Το 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης διοργανώνει spotlight στην τολμηρή, εκκεντρική και ασυμβίβαστη γαλλίδα καλλιτέχνιδα Νίκι ντε Σεν Φαλ (1930-2002), που άφησε πίσω της πολύτιμο έργο ως γλύπτρια, ζωγράφος, κινηματογραφίστρια και συγγραφέας.
Στο πλαίσιο της φετινής διοργάνωσης θα προβληθεί μία από τις διασημότερες κινηματογραφικές δημιουργίες της Νίκι ντε Σεν Φαλ –η δεύτερη ταινία στη φιλμογραφία της και συγχρόνως η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε εξ ολοκλήρου μόνη της–, το φαντασμαγορικό φεμινιστικό παραμύθι Ένα όνειρο πιο μεγάλο απ’ τη νύχτα (1976), ένα από τα πιο διαπρεπή δείγματα του γαλλικού πρωτοποριακού κινηματογράφου της δεκαετίας του ’70. Στο Φεστιβάλ θα παρευρεθεί η παραγωγός, σκηνοθέτης και επιμελήτρια Αριέλ ντε Σεν Φαλ, ανιψιά της Νίκι ντε Σεν Φαλ, υπεύθυνη για την αποκατάσταση της κόπιας της ταινίας Ένα όνειρο πιο μεγάλο απ’ τη νύχτα. Η Αριέλ ντε Σεν Φαλ έχει εργαστεί ως παραγωγός σε ταινίες των Τζιμ Τζάρμους και Σάρα Ντράιβερ, ενώ έχει στα σκαριά το σκηνοθετικό της ντεμπούτο, ένα μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ για την ηθοποιό Κούκι Μίλερ.
Επιπλέον, το κοινό θα έχει την ευκαιρία να απολαύσει το συναρπαστικό biopic Νίκι (2024), το σκηνοθετικό ντεμπούτο της ηθοποιού Σελίν Σαλέτ, που χαρτογραφεί το δύσβατο ταξίδι της Νίκι ντε Σεν Φαλ με προορισμό την καλλιτεχνική ολοκλήρωση, σκιαγραφώντας μια πολυσύνθετη και χειμαρρώδη προσωπικότητα που δεν μπορούσε να στριμωχτεί στα κάθε είδους στεγανά και στερεότυπα.
Παράλληλα, ο αγαπημένος Α Κατάλογος του Φεστιβάλ αφιερώνει μία από τις τρεις θεματικές της φετινής έκδοσης στη Νίκι ντε Σαν Φαλ, φιλοξενώντας κείμενα από τη Θούλη Μισιρλόγλου, καλλιτεχνική διευθύντρια του MOMus-Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, και τη Λήδα Γαλανού, κριτικό κινηματογράφου και συντονίστρια των εκδηλώσεων και δράσεων του Φεστιβάλ. Έργα της Νίκι ντε Σεν Φαλ παρουσιάζονται, ταυτόχρονα με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, στην έκθεση Από δω και πέρα. Ιστορίες για ένα επόμενο αύριο του MOMus-Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (εντός ΔΕΘ-Helexpo).
Η Νίκι ντε Σεν Φαλ δημιούργησε –στην τουλάχιστον πέντε δεκαετιών καλλιτεχνική πορεία της– γλυπτά και εγκαταστάσεις, αρχιτεκτονικές κατασκευές και τοπία, πίνακες ζωγραφικής, εκδόσεις και περφόρμανς, ωστόσο η σχέση της με τον κινηματογράφο παραμένει ένα από τα λιγότερο γνωστά παρακλάδια μιας αληθινά εκρηκτικής διαδρομής, με την ίδια να δηλώνει: «Μου αρέσει το γεγονός ότι μπορώ να πω κάτι σ’ ένα απολύτως άμεσο επίπεδο. Σήμερα, η τέχνη έχει συνδεθεί τόσο πολύ με τις ιδέες, με τη φιλοσοφία, με το αφηρημένο, και πολλοί άνθρωποι νιώθουν αποκλεισμένοι […]. Κανείς δεν είναι αποκλεισμένος από τη δική μου δουλειά». Στο σινεμά, η Νίκι ντε Σαν Φαλ βρήκε ένα μέσο ρευστό και κινούμενο, έτοιμο να δεχτεί τις υπερβολές της φαντασίας της, τις μεταμορφώσεις της, το χρώμα με το οποίο πάντα ήθελε να ξορκίζει ή να κοροϊδεύει το σκοτάδι της.
Με το κινηματογραφικό μέσο η ντε Σεν Φαλ δούλεψε κυρίως τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, συνεχίζοντας σποραδικά ως και τη δεκαετία του ’90: μέσα από τα έργα και τις συνεργασίες της μπορεί κανείς να δει, σε σύντομα βίντεο ή μεγάλου μήκους ταινίες, την ιδεολογικά και κοινωνικά ταραγμένη εποχή της και το πολυπρισματικό μυαλό της ταυτόχρονα, ενώ, όπως όλο το υπόλοιπο έργο της, έτσι και τα φιλμ της είναι καταφανώς διαδραστικά: προτείνουν στο κοινό να κλείσει τα μάτια στην πραγματικότητα και να τ’ ανοίξει στην αλήθεια, έστω κι αν αυτή είναι μνήμη, θρύλος ή παραμύθι με δράκους και νεράιδες.
Οι ταινίες του αφιερώματος:
Ένα όνειρο πιο μεγάλο απ’ τη νύχτα
Νίκι ντε Σεν Φαλ (Γαλλία, 1976, 82΄)
Η νεαρή πριγκίπισσα Καμέλια, η οποία μεταμορφώνεται σε ενήλικη με κάποιον τρόπο μαγικό, καλείται να περιπλανηθεί σε ένα φαντασμαγορικό και εξωπραγματικό τοπίο, γεμάτο με μαγεμένα πλάσματα, φανταστικά ξωτικά και ανθρωπόμορφα δαιμόνια. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού προς την ενηλικίωση, διασχίζει προσεκτικά το ναρκοπέδιο της πατριαρχίας, αντιμετωπίζοντας μια σειρά από τρομακτικές προκλήσεις σε αυτόν τον παράξενο και υπερρεαλιστικό νέο κόσμο. Στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της, την πρώτη που δημιουργεί μόνη της, η διαθεματική καλλιτέχνις Νίκι ντε Σεν Φαλ σκηνοθετεί την ίδια της την κόρη (τη Λόρα Ντουκ Κοντομινάς) και δημιουργεί τη δική της εκδοχή του παραμυθιού. Το αποτέλεσμα είναι μια διορατική διερεύνηση της γυναικείας επιθυμίας, η οποία ξετυλίγεται σύμφωνα με τη λογική των ονείρων και της ποίησης. Ένα έργο διαποτισμένο με ιδέες και άρρηκτα συνυφασμένο με τη δουλειά της Σεν Φαλ με άλλα καλλιτεχνικά μέσα (γλυπτική, ζωγραφική, ασαμπλάζ, κλπ.), η ταινία Ένα όνειρο πιο μεγάλο απ’ τη νύχτα αποτελεί ένα δημιούργημα μιας υποδειγματικής καλλιτέχνιδας, καθώς και ένα κρυμμένο διαμάντι του Γαλλικού αβάν-γκαρντ κινηματογράφου της δεκαετίας του 1970.
Νίκι
Σελίν Σαλέτ (Γαλλία 2024, 98΄)
Παρίσι, 1952. Μια νεαρή γυναίκα, η Νίκι, έχει μόλις μετακομίσει από τις ΗΠΑ μαζί με τον σύζυγο και την κόρη της. Παρά τη νέα αυτή απόσταση από μια οικογένεια και μια χώρα που την έπνιγαν, συνεχίζουν να εισβάλλουν στις σκέψεις της ανατριχιαστικά φλασμπάκ από την παιδική της ηλικία. Από την κόλαση που πρόκειται να ανακαλύψει, η Νίκι θα βρει στην τέχνη της ένα όπλο για να καταφέρει να απελευθερωθεί. Έτσι, η Νίκι θα επιβιώσει προτού τελικά αναγεννηθεί – αυτή τη φορά ως Νίκι ντε Σεν Φαλ: μια από τις πιο πολυσχιδείς καλλιτέχνιδες του 20ού αιώνα, της οποίας η πρακτική διαπνέεται από πρωτόγνωρη βία, τρυφερότητα, όραμα και πάθος, ενώ εκφράζεται μέσα από μια ευρεία γκάμα μέσων (ζωγραφική, γλυπτική, παραστατική τέχνη και κινηματογράφος). Το σκηνοθετικό ντεμπούτο της Σελίν Σαλέτ, ενός από τα πιο δημοφιλή ανερχόμενα αστέρια της Γαλλίας –την οποία συναντήσαμε για πρώτη φορά στο House of Tolerance (2011) του Μπερτράν Μπονελό)– ακολουθεί, σύμφωνα με την ίδια, «τη μεταμόρφωση ενός νεαρού μοντέλου που ενσαρκώνει την έννοια του προϊόντος της εποχής της, σε μια καλλιτέχνιδα με μαλλιά κομμένα με μαχαίρι, που πυροβολεί τους καμβάδες της με όπλο για να δημιουργήσει τέχνη». Μια εμπνευσμένη βιογραφία που αποτελεί παράλληλα και πηγή έμπνευσης, επιβεβαιώνοντας τη θεραπευτική και μεταμορφωτική δύναμη της τέχνης.
Λίγα λόγια για τη Νίκι ντε Σεν Φαλ:
Η Νίκι ντε Σεν Φαλ γεννήθηκε ως Κατρίν Μαρί-Ανιές Φαλ ντε Σεν Φαλ στις 29 Οκτωβρίου 1930, στο Νεϊγί-σιρ-Σεν της Γαλλίας. Μετά από μια παιδική ηλικία γεμάτη μετακινήσεις και αλλαγές σχολείων, παντρεύτηκε τον Χάρι Μάθιους, έναν διακεκριμένο συγγραφέα της Νέας Υόρκης. Μια προσωπική κρίση την οδήγησε στη ζωγραφική, και η ντε Σεν Φαλ αποφάσισε να γίνει καλλιτέχνις στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Τα πειραματικά της έργα έδωσαν τη θέση τους στις Tirs, ή αλλιώς «shooting paintings», που της χάρισαν διεθνή φήμη και τη συμμετοχή της στην ομάδα των Νέων Ρεαλιστών το 1961, η οποία περιλάμβανε καλλιτέχνες όπως ο Ιβ Κλάιν, ο Αρμάν, ο Ζαν Τινγκελί, και οι Κρίστο και Ζαν-Κλοντ. Η στενή σχέση της με τον ελβετό κινητικό γλύπτη Ζαν Τινγκελί, με τον οποίο παντρεύτηκε το 1971, οδήγησε στην κατασκευή πολλών μεγάλων γλυπτικών έργων της ντε Σεν Φαλ, όπως τα HON στη Στοκχόλμη (1966), Paradis Fantastique (1967), Cyclop στο Μιλί-λα-Φορέ (1969-1987), Golem στην Ιερουσαλήμ (1972), Dragon στο Νοκ-λε-Ζουτ (1973-75), Tarot Garden στην Ιταλία (1980-1998) και Stravinsky Fountain στο Παρίσι (1983), μεταξύ πολλών άλλων. Η ντε Σεν Φαλ δεν σταμάτησε ποτέ να εξερευνά νέα υλικά, είτε ήταν πολυεστέρας, μπρούντζος, είτε μωσαϊκό. Άλλα μνημειώδη έργα της περιλαμβάνουν το Sun God στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, Σαν Ντιέγκο (1983), την Κιβωτό του Νώε στην Ιερουσαλήμ (1998), το Σπήλαιο στους Βασιλικούς Κήπους του Ανόβερου (1996-2003), και τον Μαγικό κύκλο της βασίλισσας Καλίφια στο Εσκοντίντο (1999-2003). Πέρα από τις καλλιτεχνικές της δραστηριότητες, η Νίκι ντε Σεν Φαλ ήταν παθιασμένη υπέρμαχος της κοινωνικής δικαιοσύνης και της περιβαλλοντικής προστασίας, χρησιμοποιώντας την τέχνη της για να θίξει θέματα όπως η ανισότητα των φύλων, ο ρατσισμός και η περιβαλλοντική καταστροφή. Η Νίκι ντε Σαν Φαλ απεβίωσε στις 21 Μαΐου 2002 στη Λα Τζόλα της Καλιφόρνιας.