Γράφει η Ζωή Ταυλαρίδου
“Ακούγονται” τα Ανδρείκελα του Κώστα Καρυωτάκη.
Το μυαλό μου μοιάζει με κάλπικη λίρα. Λίγο και λειψό, στέκεται απομεινάρι μιας ζωής που βιώθηκε στο άκρον άωτον της πολυτέλειας, ενός φαίνεσθαι με λαμπερό σκοτάδι, χωρίς ίχνος φωτός, γεμάτου σκιές και ύλη. Περιφέρομαι σαν τρελός, παραπατώντας συνεχώς και παραμένοντας πού και πού σε όρθια θέση, λαχανιασμένος από τις κραυγές που δεν βγήκαν ακόμη. Φωνάζω στους τοίχους για μια βοήθεια… ακόμη πίσω βρίσκεται αυτή και περιμένει να έλθει. Κανείς ωστόσο δεν κάνει τον κόπο να την αναγνωρίσει, να μου την φέρει σαν σε δίσκο στο κρεβάτι μου, για να την καταβροχθίσω με τρεμάμενα και γυμνά χέρια. Ούτε τα χάπια μου πια δεν έχω διάθεση να καταπιώ. Σκοτάδι και σκιές γύρω μου.
“Σαν να μην ήρθαμε ποτέ σ’ αυτήν εδώ τη γη,
σα να μένουμε ακόμα στην ανυπαρξία.
Σκοτάδι γύρω κι ούτε μια μαρμαρυγή”.
σα να μένουμε ακόμα στην ανυπαρξία.
Σκοτάδι γύρω κι ούτε μια μαρμαρυγή”.
Οι τοίχοι, κι αυτοί μόνοι και υγροί, άλλοτε παραμένουν όρθιοι, άλλοτε ξαπλώνουν μαζί μου στον καναπέ. Προσπαθώ να τους σκεπάσω με μια καρό κουβέρτα, να ζεσταθώ μαζί τους. Ωστόσο, με αγγίζουν ελάχιστα. Όλη η κρυάδα τους διοχετεύεται στα άδεια κάδρα, μέσα στα οποία σφηνώνω τις παλάμες μου, προσπαθώντας να αγγίξω σωστά το παρελθόν μου, ό τι πρόλαβα να απολαύσω τουλάχιστον ή και να καταδικάσω. Είναι όμορφο να αναπνέεις και να ζεις, συνδέοντας το συνειδητό με το ασυνείδητο, να φέρνεις σε επαφή τον κόσμο που αντιλαμβάνεσαι με τον κόσμο που υπάρχει μέσα σου. Οτιδήποτε διαρρηγνύει τον κόσμο σου, ανοίγει ένα τεράστιο χάσμα. Χωρίζει τη θάλασσά σου σε δύο μέρη. Και δεν ξέρεις σε ποια κύματα να κοιτάξεις. Φουρτουνιασμένη η θάλασσα γύρω και εσύ απλά σφραγίζεις τα χείλη σου. Κλείνεις τα αυτιά σου και απλά περιμένεις να στεγνώσουν οι αφροί των κυμάτων στα δαρμένα μαγουλά σου. Το μυαλό μου και μια λίρα λοιπόν. Ας επιστρέψω σε εμένα.
“Άνθρωποι στων άλλων μόνο τη φαντασία.
Από χαρτί πλασμένα κι από δισταγμό
ανδρείκελα, στης Μοίρας τα δυο τυφλά χέρια,
χορεύουμε, δεχόμαστε τον εμπαιγμό,
άτονα κοιτώντας, παθητικά, τ’ αστέρια”.
ανδρείκελα, στης Μοίρας τα δυο τυφλά χέρια,
χορεύουμε, δεχόμαστε τον εμπαιγμό,
άτονα κοιτώντας, παθητικά, τ’ αστέρια”.
![ce9cceb1cf8dcf81cebfcf8220ce9fcf85cf81ceb1cebdcf8ccf8220cf83cf84cebf20ce98ceadceb1cf84cf81cebf20ce86cf81ceb1cf84cebfcf82-1](https://kulturosupa.gr/wp-content/uploads/2023/10/ce9cceb1cf8dcf81cebfcf8220ce9fcf85cf81ceb1cebdcf8ccf8220cf83cf84cebf20ce98ceadceb1cf84cf81cebf20ce86cf81ceb1cf84cebfcf82-1.jpg)
.
Το ρολόι στο δωμάτιό μου μου θυμίζει ότι κάποτε υπήρχε και ο χρόνος. Τα λεπτά γδέρνουν το ξύλο κυκλικά, καθώς υποδεικνύουν την μάταια αποστολή του ανθρώπου στην ανυπαρξία. Βέβαια, το ρολόι εδώ και καιρό παραμένει εκτός λειτουργίας. Τι είναι αυτό που κινεί τους δείκτες λοιπόν; Τι είναι άραγε ο θάνατος; Μαύρα κοράκια, άσπρα κοράκια… γελάει κανείς με μιαν τέτοια εικόνα χρωμάτων. Τα δικά μου κοράκια είναι δύο. Βγαίνουν από έναν μεγάλο καθρέπτη και με κοιτάζουν αυστηρά στα μάτια. Τεντώνουν το δάχτυλό τους επιβλητικά, τονίζοντας τη ζωή που δεν έζησα σωστά. Προσπαθώ να σχετιστώ με τη γυναίκα μου, με τον γιο μου, με τη γιατρό μου, με τον νοσοκόμο μου, με όλους όσοι άγγιξαν κομμάτια της ζωής μου. Το μυαλό μου όμως δεν μπορεί να τους αποκωδικοποιήσει. Τους τεμαχίζει και τους τακτοποιεί σε κουτάκια, αλλά αυτοί βρίσκουν τον τρόπο να έρχονται και να φεύγουν καταπώς τους βολεύει. Η αυστηρότητά τους μου τρυπά τον εγκέφαλο. Νομίζουν ότι είμαι τρελός. Δεν έχω όμως το δικαίωμα να είμαι; Δεν έχω την ελευθερία να ταξιδεύω το μυαλό μου όπου και όπως επιθυμώ; Με μαλώνουν κι εγώ αντιδρώ. Τα μαλλιά μου, μπερδεμένα και ηλεκτρισμένα από την προσπάθεια του κεφαλιού μου να μπει σε ορθή πορεία, νιώθουν έρημα και μόνα, όταν δεν αγγίζουν το μαξιλάρι μου. Θέλω ο καναπές μου να με καταπιεί. Θέλω οι τοίχοι να με κάψουν. Θέλω ο καθρέπτης μου να σπάσει.
“Μακρινή χώρα είναι για μας η κάθε χαρά,
η ελπίδα και η νεότης έννοια αφηρημένη”.
η ελπίδα και η νεότης έννοια αφηρημένη”.
Άλλος δεν ξέρει ότι βρισκόμαστε, παρά
όποιος πατάει επάνω μας καθώς διαβαίνει”.
όποιος πατάει επάνω μας καθώς διαβαίνει”.
Κι έρχεται ο φίλος μου με το λευκό του πρόσωπο. Τα μάτια του μου είναι πολύ οικεία. Κάπου από παλιά τον ξέρω, δε θυμάμαι πώς και πού. Μιλάμε κι ανοίγουμε τις καρδιές μας, καθώς το μυαλό μου έχει κολλήσει στους ξύλινους δείκτες. Ο χρόνος πλέον δεν μου μιλά. Συζητά μόνο μαζί μου ένα λευκό πρόσωπο, μια μάσκα αγάπης με γλυκιά και σχεδόν παιδική φωνή. Σαν χάδι απλώνεται η φωνή του στα αυτιά μου. Το λευκό της μάσκας θωπεύει σαν βαμβάκι χνουδωτό το πρόσωπό μου. Θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια, το χωριό μου, τις κηδείες που επισκέφτηκα. Τι πλάκα είχαν! Τα καλύτερα γέλια ακούγονται στον αποχαιρετισμό των νεκρών. Κι εγώ θέλω τόσο πολύ να γελάσω. Πιάνω το χέρι του φίλου μου, να επιστρέψω εκεί που μεγάλωσα. Αλλά το χέρι του είναι κρύο και μαύρο και ο τοίχος που με κρύβει είναι ζεστός σαν μητρική αγκαλιά. Δεν υπάρχει πιο όμορφη κατάληξη ζωής από την επιστροφή στη μήτρα. Κι εγώ επιτέλους γίνομαι ακόλουθος του άδειου μου καθρέπτη, της παιδικής αυτής φωνής, του χωριού μου. Το μυαλό μου ένωσε τη θάλασσά του.
“Πέρασαν τόσα χρόνια, πέρασε ο καιρός.
Ω! κι αν δεν ήταν η βαθιά λύπη μες στο σώμα,
ω! κι αν δεν ήταν στην ψυχή ο πραγματικός
πόνος μας, για να λέει ότι υπάρχουμε ακόμα”.
Ω! κι αν δεν ήταν η βαθιά λύπη μες στο σώμα,
ω! κι αν δεν ήταν στην ψυχή ο πραγματικός
πόνος μας, για να λέει ότι υπάρχουμε ακόμα”.
![topic_33207-3](https://kulturosupa.gr/wp-content/uploads/2023/10/topic_33207-3.jpg)
.
Η παράσταση «Μαύρος Ουρανός», μια συγγραφική δημιουργία της Γεωργίας Μπλάγκου σε σκηνοθεσία της ιδίας, του Αριστείδη Σιναπίδη και Αχιλλέα Δημητριάδη στο Θέατρο Άρατος, διαπραγματεύεται την τρέλα ενός ανθρώπου που βίωσε την οικονομική κρίση στο μεγαλείο της. Από τα ψηλά σύρθηκε στα χαμηλά, χαντακώθηκε, έμεινε μόνος του, τρελάθηκε. Φορτωμένος με τις υψηλές προσδοκίες μιας ζωής άνετης και πολυτελούς, δεν έδειξε την πρέπουσα αντοχή στο γκρέμισμα. Θλίψη, ενοχές, θυμός αποδόμησαν το μυαλό του και απέδειξαν την αλήθεια των σχέσεων της ζωής του. Οι σχέσεις που βασίζονται σε μιαν επιφάνεια δεν έχουν το σθένος να διατηρηθούν και να αντέξουν τον μαρασμό ενός ανθρώπου. Αλλά και ο ίδιος ο Άνθρωπος-θύμα της κρίσης μπορεί να επιλέξει δύο δρόμους: του μαρασμού και της ανυπαρξίας ή της ευκαιρίας για μια ζωή διαφορετικών προτεραιοτήτων και ταχυτήτων. Χρειάζεται δύναμη, γενναιότητα ψυχής, προνοητικότητα κι ελπίδα. Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας αυτής βλέπει τον ουρανό του μαύρο. Ξεφεύγει σφίγγοντας με απόγνωση το χέρι του φίλου του. Δυστυχώς, η λύτρωσή του είναι μια φυγή, μιαν απόδραση, μιαν ανάγκη του τραυματισμένου του μυαλού. Μακάρι η κάθαρσή του να ήταν αγώνας, μια αποδοχή του διαφορετικού, μια εισβολή στον κόσμο του βάθους. Μακάρι ο μαύρος του ουρανός να μετουσιωνόταν πραγματικά σε ελευθερία.
.
Μουσική Πρόταση: Dead can dance – Amnesia
Δείτε & αυτά:
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν από 15/5/2019 έως 14/05/2020 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 10α -επετειακά- Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2020.
& αυτά:
–Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα, κλικ εδώ.
–Τι παίζουν οι κινηματογράφοι στη Θεσσαλονίκη, κλικ εδώ.
–Συναυλίες: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Σινεμά: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Βιβλίο: Διαβάσαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
.
–Κερδίστε προσκλήσεις – Βιβλία, κλικ εδώ.
Ακολουθήστε μας στα social media
Φωτογραφικό υλικό