Ψυχογραφώντας Θεατρικές παραστάσεις, Κινηματογραφικές ταινίες, Τηλεοπτικές σειρές, Πέρα απ’ αυτό που βλέπεις (Κάθε Τρίτη & Παρασκευή).
Κάποια ζευγάρια στηρίζουν όλο το οικοδόμημα της σχέσης τους στο να πονάνε, να προσβάλλουν, να αμφισβητούν και να υποτιμούν ο ένας τον άλλον. Κάνουν για λίγο ανακωχή μέχρι να εμπλακούν στην επόμενη μάχη.
Γράφει η Νέλη Βυζαντιάδου για την Κουλτουρόσουπα.
Το ζέσταμα
Κάθε φορά που είναι να παρακολουθήσω μια παράσταση με θέμα τη ζωή και τη σχέση ενός ζευγαριού, προετοιμάζομαι τόσο για αυτά που θα δω όσο και για εκείνα που θα σκεφτώ καθώς θα βλέπω αυτά που θα εκτυλίσσονται στη σκηνή. Με αυτή τη διάθεση ήρθα λοιπόν σε αυτήν την παράσταση. Να δω και να σκεφτώ.

Η δράση
Με το που ανοίγει η αυλαία αποκαλύπτεται το σκηνικό. Ένα σκηνικό που λέει πολλά για τη ζωή σε αυτό το σπίτι. Σε πρώτο πλάνο το μπαράκι με τα ποτά και τα αμέτρητα ποτήρια. Σε δεύτερο πλάνο μια τεράστια βιβλιοθήκη που παραπέμπει σε ανθρώπους του πνεύματος ή σε ανθρώπους που επιθυμούν να επιδείξουν τις γνώσεις τους για να νιώσουν σημαντικοί. Όσο για την ακαταστασία που επικρατεί στο καθιστικό είναι κι αυτή συμβολική της εσωτερικής ακαταστασίας που θα διακρίνω σύντομα στους πρωταγωνιστές.
Το ζευγάρι κάνει την είσοδό του στη σκηνή και πολύ γρήγορα αφήνει να φανεί στα μάτια των θεατών η εμπόλεμη ζώνη στην οποία βρίσκεται. Οι επιθέσεις του ενός προς τον άλλον συνεχόμενες. Οι υπαινιγμοί ατελείωτοι και οι προσβολές διαδέχονται η μία την άλλη. Η Μάρθα απαξιώνει διαρκώς τον άντρα της, τον Τζωρτζ, και δεν κρύβει την απογοήτευσή της. Άλλα περίμενε σε αυτή τη ζωή και άλλα της ήρθαν. Ή άλλα διάλεξε γιατί όταν δεσμευόμαστε με κάποιον, επιλέγουμε να είμαστε με αυτόν τον άνθρωπο πιστεύοντας ή γνωρίζοντας ότι είναι αυτό που θέλουμε και αυτό που μας εκφράζει. Βέβαια υπάρχει και η περίπτωση να μην επιλέγουμε αλλά να παίρνουμε την απόφαση να μοιραστούμε τη ζωή μας με κάποιον χωρίς να ξέρουμε σίγουρα αν πραγματικά θέλουμε να είμαστε μαζί του. Σε αυτό το σημείο αναρωτιέμαι αν η Μάρθα επέλεξε τον Τζωρτζ ή αν αποφάσισε κάποτε να μείνει μαζί του.
Οι συχνές αναφορές της στον πατέρα της με κάνουν να σκεφτώ την εξιδανίκευση που εξακολουθεί να έχει απέναντι στην πατρική φιγούρα και αυτό εν μέρει μου εξηγεί την απογοήτευση που νιώθει κάθε φορά που αντικρίζει τον Τζωρτζ. Πώς να καμαρώσει για αυτόν όταν ο μόνος άντρας τον οποίο θαυμάζει και εμπιστεύεται είναι ο ίδιος ο πατέρας της; Πώς να αφήσει χώρο για έναν άλλο άντρα όταν εκείνος έχει την πρωτοκαθεδρία; Κι αν η Μάρθα δυσκολεύεται να κάνει χώρο στη ζωή της για να συμπεριλάβει τον Τζωρτζ, τότε θα νιώθει μόνη παρόλο που θα δείχνει προς τα έξω την εικόνα μιας ανεξάρτητης και δυναμικής γυναίκας. Βαθιά μέσα της θα είναι μόνη και αποτυχημένη. Αποτυχημένη γιατί δεν κατάφερε να ικανοποιήσει τις προσδοκίες του πατέρα της αλλά και γιατί δεν βρήκε έναν άντρα αντάξιο της.
.

Από την άλλη ο Τζωρτζ βιώνοντας την παρατεταμένη απόρριψη από τη γυναίκα του, περνά κι αυτός στην επίθεση αποκαλύπτοντας βίαια και ωμά τις ανασφάλειές της και τη ματαιοδοξία της. Ακόμα κι όταν αυτή φλερτάρει ασύστολα μπροστά του με το νεαρό καλεσμένο, εκείνος κάνει ότι δεν συγκινείται. Τον ενδιαφέρει περισσότερο να ανταποδώσει στα χτυπήματα που δέχεται από τη σύζυγό του παρά να προστατέψει το γάμο τους. Έτσι κι αλλιώς αυτός ο γάμος είναι σε κρίση. Ή μήπως όχι; Για πόσο καιρό διαρκεί μια κρίση; Ημέρες; Εβδομάδες; Μήνες; Χρόνια; Πότε βγαίνει από την κρίση και τι ακολουθεί; Πότε σταματά να μισεί ο ένας τον άλλον; Πότε επικεντρώνονται στη λύση αντί να αναμασούν το πρόβλημα; Πότε συμφιλιώνονται με την ιδέα μιας ουσιαστικής σχέσης και πότε εγκαταλείπουν το όνειρο μιας ουτοπικής σχέσης;

Το αλκοόλ ρέει άφθονο σε όλη τη διάρκεια του έργου. Ίσως μόνο έτσι βρίσκουν τη δύναμη οι δύο σύντροφοι να πουν αλήθειες. Ίσως μόνο έτσι αντέχουν να ακούνε αλήθειες. Γιατί κάθε ένας λέει τη δική του αλήθεια. Κι η αλήθεια, που ακούγεται, πονά. Πονά και ανατρέπει ισορροπίες που με κόπο φτιάχτηκαν. Η αλήθεια απειλεί. Η αλήθεια προκαλεί. Η αλήθεια φωτίζει σημεία προσκαλώντας όλους να βγουν από τα σκοτάδια τους για να ακολουθήσουν το φως. Κι εκείνη τη στιγμή θυμάμαι πως το βασικό πλεονέκτημα μιας συντροφικής σχέσης είναι να έχεις κάποιον να σε αγαπά, να σε φροντίζει, να νοιάζεται για σένα, να σε θαυμάζει, να σε ενθαρρύνει και να σε υποστηρίζει. Αν είναι έτσι τότε αυτοί οι δύο έχουν κυριολεκτικά αποτύχει. Κανείς δεν φροντίζει τον άλλον. Κανείς δε νοιάζεται για τον άλλον. Κανείς δε θαυμάζει τον άλλον. Κανείς δεν ενθαρρύνει ή δεν υποστηρίζει τον άλλον. Το μόνο που κάνουν – και ξέρουν να το κάνουν καλά – είναι να μιλούν με αφοριστικά λόγια ο ένας για τον άλλον και να βιάζονται να χρεώσουν τον σύντροφό τους με όλες τις ευθύνες τόσο για αυτά που είναι δικά του λάθη όσο και για εκείνα που πρέπει απλώς να αποδοθούν κάπου και αποδίδονται βιαστικά σε αυτόν.

Κι όσο τα ποτήρια γεμίζουν ξανά με αλκοόλ, τόσο η Μάρθα και ο Τζωρτζ πολεμούν μεταξύ τους σε ένα παιχνίδι εξουσίας. Ποιος θα είναι ο κυρίαρχος και ποιος ο υποταγμένος; Ποιος θα χτυπήσει πρώτος και ποιος θα κερδίσει; Η αλήθεια είναι πως σε κάθε σχέση τίθεται το θέμα της εξουσίας και του ελέγχου. Υπάρχουν ζευγάρια στα οποία οι ρόλοι είναι σαφώς μοιρασμένοι και δεν παρατηρείται καμία αλλαγή στο σύστημα. Σε αυτά τα ζευγάρια ο ένας είναι αυτός που αποφασίζει και επιβάλλεται στον άλλον, ο οποίος με τη σειρά του συμμορφώνεται ή/και υποτάσσεται στις επιθυμίες του πρώτου. Υπάρχουν όμως κι εκείνα τα ζευγάρια στα οποία και οι δύο σύντροφοι είναι ενεργητικοί και δυναμικοί με αποτέλεσμα να προσπαθούν διαρκώς να επιβληθούν ο ένας στον άλλον. Μια τέτοια σχέση θυμίζει ένα στίβο μάχης στον οποίο κάθε σύντροφος προσέρχεται με όσα παραπάνω πολεμοφόδια έχει και διψώντας για τη νίκη. Κανείς από τους δύο δε δείχνει διατεθειμένος να υποχωρήσει σε μία σύγκρουση. Αντιθέτως και οι δύο αντιδρούν και επιμένουν στη θέση τους με απώτερο στόχο να επιβληθούν στον άλλον ακόμα κι αν αυτό κοστίζει την ασφάλεια ή τη διάρκεια της σχέσης.
Ο Τζωρτζ και η Μάρθα ανήκουν σίγουρα στα ζευγάρια που αρέσκονται τόσο πολύ σε αυτή τη μάχη που είναι σα να στηρίζουν όλο το οικοδόμημα της σχέσης τους στο να πονάνε, να προσβάλλουν, να αμφισβητούν και να υποτιμούν ο ένας τον άλλον. Αρκεί να ξεκινήσουν να μιλάνε για όλα αυτά που είναι προβληματικά στη μεταξύ τους επικοινωνία. Παραθέτουν συμπεριφορές από το παρελθόν και εκθέτουν με μεγάλη ευχαρίστηση καταστάσεις στις οποίες ο άλλος θα έπρεπε να είχε φερθεί διαφορετικά. Είναι σα να αντλούν ικανοποίηση βλέποντας τον άλλον να υποφέρει. Κι όσο περνά η ώρα οι δύο πρωταγωνιστές συμπεριφέρονται με τρόπο που επιβεβαιώνει την επιθυμία τους να υποτιμούν ο ένας τον άλλον αδιαφορώντας για το κόστος αυτής της συμπεριφοράς. Δεν ενδιαφέρονται ούτε για το κόστος που έχει στους ίδιους, ούτε για το κόστος που έχει στη μεταξύ τους σχέση.

Η ταπείνωση, ο εξευτελισμός, η απώλεια ελέγχου, η απουσία ορίων, το σπάσιμο της αποκλειστικότητας, η παραβίαση της εμπιστοσύνης, η συναισθηματική βία παρελαύνουν στη σκηνή για να κάνουν στα μάτια μου αυτό το καθιστικό πιο θλιβερό από ποτέ. Θα ερχόταν άραγε αυτό το ζευγάρι σε θεραπεία ζεύγους; Θα ζητούσε βοήθεια; Θα ήταν πρόθυμο να δοκιμάσει νέες συμπεριφορές και να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίζεται τις δυσκολίες; Θα σταματούσε να στηρίζει τη σχέση του σε μυστικά και μύθους; Θα κοίταζε ο ένας τον άλλον χωρίς να έχουν ανάγκη να παίζουν μπροστά σε αυτόπτες μάρτυρες; Ερωτήματα που δε θα πάρουν ποτέ απάντηση.
.
Ακόμα και οι πιο δυνατοί έρωτες – εκείνοι που ξεκίνησαν με τις καλύτερες προδιαγραφές και τα πιο ενθουσιώδη προγνωστικά – φτάνουν κάποτε στο τέλος τους. Αυτό σκέφτομαι λίγο πριν τελειώσει η παράσταση. Κι όμως αυτή η σχέση αποδεικνύεται εξαιρετικά ανθεκτική. Κανείς δεν αφήνει τον άλλον. Κάνουν για λίγο ανακωχή μέχρι να εμπλακούν στην επόμενη μάχη. Αν υπάρξει επόμενη μάχη.
Το κλείσιμο
Οι ηθοποιοί υποκλίνονται μία και μόνο φορά. Εισπράττουν το χειροκρότημα και αποχωρούν από τη σκηνή έχοντας σχεδιάσει να μη βγουν ξανά. Τι κι αν εμείς παραμένουμε καθισμένοι περιμένοντας να τους χειροκροτήσουμε ξανά όπως κάνουμε στα περισσότερα έργα. Είναι κι αυτό μια πρωτοτυπία, σκέφτομαι. Να σε αφήνει ο σκηνοθέτης με την απορία αν θα βγουν ξανά ή γιατί δε βγήκαν.
Είναι κι ο συγγραφέας του έργου που αναφέρεται στο έργο του λέγοντας πως πρόκειται για ένα έργο που αφορά την ανικανότητα των ανθρώπων να είναι αντικειμενικοί με τον εαυτό τους. Οι άνθρωποι λένε ψέματα, σύμφωνα με τον ίδιο, στον εαυτό τους για το ποιοι είναι και πώς βλέπουν τον εαυτό τους. Με αυτά τα λόγια βγαίνω έξω από το θέατρο. Κι έχει ένα κρύο απόψε που μου θυμίζει τη θερμοκρασία που επικρατούσε στο γάμο του Τζωρτζ με τη Μάρθα.
ΔΕΙΤΕ ΚΑΙ ΑΥΤΟ:
«Το κουβάρι της αγάπης»: διαδραστική ομιλία της Νέλης Βυζαντιάδου στο θέατρο Αυλαία με ελεύθερη είσοδο
Τετάρτη 14 Δεκεμβρίου, ώρα 18.00

.
“Μαθήματα στη γλώσσα της αγάπης”:
(πληροφορίες και online αγορά, εδώ)

.
Ακολουθήστε το Kulturosupa.gr στα social media