Η Μέιμπελ Λονγκέτι είναι η σύζυγος του Νικ και η μητέρα των τριών ανήλικων παιδιών τους. Ο Νικ είναι εργοδηγός και διευθύνει την ομάδα του στα μεγάλα δομικά έργα της πόλης του Λος Αντζελες. Ένας έξω-καρδιά ιταλοαμερικανός βιοπαλαιστής, που φέρνει τους εργάτες του για μακαρονάδα στις 7 το πρωί, μετά από μία νύχτα σκληρής δουλειάς. Αγαπά την Μέιμπελ, αλλά δεν ξέρει πώς να την υπερασπιστεί στον περίγυρό του -στη γειτονιά, την οικοδομή, την μητέρα του. Πως θα διαχειριστεί την κοινωνική και πολιτισμική ανατροφή του. Γιατί κι εκείνος πιστεύει ότι σε μια οικογένεια υπάρχουν ρόλοι, προκαθορισμένοι και ξεκάθαροι: η γυναίκα είναι νοικοκυρά, μητέρα, κυρία. Όπως και ο άντρας είναι αυτός που φέρνει χρήματα και ασφάλεια στο σπίτι. Είναι δυνατός, δίκαιος, προστατευτικός και έχει όλες τις απαντήσεις.
Όμως ο Νικ δεν μπορεί να απαντήσει στο γιατί η Μέιμπελ δεν είναι όπως όλες οι άλλες γυναίκες. Είναι παράξενη, ιδιοσυγκρασιακή, νεραϊδοπαρμένη. Διαφορετική. Γελάει πολύ, τραγουδάει πολύ, χορεύει πολύ, πίνει πολύ. Έχει μεταπτώσεις συμπεριφοράς -«τους γνωστούς της πονοκεφάλους». Ακόμα και ανάμεσα στα παιδιά τους, είναι εκείνη το πιο μεγάλο παιδί από όλα. Ο Νικ θυμώνει που την λένε «τρελή», «κούκου». Στο τέλος και ο ίδιος τελικά υποκύπτει: την κλείνει σε ψυχιατρική κλινική.
Η Τζίνα Ρόουλαντς είχε εκφράσει την επιθυμία να υποδυθεί στο θέατρο μια γυναίκα που βρίσκεται στα πρόθυρα νευρικού κλονισμού, ζητώντας από το σύζυγό της να γράψει κάτι σχετικό. Ο Κασσαβέτης της παρουσίασε το συγκεκριμένο έργο, πλην όμως η Ρόουλαντς, αφού το διάβασε, αντιλήφθηκε πως θα της ήταν ψυχικά αδύνατον να υποδύεται κάθε βράδυ την κεντρική ηρωίδα. Αποφάσισαν τότε να μετασχηματίσουν το θεατρικό κείμενο σε κινηματογραφική ταινία, την οποία όμως ουδείς ήθελε να χρηματοδοτήσει, μιας και το σενάριό της δεν έδειχνε και τόσο δελεαστικό. Ο αποφασισμένος Κασσαβέτης δεν πτοήθηκε, αλλά μετέτρεψε το εγχείρημα σε προσωπική – οικογενειακή υπόθεση, καταφέρνοντας να ολοκληρώσει την παραγωγή της ταινίας και, εν συνεχεία, παρακάμπτοντας ολόκληρο το σύστημα διανομής, να την προβάλλει σε φεστιβάλ και πανεπιστημιακά αμφιθέατρα, σε μία άκρως πρωτοποριακή, για την εποχή εκείνη, κίνηση. Η προσπάθειά του δικαιώθηκε, αφού η ταινία έφτασε μέχρι τα βραβεία Όσκαρ.
Ο πατέρας του αμερικάνικου underground κινηματογράφου κάνει μια ταινία που μιλά για τη βία μέσα στην οικογένεια, την βίαιη αντιπαράθεση, από το ένα φύλο στο άλλο και μέσα στην κοινωνία η οποία αρέσκεται στην περιθωριοποίηση ατόμων εντός αυτής. Το θέμα αυτό ήταν επίκαιρο στην εποχή του, σήμερα, όμως, είναι κάτι που αναστατώνει την παγκόσμια κοινωνία. Η φόρμα της ταινίας για την εποχή της ήταν πρωτοποριακή. Ο Κασσαβέτης προτείνει μια άλλη ανάγνωση της βίας και δείχνει με τον πιο ρεαλιστικό τρόπο τα αποτελέσματά της στο κοινωνικό πεδίο. Αυτοί είναι οι λόγοι που σήμερα αυτό το φιλμικό έργο είναι επίκαιρο, προβληματίζει τον θεατή και τον αναγκάζει να πάρει θέση στο θέμα αν θα πρέπει να αποσχίσουμε τους ιστούς στην κοινωνία που ζούμε, μέσω της βίας.
Η ταινία πήρε βραβεία από τους κριτικούς κινηματογράφου του Κάνσας, για τον γυναικείο ρόλο, για τον ίδιο λόγο από το National Boardofreview, των ΗΠΑ, από τους κριτικούς κινηματογράφου της Νέας Υόρκης και από το Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν. Επίσης ήταν υποψήφια για Χρυσές Σφαίρες (Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερου Σκηνοθέτη, Α΄ Γυναικείου Ρόλου και σεναρίου) και στα Όσκαρ (Α΄ Γυναικείου Ρόλου και σκηνοθέτη). Ακόμη, κατατάχθηκε στις δέκα καλύτερες ταινίες από το National Boardof review, των ΗΠΑ, βραβεύτηκε από το National Film Preservation Board, των ΗΠΑ, βραβεύτηκε με το Αργυρό Κοχύλι και με Εξαιρετική μνεία από το Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν, βραβεύτηκε από την Online Filmand Television Association (το 2024) και κέρδισε το μεγάλο βραβείο του Πανεπιστημιακού Κολλεγίου Κορκ (το 1977).ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ
Ταινία: Μια γυναίκα εξομολογείται
Σκηνοθεσία: Τζον Κασσαβέτης
Έτος παραγωγής: 1974
Ημερομηνία προβολής: Τετάρτη 2/4/2024
Κινηματογράφος: Κινηματοθέατρο Αθήναιον, Βασ. Όλγας 35μ(στάση ΟΑΣΘ Φάληρο, σταθμός μετρό Ευκλείδης)
Ώρα προβολής: 9.15 μμ