Συνομιλεί (και γράφει) η Σωφέρ Θεάτρου, Ζωή Ταυλαρίδου.

Η EKABH του Ευριπίδη:
Το έργο διαδραματίζεται στη Θράκη, τη χώρα του βασιλιά Πολυμήστορα. Ο Πολύδωρος (ο μικρότερος γιος του Πριάμου), λίγο πριν την πτώση της Τροίας στέλνεται, για να αποφύγει την επικείμενη σκλαβιά, με αρκετό χρυσάφι στο βασιλιά των Θρακών Πολυμήστορα. Εκείνος σκοτώνει τον Πολύδωρο, του παίρνει το χρυσάφι και το πτώμα του το πετά στη θάλασσα, που το εκβράζει κάθε τόσο στις ακτές. Οι Έλληνες επιστρέφουν στην Ελλάδα με τις Τρωαδίτισσες σκλάβες τους.

Το δράμα αρχίζει με το φάντασμα του Πολυδώρου που συστήνεται και περιμένει να συναντήσει τη μητέρα του, για να τον θάψει και να μην περιπλανιέται. Μας πληροφορεί και για όνειρο που θέλει τον Αχιλλέα να ζητά θυσία μια κόρη του Πριάμου στον τάφο του. Ο Χορός εισέρχεται στη σκηνή υποβαστάζοντας τη γριά Εκάβη. Ακολουθούν οι ανάπαιστοι (θρήνοι) της Εκάβης και του Χορού. Στη συνέχεια, εμφανίζεται ο Οδυσσέας ανακοινώνοντας την απόφαση των Αχαιών να θυσιάσουν την Πολυξένη (κόρη της Εκάβης). Εκτυλίσσεται δραματικός διάλογος ανάμεσα στην Εκάβη και Οδυσσέα. Παρεμβαίνει η Πολυξένη υποστηρίζοντας πως η σκλαβιά είναι βαρύτερη απ’ το θάνατο κι αποδέχεται με αξιοπρέπεια τη θυσία της. Η Εκάβη προσφέρεται να την αντικαταστήσει, αλλά δεν γίνεται αποδεκτή η προσφορά της.
Ο κήρυκας Ταλθύβιος φέρνει τη σφαγμένη Πολυξένη, για να ταφεί. Διηγείται τη θυσία. Η ευγενική στάση της κοπέλας προκαλεί το θαυμασμό των Αχαιών. Τότε η Εκάβη στέλνει τη θεράπαινα να φέρει νερό, για να περιποιηθούν το πτώμα της. Στο γιαλό ανακαλύπτεται και το πτώμα του Πολύδωρου. Η Εκάβη συγκλονίζεται. Ο πόνος της είναι άμετρος. Και σχεδιάζει την εκδίκησή της. Έχοντας χάσει κάθε ελπίδα και ηθικό αντέρεισμα, γίνεται ωμή και θηριώδης, επιδεικνύοντας πρωτοφανή αγριότητα. Με την ανοχή του Αγαμέμνονα και τη βοήθεια των συναιχμάλωτων γυναικών της Τροίας, σκοτώνει τα παιδιά του Πολυμήστορα και τυφλώνει τον ίδιο.
Ο Πολυμήστορας εμφανίζεται στους Αχαιούς τυφλός και την κατηγορεί. Ο Αγαμέμνονας ωστόσο αθωώνει την Εκάβη, δικαιολογώντας την πράξη της ως ανταποδοτική δικαιοσύνη. Η Τροία έπεσε, ο πόλεμος τελείωσε, όμως οι πληγές που άνοιξε δεν κλείνουν.

Η Εκάβη του Ευριπίδη αποτελεί σύμβολο απώλειας, πένθους, εκδίκησης. Είναι η γυναίκα που χάνει πατρίδα και οικογένεια κι έρχεται στην Ελλάδα, σε μια ξένη κι άγρια γη, για να υποφέρει την ύπαρξή της και την άδεια της ψυχή. Ο πόλεμος καθορίζει τη μοίρα της κι αυτή μετατρέπεται σε αδυσώπητη τιμωρό της αγριότητας και της αδικίας του πολέμου με τον δικό της τρόπο. Όλοι τιμωρούν και τιμωρούνται, καθώς ο πόλεμος δεν έχει λογική, ούτε νικητές και ηττημένους. Οι γυναίκες του πολέμου εκμηδενίζονται και χάνουν αμετάκλητα την ανθρώπινη αξιοπρέπειά τους, σε όποιο στρατόπεδο κι αν βρίσκονται. Και η Εκάβη θα πάρει επάνω της τη σκυτάλη της εκδίκησης. Η εκδίκηση της μάνας αναδεικνύεται ως πλήρως δικαιολογημένη βάσει του άγραφου νόμου της τραγωδίας.

Ο Άκης Σακελλαρίου, ως ο Πολυμήστορας της Εκάβης, μάς εισάγει στα βαθύτερα νοήματα του έργου. Διαπραγματευόμαστε το δίκαιο και το άδικο, το αιτιολογημένο και το δικαιολογημένο, το γραπτό κι άγραφο δίκαιο στην τραγωδία, τη συνύφανσή της με το θεολογικό στοιχείο, τη σοφία και την αρμονία της. «Η μαγεία της τραγωδίας είναι ότι βλέπει τα πράγματα σφαιρικά», υπογραμμίζει ο ίδιος. Ορίζουμε τον πόλεμο ως το αρχικό και τελικό αίτιο όλων των δεινών της ανθρωπότητας, τόσο για τον θύτη όσο και για το θύμα, υπογραμμίζοντας τη σύνδεση που υφίσταται ανάμεσα στην απώλεια, το πένθος και την εκδίκηση σε κοινωνίες από τις οποίες απουσιάζει ο γραπτός νόμος. Ο Πολυμήστορας ως ήρωας της τραγωδίας έχει μια αρνητική δυναμική, καθώς διαπράττει άδικες και σκληρές πράξεις. Ωστόσο, αποτελεί το ηθικό αντίβαρο της Εκάβης, προκαλεί τον πόνο, τον θρήνο και την ενοχή της και την αναδεικνύει ως μάνα που εκδικείται τον χαμό των παιδιών της. Τιμωρείται και ο ίδιος με το ίδιο νόμισμα, που πάντοτε έχει δύο όψεις, και συντελεί στην κάθαρση μέσα από την πάλη των αντιθέτων που έλκονται. Η Εκάβη ως τραγική ηρωίδα νοηματοδοτείται και διαστρέφεται κυρίως μέσα από τον ανοσιουργό Πολυμήστορα.

Ο Άκης Σακελλαρίου ως γνήσιος Σαλονικιός μάς μιλάει επίσης για τη γενέτειρά του, τη νοσταλγία του για τους χαλαρούς της ρυθμούς και τους φίλους του, το Διεθνές Φεστιβάλ των Δημητρίων, στον συντονισμό του οποίου βάζει την προσωπική του καλλιτεχνική σφραγίδα εδώ και τέσσερα χρόνια, τη δυναμική του θεατρικού κοινού της πόλης μας, την παρθενική του επαφή με το σανίδι ήδη από τη μαθητική του ηλικία, την πορεία του στο θέατρο, για το πού αφιερώνει τον ελεύθερό του χρόνο, κι όλα αυτά με μια μειλίχια σοβαρότητα, πραότητα και ήρεμη δύναμη.
Τον ευχαριστούμε ιδιαιτέρως για τη συνέντευξη που παραχώρησε στη Σωφέρ στον περιορισμένο του χρόνο καθώς και το Θέατρο Δάσους για την άψογη φιλοξενία του.
Δείτε τη συνέντευξη:
Βιντεολήψη και μοντάζ: Τάσος Πέππας
Επίλογος: Το θέατρο δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ερήμην του ανθρώπου. Αλλά κι ο άνθρωπος δεν έχει την ευκαιρία να ολοκληρωθεί ως προσωπικότητα ερήμην του θεάτρου κι οποιασδήποτε άλλης καλλιτεχνικής ή πνευματικής δραστηριότητας. Οι άνθρωποι του πνεύματος επιχειρούν μέσω του δημιουργικού τους οίστρου να απορροφήσουν τον τυχόν πνευματικό και δημιουργικό μας αποχρωματισμό. Μας περιμένουν με την ενέργεια και την ψυχή τους, να μας προβληματίσουν, να μας συγκινήσουν, να ξυπνήσουν μέσα μας συναισθήματα και να μας οδηγήσουν στην κάθαρση. Γιατί η ψυχή του θεάτρου είναι ο άνθρωπος και μόνο ο άνθρωπος.
.
Δείτε & αυτά:
ΦΕΣΤΙΒΑΛ:
ΘΕΑΤΡΟ:
ΜΟΥΣΙΚΗ:
ΣΙΝΕΜΑ:
Φωτογραφικό υλικό