Ψυχογραφώντας Θεατρικές παραστάσεις, Κινηματογραφικές ταινίες, Τηλεοπτικές σειρές, Πέρα απ’ αυτό που βλέπεις (Κάθε Τρίτη & Παρασκευή).
Είναι πολλά τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια, που ακόμα και όταν ενηλικιώνονται παραμένουν στη φυλακή στην οποία έχουν μπει χωρίς να το θέλουν και στην οποία παραμένουν επειδή φοβούνται να διαφοροποιηθούν από τη μητέρα τους.
Γράφει η Νέλη Βυζαντιάδου για την Κουλτουρόσουπα.
Το ζέσταμα
Ήθελα πολύ να δω αυτήν την παράσταση. Αυτό που με παρακινούσε περισσότερο να την παρακολουθήσω ήταν ότι είχα διαβάσει κάποτε πως το συγκεκριμένο έργο του Λόρκα ήταν εμπνευσμένο από μια αληθινή ιστορία. Μια ιστορία που συνέβη στα παιδικά χρόνια του συγγραφέα. Τότε που μια γειτόνισσά του, η Φρασκίτα Άλμπα, έκλεισε τις κόρες της μέσα στο σπίτι της μετά το θάνατο του συζύγου της. Αναφερόταν μάλιστα πως είχε καρφώσει τα παράθυρα για να μη μπορούν να βγουν έξω. Κάθε φορά που μια ιστορία στη θεατρική σκηνή ή τη μικρή και μεγάλη οθόνη βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, ανυπομονώ να τη ρουφήξω από την αρχή ως το τέλος.

.
Η δράση
«Ο αέρας του δρόμου να μη μπει στο σπίτι» διατάζει η Μπερνάρντα αποφασίζοντας να τιμήσει τη μνήμη του άντρα της καταδικάζοντας σε οκταετή εγκλεισμό στο σπίτι τις πέντε κόρες της. Το πένθος πρέπει να υπερισχύσει της ζωής. Κι είναι τότε που φέρνω στο μυαλό μου τα λόγια του Ουίλιαμ Σαίξπηρ: «Αυτός που πεθαίνει, με το θάνατό του ξεπληρώνει κάθε του χρέος». Τι γίνεται όμως με αυτούς που μένουν πίσω; Τι γίνεται με αυτούς που ζουν; Ποια είναι τα χρέη που έχουν οι πέντε κόρες αυτής της γυναίκας για να πρέπει να παραμείνουν κλειδωμένες για οκτώ ολόκληρα χρόνια; Ποια είναι η αίσθηση καθήκοντος που τους προξενεί η μητέρα τους κάνοντας τις να εγκαταλείπουν σιγά σιγά την ίδια τη ζωή; Κι όμως ο θάνατος δεν θα έπρεπε να απασχολεί αυτά τα νέα κορίτσια επειδή, σύμφωνα με τον Επίκουρο, όταν εμείς υπάρχουμε, ο θάνατος δεν είναι παρών και όταν ο θάνατος είναι παρών, εμείς δεν υπάρχουμε. Παρόλα αυτά ο θάνατος είναι τόσο παρών σε αυτό το σπίτι. Μυρίζει παντού θάνατο. Από άκρη σε άκρη. Κι είναι κρίμα γιατί αυτό το σπίτι θα μπορούσε να είναι γεμάτο ζωή.
Δεν είναι βέβαια μόνο ο θάνατος παρών στο σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα. Είναι και η κατάρα του να είσαι γυναίκα. Μια κατάρα διάχυτη που επιβεβαιώνεται μέρα με τη μέρα. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στα βλέμματα αυτών των κοριτσιών. Βλέμματα άδεια και θλιμμένα. Ούτε που τη νοιάζει τη Μπερνάρντα αν οι κόρες της είναι δυστυχισμένες. Δεν τη νοιάζει επίσης αν έχουν ανάγκες. Ανάγκες βιολογικές, ανάγκες συναισθηματικές. Στα δικά της τα μάτια είναι σαν στρατιώτες που οφείλουν να υπακούνε στις εντολές των ανωτέρων τους και να πειθαρχούν δίχως άλλη κουβέντα. Αυτό επιθυμεί η αυταρχική μητέρα, αυτό και θα γίνει. Γιατί κάθε φορά που η Μπερνάρντα σκέφτεται ή αποφασίζει κάτι, οι γύρω της πρέπει να υποτάσσονται. Κι ακόμα κι αν προσπαθούν να διατυπώσουν μια διαφορετική σκέψη, θα βρεθούν αντιμέτωπες με το σκληρό και ψυχρό πρόσωπο της μητέρας τους. Μια μητέρα που νοιάζεται περισσότερο για την εικόνα που θα σχηματίσουν οι άλλοι για την οικογένειά της παρά για την ευτυχία των παιδιών της. Επιβάλλει τους δικούς της κανόνες με σκοπό να διατηρήσει ακέραιη την καλή εικόνα προς τα έξω και να μη δώσει λαβή για αρνητικά σχόλια. Κι είναι τότε που σκέφτομαι όλους αυτούς τους ανθρώπους που επιλέγουν να ζουν τη ζωή τους με βάση τι θα σκεφτούν ή τι θα πουν οι άλλοι για αυτούς και όχι τι θα νιώσουν οι ίδιοι σαν ανάγκη να κάνουν. Αιχμάλωτοι της ετεροεικόνας τους, δηλαδή της εικόνας που σχηματίζουν οι άλλοι για αυτούς, μουτζουρώνουν την αυτοεικόνα τους και αγνοούν τις προσωπικές τους ανάγκες μόνο και μόνο για να διασφαλίσουν την κοινωνική αποδοχή και έγκριση. Άνθρωποι δυστυχισμένοι και μίζεροι. Άνθρωποι που ούτε εξελίσσονται ούτε επιδιώκουν τους στόχους τους. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να ακούσουν έναν καλό λόγο και να αρέσουν στους άλλους. Η ανάγκη να αρέσουν στους άλλους αγγίζει τα όρια της νεύρωσης και τους οδηγεί συχνά σε εσωτερικές συγκρούσεις και αδιέξοδα.

Κι αν η Μπερνάρντα παραμένει πιστή και απολύτως αφοσιωμένη στο ρόλο της, οι κόρες της δεν κάνουν το ίδιο. Τουλάχιστον όχι όλες. Κάποιες υποτάσσονται εντελώς, κάποιες άλλες τολμούν να ονειρευτούν και μια, η μικρότερη, δε διστάζει να πετάξει το μαύρο από πάνω της και να φορέσει ένα κόκκινο φόρεμα που πάει κόντρα στο πένθος, στο οποίο την έχει καταδικάσει ερήμην της η ίδια της η μητέρα. Κι αυτό το κόκκινο φόρεμα δεν είναι ασέβεια προς το χαμό του πατέρα της. Είναι η βαθιά και ανθρώπινη επιθυμία να ζήσει, να συνεχίσει να υπάρχει και να αφεθεί στον έρωτα. Άλλωστε το μόνο πράγμα που μας διδάσκει ο θάνατος, σύμφωνα με τον Eric – Emmanuel Schmit, είναι πως επείγει να αγαπήσουμε. Κι η Αντέλα βιάζεται να αγαπήσει. Δίνει τη δική της μάχη απέναντι στον ψυχικό θάνατο. Είναι ο αγώνας της να μη χάσει τον εαυτό της. Γιατί αν συνεχίσει να σκύβει το κεφάλι στην αυταρχική και αλαζονική μητέρα της, θα πάψει να είναι ο εαυτός της και θα γίνει μια μαριονέτα στα χέρια της. Κι είναι πολύ νέα για να επιτρέψει κάτι τέτοιο. Προτιμά να ρισκάρει παρά να υποταχθεί. Προτιμά να πονέσει παρά να μαραζώσει. Προτιμά να πεθάνει έχοντας γνωρίσει την αγάπη παρά να γεράσει μένοντας απομονωμένη μέσα στο πνιγηρό περιβάλλον της οικογένειας καταγωγής της.
Κι όσο κι αν η μητέρα αυτής της οικογένειας προσπαθεί να τιθασεύσει τις επιθυμίες της μικρής της κόρης και να επιβάλλει την ομόνοια μεταξύ των πέντε κοριτσιών της, εκείνα της θυμίζουν πως η αδελφική ζήλια και ο ανταγωνισμός είναι φαινόμενα που παρατηρούνται σε κάθε οικογένεια. Πώς μπορούν άλλωστε δυο αδελφές να είναι αγαπημένες όταν ποθούν τον ίδιο άντρα; Πώς μπορούν δυο αδελφές να αποφύγουν τη σύγκρουση όταν παλεύουν να κατακτήσουν τον ίδιο στόχο; Και πού είναι τελικά η υγεία; Στη σύγκρουση που θα οδηγήσει αργά ή γρήγορα σε ένα αποτέλεσμα ή στην υποκριτική σύμπνοια και ειρήνη που κουκουλώνει τα προβλήματα και διαιωνίζει τις διαμάχες;

Ακόμα και στην τελευταία σκηνή, που είναι συγκλονιστική, η Μπερνάρντα παραμένει πιστή στην ακαμψία της και στην ανάγκη της να είναι και κυρίως να δείχνει άμεμπτη και ατσαλάκωτη. «Η μικρή κόρη της Μπερνάρντα Άλμπα πέθανε παρθένα…» δηλώνει μετά την απώλεια της μικρής της κόρης. Ακόμα και τότε πρέπει να δείξει σωστή. Ακόμα και τότε στερεί από την κόρη της το δικαίωμα να αποχωρήσει από τη ζωή με τον τρόπο που αυτή θέλει. Μια μητέρα που αρνείται να αποδεχθεί τις επιλογές του παιδιού της και κυρίως το δικαίωμα του παιδιού της να επιλέγει κάτι αντίθετο από τις δικές της επιθυμίες. Όσο για τις άλλες αδελφές, αυτές που μένουν ‘ζωντανές’, σιωπούν και παραδίδονται σχεδόν μαρτυρικά στη μοίρα που έχει διαλέξει η μητέρα τους και από την οποία δύσκολα φαίνεται να μπορούν να ξεφύγουν. Για να ξεφύγουν θα πρέπει να αγωνιστούν όπως αγωνίστηκε η Αντέλα. Για να ξεφύγουν θα πρέπει να πονέσουν. Ίσως το πιο εύκολο για αυτές είναι να γίνουν μικρογραφίες της μητέρας τους. Αν ποτέ γίνουν οι ίδιες μητέρες, θα είναι το ίδιο αυταρχικές, σκληρές και εγωκεντρικές. Γιατί αυτό έμαθαν και αυτό επέλεξαν να κρατήσουν.
Λίγο προτού βγω από την αίθουσα σκεφτόμουν τις συνέπειες του να μεγαλώνει μια κόρη με μια αυταρχική μητέρα. Τι σημαίνει για ένα παιδί να μεγαλώνει με τιμωρία, με αυστηρούς κανόνες και υψηλές προσδοκίες; Τι σημαίνει για ένα παιδί να μεγαλώνει προσπαθώντας να εξηγήσει μέσα του το παράλογο των πράξεων της μητέρας του; Πώς μπορεί αυτό το παιδί να γίνει αργότερα ένας ενήλικας που θα ξέρει να δείξει στοργή, πώς να αγαπήσει και πώς να επιβληθεί στα παιδιά του χωρίς να χρειάζεται να τα τιμωρεί και να τα ελέγχει; Δεν θα ήθελα με τίποτα να είμαι σε αυτή τη θέση, μονολογώ αφήνοντας πίσω μου το θέατρο Σοφούλη.
Το κλείσιμο
Δεν είναι τα γεγονότα που έχουν μεγάλη σημασία όσο οι επιπτώσεις τους πάνω μας. Αυτό σκέφτομαι φτάνοντας στο σπίτι μου. Κι αν η Μπερνάρντα Άλμπα αντιπροσωπεύει κάθε αυταρχική και ελεγκτική μητέρα αυτής της γης, θλίβομαι για τις συνέπειες που έχει η συμπεριφορά της στα παιδιά της. Μακάρι να μπορούσα να βοηθήσω κάθε κόρη και κάθε γιο αυτού του κόσμου να απελευθερωθεί από τη φυλακή στην οποία έχει μπει χωρίς να το θέλει και στην οποία παραμένει επειδή φοβάται να διαφοροποιηθεί από τη μητέρα του. Γιατί μόνο όταν διαφοροποιηθεί από αυτήν την τοξική μητέρα θα καταφέρει να ανασάνει και να πατήσει στα πόδια του.
ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΑΥΤΟ:
Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου, ώρα 18.00: «Το κουβάρι της αγάπης»: διαδραστική ομιλία της Νέλης Βυζαντιάδου στο θέατρο Αυλαία με ελεύθερη είσοδο

.
“Μαθήματα στη γλώσσα της αγάπης”:
(πληροφορίες και online αγορά, εδώ)

.
Ακολουθήστε το Kulturosupa.gr στα social media