Ράδιο-Φωνίες – Δέσποινα Αυγερίδου.
Η ήρεμη κι ευγενική φυσιογνωμία του σε προδιαθέτει για μια φιλική κουβέντα. Στην πορεία της συζήτησης ανακαλύπτεις την εσωτερική δύναμη και το πάθος που ενυπάρχουν αλλά δε συνωστίζονται, ούτε αγωνιούν να ‘φανούν’.
Τα φκιασίδια και τα τερτίπια δεν είναι άλλωστε του χαρακτήρα του, δεν ταιριάζουν στην ιδιοσυγκρασία του.
Εμμένει σε αυτό που πιστεύει και θεωρεί σωστό, ο αξιακός του κώδικας είναι εμφατικός, γνωρίζει όμως πολύ καλά την αξία του καλού ακροατή, δεν θα μπορούσε εξάλλου να την αγνοεί, αφού από πολύ μικρός ‘παίζει’ με τους ήχους και ως πομπός και ως δέκτης.
Ο σημερινός μας καλεσμένος είναι γεμάτος αντιφάσεις που τις διαχειρίζεται με έναν δικό του ‘αιρετικό’ και άκρως γοητευτικό τρόπο.
.
Κυρίες και κύριοι σήμερα έχουμε «Μήνυμα» από τον Άκη Σακισλόγλου.
Ραδιοπειρατής ετών 15…
“ Πάμε στις αρχές της δεκαετίας του ’90, στην περιοχή των δυτικών συνοικιών κάθε γειτονιά έχει και το ραδιόφωνό της με μια προσωρινή άδεια λειτουργίας.
Αυτά τα ραδιόφωνα, τα είχαν πρώην ραδιοπειρατές, μπορούσες να πας να κάνεις εκπομπή, εννοείται χωρίς λεφτά, δεν υπήρχαν αυτά τότε!
Υπήρχε θυμάμαι το Ράδιο Άποψη, το Ράδιο Ενημέρωση, το Διαδημοτικό και μετέπειτα Ράδιο Εγνατία στη Νεάπολη.
Εγώ πάω σχολείο ακόμα είμαι δεκαπέντε χρονών κι έχω μια επαφή με τη μουσική μέσω της οικογενειακής επιχείρησης, είχαμε δισκοπωλείο στην Ευκαρπία, εκεί όπου μεγάλωσα.
Πάω λοιπόν και ζητάω εκπομπή! Και μου λένε: Έλα!
Αυτό ήταν, έτσι ξεκίνησα με την τσάντα μου πάντα γεμάτη με δίσκους που πολλές φορές δεν τους είχε ούτε το ραδιόφωνο.
Πήγαινα δυο τρεις φορές την εβδομάδα, άλλοτε με λεωφορείο, άλλοτε με τα πόδια.
Πολλές φορές η μάνα μου αναρωτιόταν, που είμαι, τι κάνω, γιατί δεν διαβάζω, δεν μπορούσε να καταλάβει τι κάνω εκεί που πάω!
Εγώ πάλι ζούσα το όνειρό μου, με άκουγαν όλοι οι συμμαθητές μου, αλλά και πάρα πολύς κόσμος, η μέση ακρόαση εκείνη την εποχή ήταν πολλαπλάσια της σημερινής, είχε τρομερή επιδραστικότητα τότε το ραδιόφωνο.
Αυτή ήταν ουσιαστικά η πρώτη μου περίοδος, η σχολική ας πούμε, ανάμεσα σε προπονήσεις και άλλα ενδιαφέροντα είχα βάλει και το ραδιόφωνο που κινούνταν σε ένα πολύ παρθένο περιβάλλον και είχες τη δυνατότητα να εκφραστείς!

Ασπρόμαυρες ιστορίες…
“Ακολούθησε το στρατιωτικό, με το που τελείωσα, γράφτηκα σε μια σχολή δημοσιογραφίας, παράλληλα δούλευα έχοντας και την εμπειρία της τριετίας, που μου έδινε όσο να πεις, έναν αέρα!
Είμαι τυχερός που πρόλαβα την καλή περίοδο και του ραδιοφώνου αλλά και των μεγάλων συναυλιών από καταξιωμένους καλλιτέχνες.
Το ’86 ήμουν στη μεγάλη συναυλία του Νταλάρα στο Καυτατζόγλειο και μετά στο καπάκι στο Παλαί με τους αδερφούς Κατσιμίχα, έζησα κι εγώ εκείνη την εποχή των μαζικών εκφράσεων του κόσμου μέσα από τις συναυλίες.
Στις εκπομπές μου πάντα προσπαθούσα να συνδυάσω τους ‘μεγάλους’ με τους νεότερους. Μαζί με τους δίσκους της Αλεξίου και της Αρβανιτάκη, είχα πάντα και κάποιον πρωτοεμφανιζόμενο.
Ένας δίσκος που είχα λιώσει ήταν του Ορφέα Περίδη το «Αχ ψυχή μου φαντασμένη» που ήμουνα από τους πρώτους που το μετέδιδε κι αισθανόμουν πολύ περήφανος που γνώριζα κάτι που δεν το ήξεραν οι υπόλοιποι.
Αν είχες για παράδειγμα, εκείνη την εποχή, τις «ασπρόμαυρες ιστορίες» του Μάλαμα ήσουν πιο ψαγμένος, καταλάβαινες το νέο έντεχνο ρεύμα πριν καν αυτό δημιουργηθεί!
Υπήρξα ιδρυτικό μέλος δύο ραδιοφώνων του ‘Ράδιο Έκφραση’ και του ‘Μύθου’, δυο ραδιόφωνα που ξεπέρασαν το ύφος των μεγάλων συνθετών της δεκαετίας του ’80 και πήγαν στην εποχή των τραγουδοποιών, παρουσιάζοντας ένα νέο concept.
Πασχαλίδης, Περίδης, Καλημέρη, Κανά βγήκαν τότε και είχαν μεγάλη πέραση, πολλές φορές η Θεσσαλονίκη τα προέβαλε πιο νωρίς από την Αθήνα και διαμόρφωνε κλίμα.
Θεωρώ πως λειτουργήσαμε συμπληρωματικά με το κρατικό ραδιόφωνο το οποίο είχε μεν μια εξαιρετική ποιότητα αλλά είχε και την παθογένεια του δημοσίου που το έκανε άκαμπτο, ενώ εμείς μπορούσαμε να είμαστε πιο ευέλικτοι.
Κι επειδή η ιδιωτική ραδιοφωνία έφερε και μια ελευθεριότητα μαζί με την ελευθερία και κυριαρχούσε το σκυλάδικο για πολλά χρόνια, δώσαμε τη δυνατότητα να ακουστεί κάτι διαφορετικό από ιδιωτικό ραδιόφωνο που δεν μπορούσε να το βρει αλλού ο ακροατής.

Μήνυμα 107,7…
“Μετά το 2000 πήγα στον έντυπο τύπο ήμουν στον Αγγελιοφόρο δέκα ολόκληρα χρόνια, προσπάθησα να συνδυάσω κι εκεί διάφορες θέσεις ευθύνης με τον πολιτισμό, όλα όσα είχα μάθει από το ραδιόφωνο, πέρασα και από το Ράδιο Θεσσαλονίκη με πιο ειδησεογραφικά project βγήκα και στο ρεπορτάζ και μετά ήρθε η εποχή του αθλητικού ραδιοφώνου.
Ήμουν πρώτα στον SPORT103, μετά πέντε χρόνια στο LIBERO και τελικά μπαίνει στη ζωή μου ο Μήνυμα 107,7.
Είναι μια προσπάθεια να επαναφέρουμε το ρομαντισμό και τη λογική των ραδιοφώνων της δεκαετίας του ’90 στα πιο σύγχρονά τους βέβαια.
Δεν το πολυσκεφτήκαμε, μαζευτήκαμε 5-6 φίλοι που ήμασταν συνεργάτες σε άλλα ραδιόφωνα και είπαμε να το κάνουμε μόνοι μας, χωρίς να έχουμε κάποιον πάνω από το κεφάλι μας, να κάνουμε πράξη την ατάκα που λέγαμε πάντα «αν είχα ένα δικό μου ραδιόφωνο», έτσι είπαμε: Εμείς θα τη στολίσουμε τη νύφη κι αν έρθει ο γαμπρός στην εκκλησία έχει καλώς, αν δεν έρθει δεν πειράζει!
Στον ενάμιση χρόνο λειτουργίας, εξελισσόμαστε, ακούμε, διορθώνουμε τα λάθη μας, προχωράμε.
Αυτό είναι το καλό του ραδιοφώνου, είναι ένα δυναμικό μέσο που εξελίσσεται συνέχεια και μπορείς να επεμβαίνεις βελτιωτικά, αρκεί να βλέπεις τα λάθη σου.
Θεωρώ πολύ τυχερό τον εαυτό μου που μου δόθηκε η δυνατότητα να έχω ένα ποιοτικό ραδιόφωνο και να εκφράζομαι όπως θέλω, πιστεύω ότι σύντομα δε θα είμαι απαραίτητος και θα μπορέσω να το αφήσω σε καλά χέρια.
Είναι όμως αυτό που πάντα ήθελα να κάνω, δεν το αλλάζω με τίποτα, στην παρούσα φάση.
Δεν είναι όμως το μέσο που με συντηρεί οικονομικά, με αυτή την έννοια το λέω, δεν περιμένω στο τέλος του μήνα να δω τι χρήματα βγήκαν για να πληρώσω τους λογαριασμούς μου.
Είναι κάτι που πάντα ονειρευόμουν όταν έστηνα ραδιόφωνα, να έρθει μια μέρα που θα στήσω το δικό μου, το βλέπω σαν μια δική μου ανάγκη για εξέλιξη.
Επίσης είναι κι ο μοναδικός τρόπος να αποδείξεις κυρίως στον εαυτό σου ότι όλα αυτά που έλεγες ως εργαζόμενος ότι θα έκανες αν ήσουν εσύ ο διευθυντής ή ο ιδιοκτήτης να τα κάνεις πράξη, γιατί στα λόγια όλα είναι εύκολα, να λέμε ότι πάντα κάποιοι μας αδικούν…
Ευτυχώς όλοι όσοι είμαστε στον Μήνυμα 107,7 πρώτα είμαστε φίλοι, σχεδόν οικογένεια, έχουμε μια κοινή διαδρομή εικοσαετίας και άνω.
Το μόνο παράπονο που τους εκφράζω, είναι ότι σε αυτόν τον ενάμιση χρόνο, αυτοί απόλαυσαν το ραδιόφωνο περισσότερο από εμένα που έχω όλη την ευθύνη και το πρόσθετο άγχος να υπάρχει, να υφίσταται το ραδιόφωνο.
Δεν παύει να είναι μια επιχείρηση με μηχανήματα, εργαζόμενους, λογαριασμούς που πρέπει να πληρωθούν και το να έχεις την ευθύνη δημιουργεί ένα άγχος αλλά αυτή είναι και η μεγάλη γοητεία της απόλυτης ευθύνης με την καζαντζακική έννοια που λέει, να αγαπάς την ευθύνη.
Αν αναλαμβάναμε ο καθένας την ευθύνη που του αναλογεί, ακόμα και αυτήν που δεν μας αναλογεί, όπως λέει και ο Λειβαδίτης για το ‘έγκλημα’ που δεν κάναμε, θα ήταν όλα καλύτερα, πιστεύω.
Νομίζω ο Οδυσσέας Ιωάννου το είχε πει στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ότι η ελληνική κοινωνία πίστεψε ότι κάποιος κάτι της χρωστάει, το δικαιούται και πρέπει να το πάρει.
Έτσι περάσαμε μια τριακονταετία με ένα ατέλειωτο αλισβερίσι με τις κυβερνήσεις, ουσιαστικά πάντα εμείς κάτι ζητούσαμε, αυτοί μας το έταζαν, τώρα ήρθαμε μπροστά στην ευθύνη να αλλάξουμε εμείς τα πράγματα, αλλά δεν είμαι καθόλου αισιόδοξος ότι θα τα αλλάξουμε.
Βλέπεις ανθρώπους να επιχειρούν κάτω από δύσκολες συνθήκες, εμείς δεν δικαιούμαστε να γκρινιάζουμε, η δική μου γενιά εννοώ, είμαστε πολύ καλύτερα από τους εικοσάρηδες που δεν έχουν από πού να πιαστούν.
Οι άλλες αγάπες: Το Σάρωθρον και φυσικά ο ΠΑΟΚ…
“ Είμαι στα καφέ και στο χώρο της εστίασης από το ’98 κι επειδή όλα στη ζωή έχουν μία αφετηρία και εξέλιξη, έφτασα σήμερα στο «Σάρωθρον».
Παλιότερα είχα ένα άλλο μαγαζί το «Έντεχνον».
Κάποια στιγμή το 2010 το «Σάρωθρον» που ήταν ένα μαγαζί πολύ γνωστό και το είχε ένας φίλος μας, πωλούνταν και καταλάβαμε ότι αυτό το μαγαζί έπρεπε να το πάρουμε εμείς.
Επί της ουσίας σχεδόν μας βρήκε ο άνθρωπος και μας είπε: Κοιτάξτε να δείτε έρχονται κάτι τύποι οι οποίοι θέλουν να το κάνουν ασύλληπτα πράγματα, να το κάνουν ταβέρνα, να το κάνουν κλαμπ με άλλες μουσικές, δεν το παίρνετε εσείς που θα το κρατήσετε έτσι όπως το είχα εγώ τόσα χρόνια;
Δεν χρειάστηκε να το σκεφτούμε γιατί ξέραμε τι ήταν το συγκεκριμένο μαγαζί, αρκούσε να πέσουμε πάνω του να εργαστούμε συστηματικά να το ανεβάσουμε όσο μπορούσαμε.
Εκεί πήρα μία μεγάλη απόφαση και έκλεισα τα κιτάπια μου με τον Αγγελιοφόρο, είπα αυτή είναι η στιγμή μου έδωσα όλη μου την ενέργεια σε αυτό το μαγαζί που έχει πλέον πάλι καταξιωθεί στο χώρο.
Είναι ένα μαγαζί μικρό, συμμαζεμένο, έχει όμως έναν κόσμο που το αγαπάει, και το στηρίζει.
Μια νοικοκυρεμένη επιχείρηση από την οποία μπορούμε και επιβιώνουμε, είναι η ατμομηχανή μας δηλαδή που μας δίνει τη δυνατότητα να ρισκάρουμε και να κάνουμε και άλλα πράγματα.
Ειδικά εγώ, λέω ευτυχώς που το έκανα τότε και υπάρχει ένας χώρος που μπορούν να έρθουν να με βρουν οι φίλοι μου, μπορώ να φιλοξενήσω ενδιαφέροντα πράγματα, μπορώ να μιλήσω για αυτό που αγαπάω που είναι η μουσική.
Κάνουμε κάποιους διαγωνισμούς, κυριακάτικα αφιερώματα, μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο κόσμος μας μαθαίνει, σχολιάζει κριτικάρει, συμμετέχει.
Μια συζήτηση με αφορμή τη μουσική, να βρισκόμαστε κάνα βράδυ να λέμε καμιά κουβέντα, να κρατάμε μία κοινωνικότητα που υποτίθεται ότι η περίοδος της κρίσης θα την έκοβε.
Δηλαδή από το να μείνουμε στα σπίτια μας και να κλαίμε τη μοίρα μας, έχουμε έναν τρόπο να αντισταθούμε, υπάρχει άλλωστε ολόκληρη φιλοσοφική ανάλυση για τη συνήθειά του να πηγαίνει ο κόσμος στα καφενεία, να βγαίνει έξω, να συναναστρέφεται.
Έχουν γραφτεί τραγούδια για αυτό το πράγμα, είναι στην κουλτούρα του έλληνα ακόμη και στα δύσκολά του, στα ζόρια του, να βγει έξω να πιει ένα ποτό, να γελάσει με κάποιους φίλους.
Αυτό παρουσιάζουμε εμείς, δεν σώζουμε ζωές, δεν κάνουμε κάτι που έχει μία ανώτερη αποστολή, αλλά έχει και αυτό την αξία του, πιστεύω.

Αν θα πάρει το πρωτάθλημα ο ΠΑΟΚ;
Τι γύρισμα ήταν αυτό τώρα;
Κοίτα, κατά ένα μεγάλο ποσοστό θα το πάρει, αλλά εγώ δε μένω σε αυτό.
Για πολλά χρόνια μας έχει δώσει μεγάλες χαρές και θα μας δώσει ακόμη μεγαλύτερες αυτή η ομάδα.
Αυτό που θεωρώ σημαντικό, είναι ότι κόντρα στο ρεύμα της οικονομικής κατάστασης που επικρατεί συνολικά στην Ελλάδα, αλλά πιο συγκεκριμένα στη Βόρεια Ελλάδα, έχει καταφέρει λόγω του συγκεκριμένου επιχειρηματία να είναι μία υγιής επιχείρηση που λειτουργεί πολύ τεχνοκρατικά.
Ακόμα και κάποια οικονομική καταστροφή να πάθει δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, ο ιδιοκτήτης πάλι θα τη στηρίξει.
Το τελευταίο που πρέπει να σκέφτεται ένας φίλαθλος είναι αν φέτος θα πάρουμε το πρωτάθλημα.
Αν το φιλοσοφήσει και σκεφτεί ότι το αγαθό να κερδίσεις ένα πρωτάθλημα είναι πολύ μικρότερο από το να συνεχίσεις να έχεις έναν ιδιοκτήτη που αγαπάει την ομάδα και κάνει καινούργια πράγματα που φέρνουν και πάλι τον κόσμο στο γήπεδο να εκτονωθεί και να βρει παρηγοριά όπως παλιά!

Οι αφιερώσεις…
Θέλω να αφιερώσω σε όλους αυτούς που ανησυχούν για το τι θα γίνει, ένα τραγούδι των Active Member, τη «Σιγουριά» και ειδικότερα τους στίχους: Καθένας από εμάς πρέπει να έχει για πατρίδα το μέρος που ζούνε οι αξίες και οι αρχές του. Και τότε η αλήθεια και το φως θα μας λυτρώσουν απ’ τις σκιές.
Η ανώτερη πίστη στον άνθρωπο με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει, αυτό είναι το σημαντικό, ας μην ανησυχούν τόσο πολύ για τα σύνορά μας, ας ανησυχούν περισσότερο για τις ζωές μας.
Ας καθίσουμε όλοι να εκφραστούμε με αγάπη και όχι με μίσος και θυμό!
Ας μάθουμε επιτέλους να συζητάμε.
Ίσως αν έπρεπε να αφιερώσω ένα τραγούδι στην Ελληνική κοινωνία θα αφιέρωνα αυτό το τραγούδι που είναι σε ποίηση Ρίτσου και μουσική Λεοντή που το τραγουδάει ο Ξυλούρης και λέει: Και να αδερφέ μου που μάθαμε να συζητάμε ήσυχα κι’ απλά.
Αν μάθουμε να συζητάμε ήσυχα και απλά, ακόμα και στις περιπτώσεις που διαφωνούμε κάθετα μεταξύ μας για το οποιοδήποτε θέμα θα τη βρούμε τη λύση και θα συνυπάρξουμε.
,
ΔΕΙΤΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ
ΡΑΔΙΟ-ΦΩΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
ΤΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΑΥΓΕΡΙΔΟΥ
ΜΕ ΜΙΑ ΜΑΤΙΑ ΕΔΩ

.
Κάθε 1 και 15 του μηνός στις σελίδες του Kulturosupa.gr
.
ΜΑΚΡΑΝ Η Νο 1 ΣΤΗΛΗ ΕΠΙΣΚΕΨΙΜΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ «Κ»
Φωτογραφικό υλικό