Κυκλαδικό ειδώλιο εξατομίκευση ή οικουμενικότητα;
Απο την Αριάδνη Καναβάκη.
Αναγνώστη μου τώρα ήλιος καυτός από αυτόν που καίει τη σάρκα και θυμίζει αδιάκοπα τη φλόγωση και τη φώτιση της πέτρας και ως αίσθηση και ως θέα. Θέα ως άλλη Ελλάς από το ζευγάρωμα των ουσιαστικών “σέλας” (φως, λάμψη) και “λας” (πέτρα, λίθος) ή αλλιώς ο “φωτεινός λίθος”.
Και αν θωρούσαμε τη σκηνή πανοραμικά ή ακόμα και από κοντά θα είχαμε την καθαρή τριαδικότητα : του μοναχού ανθρώπου που στέκει όρθιος, της πέτρας που πατά και φυσικά εκείνης της παντοτινής και απέραντης θάλασσας [ναι αληθεύει ότι κατά καιρούς αφαιρούμαστε αρχετυπικά!].
Ελλάς από αρχαιοτάτων μέχρι προσφάτως με όλες τις γνωστές μας βιωματικές στιγμές, με όλες τις γνωστές μας πολυσυλλεκτικές και αλλότριες εισβολές καθώς και τις πολυδιαφημισμένες μας φιλοξενίες. Ελλάς και για την Ιστορία και για το επιπρόσθετο του φωτός πάνω στο μάρμαρο, με σημαντική την παρουσία της γλυπτικής και ειδικότερα της μικρό/μαρμαρογλυπτικής [τουλάχιστον για τούτο το κείμενο]. Ναι είναι που εκτός από τα αντηλιακά των υψηλών βαθμών σε τούτη τη χώρα υπήρξε και η τέχνη των υψηλών-υψηλών «προδιαγραφών». Για εκείνη την απαράμιλλη μιλάμε, σε μορφή και τεχνική, για την Κυκλαδική μαρμαρογλυπτική (3000-2000).

«Ο όρος κυκλαδικός πολιτισμός, τον οποίο ο Χρήστος Τσούντας χρησιμοποίησε με γεωγραφική και χρονολογική σημασία, είναι συνώνυμος των όρων Πρωτοκυκλαδικός πολιτισμός ή Πρώιμη εποχή του Χαλκού ή Πρωτοχαλκή εποχή. Με τους όρους αυτούς προσδιορίζεται η πρώτη από τις τρεις περιόδους στις οποίες διακρίνεται συμβατικά η εποχή του χαλκού στα νησιά των Κυκλάδων. Η εποχή αυτή καλύπτει περίπου δύο χιλιετίες, δηλαδή το διάστημα από το 3200 έως το 1100 π.χ., και διακρίνεται σε Πρωτοκυκλαδική, Μέση και Υστεροκυκλαδική. Ο Κυκλαδικός πολιτισμός όμως άκμασε περισσότερο την περίοδο της πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3000-2000)»*.
.
Κυκλαδικό ειδώλιο της διαχρονικότητας και της συχνά σε εκ διαμέτρου αντίθεση, αναφορικά με τα υπόλοιπα ειδώλια πχ της γονιμότητας ή των όποιων ανά την ηπειρωτική και νησιωτική χώρα έχουν βρεθεί [ βλέπε στεατοπυγικά, κωδωνόσχημα, αναθεματικά κτλ]. Ειδώλια που ζουν στην απολυτότητα του μυστηρίου με μια απλότητα που κατά γενική ομολογία πότισε τη σκέψη των καλλιτεχνών(19ος ) και των όποιων θεατών. Αν ήμασταν ζωγράφοι θα μιλούσαμε για το Μοντιλιάνι (Modiglian), αν ήμασταν γλύπτες θα μιλούσαμε για τον Τζιακομέτι (Giacometti )/Μπρανκούζι (Brancusi)/ Μούρ (Henry Moore), αν ήμασταν θεατρικοί συγγραφείς σίγουρα θα αμφιταλαντευόμασταν ανάμεσα στον υπαρξισμό ή την ουσία και αν ήμασταν θεραπευτές θα μιλούσαμε για την οικουμενικότητα των ψυχαναλυτικών συναισθημάτων.
.
Άνθρωποι καθημερινοί όμως είμαστε και στη θέαση των Κυκλαδικών ειδωλίων και για την τριαδικότητα που άνωθεν περιγράψαμε, ενώ ταυτοχρόνως γνωρίζουμε ότι ουσιαστικά η μεταξύ τους σύζευξη, η τέχνη του τόπου αυτού είναι που τα γέννησε. Και είναι αυτή η απλότητα της μορφής, η απαρχή της μορφής που δε μας αφήνει αδιάφορους. Αυτό και αν είναι ένα προσωπικό παιχνίδι εξατομικευμένο ή οικουμενικό !
.
Αγαπητοί μου αναγνώστες άνθρωπος, πέτρα και θάλασσα και συνειδητά με τη γραπτή μας φλυαρία καλωσορίζουμε το θέρος με ένα απλό προβληματισμό. Την ώρα «των μπάνιων του λαού», την ώρα που θα μπαίνουμε στη θάλασσα, θα σκεφτούμε τον εαυτό μας ή το γαλανό απλό και απέραντο που βρέχει την οικουμένη;
.
*πηγή Βικιπαίδεια- Κυκλαδικός πολιτισμός
Φωτογραφικό υλικό