Ο ” άγνωστος ” Σωτήρης Πατατζής του Στέφανου Ληναίου
(… Ένα κείμενο που το έχω γράψει και το έχω δημοσιεύσει, εδώ και πολλά χρόνια.. Και το ξαναφέρνω στη δημοσιότητα σήμερα, τιμώντας ένα σπάνιο Έλληνα συγγραφέα.. Και το κυριότερο: για παράδειγμα στη νεολαία μας.. Να μειώσει τις εκρήξεις, δικαιολογημένες πολλές φορές, του πάθους της, για “εκδίκηση”, στα μεγάλα εγκλήματα κάποιων ενόχων.. Και να θυμάται το λόγο του Σωτήρη.. Που ήταν ένα από τα θύματά τους.. ” Όχι με τη βία.. Όχι με τη βία οι ιδέες μας..” )
Θέλουμε σήμερα να μνημονεύσουμε το φίλο μου, δάσκαλο μου, συμπατριώτη μου και σπουδαίο συγγραφέα που μας έφυγε τόσο νωρίς, το Σωτήρη Πατατζή. ,Ένας σπουδαίος συγγραφέας που μας έφυγε πριν από 30 χρόνια και άφησε ένα έργο που διδάσκεται σε πολλά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια αλλά δεν βρίσκουμε ούτε το όνομά του στις περισσότερες ελληνικές ανθολογίες. Αυτή είναι η μοίρα πολλών Ελλήνων που προτίμησαν τη σιωπή της αλήθειας και της ανεξαρτησίας, από το ντόρο της παρέας και της αυτοδιαφήμισης.
Ο Σωτήρης Πατατζής γεννήθηκε στη Μεσσήνη και μεγάλωσε, σπούδασε, αγωνίστηκε και έγραψε στην Αθήνα, στα σημαδεμένα χρόνια του 1940-1980. .Έφυγε από κοντά μας τον Ιούνιο του 1991, μέσα στη σιωπή, όπως και έζησε.
To 2012, στο Θέατρο ΑΛΦΑ, οι συμπατριώτες του, οι φίλοι του, οι συναγωνιστές του και μερικοί ομότεχνοι του, τον ξαναθυμηθήκαμε.
Μιλήσαμε για τη “Μεθυσμένη Πολιτεία” του, ένα κοινωνικό και βαθύτατα ποιητικό μυθιστόρημα που μεταφράστηκε σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες και διδάσκεται στα ξένα πανεπιστήμια, ως υπόδειγμα ελληνικού λόγου και ήθους.
Για τη “Νεράιδα του Βυθού”, ένα εξαίσιο διήγημα που βραβεύτηκε πρώτο στην Ελλάδα και τρίτο στον παγκόσμιο διαγωνισμό, αλλά οι τότε συνθήκες του εμφυλίου πολέμου… επέβαλαν την εξαφάνιση του.
Για τον προφητικό του λόγο, στο ιστορικό έργο του “Πένθιμο εμβατήριο”, ένα πικρό έπος της αδελφοκτόνας, μετακατοχικής εποχής που όμως οι κλασικοί και αμετανόητοι ‘γνωστοί-άγνωστοι” το έθαψαν μαζί με τα άκλαυτα παιδιά του εμφύλιου. Και το αφιερώνει: ” Σε όλους τους νεκρούς του πολέμου.. φίλους και εχθρούς..”
Για τα θεατρικά του έργα, “Σβεϊκ”, “Δον Καμίλο”, “Επιστροφή από το “Μπούχεβαλντ” που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία και για το “Φάουστ”, το “Διάκο” και τη “Νατάσα” που κανένα Εθνικό Θέατρο δεν του έκανε την τιμή να ξαναπαρουσιάσει..
Ακούσαμε και ένα μικρό απόσπασμα από τον πρόλογο του Δανού Καθηγητή-Νεοελληνιστή Όλε Όλσεν, στη συλλογή διηγημάτων του Πατατζή “Χαμένος Παράδεισος”:”Ο Πατατζής για μας, στις Σκανδιναβικές χώρες, είναι ένας μεγάλος συγγραφέας. Στη μεγάλη λογοτεχνική ανθολογία μας, τον Πατατζή τον έχουμε δίπλα στους γίγαντες της παγκόσμιας λογοτεχνίας, όπως το Γκαίτε, το Ντίκενς, τον Τσέχωφ, το Γκόρκι και τον Ούιλιαμ Σάρογιαν. Και όμως στην Ελλάδα δεν μπόρεσα να τον βρω εύκολα σε πολλές ελληνικές ανθολογίες. Όταν τον γνώρισα, κατάλαβα το γιατί: ο ίδιος δεν έκανε ποτέ την παραμικρή προσπάθεια.
Είχε την άποψη ότι ο ρόλος του συγγραφέα τελειώνει όταν τυπωθεί το βιβλίο του. Όλα τα άλλα, έλεγε, είναι υπόθεση του κοινωνικού περιβάλλοντος και όχι του ίδιου του συγγραφέα που είναι αδιανόητο να αυτοδιαφημίζεται για να φέρει το έργο του στην επιφάνεια..
Αυτός ήταν ο Σωτήρης Πατατζής. Ξεχασμένος σήμερα από αυτούς που, χρόνια τώρα, αγνοούν ή εξαφανίζουν οποιονδήποτε θέλει να είναι ελεύθερος. Αυτοί που αρνήθηκαν την τιμή του Νόμπελ και της Ακαδημίας, στον Σικελιανό και τον Καζαντζάκη που τους έλεγε …”παπαδομελάδες”.. Και όταν, αρνήθηκε τα “δώρα” της FORD, με μια σαρκαστική δήλωση: ” Είναι σαν να δίνεις φαγητό σε έναν κρατούμενο με χειροπέδες και να του λες φάτο, για να τις…αντέξεις…” Σφαίρες με ζάχαρη..” τα είπε κάποιος άλλος Μεγάλος.
Εμείς, οι αμετανόητοι φίλοι του και μαθητές του, δεν θα τον ξεχάσουμε ποτέ. Όλοι έχουμε να θυμηθούμε σημαντικές στιγμές που ζήσαμε μαζί του. Θα θυμάμαι πάντα, δυο μεγάλες τέτοιες στιγμές που με σημάδεψαν, στα 15 χρόνια μου..
Όταν αυτός έγραφε, το 1943, τα κείμενα για τη δισέλιδη εφημερίδα μας της ναζιστικής κατοχής, “Εαμικά Νέα”. Και με έμαθε να τα χτυπάω σε μια παμπάλαιη γραφομηχανή και να τα τυπώνω στον ξύλινο πολύγραφο. Σε ένα καλυβάκι, κοντά στο ποτάμι μας τον Πάμισο. Αυτό, με βοήθησε, αργότερα, να ζήσω.. δακτυλογράφος σε ένα Συμβολαιογραφείο, στην Αθήνα..
Κι όταν στα χρόνια του εμφύλιου, προσπαθούσε να μαλακώσει τους φανατισμούς της νιότης μας:
” Όχι με τη βία.. Όχι με τη βία οι ιδέες μας..”