Κάθε δεύτερη Τρίτη στην Κουλτουρόσουπα
Ο Παναγιώτης είχε μείνει με την αίσθηση ότι μια παιδική φιλία μπορεί να κρατήσει για πάντα. Δεν είναι όμως πάντα έτσι. Κάποιες φιλίες αντέχουν ενώ κάποιες άλλες δοκιμάζονται στο χρόνο και δέχονται μια άνω ή κάτω τελεία στη ζωή τους.
Τάχα Θέλω Να Σου Πω…
.
Γράφει η Νέλη Βυζαντιάδου για την Κουλτουρόσουπα.
–Νόμιζα ότι ήμασταν φίλοι, είπε ο Παναγιώτης δείχνοντας τη μεγάλη του απογοήτευση από την τροπή που είχε πάρει η φιλία του με τον παιδικό του φίλο. Για την ακρίβεια νόμιζα ότι ήμασταν οι καλύτεροι φίλοι, συμπλήρωσε.
–Σε πόνεσε πολύ η συμπεριφορά του.
–Με πόνεσε και με ξάφνιασε. Δεν το περίμενα. Τον είχα σαν αδελφό. Μη σου πω παραπάνω κι από αδελφό μου.
–Πώς εξηγείς τη στάση του απέναντι σου;
–Δεν ξέρω κι αυτό με θυμώνει. Προσπάθησα να του ζητήσω εξηγήσεις αλλά αρνήθηκε να το συζητήσει. Μου πέταξε στα μούτρα πως οι ζωές μας είναι πολύ διαφορετικές και δεν ταιριάζουν οι επιλογές μας.
–Κι όπως φαίνεται δεν ήταν αρκετό για να σε πείσει, του καθρέφτισα.
–Εννοείται πως όχι. Με τον Ανέστη μεγαλώσαμε μαζί. Ο διπλανός μου στο θρανίο σε όλο το Δημοτικό και μετά στο Γυμνάσιο και μετά στο Λύκειο. Κι όταν γίναμε φοιτητές δεν αφήναμε μέρα χωρίς να βρεθούμε και να πούμε τα νέα μας από τις Σχολές στις οποίες είχαμε περάσει.
–Πλούσιες αναμνήσεις, είπα.
–ι να το κάνεις όμως; Μέσα σε λίγο καιρό ξεθώριασαν όλα.
–Δεν ξεθωριάζουν οι αναμνήσεις όταν είναι δυνατές. Ξεθωριάζει ίσως το αποτύπωμα που αφήνουν μέσα μας.
–Και τι να τις κάνω τις αναμνήσεις στα 40 μου; Δεν είμαι παππούς για να θυμάμαι τα νιάτα μου και να αναπολώ τις φιλίες που είχα τότε. Είμαι στην καλύτερη ηλικία και πίστευα ότι είχαμε να ζήσουμε πολλά ακόμα με το φίλο μου.
–Πώς ήσουν τόσο σίγουρος;, ενδιαφέρθηκα να μάθω.
–Όταν ήμασταν στο Γυμνάσιο είχαμε υποσχεθεί πως όποιος παντρευόταν πρώτος θα έκανε κουμπάρο τον άλλον.
.

.
–Αγνοούσατε βέβαια πως η κουμπαριά είναι μια σχέση που αφορά το ζευγάρι και όχι μόνο τον έναν από τους δύο συντρόφους.
–Ούτε που σκεφτόμασταν ότι θα είχαν πρόβλημα οι γυναίκες μας. Γιατί να είχαν άλλωστε;
–Θεωρούσατε και οι δύο δεδομένο ότι εσείς θα παραμένατε δεμένοι αλλά και ότι οι μελλοντικές σας κοπέλες θα ήταν ευχαριστημένες με αυτήν τη φιλία και θα την υποστήριζαν αποφασίζοντας να γίνετε κουμπάροι. Ρομαντικό αλλά αυθαίρετο, δε νομίζεις;, προκάλεσα τη σκέψη του.
–Μα γιατί να είναι αυθαίρετο; Αφού ήμασταν τόσο αγαπημένοι.
–Εσείς. Οι κοπέλες σας όμως δεν γνωριζόντουσαν καν. Κι ούτε είναι υποχρεωτικό να συμπαθήσει η μία την άλλη τόσο που να τη θέλει και για κουμπάρα της. Ας μη μεταθέτουμε όμως το ενδιαφέρον της συζήτησης στις κοπέλες σας. Ας μείνουμε στους δυο σας.
–Τι θέλεις να πούμε για τους δυο μας; Τι άλλο έμεινε να συζητήσουμε;
–Θα ήθελα να ξέρω τι σου λείπει από αυτή τη φιλία.
–Τα πάντα. Ο χρόνος που περνούσαμε μαζί, οι κουβέντες μας, τα αστεία μας, η αγάπη μας για το ποδόσφαιρο.
–Κι όλα αυτά δεν τα μοιράστηκες ποτέ με κάποιον άλλο φίλο; Υποθέτω ότι γνώρισες κι άλλους φίλους μεγαλώνοντας.
–Φυσικά και γνώρισα αλλά με τον Ανέστη ήμασταν κολλητοί. Ή έτσι νόμιζα.
–Ή έτσι ήταν αλλά για όσο κράτησε.
–Τι εννοείς;, με ρώτησε με μια υποψία ενόχλησης στη φωνή του.
–Θα σου ζητήσω να σκεφτείς κάτι. Όταν ήσουν μικρός είχες διάφορα ρούχα, σωστά;
–Σωστά.
–Τα ρούχα αυτά ήταν στο μέγεθος που ανταποκρινόταν στην ηλικία και το σωματότυπό σου.
–Και πάλι σωστά.
–Από κάποια ηλικία και μετά έπαψαν να σου κάνουν. Κάνω λάθος;
–Δεν κάνεις λάθος, απάντησε προσπαθώντας να καταλάβει πού το πήγαινα.
–Κι όταν έπαψαν να σου κάνουν, σου αγόρασαν καινούργια μέχρι να φτάσει η μέρα που κι αυτά δεν σου έκαναν. Κι ύστερα πήρες άλλα μέχρι να καταλήξεις στα ρούχα που φοράς εδώ και χρόνια.
–Έτσι ακριβώς.
–Ίσως μάλιστα να κράτησες σαν ενθύμιο της παιδικής και της εφηβικής σου ηλικίας κάποια από αυτά.
–Η μητέρα μου έχει μια ολόκληρη βαλίτσα γεμάτη με μωρουδιακά και παιδικά μου ρούχα.
–Και πώς νιώθεις για αυτά;
–Αν τύχει να τα δω συγκινούμαι αλλά η θέση τους είναι στο πατάρι.
–Δεν προσπαθείς να τα φορέσεις για να δεις αν σου κάνουν;
–Τι λες; Φυσικά και όχι.
.

.
–Κι αυτό το κάνεις γιατί ξέρεις πως όσο κι αν σου αρέσουν δεν είναι πια για σένα. Μεγάλωσες για να σου κάνουν τα ρούχα που φορούσες κάποτε κι ας ήταν για την εποχή που τα φορούσες τα αγαπημένα σου.
–Έχεις δίκιο.
–Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τις φιλίες των παιδικών μας χρόνων. Όχι με όλες και όχι πάντα. Τις περισσότερες φορές όμως διαπιστώνουμε πως οι άνθρωποι που μας γέμιζαν γιατί μοιραζόμασταν μαζί τους αυτό που ήμασταν κάποτε, δεν μας καλύπτουν άλλο πια. Ήταν ιδανικοί για την εποχή που τους είχαμε στη ζωή μας αλλά όχι άλλο. Ωριμάζουμε, μεγαλώνουμε, εξελισσόμαστε και είναι εξαιρετικά δύσκολο να μας ταιριάζει αυτό που ήταν πριν από δεκαετίες επιλογή μας.
–Πολύ σκληρό να το λες αυτό για μια φιλία.
–Σκληρό πλην όμως αληθινό, είπα με απόλυτη σιγουριά για τα λεγόμενα μου.
–Και τότε τι κάνουμε; Βάζουμε τις παιδικές μας φιλίες στο πατάρι;,αναρωτήθηκε φωναχτά.
–Στο πατάρι της μνήμης μας και τις τιμούμε σαν πολύτιμο ενθύμιο μιας εποχής στην οποία ήμασταν διαφορετικοί. Υπάρχουν βέβαια κι εκείνα τα ρούχα που αποδεικνύονται ελαστικά και μπορούμε να τα φορέσουμε σε οποιαδήποτε ηλικία αλλά είναι σπάνια. Και πίστεψε με είναι σχεδόν απίθανο να μας κάνει ένα παιδικό ρούχο όταν είμαστε ενήλικες. Κι αν συμβεί αυτό σημαίνει δύο πράγματα: ή το ρούχο ήταν ραμμένο για μεγαλύτερα μεγέθη ή εμείς δεν μεγαλώσαμε και παραμείναμε με σωματικές διαστάσεις ενός παιδιού.
–Ακούγεται μονόδρομος να μην κρατάνε οι παιδικές φιλίες.
–Είναι μονόδρομος να αλλάζουμε και μαζί με εμάς οι ανάγκες μας και οι επιλογές μας. Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτό που μας έδινε κάποτε χαρά ήταν λάθος. Ήταν υπέροχο για την εποχή του. Ας το τιμήσουμε για αυτό που ήταν και όχι για κάτι άλλο που φανταζόμαστε να γίνει.
.
Ο Παναγιώτης είχε να επεξεργαστεί πολλά μετά από αυτήν τη συνεδρία. Πάνω από όλα όμως είχε να αποφασίσει τι θα έκανε με αυτό το ρούχο, το ρούχο που κάποτε του έκανε αλλά όχι άλλο πια. Θα το κρατούσε σαν ενθύμιο; Θα συνέχιζε να προσπαθεί να το φορέσει παρά το ότι δεν του ταίριαζε; Ή μήπως θα το έδινε;
.
Τάχα θέλω να σου πω… δεν πάει άλλο…


.
-Bίντεο, συνεντεύξεις, ομιλίες επισκεφτείτε το κανάλι μου στο You Tube.