Είδε η Αννια Κανακάρη αι σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Στα πλαίσια του Φεστιβάλ Δάσους 2024 παρακολουθήσαμε στη σκηνή του θεάτρου Δάσους Θεσσαλονίκης την τραγωδία «Ικέτιδες» του Αισχύλου, σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη, μια συνεργασία του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν με το Θέατρο του Νέου Κόσμου.
Οι «Ικέτιδες» είναι το πρώτο μέρος της τετραλογίας του Αισχύλου που ακολουθείται από τις τραγωδίες Αιγύπτιοι, Δαναΐδες και το σατυρικό δράμα Αμυμώνη. Αρχικά υποστηρίχθηκε ότι πρόκειται για την παλαιότερη (490 π.Χ περίπου) τραγωδία του σπουδαίου ποιητή λόγω της απλότητας των στίχων και της σπουδαιότητας που είχε σε αυτήν ο πολυμελής χορός, πλέον όμως γίνεται δεκτό ότι διδάχθηκε το 463 ή 464 π.Χ.
Πρόκειται για ένα βαθιά πολιτικό κείμενο που πραγματεύεται την έννοια του ασύλου σε μια δημοκρατική κοινωνία. Στο έργο αναλύονται οι λόγοι που οδηγούν τους ανθρώπους να ξεριζωθούν από τις πατρίδες τους, οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες, οι αρχές της δημοκρατίας που επιβάλουν ηθικά και πολιτικά την παροχή ασύλου αλλά και η μειονεκτική θέση της γυναίκας απέναντι στον άνδρα που επιχειρεί με τη βία να της επιβληθεί. Παράλληλα δίνει πολλές και ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τις απαρχές του κόσμου, με εκτεταμένες αναφορές στη γενεαλογία ηρώων, θεών και ημίθεων που κατάγονται από τον Δία.
Υπόθεση
Οι πενήντα κόρες του Δαναού, με αρχηγό τον πατέρα τους καταφεύγουν ικέτιδες στο Άργος. Εγκατέλειψαν τη χώρα τους προσπαθώντας να αποφύγουν τον αιμομικτικό γάμο με τα ξαδέρφια τους, παιδιά του Αιγύπτου. Ζητούν προστασία, αλλά ο βασιλιάς του Άργους Πελασγός είναι επιφυλακτικός καθώς η απόφασή του μπορεί να σημάνει κινδύνους για την πόλη του. Αν τις βοηθήσει, οι Αιγύπτιοι θα του κηρύξουν πόλεμο. Αν τις διώξει,θα φανεί ασεβής προς τον Ξένιο Δία, πόσω μάλλον που οι κόρες έχουν δικαιώματα πολίτη του Άργους καθώς κατάγονται από την Αργεία Ιώ, η οποία κυνηγημένη από την Ήρα κατέληξε στην Αίγυπτο, όπου και έφερε στον κόσμο τον Έπαφο, πρόγονο των Δαναΐδων.
Οι κοπέλες δηλώνουν ότι θα δεν θα παραδοθούν ζωντανές στους Αιγύπτιους και ότι ο θάνατός τους μπροστά στους βωμούς θα μιάνει την πόλη. Ο συνετός βασιλιάς επιλέγει να ζητήσει τη γνώμη του λαού του, η δε συνέλευση που άμεσα συγκαλεί αποφασίζει υπέρ της παροχής ασύλου. Ο Δαναός μεταφέρει τα χαρμόσυνα νέα στις κόρες του που ευχαριστούν τον βασιλιά με ευλογίες για την πόλη του Άργους. Ο στόλος των Αιγυπτίων δεν αργεί να κάνει την εμφάνιση του. Ο κήρυκας του Αιγύπτου προσπαθεί με απειλές να οδηγήσει τις κοπέλες στα πλοία, ο βασιλιάς όμως τον αντιμετωπίζει δυναμικά και τον πείθει να υποχωρήσει, δίνοντας αίσιο τέλος στην ιστορία…
Στα αρνητικά(-): Η σκηνοθέτις Μαριάννα Κάλμπαρη διέκρινε στις «Ικέτιδες» τις ρίζες της πατριαρχίας και το ζήτημα της γυναικείας αυτοδιάθεσης και επιχείρησε να προσεγγίσει σκηνοθετικά το έργο επικεντρωμένη βασικά σε αυτά τα ζητήματα. Και ενώ μια τέτοια ανάγνωση δικαιολογείται από το γενικότερο κλίμα της εποχής, με το θέμα της βίας κατά των γυναικών να μεσουρανεί, εντούτοις οι σκηνοθετικές παρεμβάσεις με τις οποίες επέλεξε να δώσει σάρκα και οστά στο εγχείρημά της δεν αποδείχθηκαν τελικά και τόσο επιτυχημένες:
Η βασικότερη αδυναμία της παράστασης υπήρξε η υποβάθμιση του ρόλου του Χορού: Ο Χορός (αποτελούμενος από τις ικέτιδες κόρες) ενώ θεωρητικά αποτελεί τον βασικό πρωταγωνιστή του έργου, δεν κατείχε την προέχουσα θέση, ούτε και έκλεψε την παράσταση, όπως αρχικά περιμέναμε. Στα πλαίσια της διασκευής, που η ίδια η σκηνοθέτις επιμελήθηκε, ανατέθηκε σε δύο χαρακτήρες του έργου, την Υπερμνήστρα και την Αμυμώνη, το μεγαλύτερο μέρος των χορικών τα οποία μεταφέρθηκαν στο κοινό ως πρόζα, αποδυναμώνοντας με τον τρόπο αυτό το μελωδικό κομμάτι του έργου. Αξίζει να αναφέρουμε ότι φωνητικά, στα όσα χορικά τους απέμειναν, τα μέλη του Χορού είχαν μια πραγματικά άριστη απόδοση, υστερούσαν, όμως, σε μεγάλο βαθμό στο εξίσου σημαντικό θέμα της κίνησης. Οι συντεταγμένες κινήσεις των γυναικών και η στρατιωτική σχεδόν πειθαρχία στους σχηματισμούς τους επί σκηνής απέπνεαν μια ακαμψία που δεν άρμοζε σε ένα πλήθος φοβισμένων γυναικών, η δε συνολική τους εμφάνιση δεν απέπνεε το ανάλογο συναίσθημα.
Επίσης, με την συγκεκριμένη σκηνοθετική προσέγγιση, μετουσιώθηκε ως ένα βαθμό η ουσία του πρωτότυπου κειμένου καθώς το συγκεκριμένο έργο δεν αποτελεί, επ’ ουδενί, μια φεμινιστική διακήρυξη, αντιθέτως έχει καθαρή πολιτική χροιά με κεντρικό θέμα την παροχή ασύλου και δευτερευόντως τα δικαιώματα των γυναικών.
Μια άλλη σκηνοθετική παρέμβαση που αρχικά φάνηκε ενδιαφέρουσα ήταν η προσθήκη του χαρακτήρα της Ιούς στην σκηνή, που υπενθύμιζε την καταγωγή των Ικέτιδων και την σύνδεσή τους με την πόλη του Άργους. Την Ιώ υποδύονταν η κορυφαία χορογράφος Χριστίνα Σουγιουλτζή, που ναι μεν ήταν άψογη κινησιολογικά, εντούτοις η παρουσία της καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, φάνηκε ανούσια και τελικά άσχετη με την πλοκή του έργου.
Το σκηνικό της Χριστίνας Κάλμπαρη, από την άλλη, δεν είχε να προσδώσει κάτι θετικό στο όλο αποτέλεσμα. Ένας ψηλός μεταλλικός τοίχος, ένα είδος σκαλωσιάς, που ουσιαστικά χρησίμευσε μόνο στην Χριστίνα Σουγιουλτζή για την εκτέλεση της χορογραφίας της. Η κατασκευή, φτωχή οπτικά και γενικά άστοχη,ναι μεν είχε κάποια αλληγορικά στοιχεία, όπως το συρματόπλεγμα στην κορυφή που παρέπεμπε σε φράκτη φυλακής, πέρα από αυτό όμως δεν απέδωσε ούτε στο ελάχιστο τον χώρο όπου εξελίσσεται η δράση του έργου (ήτοι τους βωμούς των θεών στην πόλη του Άργους), ούτε δημιούργησε την μυσταγωγική ατμόσφαιρα ενός «ιερού» τόπου στον οποίο θα κατέφευγε κάποιος ως ικέτης.
Μοναδική φωτεινή εξαίρεση αποτέλεσε η στιγμή που η Σουγιουλτζή ανέβηκε στην κορυφή της μεταλλικής κατασκευής έχοντας προσαρμοσμένο στη μέση της ένα πανί που απλώθηκε ως αιματοβαμμένο φόρεμα προσδίδοντας χρώμα και οσμή τραγωδίας στην σκηνή. Μια εξαιρετική εικόνα, δείγμα αληθινής εικαστικής αναζήτησης.
Τα κοστούμια της παράστασης, δημιουργίες επίσης της Χριστίνας Κάλμπαρη, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν πετυχημένα, με εξαίρεση αυτά των ανδρών και κυρίως αυτό του Πελασγού, που ήταν αρκετά προσεγμένο με μια αίσθηση πολυτέλειας και αρχοντιάς αρμόζουσας σε βασιλιά. Οι ενδυματολογικές επιλογές για τις κοπέλες του χορού, με τα κοντά φορέματα, τις κάλτσες ως το γόνατο και το άκαιρο πέπλο (μόνο για να θυμίζει ότι προορίζονταν για νύφες), δεν έπεισαν και σίγουρα δεν πρόσθεσαν γοητεία και άρωμα Αιγύπτου, όπως εικάζω ότι υπήρξε ο σκοπός τους.
Οι μουσικές συνθέσεις του Χαράλαμπου Γωγιού, τέλος, πλαισίωσαν γενικά το έργο με σεβασμό. Τα δε τραγούδια του Χορού,αν και ερμηνεύτηκαν άψογα φωνητικά, με χρώμα, βάθος και εμφανώς δουλεμένο χορωδιακό ύφος, εντούτοις φάνταζαν ξένα προς την ουσία του έργου, αρκετά «γλυκανάλατα», αν μου επιτραπεί η έκφραση, μπροστά στο δράμα των Ικέτιδων και την έντονη συναισθηματική τους φόρτιση.
Παρά τις ανωτέρω αδυναμίες, η παράσταση είχε να επιδείξειαρκετά θετικά στοιχεία (+).
Καταρχάς η επιλογή της σπουδαίας, ποιητικής μετάφρασης του Ιωάννη Γρυπάρη, μας έδωσε ως θεατές τη δυνατότητα να απολαύσουμε τον πλούτο του αρχαίου κειμένου και καθόρισε το ύφος της παράστασης, κρατώντας τη κοντά στις κλασικές αποδόσεις των τραγωδιών τουλάχιστον από θέμα γλώσσας. Περαιτέρω, η προσθήκη αποσπασμάτων από έργα τρίτων (το απόσπασμα από τον «Ίαμβο κατά γυναικών» του Σημωνίδη του Αμοργίνου, όπου περιγράφονται δέκα γυναίκες που έχουν προέλθει από ζώα και έχουν χαρακτηριστικά των αντίστοιχων ζώων) αλλά και στοιχείων από έργα της τετραλογίας που αφηγούνται τη συνέχεια του μύθου, έδωσε μια ενδιαφέρουσα -διαφορετική πνοή στο έργο, χωρίς να αλλοιώσει σημαντικά το πρωτότυπο.
Οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών υπήρξαν γενικά αξιόλογες. Ξεκινώντας από τις γυναικείες παρουσίες: Η Λυδία Κονιόρδου, στον ανδρικό ρόλο του βασιλιά Πελασγού, απέδειξε για μια ακόμη φορά το ταλέντο και τον επαγγελματισμό της. Με την επιβλητική παρουσία της, την καθαρή άρθρωση, με στιβαρό και στομφώδη λόγο, απέδωσε με επιτυχία τον άρχοντα που διστάζει μεν αλλά τελικά αποφασίζει να προστατέψει τις ικέτιδες.
Η Λουκία Μιχαλοπούλου στον ρόλο της Αμυμώνης είχε μια πολύ καλή εμφάνιση. Με σκηνική άνεση, δυναμικότητα, εκφραστικότητα, με έμφαση σε κάθε λέξη που άρθρωνε και πολύ καλή κίνηση, απέδωσε την συναισθηματική κατάσταση της Ικέτιδας που αν και φοβισμένη, διατήρησε την ψυχραιμία της, μίλησε έξυπνα και συνετά στον βασιλιά και κατόρθωσε με τη βοήθεια της αδελφής της να τον πείσει να τις συνδράμει. Ο λόγος της άλλοτε δυναμικός και άλλοτε βαθιά παρακλητικός ανέδυε τραγικότητα, αποδεικνύοντας το ταλέντο της.
Ισάξια στο πλευρό της η Λένα Παπαληγούρα υποδύθηκε την Υπερμνήστρα. Η έμπειρη ηθοποιός με ενέργεια, αμεσότητα, πάθος και υποκριτική ωριμότητα επικοινώνησε άψογα τα συναισθήματα της ηρωϊδας της. Με απόλυτο έλεγχο στην ερμηνεία της, χωρίς υπερβολές και ανούσιες εξάρσεις, με εξαίρετη εκφραστικότητα τόσο στον λόγο, όσο και στην κίνηση, επικοινώνησε το δράμα αυτής και των αδελφών της και «πάλεψε» σ’ έναν δύσκολο «ρητορικό αγώνα» για τις ζωές τους και την ελπίδα μιας καλύτερης ζωής.
Ο αδιαμφισβήτητα ταλαντούχος Άκης Σακελλαρίου στον ρόλο του Δαναού, θύμα ίσως των σκηνοθετικών οδηγιών, είχε μια ερμηνεία περιορισμένη, κατευθυνόμενη θα έλεγα, που δεν άφησε το ταλέντο του να ξεδιπλωθεί και να συγκινήσει το κοινό, όπως συνήθως επιτυγχάνει στους ρόλους που υποδύεται. Εκφραστικά δεν επικοινώνησε επαρκώς την αγωνία του πατέρα που πασχίζει να σώσει τα παιδιά του, η δε κίνησή του, με τις ενίοτε σπασμωδικές, μηχανικές εναλλαγές ξένιζε οπτικά και έρχονταν σε αντίθεση με την κατά τα άλλα φυσιολογική κίνηση των άλλων ηθοποιών επί σκηνής.
Αρκετά καλή η εμφάνιση του Γιάννη Τσορτέκη στον ρόλο του Αιγύπτιου Κήρυκα. Ενσάρκωσε με πειστικότητα, δυναμισμό, σοβαρότητα και έκδηλη παραστατικότητα τον πιστό στρατιώτη που τολμά να συγκρουστεί με τον βασιλιά Πελασγό και να εκφράσει την δική του αίσθηση περί νομιμότητας προκειμένου να πετύχει τον σκοπό του.
Οι φωτιστικές παρεμβάσεις της Στέλλας Κάλτσου, τέλος, ήταν αρκετά επιτυχημένες. Ωραία επιλογή η χρήση των φακών, στην αρχή της παράστασης, με τους ενδιαφέροντες φωτεινούς σχηματισμούς επί σκηνής, καθώς και η απόδοση του χορού της Ιούς ως σκιάς μέσα από τα πέπλα που κάλυπταν το σκηνικό.
Συμπερασματικά (=), παρακολουθήσαμε μια απόδοση της αρχαίας τραγωδίας που ενώ διατηρούσε το ύφος μιας κλασικής ανάγνωσης, η προσθήκη σύγχρονων στοιχείων και η προσπάθεια εμπλουτισμού της με διάφορα σκηνοθετικά τεχνάσματα αποδυνάμωσαν σημαντικά το τελικό αποτέλεσμα τόσο από άποψη θεάματος όσο και από άποψη ουσίας…
Βαθμολογία: 5,3/10
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ, ΕΔΩ