ΝΤΡΟΠΙΑΣΜΕΝΗ ΕΝΤΡΟΠΙΑ: Σκλάβοι πολιορκημένοι X Κάθε πρωί (Ίμερος)
– Λέξεις κλειδιά: Ίμερος, Κουλτουρόσουπα
– Πρόθεμα: 2ος κύκλος, σημείο 2ο
– Κειμενάκι για facebook: 2ος κύκλος, σημείο 2ο
– Tags: #Ίμερος #Imeros #Κουλτουρόσουπα #Kulturosupa
* Σε όλα τα θέματα, είναι υγιές, πότε-πότε, να κρεμάς ένα ερωτηματικό στα πράγματα που θεωρείς από καιρό δεδομένα.
ΝΤΡΟΠΙΑΣΜΕΝΗ ΕΝΤΡΟΠΙΑ: (Πρόλογος) Σκλάβοι πολιορκημένοι Χ Κάθε πρωί
2ος κύκλος, σημείο 2ο
η πολική αυτή νύχτα δε λέει να περάσει- να πάει πού;
τη συνήθισαν τα μάτια μου, τη ζητάνε οι σκισμένοι μου πόροι
κάποτε το μεθύσι αποτελούσε λύση, τώρα δεν έμεινε κάτι να μεθύσω κι υποκρίνομαι
κατάντια σε τραπεζάκια να παρελαύνω τη δυσωδία της αποτυχίας μου
η ματαιοδοξία μου στα κρουστά, οι ιδεοληψίες μου στα πνευστά και το παράπονο στις φωνητικές χορδές μου μιας επανάστασης που ψάχνει ακόμη αιτία
μπεκροπίνω, αμπελοφιλοσοφώ με αντίπαλο όλο τον κόσμο και εμένα
μπεκροπίνω, αμπελοφιλοσοφώ με αντίλαλο εμένα- η τραγικότητα του ψοφοδεούς, η δυικότητα του ονειροδαρμένου
πολλά αφεντικά μπορείς να βρεις σε μια ζωή αχούρι
τα συμβατικά που όλοι βδελύσσονται
κι αυτά που μόνος δημιουργείς για να σε καταριούνται με γνώριμη κολόνια
τα παγανά κυνηγάνε ανηλεώς τις νεράιδες στο μυαλό μου
κι υποκλίνομαι σε αρχοντάδες που θα ήθελα να φτύσω στα μούτρα
ας διαφθείρω και το χαμόγελο, ας το πουλήσω κι αυτό να αγοράσω λίγη εύνοια και πλάνη
ποιος να τρυπήσει το θεόσκληρο πια πετσί μου, τι να νιώσω
έχω ξεχάσει πώς είναι να αισθάνεσαι χωρίς μια πρόβα πρώτα
σάμπως έχει μείνει και τίποτα να μπορώ να αλλοιώσω
η αναξιοπρέπεια αχνοφαίνεται σε μέρη με χαμηλωμένα φώτα
τα χρόνια τώρα τα κάνω συλλογή από κάρτες, αυτή η φριχτή τράπουλα είναι όλη άσπρη
πυροβασία έχει γίνει η αναπόληση, οι αναμνήσεις στη σαϊτοθήκη που μονίμως τώρα αδειάζει
μπροστά στον χρόνο δεν πιάνουν μια οι σαλταδόρικές μου προσπάθειες
τι φανταχτερό το νεκρόδειπνο της ζωής μου!
η νιότη έρχεται αργά, η πραγματική διαύγεια της νοητικής νιότης
σε δόσεις μεγάλες ή μικρές σου κάνει τατουάζ τις μετάνοιες και τις αποτυχίες όλων των κόσμων που δεν επέλεξες
όλοι οι νεκρογέννητοι το ξέρουν, πώς να σαβανώνουν το τίποτα
όλοι οι άλλοι ρόλοι κατειλημμένοι, γιατί η σκηνή είναι μικρή και δε γεμίζει με ανείπωτα και θεωρίες
* Μπορεί κανείς να φυλακιστεί σ’ ένα δωμάτιο με ξεκλείδωτη πόρτα, αν τυχόν η πόρτα ανοίγει προς τα μέσα και δεν του περάσει απ’ το μυαλό να τραβήξει αντί να σπρώξει.
κάποτε θα πρέπει να μαζευτούμε και να διώξουμε αυτά τα πρωινά που τυραννικά διώχνουν της νύχτας τα όνειρα και γελάνε με αυτά
όποιος νύχτα περπατεί, πάνω σε σύννεφα πατεί και μακάρι από ‘κει ποτέ μην κατεβεί
τις λάσπες πάντα η μέρα τις δημιουργεί, δεν τις φωτίζει, τις δημιουργεί
αφού θέλει να χτίζει νέες επαύλεις, να επεκτείνει τις δρακίσιες της περιουσίες του απαράλλακτου και να πείσει τους καμπούρηδες πως το φως της είναι καταπραϋντικό
οι μέρες υπάρχουν για τις συναλλαγές, τις διαπραγματεύσεις, τις συμφωνίες και τις τιμές
τη νύχτα τίποτα απ’ αυτά δεν πιάνει, εκτός απ’ τον σεβασμό στη φαντασία και το αλλιώτικο, το αληθινό
όλα πεθαίνουν με το πρώτο φως και γεννιούνται χειρότερα- δηλαδή ακριβώς ίδια
η ακραιφνής απελπισία σημαίνει ότι έχει μείνει μια μάχη να δοθεί
όπου ένα τσούρμο Δαβίδ θα τα βάλουν με μια χούφτα Γολιάθ, που υπηρετούνται από αναρίθμητες στρατιές άλλων Δαβίδ
κι η μοναξιά πάντα τελειώνει εκεί που ξεκινά η απόγνωση κι η αυθεντικότητα
κάπου εκεί, κάπου τότε, που καθετί ασήμαντο ανακηρύσσεται μαγικό, γιατί σ’ αυτό συνίσταται η επανάσταση εναντίον της καταδικασμένης ανθρώπινης κατάστασης
όταν καινούριες λέξεις φυτρώνουν στον μαραμένο κήπο των παλιών, και είναι τέτοιες που δεν τις μαθαίνει κανείς μιλώντας
όσα και να καταστρέψουν τα βασανιστικά απαράλλακτα πρωινά, έρχονται να φτιάξουν απ’ τον αέρα και τα συντρίμμια οι νύχτες
γι’ αυτό είναι παρεξηγημένες και περιβόητες: οι συνηθισμένοι βλέπουν το φως μόνο με τα μάτια
ΠΗΓΕΣ:
* Russell, Bertrand.
* Wittgenstein, Ludwig.
* Βάρναλης, Κώστας. (Πρόλογος) Σκλάβοι πολιορκημένοι, 1927.
* Αναγνωστάκης, Μανόλης. “Κάθε πρωΐ” Η Συνέχεια, 1954.
* von Wille, August. Heimkehr vom Schützenfest. 1885.
* Whistler, James McNeill. Nocturne in Black and Gold – The Falling Rocket, 1875.