«Πας μη Έλλην Βάρβαρος».
Από την «Πάνδημο Μούσα» της Αριάδνης Καναβάκη.
Βαρβάρων δ’ Ἕλληνας ἄρχειν εἰκός, ἀλλ’ οὐ βαρβάρους … Ἑλλήνων· τὸ μὲν γὰρ δοῦλον, οἱ δ’ ἐλεύθεροι –είναι λογικό οι Έλληνες να εξουσιάζουν τους βαρβάρους, αλλά όχι το αντίστροφο, γιατί οι μεν (βάρβαροι) είναι δούλοι, οι δε (Έλληνες) ελεύθεροι (στιχ. 1400-1401) θα γράψει ο Ευριπίδης στη «Ιφιγένεια εν Αυλίδι», ωστόσο το ρητό του τίτλου δεν έχει τεκμηριωμένα επιβεβαιωθεί ότι ανήκει σε κάποια γνωστή παραπομπή της αρχαιότητας, προφορική ή γραπτή.
.
Η φράση /ιδέα είναι γνωστή και πολυχρησιμοποιημένη όπως και η γνώση ότι η αρχαιοελληνική αττική σκέψη διαχώριζε τον πληθυσμό της από τους βαρβάρους, εννοώντας με ακρίβεια τους αλλόγλωσσους και τουςαλλοδαπούς.
.
Αυτά μέχρι τον 5ο π.Χ αιώνα όπου το «πας μη Έλλην βάρβαρος» δεν είχε την αρνητική/υποτιμητική χροιά που σήμερα συχνά της αποδίδουμε, αλλά περισσότερο υπήρξε ένας γλωσσολογικός/ εθνογραφικός διαχωρισμός και μια γεωγραφική ένδειξη πολιτών. Πως άλλωστε θα μπορούσαν να χωρέσουν περισσότεροι στα στενά όρια μιας «πόλης –κράτους» (Αττική) η οποία θεωρούταν ως ένα υποδειγματικό δημοκρατικό/πολιτισμικό πλαίσιο διαβίωσης;
Ετυμολογικά «ο βάρβαρος» (πάντα άνδρας, ουδέποτε γυναίκα) θεωρείται ότι προέρχεται από τον ήχο των αλλόγλωσσων που ακουγόταν ως “μπαρ-μπαρ-μπαρ” και με την ακόλουθη χρήση της βαριάς τους προφοράς οδήγησε στο «βαρ –βαρ-βαρ » και εν τέλει στη λέξη βάρβαρος. Οι ιστορικοί μελετητές δεν είναι σίγουροι για την πατρότητα της λέξης ή του συγκεκριμένου αποφθέγματος
.
Αναφορικά με τη λέξη «Στον Όμηρο δεν απαντά η ίδια η λέξη, βρίσκουμε όμως το επίθετο βαρβαρόφωνος (Καρών ηγήσατο βαρβαροφώνων, Β867).
.
Στον Αγαμέμνονα του Αισχύλου, η Κασσάνδρα αρχικά παρουσιάζεται βουβή, επειδή μιλάει βάρβαρη γλώσσα (βάρβαρον φωνήν κεκτημένη, στίχος 1051), που μάλιστα ακούγεται σαν του χελιδονιού (χελιδόνος δίκην) κι έτσι χρειάζεται διερμηνέα (ερμηνέως … δείσθαι, στ. 1062-3). Στις εξιστορήσεις των μηδικών πολέμων, η λ. ‘βάρβαρος’ χρησιμοποιείται για να δηλώσει τους Πέρσες (μάλιστα ο Αισχύλος στους Πέρσες, στ. 255, εμφανίζει τον Πέρση αγγελιοφόρο να αναγγέλλει: «στρατός γαρ πας όλωλε βαρβάρων»).
Μετά τους μηδικούς πολέμους, η υποτιμητική απόχρωση είναι πλέον σαφής· εμφανίζεται η αξιολογική κρίση και αρχίζει η λέξη ‘βάρβαρος’ να σημαίνει «άξεστος, ακαλλιέργητος», π.χ. στις Νεφέλες του Αριστοφάνη ο Σωκράτης λέει για τον Στρεψιάδη «άνθρωπος αμαθής ουτοσί και βάρβαρος». Οι άλλες σημασίες παραμένουν. Λόγου χάρη, ο ίδιος Αριστοφάνης χρησιμοποιεί κατ’ επανάληψη τη λέξη ‘βάρβαρος’ για να δηλώσει τους αλλοδαπούς και ειδικά τους Πέρσες, ενώ στους Όρνιθες (στ. 199) ο Έποπας καυχιέται ότι δίδαξε στα πουλιά να μιλάνε ενώ πριν ήταν βάρβαρα, δηλ. αλλόγλωσσα («εγώ γαρ αυτούς βαρβάρους όντας προ τού εδίδαξα την φωνήν»). Αλλά και το ρ. βαρβαρίζω έχει στα αρχαία πολλές σημασίες· μπορεί να σημαίνει «μιλάω ξένη γλώσσα», «μιλάω σπασμένα ελληνικά» ή «κάνω γραμματικά λάθη, σολοικισμούς».*
Ορισμένοι επιμένουν πως η πατρότητα της ρήσης ανήκει στο Μέγα Αλέξανδρο ο οποίος συχνά χρησιμοποιούσε τη φράση στις εκστρατείες του, ιδιαιτέρως λόγω της αναθηματικής επιγραφής του μετά τη νίκη στο Γρανικό (334 πΧ) «Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων από των βαρβάρων των την Ασίαν κατοικούντων».
Ωστόσο ουδέποτε η χρήση ή η αναφορά ενός «τσιτάτου» στο πέρασμα του χρόνου δεν υπήρξε τυχαία ή άστοχη (και δεν αναφερόμαστε στην κακοποίησή της). Συχνά χαρακτηρίζει περισσότερα από όσα νοηματοδοτεί και ουσιαστικά απαντά μονολεκτικά σε μια σειρά ερμηνειών και καταστάσεων περίπλοκων και διαχρονικών.
.
Τόσο η ελληνική γλώσσα όσο και η ελληνική γη παραμένουν ιδιαίτερες ακόμα και στο σύγχρονο κόσμο, σε σημείο όπου όλα τα υπόλοιπα (γλώσσες, λαοί, τόποι ) να χαρακτηρίζονται από εμάς τους ιδίους, αν όχι βάρβαρα τουλάχιστον αλλότρια, αποτελώντας συχνά τροχοπέδη στην επικοινωνία μας με τον υπόλοιπο κόσμο που συχνά και αφελώς δείχνουμε να μην κατανοούμε!
.
Δεν είναι που στερούμαστε κατανόησης ή επικοινωνίας ή συμμαχιών, είναι που η ίδια η γεωγραφία μας και η αξιοθαύμαστη χρήση μια γλώσσας μοιάζει να μας “εγκλωβίζει” ή να αντιμάχεται την από χρόνων εξίσου κυτταρική μας ανάγκη μας για παγκόσμιες σχέσεις.
.
Τούτη η συμπεριφορά δεν είναι επ΄ ουδενί αυτιστική ούτε φυσικά προς χρήση εθνικιστική. Είναι βαθύτατα χαρακτηριολογική και ολίγον αμυντική σε σχέση με το ξένο και στην καλύτερη περίπτωση ομοιάζει ως μια καλή επικοινωνιακή αρχή στην προσπάθεια της κατανόησης της ηχομιμητικής του άλλου (θυμηθείτε τον ήχο μπαρ-μπαρ).
.
Δεν γνωρίζουμε αν βρεθεί η πατρότητα της ρήσης αλλά ίσως το σοφότερο θα ήταν το άνωθεν τσιτάτο να χρησιμοποιείται περισσότερο ως η πρώτη μας κύρια ταυτότητα που ευγενώς κρύβουμε για εσωτερική κατανάλωση στην τσέπη μας. Άλλωστε τα επιτεύγματα μας είναι γνωστά.
.
“Πας μη Έλλην βάρβαρος” ή “Πας μη Έλλην, βάρβαρος”.
ΥΓ: Το παρόν κείμενο απέχει έτη φωτός από την επικαιρότητα που ουδόλως φιλοδοξεί να σχολιάσει αυτές τις κρίσιμες ημέρες. Το έχουμε πράξει σε προγενέστερα κείμενα.
*Νίκος Σαραντάκος, «Πας μη Έλλην βάρβαρος -αλλά ποιος το είπε;»
https://sarantakos.wordpress.com/2014/09/15/ellinbarbaro-2/
Φωτογραφικό υλικό