Περίσσεψε το αίσθημα στη συναυλία των Μαραμή- Βουτσικάκη στη βίλα Καπαντζή…
Πήγαμε, είδαμε, σχολιάζουμε.
Ένας από τους λόγους που αγαπάς το καλοκαίρι είναι γιατί σου δίνει την ευκαιρία να απολαμβάνεις κάτω από έναστρους –ή μη – ουρανούς, με ευωδιές ξεσηκωτικές και γήινες, βραδιές απολαυστικές σαν αυτήν που ζήσαμε στον κήπο της βίλας Καπαντζή. Στη συναυλία του συνθέτη Δ. Μαραμή, με ερμηνευτή τον Θ. Βουτσικάκη, στο έργο «Αισθηματική Ηλικία», αφιερωμένο, όπως και η βραδιά, στον θεσσαλονικιό ποιητή Νίκο – Αλέξη Ασλάνογλου. Μια βραδιά ξεχωριστή, φροντισμένη στην λεπτομέρεια, σε ένα περιβάλλον που ο χαρακτηρισμός «ειδυλλιακό» είναι μάλλον φτωχός. Από τη μια, το μοναδικής αισθητικής νεοκλασικό κτίσμα με την βαριά ιστορία του, από την άλλη ο τεράστιος καταπράσινος κήπος, φροντισμένος στην εντέλεια, δίνουν ήδη ένα υποβλητικό σκηνικό φορτωμένο θετική ενέργεια. Αν προσθέσεις και κάποιες ξεχωριστές λεπτομέρειες της διοργάνωσης, όπως τα άπειρα κεράκια που οδηγούσαν από την είσοδο και οριοθετούσαν το χώρο της συναυλίας ή τα δύο καλαίσθητα σταντ που προσέφεραν εκλεκτό κρασί Γεροβασιλείου σε γυάλινα κολονάτα ποτήρια (!) και ως συνοδευτικό, ένα πλούσιο μπουφέ από ποικιλία τυριών, φρούτων, γλυκών κλπ. ή τα ευγενικά χαμόγελα όσων πάσχιζαν να σου εξασφαλίσουν μια καρέκλα μέσα στο αδιαχώρητο… κι όλα αυτά με «ελεύθερη είσοδο»… ε, έχεις ήδη κερδίσει τον επισκέπτη με το «καλησπέρα»!
Όταν έφθασα στο χώρο, λίγο καθυστερημένα σε σχέση με την προσέλευση – στις 9 η ώρα – η τεράστια αυλή της βίλας ήταν ήδη κατάμεστη και οι όρθιοι σαν ελόγου μου πολλοί, παρότι ευγενέστατα νεαρά παιδιά προσπάθησαν να μας βολέψουν. Πρόλαβα πάνω στο χαιρετισμό της βραδιάς από τον δημοσιογράφο κ. Μπλιάτκα και τις ευχαριστίες προς την Πολιτιστική Εταιρεία Επιχειρηματιών Βορείου Ελλάδος που τη διοργάνωσε και την παρουσίαση από τον διευθυντή του Μ.Ι.Ε.Τ. κ. Επαμεινώνδα που μίλησε για το Ε.Λ.Ι.Α και τα πολύτιμα λογοτεχνικά αρχεία του, μεταξύ των οποίων και αυτό του τιμώμενου ποιητή Ν. Ασλάνογλου που φιλοξενείται σε αίθουσα του ιδρύματος. Μια αίθουσα στον επάνω όροφο που είχαν φροντίσει να φωτίσουν ατμοσφαιρικά… Στη συνέχεια πήρε το λόγο ο συνθέτης Δ. Μαραμής, καλωσόρισε ευγενικά το κοινό και προλόγισε το έργο του «Αισθηματική Ηλικία», βασισμένο κυρίως σε ποίηση του Ασλάνογλου αλλά και άλλων ποιητών (Λαπαθιώτης, Γκανάς, Τριβιζάς). Με λίγα λόγια έδωσε το στίγμα της «Αισθηματικής Ηλικίας» εξηγώντας ότι «πρόκειται για την εποχή της αθωότητας, όταν η καρδιά είναι ακόμα τόσο αγνή, ώστε να μπορεί να πιστεύει στον έρωτα, στα όνειρα και στα παραμύθια» και κάλεσε στη σκηνή τον σολίστα του βιολιού Κωνσταντίνο Παυλάκο και τον ερμηνευτή Θοδωρή Βουτσικάκη. Και μετά το λόγο πήρε… η μαγεία…
Από ένα πιάνο, ένα βιολί και μια φωνή μόνο, που όμως το αυθεντικό συναίσθημα ξεχείλιζε από πλήκτρα και χορδές, ανθρώπινες ή μη… Ίσως είμαι μεροληπτική, γιατί στα δικά μου αυτιά, ο συνδυασμός πιάνου – βιολιού είναι θεϊκός, η κορωνίδα των μουσικών ακουσμάτων, το άπαν στην απόδοση του λυρισμού. Όταν δε, τα συγκεκριμένα όργανα «ευτυχούν» στα χέρια ταλαντούχων δεξιοτεχνών, θα ‘θελες κι άλλα αυτιά να χορταίνεις να ακούς… Και όταν επιπλέον όλο αυτό πλαισιώνεται από μια αγγελική φωνή σαν του Θοδωρή Βουτσικάκη, το όλο άκουσμα περνάει σε άλλα επίπεδα σαν σπάνια αισθητική απόλαυση. Στο δελτίο τύπου διάβασα ότι «ο συνθέτης ενορχηστρώνει ένα έργο που υλικά του είναι το ανόθευτο αίσθημα, η δύναμη των ονείρων, η αγνότητα των παραμυθιών, η διεισδυτικότητα της ποίησης». Ναι, στην «Αισθηματική Ηλικία» αυτά τα υλικά είναι παρόντα και απτά. Με εξαιρετικά δυνατό σημείο τον ΛΟΓΟ των ποιητών. Ένας λόγος λυρικός, καταλυτικός, βαθύς, πονεμένα μελαγχολικός στην περίπτωση του μοναχικού Ασλάνογλου, σαν μαχαιριά στις αισθήσεις.
Κι ο Μαραμής έντυσε αυτό τον λόγο με μουσικό ένδυμα ταιριαστό, καλοραμμένο και ακριβό. Του φόρεσε μια μουσική εξίσου λυρική με κυρίαρχο το συναίσθημα, όπου μόνο ο ήχος ενός πιάνου κι ενός βιολιού, συνταιριασμένα σε ευφάνταστη ενορχήστρωση, μπορούν να αποδώσουν τόσο πιστά. Έστω κι αν – κατά τη ταπεινή μου γνώμη- ο υπερβάλλων λυρισμός «καπέλωσε» τρόπον τινά τη φαντασία στη σύνθεση και το προσωπικό, ιδιαίτερο στίγμα του συνθέτη είναι ακόμη θολό… Λείπει αυτό το ευρηματικό «κάτι» που θα δώσει ξεχωριστή «στάμπα» στο σύνολο των τραγουδιών του, σαν αυτή που διακρίνεις στην ολοκληρωμένη του σύνθεση « Έβρεχε χθες».
Εν αντιθέσει με άλλες που παραπέμπουν περισσότερο σε «σπουδές» με αδύνατο σημείο τις καταλήξεις των τραγουδιών όπου σου μένει μια γεύση ανικανοποίητου και ημιτελούς. Είναι όμως προφανείς, τόσο οι μεγάλες δυνατότητες, η γνώση και η ευαισθησία , όσο και το ταλέντο και η δεξιοτεχνία του στο πιάνο, που μια γεύση της εισπράξαμε – και καταχειροκροτήσαμε – από ένα σόλο κομμάτι στη μέση της βραδιάς.
Όμως ήταν η φωνή του Θοδωρή που έδωσε τη… χαριστική βολή! Μια φωνή καλοδουλεμένη και μεστή, που παρά το νεαρό της ηλικίας του, διαθέτει απίστευτη ζεστασιά, ιδιαίτερο χρώμα, βάθος, έκταση, θαυμαστή σταθερότητα και υπέροχα γυρίσματα. Μια φωνή πραγματικά «ποιοτική» που αγγίζει γλυκά και πιστοποιεί όλη τη σοβαρή του μελέτη, καθώς τα κομμάτια που ερμήνευσε ήταν ιδιαίτερων απαιτήσεων φωνητικά αλλά και ερμηνευτικά. Και τα απέδωσε με άψογη τεχνική, περίσσια ευαισθησία και μια σκηνική παρουσία που εξέπεμπε ήθος, ευγένεια και σεμνότητα. Άλλωστε τα τελευταία χαρακτηριστικά διέκριναν και τους τρεις εξαιρετικούς καλλιτέχνες επί σκηνής. Που ευχαρίστησαν πολλές φορές το κοινό, ενώ ο συνθέτης πριν από κάθε κομμάτι με δυο λόγια μας έβαζε στο πνεύμα του τραγουδιού που ακολουθούσε. Μόνο «μελανό» σημείο η ακουστική του χώρου και η ηχοληψία που αδίκησε κυρίως την καθαρότητα της φωνής του ερμηνευτή και χάναμε λέξεις, τη στιγμή που από το συγκεκριμένο ποιητικό λόγο, δεν θέλαμε να χάσουμε ούτε «και»…
Ιδιαίτερη εντύπωση επίσης μου προκάλεσε η σύνθεση του πολυπληθούς κοινού που απαρτιζόταν από ΟΛΕΣ – κυριολεκτικά- τις ηλικίες, αλλά και η «ποιότητά» του, καθώς άκουγε πλήρως προσηλωμένο χωρίς τις γνωστές «παρενοχλήσεις», παρότι καθόμουν εντελώς στις παρυφές που τα πράγματα είναι πιο χαλαρά και μάλιστα σε ανοιχτό χώρο. Εντυπωσιακό! Όπως εντυπωσιακή ήταν και η θέρμη του στο χειροκρότημα και τις επευφημίες σε όλη τη διάρκεια της μίας ώρας που κράτησε η συναυλία. Στην οποία βέβαια δεν προβλήθηκε οπτικό υλικό από το αρχείο του ποιητή Ασλάνογλου όπως είχα διαβάσει, αλλά προφανώς έχασα την αιτιολογία στην έναρξη, παρόλο που προσωπικά καθόλου δεν μου έλειψε, όταν το υπόλοιπο είναι τόσο μαγευτικό. Και ευτυχώς ήμασταν τυχεροί που τη χθεσινή βραδιά, ο «θεός του καιρού» αντί βροχής μας ευνόησε με μια ευλογημένη δροσιά, αλλά και οι… αεροπορικές πτήσεις ήταν μειωμένες!
Και στο τελευταίο, ενθουσιώδες χειροκρότημα του τέλους, όπου η μία ώρα φάνηκε ότι δεν μας χόρτασε, η επιμονή «κι άλλο! κι άλλο!» έβγαλε ξανά τους καλλιτέχνες στη σκηνή για δύο ακόμη κομμάτια σε εντελώς άλλο ύφος που καταχειροκροτήθηκαν. Και πάνω εκεί, πλήρως απορροφημένη, κάνω να δω δεξιά και ποιον βλέπω να κάθεται ακριβώς δίπλα μου; Τον γλυκύτατο (μου) δήμαρχο κ. Μπουτάρη, με το απαράμιλλο στυλ του, τα σταράκια του, τα βραχιολάκια του, το τσιγάρο κι ένα χαμόγελο αφοπλιστικό. Ούτε που κατάλαβα πότε ήρθε, πότε έκατσε κι όταν του πρότειναν να μεταφερθεί πιο κεντρικά, «όχι μωρέ, μια χαρά είμαι»…. Εγώ να δεις τι χαρά είχα δήμαρχε! Κι όχι μόνο επειδή σε είχα δίπλα μου…. αλλά επειδή απόλαυσα μια βραδιά αυθεντικής ποιότητας σε όλα τα επίπεδα που πια την ψάχνουμε με το φανάρι! Ένα μεγάλο μπράβο και ένα ειλικρινές ευχαριστώ, τόσο στους καλλιτέχνες, όσο και στους διοργανωτές, με την ευχή, τέτοιοι χαρισματικοί χώροι όπως η βίλα Καπαντζή να αξιοποιούνται δημιουργικά συχνότερα!
Φωτογραφικό υλικό