Είδε ο Γιώργος Τοκμακίδης και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα.
Εν Συντομία Εισαγωγή:
Προς το τέλος του περασμένου πλέον έτους, οι διάφορες παραγωγές μετριασμένων ή περιορισμένων κεφαλαίων, ελλείψει «μεγάλων» κινηματογραφικών κυκλοφοριών κατά το διάστημα των εορτών, προχώρησαν στις δικές τους κυκλοφορίες με απώτερο σκοπό τα μέγιστα δυνατά κέρδη. Σε προηγούμενο άρθρο αναφερθήκαμε στην «Επιχείρηση: DirtyAngels», σε αυτό λοιπόν θα μιλήσουμε για μία ταινία, η οποία εκ πρώτης όψεως δε φαίνεται να έχει προσδοκίες από τον εαυτό της, αλλά καταφέρνει περισσότερα από αυτά που υπόσχεται.
Ο λόγος για την ταινία με τίτλο: «48 Ώρες Στην Ταϊβάν» (Weekend in Taepei, 2024). Πάμε να δούμε τι λειτούργησε!
Πλοκή;
Οι αστυνομικές αρχές της Ταϊβάν είναι πολύ κοντά στο να πιάσουν τον μεγαλοεγκληματία Κάνγκ! Χρειάζονται μονάχα το προσωπικό του σημειωματάριο για να ευσταθούν οι κατηγορίες εναντίον του. Ο θετός του γιος επικοινωνεί με τον ειδικό πράκτορα Τζόν Λόλορ για να παραδώσει αυτό το βιβλιάριο με όλες τις βρώμικες συμφωνίες και τις εγκληματικές συναλλαγές του πατριού του. Ο Λόλορ επιστρέφει στην Ταϊπί μετά από πολλά χρόνια για να αντιμετωπίσει τη νέμεση του, τον Κάνγκ για μία και τελευταία φορά. Η επιστροφή του δε θα έρθει δίχως συγκινήσεις και συγκρούσεις. Μέσα σε ένα κλίμα αποκαλύψεων και καταλυτικών συναντήσεων από το παρελθόν, η πόλη της Ταϊπί δε θα παραμείνει η ίδια.
Πίσω από τις κάμερες:
Το είδος της κλασικής αμερικάνικης ταινίας δράσης βρίσκεται σε παρακμή και ύφεση. Το αξιοπερίεργο είναι ότι οι μη αμερικάνοι καλλιτέχνες καταφέρνουν να αποδώσουν καλύτερα μία τέτοιου είδους ιστορία. Πρωτεργάτης όλων αυτών εδώ και πολλά χρόνια είναι ο γαλλικής καταγωγής δημιουργός Λίκ Μπεσόν. Με μία από τις πρώτες του ταινίες με τίτλο: «Νικίτα» (La Femme Nikita, 1990)απέδειξε έμπρακτα πως και η ευρωπαϊκή σκηνή μπορεί να τα καταφέρει εξίσου καλά με την αμερικάνική αντίστοιχη. Τα χρόνια πέρασαν και ο καλλιτέχνης μαζί με την ομάδα του διαμόρφωσαν μία παράδοση και μία σταθερά στις ταινίες δράσης με αναμενόμενη πλοκή, μέτριας ποιότητας, αλλά και «pulp» κινηματογραφικών χαρακτήρων, όπως ο «Leon» καιο «Transporter». Μπορεί να μην είμαστε πολύ ευγενικοί με το συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος, αλλά αρκεί να πούμε ότι έχει πετύχει να ξεπεράσει και να εκθρονίσει την ατλαντική πλευρά και πτυχή του, η οποία είναι μπερδεμένη και χαμένη ανάμεσα σε «βαθυστόχαστα» μηνύματα και «κοινωνικούς» συμβολισμούς.
Η αναφορά μας λοιπόν στον Μπεσόν δεν είναι τυχαία, αφού αναλαμβάνει το σενάριο της ταινίας, ενώ η σκηνοθεσία εναποτίθεται στον Τζόρτζ Χουάνγκ, ο οποίος ενισχύει και το συγγραφικό κομμάτι. Σκηνοθέτης και σεναριογράφος συνεργάζονται άψογα, με την ταινία να αποτελεί απευθείας κομμάτι της προαναφερόμενης «παράδοσης». Οι σκηνές δράσης είναι γυρισμένες με ένταση και κωμικά στοιχεία, αλλά όχι άγριο, τραχύ και υπερβολικό μοντάζ. Αυτός είναι και ένας από τους λόγους, που οι ταινίες του Λίκ Μπεσόν, αλλά και των συνεργατών του περισσότερο κατακρίνονται συχνά. Ο Χουάνγκ από την άλλη έχει την ωριμότητα να μεταφέρει την κάμερα του προς τα πίσω και να δείξει την δράση, όπως είναι. Μπορεί η τελική εικόνα να μην είναι εντυπωσιακή, αλλά είναι ικανοποιητική για τον κινηματογραφικό κόσμο, στον οποίο ανήκει το συγκεκριμένο φιλμ. Ορισμένες δε μεταβάσεις απεικονίζονται ατμοσφαιρικά αποτυπώνοντας το ασιατικά εξωτικό περιβάλλον της πόλης της Ταϊπί. Τα καλύτερα εντούτοις κομμάτια είναι οι σκηνές «flash back». Σε αυτές εννοείται μία ιστορία πολύ πιο βαθιά, αλλά την ίδια στιγμή δεν ακυρώνουν την κυρίως ιστορία, την ανανεώνουν και της προσδίδουν χαρακτηριστικά που προκαλούν ενδιαφέρον για τους χαρακτήρες, την τύχη και τη συνέχεια τους. Κλείνοντας, η ταινία ακολουθεί μία οργανική μεταβολή από αποκλειστικά ιστορία δράσης σε οικογενειακή επανένωση, κάτι που της χαρίζει μία διάσταση ψυχής.
Μπροστά από τις κάμερες:
Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο Λιούκ Έβανς, ο οποίος αν και ένα διάστημα είχα απομακρυνθεί από τα κινηματογραφικά δρώμενα, φαίνεται να επιστρέφει δριμύτερος. Ο ηθοποιός κλείνει την χρονιά του με τη συμμετοχή του σε δύο ταινίες δράσης, την προκειμένη και την «Πίεση Της Εκδίκησης» (5lbs of Pressure, 2024). Αυτό το είδος του χαρακτήρα του πηγαίνει, ενώ προβάλλει, όσο μεγαλώνει, και μία απολαυστική κούραση σε μία ερμηνεία που διακατέχεται από χαλαρότητα. Η εισαγωγή του χαρακτήρα του είναι αναπόσπαστο κομμάτι του χιούμορ του Λικ Μπεσόν, με τον σκηνοθέτη να ακολουθεί το σενάριο και να μας αποκαλύπτει τι μπορεί να συμβεί σε μία κουζίνα εστιατορίου, αν είσαι μυστικός αστυνομικός με κάλυψη ως «σεφ».
Συμπρωταγωνίστρια του είναι η Γκουέϊ Λούν Μέϊ, μία ηθοποιός με καταγωγή από την πόλη της Ταϊβάν, Ταϊπί. Αναμφίβολα, όταν το σενάριο γραφόταν, ο χαρακτήρας της θα περιγράφτηκε σαν τον αντίστοιχο της Όντρεϊ Χέπμπερν στην ταινία με τίτλο: «Πρόγευμα Στο Tiffany’s» (Breakfastat Tiffany’s, 1961). Μόνο που σε αυτή την περίπτωση θα ήταν πρώην διακινητής ναρκωτικών ουσιών, επιρρεπής στην αδρεναλίνη και τα γρήγορα αμάξια. Με δεδομένο αυτό το παρελθόν, στο παρόν της ιστορίας θα είχε και τον ρόλο της μητέρας! Αυτός ακριβώς είναι ο τρόπος γραφής γυναικείων χαρακτήρων σε ταινίες δράσης, με τον Χουάνγκ να βρίσκει την κατάλληλη ηθοποιό να επωμιστεί να μεταφέρει τον χαρακτήρα στην οθόνη. Η Λούν Μέϊ έχει την κλάση, αλλά και τη δυναμική επιβολή να υποστηρίξει πλήρως τον ρόλο της.
Ανταγωνιστής της ταινίας είναι ο αγαπημένος των οπαδών της σειράς «Μαχητές Των Δρόμων», Σούνγκ Κάνγκ ή αλλιώς «Χάν» στις ταινίες που συμμετείχε. Σε αυτή όμως την ιστορία είναι το αντίπαλο δέος του ήρωα, κάθε άλλο από τον ευγενικό και λιχούδη οδηγό από την Ιαπωνία. Πρόκειται για ρόλο αρχετύπου, με καμία πρόβλεψη και προσδοκία για διαφοροποίηση από τον γενικό κανόνα. Ο Μπεσόν, ωστόσο έχει κέφια και παρά το γεγονός ότι γράφει κοινότυπα, δίνει ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό στον χαρακτήρα του, που τον εξανθρωπίζει και αναγκάζει το κοινό να μπει έστω και φευγαλέα στη θέση του.
Καταλυτικός Επίλογος:
Η κυκλοφορία της ταινίας έκανε περιορισμένο κρότο και δεν εντυπωσίασε. Το θέμα είναι ότι είναι διασκεδαστική και δεν έχει καμία απολύτως δικαιολογία να είναι στον βαθμό που το πετυχαίνει. Οι συντελεστές εμπρός και πίσω από τις κάμερες κάνουν το καλύτερο τους, δίχως να ζητούν τίποτα παραπάνω από το να ψυχαγωγήσουν, και το καταφέρνουν. Η εξέλιξη της ιστορίας από δράσης-εγκλήματος σε οικογενειακή είναι μία παράμετρος που πρέπει να συμπεριληφθεί στα θετικά. Δε θα αλλάξει το είδος στο σύνολο του ή δε θα φέρει την «άνοιξη» των ταινιών δράσης πίσω στο αμερικάνικο έδαφος και παραγωγή. Θα ψυχαγωγήσει όμως όποιον και όποια επιλέξει να της δώσει μία ευκαιρία για θέαση και προβολή.
Θα έβαζα με έκπληξη ένα 6,2/10 για την έντιμη στάση της ταινίας απέναντι στο κοινό της.
48 Ώρες στην Ταϊβάν Weekend in Taipei 2024 Έγχρ. Διάρκεια: 100′ Περιπέτεια Γαλλική Σκηνοθεσία: Τζορτζ Χουάνγκ Με τους: Γουάιατ Γιανγκ Λιούκ Έβανς Σουνγκ Κανγκ
Ο Τζον Λόλορ είναι ένας πράκτορας της Δίωξης Ναρκωτικών «παντρεμένος» με τη δουλειά του – δεν υπάρχει κακός που να μην μπορεί να σταματήσει, δεν υπάρχει τίποτα που να μην θυσιάσει για να κλείσει μια υπόθεση. – Τrailer εδώ