Η πρώτη μου σκέψη, μόλις διάβασα και την τελευταία σελίδα του βιβλίου, ήταν: πως στην ευχή μπόρεσε ο συγγραφέας να καταπιαστεί με τόσα πολλά, μέσα σε τόσο λίγες σελίδες! (265 για την ακρίβεια). Πολύ σπάνια μου τυχαίνει να βρω ένα τόσο μικρό -για τα δικά μου δεδομένα- βιβλίο, που, ωστόσο, να θίγει με ουσιαστικό τρόπο ένα σωρό θεμελιώδη ζητήματα που αφορούν τον άνθρωπο και τον τρόπο ζωής του, το «πως κατοικεί αυτόν τον κόσμο»… Νιώθω ότι έχω στα χέρια μου ένα εγχειρίδιο ψυχολογίας, μια απολογία κρατούμενου, μια μικρή θεολογική πραγματεία, μια αυτοβιογραφία και ένα βιβλίο κοινωνιολογίας, σε ένα. Συνήθως είμαι δύσπιστη απέναντι στα βραβευμένα βιβλία, αλλά στην περίπτωση αυτή ένιωσα πως το άξιζε και με το παραπάνω.
Η υπόθεση: όλο το βιβλίο αποτελεί την αφήγηση ενός κρατουμένου, του Πωλ Χάγκεν, ο οποίος εκτίει την ποινή του για επίθεση και πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης. Συγκάτοικός του στο κελί είναι ο θηριώδης -στη μορφή και στους τρόπους- μηχανόβιος Πατρίκ Ορτόν, ένας «κλασικός» θα λέγαμε θαμώνας των φυλακών. Μη βιαστείτε, όμως, να κρίνετε κανέναν. Η συγκατοίκηση δεν είναι εύκολη (χαρακτηριστική η σκηνή όπου ο Ορτόν αφοδεύει μπροστά στον Πωλ καθημερινά…) και ο μόνος τρόπος να την παλέψει ο Πωλ είναι να αναπολεί τη ζωή του πριν τη φυλακή, παρουσιάζοντάς τη σε μας και δίνοντάς μας ένα καταιγισμό προβληματισμών και συναισθημάτων.

Ο Πωλ δεν είναι ο άνθρωπος που θα περίμενε να δει κανείς στη φυλακή. Καμία σχέση. Γιός ενός Δανού προτεστάντη ιερέα και μιας προοδευτικής γαλλίδας ιδιοκτήτριας σινεμά (!), ένα ήσυχο παιδί και ένας αδιάφορος μάλλον έφηβος, καταφεύγει στον Καναδά, μετά το διαζύγιο των γονιών του, μαζί με τον πατέρα του. Μας αφηγείται την παιδική του ηλικία στη Γαλλία, τα θέματα που κλόνισαν το γάμο των γονιών του, το ταξίδι ζωής στη γενέτειρα του πατέρα του τη Δανία, τη μετακόμιση του στον Καναδά, τη γνωριμία του με τον έρωτα της ζωής του-την πιλότο Ινδιάνα γυναίκα του, το θάνατο των γονιών του, τη δουλειά του ως επιστάτη σε μια οικοδομή ηλικιωμένων, όπου γίνεται ο φύλακας άγγελός τους, υπερβαίνοντας τα καθήκοντά του. Το σύμπαν του Πωλ μοιάζει ακλόνητο και φωτεινό. Λατρεύει τη δουλειά του, που του δίνει την ευκαιρία να προσφέρει ανιδιοτελώς, χωρίς να υπολογίζει τα οικονομικά οφέλη. Είναι ο ορισμός του «καλού παιδιού». Λατρεύει τη γυναίκα του, τη σκυλίτσα του, την αδιατάρακτη καθημερινότητά του. Ο χαμός της γυναίκας του σε αεροπορικό δυστύχημα είναι η αρχή του τέλους του κόσμου του Πωλ. Αμέσως μετά, η τοποθέτηση ενός νέου- παραδόπιστου – διαχειριστή, που αντιμετωπίζει απάνθρωπα τους πάντες, θα φέρουν τον Πωλ στο σημείο μηδέν και στο κελί της φυλακής.
Τι μου άρεσε: τι να πρωτοπιάσω… Το βιβλίο είναι μια μικρή σπουδή επί παντός επιστητού, αλλά με έναν απίθανο τρόπο. Τίποτα δεν είναι άσχετο ή ξεκάρφωτο, ενώ ταυτόχρονα θίγονται και θεμελιώδη ζητήματα: ο γονιός ως πρότυπο, ο έρωτας, οι συγκρούσεις και η απώλεια, τα ανθρώπινα πάθη και η θρησκευτική πίστη (ο ιερέας πατέρας γίνεται τζογαδόρος…), η φυλακή, ο σωφρονισμός, οι νταήδες και οι αδυναμίες τους, η δυσκολίες και οι ιδιαιτερότητες κάθε δουλειάς, ο θάνατος και το διαζύγιο, η επιστροφή στις ρίζες και η φιλοσοφία στην καθημερινή ζωή! (ο απλοϊκός θηριώδης συγκάτοικος του Πωλ στη φυλακή μας εκπλήσσει με τα ψήγματα σοφίας του…) Ο κινηματογράφος και οι ασφάλειες ζωής, η κηπουρική και το χιόνι, τα λατομεία και τα δάση, μπλέκονται σε μια αξιέπαινη λογοτεχνική πλεξούδα, που σε κρατάει μέχρι το τέλος, χωρίς να ξεφεύγουν από αυτή «τούφες» νοήματος.
Τι με χάλασε: η πολυπλοκότητα και τα θέματα που θίγει το βιβλίο είναι τόσα πολλά, ώστε αισθάνομαι πως δε σας έχω μεταφέρει ούτε το 1/10! Διαβάστε το και θα το διαπιστώσετε…
Βαθμολογία:
4,6/5
Λίγα λόγια για το συγγραφέα :
Ο Jean-Paul Dubois γεννήθηκε το 1950 στην Τουλούζη. Δούλεψε για χρόνια ως δημοσιογράφος, κυρίως στο Nouvel Observateur. Έχει δημοσιεύσει πάνω από είκοσι μυθιστορήματα και ταξιδιωτικά βιβλία.
Για το μυθιστόρημά του Une vie française (2004, ελλ. μτφρ. Ο φωτογράφος της Τουλούζης, εκδ. Διήγηση) τιμήθηκε με το βραβείο Femina και το βραβείο Fnac, ενώ το μυθιστόρημα La Succession (2016) ήταν υποψήφιο για το βραβείο Goncourt. Το 2019 τιμήθηκε με το βραβείο Goncourt.
Φωτογραφικό υλικό