Για χρόνια οι παραγωγοί της βιομηχανίας του Χόλυγουντ ανακυκλώνουν τις ιστορίες που έκαναν επιτυχία στο παρελθόν και αναμένουν την κατάλληλη στιγμή για την επανακυκλοφορία τους. Σε αυτό το διάστημα, προφανώς κυκλοφορούν και νέες ιστορίες, οι οποίες παίρνουν τη σειρά τους για τη συνήθη πορεία. Με αυτό τον τρόπο διατηρείται το σχήμα κύκλου και όλοι βγαίνουν κερδισμένοι με τη βιομηχανία να ακμάζει. Στην εποχή μας, ένας ζωτικής σημασίας κρίκος έσπασε σε αυτή την κυκλική διαδικασία παραγωγής και αναπαραγωγής και αυτός είναι η εμφάνιση νέων ιστοριών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η βιομηχανία να σκάβει ολοένα πιο βαθιά και πιο άπληστα στην απόπειρα της να επαναφέρει μία «φωτεινή αχτίδα» από το πρόσφατο πια παρελθόν.
Στο παρόν άρθρο η άπληστη ταινία είναι η νέα εκδοχή της ιστορίας του «Κορακιού» (The Crow, 2024) με την αποκαλούμενη «αχτίδα φωτός» σε καλλιτεχνικό μονάχα επίπεδο να είναι η πρώτη ταινίας της σειράς με ομώνυμο τίτλο: «Το Κοράκι» (1994). Πάμε να δούμε τι συνέβη σε αυτή την τραγικής κατάληξης ταινία…
Υπόσχεση:
Η υπόσχεση σε αυτή την ιστορία αρχίζει με τον ίδιο τραγικό τρόπο που ολοκληρώνεται. Ο συγγραφέας και σχεδιαστής Τζέιμς Ο’ Μπάρμε αφορμή αφενός την προσωπική του τραγωδία, αφετέρου άσχημες ειδήσεις ανθρωποκτονίας στην περιοχή του Ντιτρόιτ γράφει και δημοσιεύει σε μέρη το κόμικ του με τίτλο: «Το Κοράκι» (1989). Η ιστορία γίνεται ανάρπαστη και η δημοφιλία του προσελκύει παραγωγούς της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Αρχικά, προτείνεται η ιδέα να κυκλοφορήσει ως ένα σκοτεινό μιούζικαλ. Λαμβάνοντας υπόψη την καθολική απογοήτευση και αποτυχία της νέα ταινίας της διλογίας του χαρακτήρα «Τζόκερ» με τίτλο: «Τζόκερ: Τρέλα Για Δύο» (Joker: Folie aDeux, 2024), αντιλαμβάνεται κανείς ότι η προσέγγιση μιούζικαλ σε αυτού του είδους τις ιστορίες δε δύναται να δουλέψει. Οι συζητήσεις έγιναν περισσότερο σοβαρές όταν ξεκίνησε να συμμετέχει σε αυτές ο νέος αιγυπτιώτης με ελληνικές ρίζες σκηνοθέτης Άλε ξΠρόγιας. Αυτή θα ήταν η πρώτη του ταινία, δεδομένου ότι προερχόταν από τον χώρο της διαφήμισης και των «βίντεο κλιπ» γνωστών καλλιτεχνών της μουσικής βιομηχανίας, όπως των «INXS», των «FleetwoodMac», του «MikeOldfield», των «Alpha ville» και του «Sting». Πρωταγωνιστής της ταινίας επιλέχθηκε ο νεοφερμένος ηθοποιός και γιος του θρύλου των πολεμικών τεχνών Μπρους Λι, Μπράντον Λι…
Πλοκή:
Σύμφωνα με τον μύθο το Κοράκι μεταφέρει τις ψυχές των νεκρών στον άλλο κόσμο. Υπάρχουν όμως φορές, που ο πόνος του νεκρού είναι τόσο μεγάλος που το Κοράκι του δίνει μία δεύτερη ευκαιρία για λύτρωση. Ο Έρικ Ντρέιβεν και η αρραβωνιαστικιά του Σέλι Γουέμπστερ δολοφονούνται από μία τοπική συμμορία λίγο πριν τον γάμο τους. Έναν χρόνο μετά, ο Έρικ επιστρέφει στον κόσμο των ζωντανών με τη βοήθεια του Κορακιού, για να εκδικηθεί για την αδικία που διαπράχθηκε. Ο Έρικ με τις νέες του δυνάμεις, την αυτοΐαση και την όραση του κορακιού θα κυνηγήσει τους δολοφόνους του. Δε θα αργήσει να καταλάβει πως αυτοί δεν ήταν παρά πιόνια ενός αδίστακτου και αιμοσταγή γκάνγκστερ. Η μοίρα θα τους φέρει αντιμέτωπους σε μία σύγκρουση που ξεπερνάει τα όρια ζωής και θανάτου.
Σκηνοθεσία:
Αρχικά, ο Άλεξ Πρόγιας επιθυμούσε να μεταφέρει ευλαβικά και πιστά τις ασπρόμαυρα σχεδιασμένες σελίδες του κόμικ στην ασημένια οθόνη. Θεωρούσε ότι το χρώμα δεν ταίριαζε σε μία ιστορία τόσο σκοτεινή, όσο αυτή που είχε στα χέρια του. Αποφάσισε λοιπόν να γυρίσει την ταινία του δίχως αποχρώσεις με απώτερο σκοπό να υπογραμμίσει αυτή τη μεταφορά στον απόλυτο βαθμό. Οι παραγωγοί δεν του επέτρεψαν να κινηθεί σε αυτή την ιδέα και ο νεαρός δημιουργός κατάφερε να προσαρμόσει τις νέες προτροπές και σημειώσεις στον υπάρχον του όραμα. Διατηρεί το χαρακτηριστικό μαύρο και το φωτίζει με τρόπο που να αποκτά μία κρυστάλλινη και μεταλλική σχεδόν εικόνα. Προσέχει παράλληλα και φέρνει χρωματικές αντιθέσεις με μία γκρίζα απόχρωση στις επιφάνειες και μία κόκκινη αντίστοιχη στο φόντο. Το αποτέλεσμα είναι πρωτότυπο στο μάτι, καθώς δίνει την αίσθηση πως ρεαλιστικός και φανταστικός κόσμος συνυπάρχουν ανάμεσα στα καρέ των λωρίδων φιλμ. Η πρωταρχική ιδέα εντούτοις του καλλιτέχνη θα βρει ανταπόκριση μετά από τουλάχιστον μία δεκαετία, όταν δηλαδή θα αποφασιστεί να μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη το κόμικ της «Αμαρτωλής Πόλης» (Sin City, 2005), που οι σκηνοθέτες της θα μείνουν πιστοί στην ασπρόμαυρη απόδοση της ιστορίας.
Τα γυρίσματα πραγματοποιήθηκαν στο Γουίλμινγκτον, στη Βόρεια Καρολίνα κατά κύριο λόγο βραδινές και νυχτερινές ώρες. Δεν πρόκειται για μία εύκολη και ομαλή διαδικασία, ενώ η κατάληξη τους άφησε το σύνολο των συντελεστών συντετριμμένο. Το κρύο και το ψύχος καθυστερούσαν σε καθημερινή βάση τα γυρίσματα με τις κάμερες και τις ράγες, οι οποίες τις κινούν, να χρειάζεται να ξεπαγώνουν. Το αποκορύφωμα στην ανοιχτή διένεξη καιρού και παραγωγής ήταν η καταιγίδα που κατέστρεψε τα εξωτερικά σκηνικά. Έπειτα, ο σκηνοθέτης μετέφερε την παραγωγή του σε εσωτερικό χώρο και εκεί έγιναν αντιληπτά νέα ζητήματα που δεν άργησαν να γίνουν προβλήματα. Ο πρωταγωνιστής της ταινίας, Μπράντον Λι αντιλήφθηκε ότι γίνεται διακίνηση και χρήση ναρκωτικών ουσιών, γεγονός που τον ενόχλησε και τον θορύβησε. Στην ταινία υπάρχει μάλιστα σκηνή που ο χαρακτήρας του Λι αποτρέπει μία μητέρα από το να συνεχίσει να λαμβάνει τοξικές ουσίες.
Η διάρκεια της ταινίας είναι μία ώρα και σαράντα δύο λεπτά με τον ρυθμό να τρέχει για να καλύψει την δράση. Η ταινία έχει σκηνοθετηθεί με τέτοιον τρόπο έτσι ώστε κάθε εικόνα να θυμίζει και κάδρο κόμικ. Ο Πρόγιας βασίζεται στην γρήγορη εναλλαγή εικόνων για να αποκρύψει ορισμένες αδυναμίες της ταινίας που υπήρχαν εξαρχής, λόγω ελλείψει οικονομικών κεφαλαίων, αλλά και μετέπειτα με την τραγική απώλεια του πρωταγωνιστή της ταινίας. Η άμεση και σχεδόν βίαιη προσθήκη σκηνών «flashback» δίνει μία συγκεκριμένη ταχύτητα στον ρυθμό, ο οποίος για να διατηρηθεί πρέπει να συνεχίσει την ένταση. Αυτή πηγάζει από τις σκηνές δράσης, οι οποίες διακρίνονται από δύο οπτικές γωνίες και δεν κάνουν χάρη στην εποχή τους δείχνοντας τον δρόμο για μία νέα ματιά στο κομμάτι αυτό. Ο δημιουργός φροντίζει να μας δίνει την οπτική γωνία του ίδιου του κορακιού (του πτηνού), που λειτουργεί σαν πληροφοριοδότης του ήρωα. Η γεωμετρία και συμμετρικότητα του κάδρου αλλοιώνεται και ο/η θεατής λαμβάνει μία ενδιαφέρουσα οπτική. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο το γεγονός των ομοιοτήτων του «Κορακιού» με μεταγενέστερες ταινίες, όπως η «Σκοτεινή Δύναμη» (Blade, 1998) και το «Μάτριξ» (1999). Ο τόνος από την άλλη λόγω αφενός της θεματικής αφετέρου της βίας δεν μπορεί παρά να είναι σοβαρός και να δίνει την αμέριστη σημασία σε όσα συμβαίνουν.
Ερμηνείες:
Πρωταγωνιστής της ταινίας όπως αναφέρθηκε ήταν ο Μπράντον Λι. Ο ηθοποιός είχε μία ταινία στο ενεργητικό του, ενώ είχε εμφανιστεί σε μικρούς ρόλους στη μικρή και μεγάλη οθόνη. Πρόκειται για τη επιτομή του πολλά υποσχόμενου ηθοποιού σταρ. Ο Άλεξ Πρόγιας γνώριζε ότι το πρόσωπο του Λι ήταν το πλέον κατάλληλο για τον ρόλο. Τα ομοιόμορφα χαρακτηριστικά του με τα συναισθηματικά του μάτια θα επικοινωνούσαν την θλίψη και τον πόνο του χαρακτήρα, ενώ η φυσική του κατάσταση θα υποστήριζε πλήρως τις σκηνές δράσης δεδομένης της εκπαίδευσης που έλαβε από νεαρή ηλικία ο ηθοποιός λόγω του πατέρα του. Οι παραγωγοί του στούντιο δεν είχαν πειστεί. Ήθελαν έναν νέο ηθοποιό, ο οποίος να έχει προλάβει να είναι εδραιωμένος στον χώρο. Τα ονόματα των Ρίβερ Φοίνιξ και Κρίστιαν Σλάτερ έπεσαν στο τραπέζι. Σε κοινή πλεύση και συμπόρευση βρέθηκε και ο συγγραφέας του κόμικ που ήθελε να δει τον Τζόνι Ντεπ στον ρόλο του πρωταγωνιστή. Άλλαξε εντούτοις γνώμη όταν είδε ένα δοκιμαστικό του Μπράντον Λι να μεταφέρει τη χαρακτηριστική πλέον ατάκα του στην ταινία: «Είναι βενζίνη αυτό που μυρίζω;»
Ο ηθοποιός από μεριάς του αφιερώθηκε πλήρως στον ρόλο που ανέλαβε. Έχασε τα κιλά που του ζητήθηκαν και στεκόταν μπροστά στους φίλους του που έτρωγαν για να οξύνει την αυτοσυγκράτηση και εγκράτεια του. Παρατήρησε ότι όσο περνούσε η ταινία, το μακιγιάζ του χαρακτήρα του θα έπρεπε να φθείρεται. Αποφάσισε λοιπόν από κοινού με τον σκηνοθέτη να τον βάφουν πριν αποκοιμηθεί έτσι ώστε όταν ξυπνάει και σηκώνεται να έχει μία φυσική φθορά. Ο Πρόγιας εξεπλάγη με την προσήλωση του Μπράντον Λι στον ρόλο, αλλά δεν μπορούσε να προβλέψει αυτό που θα ερχόταν. Ο συμπρωταγωνιστής του ωστόσο Τζον Πολίτο σε μία τραγική συζήτηση που είχε με τον ηθοποιό φέρεται να του είπε να προσέχει περισσότερο στις επικίνδυνες σκηνές, ειδάλλως θα καταλήξει νεκρός…
Μετά, ακολούθησε η σκηνή που υπήρξε ο λόγος να αλλάξει ολόκληρη η πολιτική χρήσης όπλων στις ταινίες του Χόλυγουντ. Το «Κοράκι», ο πρωταγωνιστής, ο Μπράντον Λι καλείται να γυρίσει μία σκηνή, η οποία χρονολογικά τοποθετείται στην αρχή της ταινίας σε μορφή «flashback» και απεικονίζει τον θάνατο του ήρωα. Σε μία άκρως τραγική στιγμή, ο ηθοποιός Μάικλ Μάσι πυροβόλησε τον Λι, αλλά το όπλο του προς αρνητική έκπληξη όλων, λόγω της μεγάλης ποσότητας σε πυρίτιδα στο κενό φυσίγγιο εκτόξευσε θραύσμα σφαίρας. Ο ηθοποιός δέχτηκε την σφαίρα και απευθείας όλοι αντιλήφθηκαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Διαπιστώθηκε ο πυροβολισμός του και άμεσα διακομίστηκε στο νοσοκομείο, όπου και άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 28 ετών.
Το υπόλοιπο καστ βρίσκεται στο σετ για να φέρουν υπερβολικούς χαρακτήρες, οριακά σχεδόν καρικατούρες. Ο Μάικλ Γουίνκοτ ερμηνεύει τον κυρίως ανταγωνιστή, το «μεγάλο αφεντικό». Μία ασφαλής επιλογή δεδομένου του παρουσιαστικού του ηθοποιού. Είναι απειλητικός, είναι επικίνδυνος και αυτό επικοινωνείται από το κενό βλέμμα του ηθοποιού που φαίνεται να αποκτά ζωή μόνο μέσα από τον πόνο των άλλων. Στο ίδιο μήκος κύματος εκπέμπει και ο προαναφερόμενος ηθοποιός, Τζόν Πολίτο, ο οποίος ενσαρκώνει τον πιο γλοιώδη τύπο που θα μπορούσε κανείς να συναντήσει σε ενεχυροδανειστήριο. Πρόκειται για ηθοποιό-χαρακτήρα και πάντα είναι απολαυστικό να τον αφήνουν να ξεφύγει με την ιταλική του προφορά, την εκ φύσεως δυσφορία του και το μόνιμο μειδίαμα λύπης. Έναντι αυτής της υπερβολής έρχεται να φέρει την ισορροπία ο Έρνι Χάντσον, σε έναν ρόλο αντίστοιχο του «Επιτρόπου Γκόρντον» του σύμπαντος του «Batman». Ο ηθοποιός φαίνεται να προέρχεται από άλλο κόσμο και ότι κάποιος με το ζόρι τον πέταξε στην παρανοϊκή κόλαση του σύμπαντος του «Κορακιού». Η δυναμική του με την νεαρή συμπρωταγωνίστρια του, Ροσέλ Ντέιβις, δείχνει στον/στην θεατή τους ανθρώπους που αξίζουν να σωθούν σε αυτό τον δίχως σωτηρία κόσμο.
Τεχνικό Κομμάτι:
Σε αυτό τον συγκεκριμένο τομέα, έχουμε συνηθίσει να γράφουμε το θετικό αντίκτυπο της συνεργασίας των διάφορων τμημάτων για το τελικό αποτέλεσμα. Αν εξαιρέσουμε αυτό που συνέβη με την απειρία ή την έλλειψη σωστού ελέγχου και μέτρων προστασίας, σε μεγάλο βαθμό ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του έργου. Τα πρακτικά εφέ μεταφέρουν το κοινό σε ένα εφιαλτικό κόσμο που θυμίζει σε μία υπερβολικά αλλοιωμένη του εκδοχή τον δικό μας. Οι μινιατούρες της πόλης σώζουν την παραγωγή που υπέφερε από διαρκή ατυχήματα και καταστροφές στο σετ. Τα κουστούμια ελλείψει οικονομικών πόρων συνδυάζουν πολλά υφάσματα μεταξύ τους. Σε ένα χαοτικό κόσμο, το στυλ των ανθρώπων που τον απαρτίζουν, θα είναι εξίσου χαοτικό. Το μοντάζ ακολουθεί τις επιταγές του σκηνοθέτη και αποκρύβει τεχνηέντως την απουσία του ηθοποιού από τις σκηνές που δεν πρόλαβε ποτέ να γυρίσει. Η μουσική της ταινίας είναι ένας θρίαμβος και μία προσωπική νίκη του συγγραφέα. Κατά τη διάρκεια της συγγραφής και σχεδίασης του κόμικ, ο Τζέιμς Ο’ Μπάρ άκουγε τη μουσική από συγκροτήματα όπως οι «Joy Division» και οι «Cure». Οι τελευταίοι μάλιστα δέχτηκαν να γράψουν το κομμάτι «Burn» για την έναρξη της ταινίας. Αναμφίβολα όμως το κομμάτι «It Can’t RainAll The Time» της Τζέιν Σίμπερι κλέβει την παράσταση με την απόσταση της από την ολότητα του ροκ ήχου της ταινίας.
Αποτίμηση:
Ο άδικος θάνατος του Μπράντον Λι επισκίασε την ταινία. Ο Άλεξ Πρόγιας είχε πάρει την απόφαση να μην κυκλοφορήσει την ταινία ως μία κίνηση απότισης φόρου τιμής στον θανούντα συνεργάτη του. Η αρραβωνιαστικιά του Λι πίεσε τον καλλιτέχνη να προχωρήσει, αφού αν αυτή η ταινία κλεινόταν στο συρτάρι, ο θάνατος του αγαπημένου της θα ήταν τελείως μάταιος. Ο Μπράντον Λι ήταν πολύ ενθουσιασμένος με την ταινία του και αν ζούσε θα ήταν περήφανος για το τελικό αποτέλεσμα. Αυτή η ταινία σίγουρα δεν είναι για όλους. Έχει εξωφρενική βία, η οποία λόγω της εποχής της δεκαετίας του ’90 δεν μπορεί να αποκρυφτεί με ψηφιακά τεχνάσματα. Η αισθητική της σίγουρα εντυπωσιάζει αλλά όχι πάντα για τους σωστούς λόγους. Έθεσε όμως μία νέα γραμμή από τον τρόπο που προσεγγίζονται το κόμικ στη μεγάλη οθόνη μέχρι και τη χρήση όπλων στο σετ. Παρά τα μέτρα, δυστυχήματα συνεχίζουν να συμβαίνουν και να στοιχειώνουν για πάντα που πάτησαν την σκανδάλη. Μακάρι να μη συμβούν ποτέ ξανά.
Θα έβαζα με ταπεινότητα όπως πάντα ένα 7,2/10 για την κληρονομιά που άφησε αυτή η ταινία, αλλά και για τον χαμό του ηθοποιού.
«Το Κοράκι» (TheCrow, 1994) εγχρ.
Διάρκεια: 1 ώρα και 42 λεπτά. Είδος: Δράσης-Εγκλήματος. Σκηνοθεσία: ΆλεξΠρόγιας. Πρωταγωνιστές: ΜπράντονΛί, ΜάικλΓουίνκοτ, ΤζόνΠολίτο, Έρνι Χάντσον, Ροσέλ Ντέιβις.