Οι συνεντεύξεις μας
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1989. Αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών και από το Τμήμα Νομικής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Σπούδασε σκηνοθεσία θεάτρου στο προπτυχιακό πρόγραμμα του Ρωσικού Ινστιτούτου Θεατρικής Τέχνης της Μόσχας – GITIS (τμήμα Εβγκένι Καμινκόβιτς – Ντιμίτρι Κρίμοφ) κι είναι αριστούχος απόφοιτος του μεταπτυχιακού προγράμματος του ίδιου πανεπιστημίου στον τομέα της σκηνοθεσίας. Μιλάει Αγγλικά, Γαλλικά και Ρωσικά.
Έχει σκηνοθετήσει τις παραστάσεις: Ο επιθεωρητής από την Πετρούπολη (διπλωματική παράσταση βασισμένη στο έργο του Ν. Β. Γκόγκολ Ο επιθεωρητής – GITIS/Μόσχα), Παίζοντας το θύμα των αδελφών Πρεσνιακόφ που ανέβηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα σε δική του μετάφραση στο Εθνικό Θέατρο – Σκηνή «Κατίνα Παξινού», τη ραδιοφωνική παράσταση Ανθρώπινη συμπύκνωση της Αμάντας Μιχαλοπούλου στο Radio Plays – Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, Το ημερολόγιο ενός απατεώνα του Α. Ν. Οστρόφσκι στην κεντρική σκηνή VENE TEATER, Τάλλιν – Εσθονία), Οι παίχτες του Ν. Β. Γκόγκολ σε δική του μετάφραση και διασκευή στο θέατρο Κιβωτός, Talk Show του Suyako στο θέατρο Αθηναΐς και στο θέατρο Αποθήκη, Το όνειρο ενός γελοίου του Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι σε δική του μετάφραση και διασκευή σε συνεργασία με ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.Κ – περιοδεία στην Κρήτη, Ο σκύλος, η νύχτα και το μαχαίρι του Μάριους φον Μάγιενμπουργκ στην Πειραιώς 260 σκηνή Η- Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Από το 2019 διδάσκει υποκριτική στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Το 2022 ανέλαβε την καλλιτεχνική διεύθυνση της Πειραματικής Σκηνής Νέων Δημιουργών «Κατίνα Παξινού», του Εθνικού Θεάτρου.
«Οι Παίχτες», μια παράσταση γεμάτη μουσική, ζωντάνια και αδρεναλίνη, μια γιορτή και ένα πανηγύρι σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή στο Θέατρο Ράδιο Σίτυ από 27 Απριλίου (διαβάστε σχετικά εδώ))
Ο ταλαντούχος νεαρός σκηνοθέτης, Γιώργτος Κουτλής μιλά στην Ελπίδα Παπαδανιήλ για την Κουλτουρόσουπα.

Ε.Π.: Μια παράσταση με σταθερά sold out για δεύτερη χρονιά! Τι γίνεται με τους «Παίχτες»;
Γ.Κ.: Είμασταν τυχεροί γιατί πήγε πολύ καλά από πολύ νωρίς. Να φανταστείτε από αρχές Φλεβάρη είχαν τελειώσει τα εισιτήρια μέχρι το Πάσχα.
Ε.Π.: Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η τεράστια επιτυχία της παράστασης;
Γ.Κ.: Πιστεύω ότι είναι ένας συνδυασμός πραγμάτων. Καταρχήν είμαστε μια παρέα φίλων .Οι περισσότεροι γνωριζόμαστε εδώ και πολλά χρόνια και θέλαμε να δουλέψουμε μαζί. Μετά από τις δύσκολες καταστάσεις που βιώσαμε με τον κορονοϊό, βγήκαμε όλοι με μια έντονη ανάγκη να γιορτάσουμε το γέλιο, τη χαρά, τη ζωή, το ζωντανό πλέον θέαμα μακριά από τις οθόνες. Σαν μια χωροχρονική συγκυρία συναντήθηκε η ανάγκη η δική μας με την αντίστοιχη του κοινού για κάτι εξωστρεφές, νεανικό, με γέλιο, με μουσική και ζωντάνια. Και αυτό είναι οι «Παίχτες», ένα ζωντανό θέαμα με μια πολύ αληθινή σκηνική ατμόσφαιρα.
Ε.Π.: Πρόκειται για μια γιορτή δηλαδή;
Γ.Κ.: Ακριβώς. Μέσα μου την έφτιαχνα με μια ανάγκη να πω «Ζήτω το Θέατρο»!!Είναι ένα πανηγύρι που έχει συναυλιακά χαρακτηριστικά, μουσική και γέλιο, αλλά παράλληλα από τις καταβολές μου έχει τη δομή ώστε όλα αυτά να είναι στηριγμένα πάνω στη δραματουργία του έργου. Δραματουργία και θέαμα να πηγαίνουν συγχρόνως.
Ε.Π.: Πώς νιώθετε που ξεκινάτε την καριέρα σας με τόσο μεγάλες επιτυχίες;
Γ.Κ.:Χαρούμενος και ευλογημένος… Νιώθω από τους τυχερούς ανθρώπους που αυτό που έκανα από πολύ νωρίς επικοινώνησε και στο κοινό και σε κριτικούς οπότε έχω βρεθεί σε μια θέση που μπορώ να κάνω πράγματα που θέλω χωρίς έξτρα άγχη. Αυτό είναι ευλογία.
Ε.Π.: Δεν είναι καθόλου εύκολο όλο αυτό…
Γ.Κ.: Σίγουρα…καθόλου εύκολο. Και εγώ είχα προετοιμαστεί για να αντιμετωπίσω όλες τις καταστάσεις..

Ε.Π.: Πώς βλέπετε την πορεία, την εξέλιξή της σκηνοθεσίας; Είναι πλέον πιο αυτόνομοι οι σκηνοθέτες σε σχέση με το αρχικό κείμενο ή θα πρέπει να ακολουθούνται οι συγγραφικές οδηγίες;
Γ.Κ.:Σκηνοθεσία είναι η μετάφραση του γραπτού κειμένου σε σκηνική ζωή. Διαβάζεις δηλαδή το κείμενο και το μεταβολίζεις σε σκηνική γλώσσα. Σε αυτό το πέρασμα υπάρχει ένα ενδιάμεσο φίλτρο που είσαι εσύ ο ίδιος και η ομάδα σου. Σε αυτό το φίλτρο, ειδικά στα κλασικά έργα, το σημαντικό είναι το καινούργιο που έχεις εσύ να καταθέσεις. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα… Εάν σε ένα κήπο φυτεύεις για χρόνια ζαρζαβατικά κάποια στιγμή αρχίζει και χρειάζεται είτε αγρανάπαυση είτε να φέρεις από αλλού χώμα για να μπορέσει να είναι και πάλι πρόσφορο το έδαφος. Σε αυτά τα έργα λοιπόν, τα οποία τα «έχουνε φυτέψει» χιλιάδες φορές ανά τον κόσμο, χρειάζεται να φέρεις και άλλα υλικά για να μπορέσουν ξανά να είναι προσοδοφόρα.
Ε.Π.: Απαιτούνται λοιπόν οι παρεμβάσεις και τα φίλτρα του σκηνοθέτη;
Γ.Κ.: Στη σύγχρονη σκηνοθεσία η ματιά της ομάδας και του σκηνοθέτη κάνει μοναδικό το ανέβασμα του έργο.
Ε.Π.: Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη σκηνοθεσία; Και ασχολείστε μόνο με σκηνοθεσία ή παίζετε κιόλας;
Γ.Κ.:Αρχικά από το σχολείο ξεκίνησα. Έκανα θέατρο με τις ομάδες του σχολείου. Μετά παράλληλα με τη Νομική έκανα ερασιτεχνικό θέατρο και παρακολουθούσα διάφορα μαθήματα θεάτρου. Όταν ήμουν στο 3ο έτος της Νομικής μπήκα στο Ωδείο Αθηνών και τελείωσα παράλληλα και τις δύο σχολές. Σκηνοθέτης είμαι και σκηνοθέτης θα προσπαθήσω να παραμείνω… Κάνω και μεταφράσεις σε ρωσικά έργα γιατί έχω σπουδάσει εκεί. Τώρα εάν κάποια στιγμή, για κάποια ειδική περίπτωση αποφασίσω να παίξω, θα το κάνω.
Ε.Π.: Η Ρωσία πώς επιλέχθηκε για τις σπουδές σας; Το θέλατε ή τυχαία βρεθήκατε;
Γ.Κ.: Δεν είναι εύκολο από την Ελλάδα να βρεθείς στη Ρωσία. Τότε, για σπουδές σκηνοθεσίας υπήρχε μόνο ένα τμήμα στο ΑΠΘ, το οποίο δεν ήταν ακριβώς αυτό που έψαχνα. Στο Ωδείο Αθηνών είχα καθηγήτρια την Κατερίνα Ευαγγελάτου που είχε πάει στη Ρωσία για κάποιο διάστημα και τον Δημήτρη Ήμελλο, ο οποίος ήταν κομβικός για τη ζωή μου. Η διδασκαλία του λοιπόν και οι αναφορές του ήταν από τη Ρωσία και αυτό με έκανε να θέλω να πάω και εγώ στην πηγή. Δεδομένου ότι ήξερα ότι θέλω να γίνω σκηνοθέτης, υπήρχε μέσα στο μυαλό μου, απλά είπα για να μπορέσω να το κάνω σοβαρά πρέπει να το σπουδάσω. Και αυτοί οι άνθρωποι μου έδιναν την εντύπωση ότι είχαν κάτι φωτισμένο σε κάποια πράγματα γύρω από τη ζωή και γύρω από τη δουλειά. Έτσι μετά το στρατό πήγα στη Ρωσία για να το σπουδάσω.

Ε.Π.: Πόσα χρόνια μείνατε εκεί;
Γ.Κ.: Τέσσερα γεμάτα χρόνια και λίγο παραπάνω..
Ε.Π.: Στην παράσταση αυτή από ότι κατάλαβα δεν υπάρχουν κεντρικοί πρωταγωνιστές….
Γ.Κ.: Μεταξύ μας λέμε ότι πρωταγωνιστής είναι η απάτη. Πρόκειται για ένα απατεώνας ο οποίος έρχεται σε ένα πανδοχείο και εκεί συναντά δύο άλλους απατεώνες και μαζί προσπαθούν να εξαπατήσουν κάποιον άλλο ένοικο και να πάρουν ένα μεγάλο ποσό. Βασικά σε όλη τη διάρκεια της παράστασης επικρατεί ένα τύπου “Who do neit ??”, δηλαδή ποιος θα φάει ποιόν.
Ε.Π.: Αυτός ήταν και ο αρχικός σχεδιασμός;
Γ.Κ.:Η ιδέα ξεκίνησε καθώς ο αυτοσχεδιασμός που κάνουν οι απατεώνες πάνω στη σκηνή μου θύμιζε πάρα πολύ τον κωμικό αυτοσχεδιασμό που κάναμε στις σχολές ως ηθοποιοί, όπως και τον αυτοσχεδιασμό που κάνουν οι μουσικοί γενικά που έχει μια αδρεναλίνη που όλα μπορούν να πάνε καλά ή όλα μπορούν να πάνε χάλια. Θα μου άρεσε να τη λέω κωμωδία αδρεναλίνης.
Ε.Π.: Κάθε παράσταση και κάτι νέο, νέο ξεκίνημα, νέο παιδί…με ποια φιλοσοφία ξεκινάτε την κάθε παράσταση;
Γ.Κ.: Κάθε φορά είναι και ένα άλλο ραντεβού με ένα κόσμο, με ένα πολιτισμό… Κάθε συγγραφέας και το κάθε έργο είναι μια καταβύθιση πεντάμηνη που χάνεσαι σε ένα κόσμο, σε ένα σύμπαν και για αυτό και δεν βαριέσαι και ποτέ. Τώρα το πώς διαλέγεται είναι τελείως ενστικτώδες. Ένας καθηγητής μου έλεγε «Τα έργα δεν τα διαλέγω, με διαλέγουν».
Ε.Π.: Κατά πόσο αυτή η καταβύθιση μπορεί να εναρμοστεί με την καθημερινή σας ζωή;
Γ.Κ.: Δεν μπορώ να σας απαντήσω ιδιαίτερα γιατί τα τελευταία χρόνια ήταν λίγο περίεργα. Η ζωή μου ήταν η δουλειά μου και μόνο. Βγαίνοντας από ένα μακρύ διάστημα δουλειάς στο θέατρο τώρα μπόρεσα να κάνω καλές διακοπές. Και πάλι θα ξαναπέσω στα βαριά, δηλαδή στην ασταμάτητη δουλειά. Μάλλον εγώ θα είμαι σε αυτή τη φάση….θα δουλεύω για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα χωρίς να έχω ζωή και μετά θα ξανά έχω μόνο ζωή. Είναι περίεργες οι ισορροπίες γιατί κάνω μια δουλειά η οποία είναι το χόμπι μου, είναι η αγάπη μου, είναι το μέρος όπου περνάω καλά, οπότε τα όρια, τα ωράρια δεν υπάρχουνε.
Ε.Π.: Είναι και απαιτητική η δουλειά σας…
Γ.Κ.: Ναι, βέβαια απαιτεί προσωπική παρουσία και έχει τεράστια ευθύνη, ευθύνη ενός συνόλου, μια ολόκληρης παραγωγής.. Για οτιδήποτε πάει στραβά φταίω εγώ..

Ε.Π.: Αφουγκράζεστε τις τάσεις και τις ανάγκες της εποχής;
Γ.Κ.:Νομίζω ότι ένας σκηνοθέτης οφείλει να είναι μέσα στην εποχή του, να βλέπει οτιδήποτε γίνεται δημιουργικά, οτιδήποτε επηρεάζει τον κόσμο είτε αυτό είναι πολιτιστικό έργο είτε πολιτικά γεγονότα που συμβαίνουν. Προσωπικά παρατηρώ ότι αποφεύγω να ασχολούμαι με επικαιρικά έργα και επιλέγω έργα που μπορεί στην πρώτη ανάγνωση να μην βλέπεις καμία σχέση με αυτά που συμβαίνουν τώρα αλλά το θέμα, αυτό που διαπραγματεύεται και που μιλάει παραδόξως να συγγενεύουν πάρα πολύ με το αίσθημα του σημερινού ανθρώπου ή με το αίσθημα που έχει μια γενιά ή η κοινωνία σήμερα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι στην υπόθεση θα δεις αναλογίες με το σήμερα. Θεωρώ ότι έτσι λειτουργεί καλύτερα σε μένα η αναφορά και η αλληγορία της θεατρικής πράξης από όταν βλέπεις στην κυριολεξία τη συσχέτιση με το σήμερα.
Ε.Π.: Επηρεάζεστε περισσότερο από τις κοινωνικές παθογένειες;
Γ.Κ.: Εννοείται πως με επηρεάζουνε. Κατά τη γνώμη μου δεν μπορείς να είσαι καλλιτέχνης χωρίς να σε αφορούν οι παθογένειες της κοινωνίας και να μην προσπαθείς μέσω της τέχνης σου να τις σχολιάσεις, να δημιουργήσεις ερωτήματα. Το θέατρο είναι κοινωνική και πολιτική πράξη, και πολιτική το εννοώ χωρίς πρόσημο αναγκαστικά αλλά ως κίνηση, δεδομένου ότι έχεις ένα δημόσιο βήμα απέναντι σε ανθρώπους που έρχονται να επικοινωνήσεις κάτι. Οπότε έχεις ευθύνη για το τι επικοινωνείς και πώς το επικοινωνείς. Το μόνο που δεν μου αρέσει είναι όταν γίνεται εργαλειοποίηση αυτών των καταστάσεων, όταν γίνονται για παράδειγμα της μόδας τα έργα για το ρατσισμό ή τη μετανάστευση. Νομίζω ότι μπορείς να μιλήσεις για το ρατσισμό με ένα έργο που δεν είναι εμφανώς για το ρατσισμό. Υπάρχουν και πιο υποδόριοι και λανθάνοντες τρόποι, οι οποίοι νομίζω πολλές φορές λειτουργούν πιο ουσιαστικά στον υποδοχέα που είναι ο θεατής.
Ε.Π.: Οπότε είναι πιο «χρήσιμα» για το θεατή τα υπολανθάνοντα νοήματα;
Γ.Κ.: Πιστεύω ότι η θεατρική πράξη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ιδανικά «Δούρειος Ίππος», για αυτό μου αρέσει και η πολιτική, η σατυρική κωμωδία. Έχει ας πούμε μια δομή, που σε πρώτο βαθμό εσύ που βρίσκεσαι εκεί περνάς καλά αλλά ταυτόχρονα μέσα σου γίνονται κάποιες διεργασίες που δεν καταλαβαίνεις καν ότι συμβαίνουν αυτές οι διεργασίες. Πρέπει λοιπόν να λειτουργεί ως «Δούρειος Ίππος». Ιδανικά δεν ξέρω εάν το κάνω αλλά ξέρω πως προσπαθώ προς αυτή την κατεύθυνση.

Ε.Π.: Τι θα μπορούσε να είναι πρόκληση για εσάς, για να σκηνοθετήσετε ένα έργο;
Γ.Κ.: Προσωπικά με ενδιαφέρει και η εμπειρία του θεάματος. Μπορεί να είναι ένα μουσικό θέαμα, ένα interactive show. Δηλαδή, πώς θα έρθει κάποιος σε ένα ζωντανό θέαμα που δεν έχει οθόνη και θα βιώσει μια εμπειρία η οποία είναι μοναδική Αυτό θεωρώ ότι είναι πολύ κομβικό. Με ενδιαφέρουν δηλαδή και πράγματα που δεν έχουν ακριβώς αφετηρία ένα κείμενο. Αυτό όμως μαίνεται να το δοκιμάσω γιατί είμαστε ακόμη στην αρχή.
Ε.Π.: Θα μπορούσε ένα μουσικό κομμάτι να σας δώσει ένα έναυσμα;
Γ.Κ.: Εννοείται. Νομίζω θα με ενδιέφερε να σκηνοθετήσω και παράλληλα πράγματα πέρα από αμιγώς θεατρική πράξη είτε είναι κάποιο είδος θεάματος είτε είναι συναυλία. Με ενδιαφέρουν και παράλληλα πράγματα.
Ε.Π.: Πότε είστε ικανοποιημένος με μια παράσταση;
Γ.Κ.: Όταν νιώθω ότι πλέον μπορεί να έχει τη δικιά της ζωή χωρίς να χρειάζεται να είμαι εγώ από πάνω κάθε μέρα.
Ε.Π.: Τι θα θέλατε να κερδίζουν οι θεατές από κάθε παράσταση;
Γ.Κ: Να σας πω την αλήθεια θα ήθελα να τους ξανά δημιουργηθεί η ανάγκη να πάνε στο θέατρο.
Ε.Π.: Έχετε κερδίσει τον τίτλο του «talk of the town» στους εικοσάχρονους, μια και έχετε καταφέρει να τους φέρετε στο θέατρο, πράγμα όχι και τόσο εύκολο…
Γ.Κ.: Μάλλον οι αναφορές και τα μέσα μου επικοινωνούν με αυτές τις ηλικίες, έχουμε κοινές αναφορές. Άλλωστε ηλικιακά δεν έχουμε και μεγάλη απόκλιση. Από την άλλη, επειδή πολλοί φίλοι μου δεν πηγαίνουν θέατρο ένας στόχος μου ήταν και αυτό, να έρθουν αυτοί οι άνθρωποι στο θέατρο. Με απασχολεί να υπάρχει μέσα ταχύτητα επικοινωνίας και τρόπος που να επικοινωνεί με τους νέους ανθρώπους. Γιατί, εάν χάσουμε αυτές τις γενιές μετά δε θα έχουμε λόγο να υπάρχουμε στην κοινωνία, θα είμαστε ένα μουσειακό είδος. Πάντως, χαίρομαι πάρα πολύ που συμβαίνει.
Ε.Π.: Όλοι χαιρόμαστε όταν βλέπουμε τους νέους να κατακλύζουν τα θέατρα..
Γ.Κ.: Ξέρετε, πάντα πίστευα ότι δεν έχουν απομακρυνθεί οι νέες γενιές από το θέατρο αλλά το θέατρο απομακρύνθηκε από αυτές. Όπως και στην τηλεόραση, οι εκπομπές έχουν απομακρυνθεί από τους ανθρώπους. Οι νέες γενιές χρησιμοποιούν πλατφόρμες και βλέπουν τηλεόραση, απλά το υλικό της τηλεόρασης δεν απευθύνεται στις νέες γενιές.

Ε.Π.: Για ποιο λόγο λέτε να συμβαίνει αυτό;
Γ.Κ.: Δεν ξέρω.. Ίσως οι άνθρωποι να είναι πολύ φοβισμένοι να δοκιμάσουνε κάτι καινούριο και πάνε με την πεπατημένη, που ίσως είναι κάτι πολύ συντηρητικό και συνήθως απευθύνεται σε άλλες, ίσως μεγαλύτερες ηλικίες. Ενώ οι νέες γενιές μέσα από το διαδίκτυο ψάχνουν να βρουν θέματα που να μην τους είναι βαρετά και να είναι μια εμπειρία για αυτούς. Ζούμε σε μια εποχή αναζήτησης εμπειριών και εάν το θέατρο μπορεί να προσφέρει μια καινούρια, μια διαφορετική εμπειρία τότε ο κόσμος και οι νέοι θα έρθουν. Το θέμα είναι να είναι κάτι φρέσκο και κάτι το οποίο επικοινωνεί. Και αυτό για μένα είναι το ζητούμενο με το θέατρο, να είναι επικοινωνιακό.
Ε.Π.: Πώς είστε με τους συνεργάτες σας; Είστε απαιτητικός στις συνεργασίες σας;
Γ.Κ.: Τι να σας πω… Τους συνεργάτες μου καλυτέρα να ρωτήσετε… Νομίζω ότι είμαι αρκετά χαλαρός άνθρωπος και πιστεύω ότι η δημιουργικότητα προκύπτει μέσα από απλές στιγμές, έχοντας εγώ την τελική ευθύνη και τον τελευταίο λόγο για την κατεύθυνση του συνόλου της παράστασης. Ακούω βέβαια και τους συνεργάτες μου. Για παράδειγμα, δεν είμαι ειδικός στην μουσική, μπορώ να δώσω μια κατεύθυνση, την γνώμη μου αλλά εμπιστεύομαι τον άνθρωπο που έχω επιλέξει ως συνεργάτη μου. Εγώ φροντίζω όλα αυτά να επικοινωνούν μαζί, φροντίζω να δημιουργήσω ένα ενιαίο σύνολο που θα οδηγήσει σε μια ολοκληρωμένη παράσταση. Σαφώς λοιπόν ακούω, εμπιστεύομαι και ζητάω μάλιστα να μου προτείνουν πράγματα που δεν έχω ξανά δει.
Ε.Π.: Τι σας ενοχλεί περισσότερο σήμερα στους ανθρώπους;
Γ.Κ.: Προσπαθώ αυτά που με ενοχλούν να τα προσπερνάω για να μην με εμποδίζουν από το να είμαι δημιουργικός στη ζωή μου. Γιατί εάν σταθώ στις οχλήσεις θα με τραβάνε πίσω, και είναι και πολλές οι οχλήσεις.. Σίγουρα στο χώρο της δουλειάς μου με ενοχλεί η γκρίνια και η μιζέρια γιατί η δημιουργική διαδικασία θέλει μια γενναιοδωρία και μια ανεμελιά για να μπορέσει το αποτέλεσμα να είναι ζωντανό.

Ε.Π.: Διαβάζετε όλες τις κριτικές και τα σχόλια για τις παραστάσεις σας…. Πώς τις αξιολογείτε μετά; Πώς σας επηρεάζουν;
Γ.Κ.: Κοιτάξτε, έχω σπουδάσει σε μια σχολή που κάθε εβδομάδα είχαμε παρουσιάσεις και με διαλύαν στην κριτική οι καθηγητές μου, οι οποίοι είναι άνθρωποι που θαυμάζω και σέβομαι. Από εκεί και πέρα όταν η κριτική γίνεται από αγνώστους που δεν γνωρίζω τις καταβολές τους, ακούω τι λένε και αν θεωρώ ότι κάτι είναι χρήσιμο και παραγωγικό για μένα στο να βελτιωθώ, προσπαθώ να το πάρω. Ακούς τις κριτικές προσπαθώντας να βελτιωθείς. Το θέμα είναι από όλα αυτά που διαβάζεις αντί να απογοητεύεσαι και να μπαίνεις σε μικροπρέπειες να καταλάβεις τι θέλει να πει ο καθένας και να δεις σε ποιο σημείο εσύ αυτό θέλεις να το διορθώσεις. Είναι σημαντικό για μένα και προσπαθώ να ακούω τους πάντες, άσχετα μετά εάν συμφωνώ ή διαφωνώ. Αυτή άλλωστε είναι και η δουλειά μου. Κατά τα άλλα γνωρίζετε ότι δεν μπορείς να αρέσεις σε όλους, υπάρχουνε πολλά και ποικίλα γούστα.
Ε.Π.: Ποιο ήταν το καλύτερο σχόλιο που διαβάσατε;
Γ.Κ.: Μια φορά ένας φίλος μου παιδικός μου είχε πει «Ρε Κουτλή θα μας κάνεις να αγαπήσουμε το θέατρο..»
.
-k-
ΡΑΔΙΟ ΣΙΤΥ
«Οι παίχτες» του Νικολάι Βασίλιεβιτς Γκόγκολ.
ΠΡΕΜΙΕΡΑ: Πέμπτη 27 Απριλίου, 21:00
ΠΡΕΜΙΕΡΑ: Πέμπτη 27 Απριλίου, 21:00

Σ’ ένα απομακρυσμένο πανδοχείο της Ρωσίας, καταφτάνει ένας δεινός χαρτοπαίχτης, απατεώνας, και πλαστογράφος. Στόχος του, να βρει τα επόμενα θύματά του, και να τα «γδάρει». Αλλά δε θα είναι τόσο απλή υπόθεση. Στο ίδιο πανδοχείο διαμένουν δύο εξίσου δεινοί κομπιναδόροι, που γυρεύουν το ίδιο ακριβώς πράγμα με τον πρώτο: ένα λαχταριστό, αθώο και, φυσικά, κεφαλαιούχο θύμα. Οι δύο συναντούν τον ένα και σύντομα ενώνουν τις δυνάμεις τους…
Σκηνοθεσία: Γιώργος Κουτλής. Ερμηνεύουν: Γιάννης Νιάρρος/Προμηθέας Αλειφερόπουλος, Βασίλης Μαγουλιώτης, Ηλίας Μουλάς, Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος.
Ήμερες και ώρες παραστάσεων: Από 27/04. Τετάρτη στις 20:00, Πέμπτη – Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο 18:00 & 21:00, Κυριακή στις 20:00
.
Φωτογραφικό υλικό