Γράφει η Ζωή Ταυλαρίδου για τον Σωφέρ Θεάτρου.
Ακούγεται το ΣΩΠΑ ΜΗ ΜΙΛΑΣ του Aζίζ Νεσίν.
Στο σχολείο μού κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
μου λέγανε: “εσένα τι σε νοιάζει; Σώπα!”
Με φιλούσε το πρώτο κορίτσι που ερωτεύτηκα και μου λέγανε:
“κοίτα μην πείς τίποτα, σσσσ… σώπα!”
Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Κι αυτό βάσταξε μέχρι τα εικοσί μου χρόνια.
Και κοιτάχθηκα στον καθρέπτη. Με έβλεπα για ώρα. Τα μάτια μου θολά και νυσταγμένα, μαύροι κύκλοι τα μπέρδευαν. Δεν ήθελαν να βλέπουν. Οι κύκλοι ή τα μάτια; Δεν υπήρχε υποκείμενο που να ήθελε πλέον να βλέπει κάπου. Παντού καμένη γη. Ο αέρας δεν εισέρχεται στα ρουθούνια μου. Η εικόνα μου με πνίγει, δεν μπορώ να αναπνεύσω. Στέκομαι. Τα δάχτυλά μου μουδιάζουν. Ειλικρινά δεν γνωρίζω πού να κατευθύνω τα βήματά μου… εάν βέβαια βήματα λογιάζονται τα μέλη που δεν θέλουν να κάνουν το ταξίδι. Σκατά. Πάλι ακίνητη θα μείνω, βουβή. Ανοίγω το στόμα, αλλά λέξεις δεν βγαίνουν, μόνο καπνοί, άτσαλοι και δίχως σχήμα, ζέχνουν τον ορίζοντα των γύρω μου. Θυμώνω με τις λέξεις, με τη γλώσσα μου που έχει στραμπουλήξει τον εαυτό της ηθελημένα, γιατί έτσι τούς αρέσει.
Ο λόγος του μεγάλου
η σιωπή του μικρού.
Το σώμα μου παθαίνει αγκύλωση με αυτό που πασχίζω να αναπνεύσω. Ξάφνου, εισβάλλει στο μυαλό μου η σκέψη, μήπως τελικά καλά κάνω και δεν αναπνέω. Οι λέξεις παραμένουν σφαλισμένες και αξόδευτες στο πίσω μέρος του κρανίου μου. Αράζουν εκεί και περιμένουν. Θα κάνω πέτρα την καρδιά, τι άλλο μού μένει; Εφόσον, μια φορά θρήνησα κι έμαθα στο πένθος της ψυχής, έχω εθιστεί σε αυτόν τον πόνο τόσο πολύ, που η ελευθερία της επιλογής μου με τραβάει από τα μαλλιά με έναν πρόστυχα ερωτικό κάλεσμα. Η Μοναξιά μου είναι η καλύτερή μου φίλη. Συγχωρεί όλα μου τα λάθη, τις λέξεις που δεν εκστομίζονται, τα πρέπει της καρδιάς μου που αποχωρίζονται διαρκώς τα δεσμά του μυαλού μου, αυτού του μυαλού του πονεμένου, που χρόνια τώρα να ελέγξει δεν μπορεί το βούρκο των ανθρώπων που αγαπιούνται. Εξάλλου, όλα ένας συμβιβασμός είναι. Ψηλαφίζω τον σβέρκο μου. Εκεί σαν λόφος έχουν στιβαχτεί όλες μου οι ενοχές. Ανοίγω το στόμα και προσπαθώ να κραυγάσω την ενοχή και τον φόβο μου, την αγάπη που δεν ένιωσα και την απέραντη κι απύθμενή μου μοναξιά. Παντού αίματα βλέπω. Ευτυχώς κυλούν και στις φλέβες μου. Χτυπάει η καρδιά. Φοβάμαι όμως να την ανοίξω. Η Μοναξιά τρέχει σαν λαγός, κι εγώ σαν χελώνα ακολουθώ. Τα μήλα του προσώπου μου έχουν ανοίξει από την προσπάθεια της κραυγής.
Σώπα ο ενας, σώπα ο άλλος, σώπα οι επάνω, σώπα η κάτω,
σώπα όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσά μας.
Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.
Φτιάξαμε το σύλλογο του “Σώπα”.
και μαζευτηκαμε πολλοί,
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!
Η Μοναξιά μου έχει θράσος. Με δένει από το λαιμό και με τραβάει, όπου αποφασίζει αυτή ανάλογα με τα δικά της θέλω και μπορώ. Δεν καταλαβαίνω… πώς συμπεριφέρεται τόσο εγωιστικά; Νόμιζα ότι η σχέση μας ήταν της εμπιστοσύνης και της αλληλεπίδρασης. Μοιάζει με γάτα, πονηρή και με ένστικτο τρελό, υπερβαίνει τα όρια του κορμιού και του μυαλού. Με κάνει ό τι θέλει, κι εγώ αφήνομαι στην κουνιστή της την ουρά. Κάπου κάπου, ακούω τη μουσική. Ηρεμεί ο φόβος… για μια στιγμή μόνο. Ταξιδεύω προς τα πίσω. Θυμάμαι κάποτε που με καταλάβαινα, που μπορούσα να με νιώσω, να με διαβάσω, να με καταλάβω. Ποια είμαι στο τώρα μου; Πώς κατήντησα έρημη και μόνη; Πώς αντέχω τις λέξεις να κουμαντά-ρουν το Εγώ μου; Γιατί θεώρησα τη σιωπή μου χρυσό; Πώς μπορώ να ζωγραφίσω ξανά τη ζωή μου; Κοιτάω γύρω μου προσεκτικά κι αφουγκράζομαι τους θορύβους μου. Αναρωτιέ-μαι τι να θέλουν όλα αυτά τα ανθρωπάρια που με περιβάλλουν. Οι άνθρωποι της ζωής μου παίζουν μουσικές καρέκλες και με κοιτούν κοροϊδευτικά. Πάντοτε είμαι η χαμένη, η όρθια στο τέλος. Δεν έχω πού να καθήσω. Δεν γνωρίζω πού να ακουμπήσω. Θέλω να φωνάξω, αλλά φοβάμαι την κραυγή που ίσως αφήσω να βγει. Φοβάμαι μια μοναξιά που όμως έχει ήδη στρογγυλοκαθήσει στις αρτηρίες μου προ πολλού, χωρίς το πότε να είναι προσδιορί-σιμο.

Κι όμως, η σιωπή μου αυτή κάποτε θα ολοκληρώσει την αποστολή της. Ήδη με έχει γεμίσει με περίσσια ενέργεια, που δεν γνωρίζω τι να την κάνω… ακόμη. Η μοναξιά μου έχει κόκαλα και με τσακίζει, προσκαλώντας με στο θράσος της δύναμής της. Και βέβαια δε θα την αφήσω. Είμαι πάνω από αυτήν κι έχω το θάρρος πλέον να την ελέγχω. Ξύπνησα πια, τα δεσμά μου έχουν χαλαρώσει από μόνα τους. Δική μου ευθύνη παραμένει να τα αφήσω να πέσουν.
…ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσά μου,
γιατί νομίζω πως θα’ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο,
με έναν ψίθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λεει:
Mίλα!
Η παράσταση «Μ και Μ» στο Θέατρο Σοφούλη αποτελεί μία τολμηρή σκηνοθετική δημιουργία του Γιάννη Μαστρογεωργίου, δομημένη σε κείμενα των: Κατερίνας Γώγου, Αζίζ Νεσίν, Άννας Χατζηλεοντή-Γεωργίου, Δημήτρη Ήλκου, Αφροδίτης Νικολουδάκη, Αντωνίας Γιοβανοπούλου, Γιάννη Μαστρογεωργίου και Δέσποινας Βασιλείου, και διανθισμένη μουσικά με την μπάντα των εξαιρετικών Bard Noir.
H Μοναξιά και η Μοναχικότητα αποτελούν δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, ανάλογα με το ποιος και πώς πετάει το νόμισμα στον αέρα. Ίσως ο σύγχρονος άνθρωπος μπορεί να δει στην μοναξιά του μια ευκαιρία για αναστοχασμό και διαφοροποίηση, στη βάση της ανάγκης του για αλλαγή και δημιουργία. Ίσως όμως η μοναξιά αυτή να είναι το αποτέλεσμα της α-πομάκρυνσης από τον Άλλον, μιας περιθωριοποίησης κι ενός αυτισμού, της ανάγκης για οπισθοδρόμηση σε παρελθόντα καλά ή κακά της μοίρας του. Η Μοναξιά δεν παλεύεται εύκολα. Κρατάει ένα σχοινί και πολύ γρήγορα μπορεί να δέσει ακόμη και τον πιο δυνατό άνθρωπο σε μια στασιμότητα υπαρξιακή. Η Μοναξιά του σύγχρονου ανθρώπου πιθανόν να μετατραπεί σε γόρδιο δεσμό που χρήζει άμεσης κι επιθετικής προσέγγισης, εάν τον πείσει για την αξία και τη χρησιμότητά της. Η Σιωπή θεωρείται χρυσός και καθοδηγεί τις μάζες. Μόνο η ουσιαστική επαφή, το μοίρασμα, η επικοινωνία μπορεί να λύσει τον γόρδιο αυτόν δεσμό. Η ανάγκη του Ανθρώπου για αγάπη και η επίγνωση της ανεπάρκειάς του ως μοναχικού οδοιπόρου στη ζωή έχει τη δύναμη να διασκεδάσει την παθογένεια της μάζας και να ανοίξει τον δρόμο στο Μαζί. Η γροθιά των Μαζί στηλιτεύει, κρίνει, αξιολογεί και βεβαίως αλλάζει… πρώτα τον ίδιο μας τον εαυτό κι έπειτα τον Άλλον. Κανένας Άνθρωπος δεν χρειάζεται να αισθάνεται μόνος σαν αγρίμι, απεμπολώντας την ανθρωπιά και την υγρασία της ψυχής του. Η παράσταση αυτή δημιουργεί ροκ ήχους και εικόνες, εμπνέει και μας κάνει κοινωνούς της.
.
Μουσική Πρόταση:
Bard Noir – Mr Undertaker
h
.
Aziz Nesin – Σώπα Μη Μιλάς
h
.
Πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ.
.
Δείτε & αυτά:
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν από 15/5/2019 έως 14/05/2020 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 10α -επετειακά- Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2020.
& αυτά:
–Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα, κλικ εδώ.
–Τι παίζουν οι κινηματογράφοι στη Θεσσαλονίκη, κλικ εδώ.
–Συναυλίες: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Σινεμά: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Βιβλίο: Διαβάσαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
.
–Κερδίστε προσκλήσεις – Βιβλία, κλικ εδώ.
Ακολουθήστε μας στα social media
Φωτογραφικό υλικό