάνια» έχει μια αίσθηση καινούριου. Θα μπορούσε δηλαδή να συμβαίνει όχι μόνο σε κάποια επαρχία του αχανούς κράτους, αλλά και σε οποιοδήποτε σημερινό σπίτι. Μπορεί να λείπουν κάποιες λεπτές αποχρώσεις (και ρώσικες ευαισθησίες…), ωστόσο αποπνέει φρεσκάδα ρίχνοντας όμως και κάποιες ματιές στο κλασσικό. Το κείμενο γλυκόπικρα αμφιταλαντεύεται όπως οι ζωές των πρωταγωνιστών που η μοίρα δεν τους χαρίστηκε ωστόσο και ίδιοι αφέθηκαν σε αυτήν.
Σκηνοθετικά είναι χάρμα οφθαλμών. Εξαιρετική διαχείριση προσώπων και γεγονότων σε μια ενδοοικογενειακή «μάχη» που όλα κρέμονται σ’ ένα σκοινί έτοιμο να κοπεί. Και έρχεται η ώρα που συμβαίνει και αυτό προσφέροντας δυνατές συγκινήσεις από γέλιο μέχρι και άγριες διαθέσεις. Η αλήθεια είναι πως η παράσταση, ακροβατεί από το κρύο στην ζέστη (παίζοντας και με τα νεύρα μας), κρατώντας όμως αμείωτο το ενδιαφέρον μιας δυομισάωρης περίπου, περίστασης, που σαφώς δεν χαρακτηρίζεται διασκεδαστική και δεν είναι.
.

.
Ερμηνευτικά ο Γιώργος Κιμούλης βρίσκεται στις καλύτερες στιγμές του. Είναι βέβαια ο Γιώργος Κιμούλης που ξέρουμε, με τις κοφτερές ατάκες του, την γρηγοράδα και το σπινθηροβόλο βλέμμα αλλά και την τσαχπινιά του. Είναι ο σαγηνευτικός τρόπος που τονίσει τις λέξεις, τα κενά που αφήνει στις προτάσεις, είναι αυτός ο ηθοποιός που όπως και να το κάνουμε, σαρώνει και μόνο με την παρουσία του. Ο Γιώργος Κιμούλης είναι ένας χαρισματικός ηθοποιός και ο Θείος Βάνιας του πάει πολύ στο φιζίκ του.
Κοντά του μια εξαιρετική σύνθεση ηθοποιών με τον Τάσο Νούσια να κρατά τον αβανταδόρικο ρόλο του γοητευτικού Αστρώβ. Έμπειρος και άνετος, ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή και στην δική του σκηνή, όπου γενικώς τα έχει πάρει με όλα και με όλους… βρισκόμενος αργά το βράδυ και τύφλα στο μεθύσι απέναντι στον έρωτα της ζωής του, δίνει ρέστα.

Τώρα, η παρουσία της Στέλλας Καζάζη είναι ιδιαίτερη περίπτωση. Ο ρόλος της Έλενας δεν είναι ένας όποιος κι όποιος. Είναι η ωραία, η μοιραία που γύρω της περιστρέφονται τρεις άντρες αλλά και μια εποχή, σ’ ένα ασφυκτικό περίγυρο που κολασμένα προσπαθεί να κρατήσει τα προσχήματα. Σαφώς είναι θύμα του εαυτού της και σε όλα αυτά, η ερμηνεία της ηθοποιού μπορεί αρχικά να ξενίζει, να φαίνεται στεγνός, κάπως ρηχός, η συνέχεια όμως την δικαιώνει διατηρώντας μια εστέτ ψυχρότητα του «θέλω αλλά δεν μπορώ»…
Ο Γιώργος Ψυχογιός υπήρξε απολαυστικός και ουχί κραυγαλέος, όμορφη φιγούρα η Μάγδα Λέκκα και πιστευτή η Χαρά Μάτα Γιαννάτου. Μια πολλά υποσχόμενη νέα ηθοποιός που επωμίστηκε τον σπουδαίο ρόλο της κόρης και είναι αυτή που η λογική και το μέτρο σε αυτό το έργο έχει την ηλικία και τα βάσανα της νιότης της. Τέλος, εύστοχος και ο Κώστας Κοράκης με το βασανισμένο χιούμορ του αλλά και με τις γλυκιές μουσικές πινελιές του, καθώς και της Μαίρη Νάνου
Η εξαίρετες μουσικές επιλογές (Γ. Κιμούλη) που περιβάλουν όλη την παράσταση έρχονται και δένουν θεσπέσια με τους προσεγμένους φωτισμούς της Σοφίας Νικολαϊδη στο πιο μηδενιστικό και ταυτόχρονα το πιο αισιόδοξο έργο του Άντον Τσέχοφ, όπως λέγεται…

Οποιοι έχουν μια άλλη οπτική και όχι αισθητική, και δεν παρεκκλίνουν από το ανάγνωσμα του «Θείου Βάνια», ως αρνητικά (-) θα μπορούσαν να αναφερθούν πως θα ξινιστούν από μια είδους νεωτεριστικής αντίληψης, μιας γενικότερης υπερβολής, ίσως ενός πιο λαϊκού θεάματος και ενός «εκκωφαντικού» τέλους που θα τους κακοφανεί… παρά του ότι σε μας πρόσφερε ένα δυνατό αισιόδοξο γκράντε φινάλε…
Εν ολίγοις:
Μπράβο Κιμούλη, θεσπέσια η παράστασή σου. Όπου η τριπλέτα, μετάφραση, σκηνοθεσία, ερμηνεία, όλα δια χειρός του, απέδωσαν τα μέγιστα σε μια λαρτζ, πλουσιοπάροχη παράσταση με τα όλα του..
.
Βαθμολογία:
7,4 στα 10
Παρατεταμένο χειροκρότημα την ημέρα της πρεμιέρας – 1/2/2019 – Θέατρο Αριστοτέλειον.
.
.
-k-
.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟΝ
«ΘΕΙΟΣ ΒΑΝΙΑΣ» του Τσέχωφ
Κοινωνικό

Η κρίση της μέσης ηλικίας, ο ανεκπλήρωτος έρωτας, τα οικονομικά συμφέροντα του καθενός, οι ενδοοικογενειακοί ανταγωνισμοί οδηγούν σε μία αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας. Είναι ο θυμός που δημιουργείται στον κάθε άνθρωπο, απ’ τη στιγμή που άλλο ήθελε να γίνει κι άλλο έγινε. Μία ιδιαίτερα ανθρώπινη ιστορία του Άντον Πάβλοβιτς Τσέχωφ, όπου η ψευδαίσθηση και η απόγνωση ανταγωνίζονται το χιούμορ και την ελπίδα. Πώς ζούμε; Ζούμε όπως θα θέλαμε; Με τον Γιώργο Κιμούλη.
.
Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Τετάρτη & Κυριακή: 19.00 – Πέμπτη & Παρασκευή : 21.00 – Σάββατο: 18.00 & 21.00
.
,
-k–
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν από 20/9/2018 έως 20/05/2019 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 9α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2019 που θα πραγματοποιηθούν τέλη Μαίου 2019

.
.
Φωτογραφικό υλικό