Είδε και σχολιάζει η Πίτσα Στασινοπούλου για την Κουλτουρόσουπα
Χαιρετίζουμε και από την πλευρά μας με ειλικρινή ικανοποίηση τη διοργάνωση του Δήμου «Ανοιχτή Θεατρική Σκηνή της Πόλης 2024» ως έναν σημαντικό, καταξιωμένο θεσμό που προσφέρει βήμα και πρακτική στήριξη σε θεατρικές ομάδες, προκειμένου να παρουσιάσουν σε ευρύ κοινό τη δουλειά τους…
Το Δημοτικό Θέατρο «Άνετον» για κάποιες βδομάδες φιλοξενεί παραστάσεις από τοπικά σχήματα, που λόγω του εναλλακτικού τους χαρακτήρα ή πειραματισμών σε θεματολογία και προσέγγιση, παρουσιάζουν πάντα ξεχωριστό ενδιαφέρον, ανεξαρτήτως θετικού ή αρνητικού προσήμου… Εν προκειμένω η παράσταση «Οι βελόνες πλεξίματος (ή) δεν είναι και τόσο σοβαρή υπόθεση» σε δραματουργία Ειρήνης Σεβαστοπούλου πάνω σε κείμενα δικά της συν της ομάδας και σε σκηνοθεσία Γιάννη Διδασκάλου, ήταν αυτή που μας οδήγησε στο κατάμεστο θέατρο Άνετον με ιδιαίτερη προσμονή…
Πριν την έναρξη ακόμα, μας υποδέχονται στη σκηνή τέσσερεις γυναίκες ασάλευτες ως παγωμένη εικόνα σε ένα λιτό σκηνικό «τραπεζαρίας» με καρέκλες τυλιγμένες σε χαρτιά με τάξη κι ένα πιάνο στη γωνία με μουσικό… από τα ηχεία ακούγονται αμυδρά λαϊκά τραγούδια του ΄60 κι εντός ολίγου ξεκινούν οι αφηγήσεις των γυναικών, με έναυσμα ένα παραδοσιακό οικογενειακό τραπέζι «εκείνης της εποχής», όπου μέσα από μικρές, ασήμαντες, γραφικές λεπτομέρειες, αναδεικνύονται τα στίγματα της πατριαρχίας… Στη συνέχεια οι αφηγήσεις – μνήμες κορυφώνονται με σκληρότερα βιώματα του χθες και του σήμερα σε μια χρονική παλινδρόμηση περίπου μισού αιώνα, όπου η γυναίκα (και οποιοσδήποτε ασύμβατος με τα αποδεκτά στερεότυπα) υφίσταται κάθε μορφής ρατσιστικά δεινά για να καταλήξουμε στη σύγχρονη μάστιγα των γυναικοκτονιών με τρομακτική συχνότητα…
Πληροφορούμαστε ότι η παράσταση ως κείμενο και ιδέα (+) βασίστηκε στην διπλωματική εργασία Υποκριτικής της Ειρήνης Σεβαστοπούλου που επιμελήθηκε επίσης τη δραματουργία και πάνω σε αυτόν τον καμβά κλήθηκε η ομάδα να συνεισφέρει με προσωπικές ιστορίες για το θέμα… Οι οποίες έδεσαν θαυμάσια μεταξύ τους ως ενδιαφέρουσα συρραφή, διότι καταρχάς απέφυγαν την ωμή σκληρότητα και κυρίως το μελό, εναλλάσσοντας έξυπνα στη ροή τις δεκαετίες, παλιά και νέα ήθη, ανάλαφρα ή χαριτωμένα στιγμιότυπα με δραματικά, απλές σκηνές της καθημερινότητας με τραγικές, αθώες παιδικές μνήμες με ζοφερή πραγματικότητα, αναδεικνύοντας σφαιρικά το ποικίλο φάσμα μιας παθογένειας σε διαφορετικές εκφάνσεις του… Πολύ καλή δουλειά σε συλλογικό επίπεδο- πληρώντας του όρους του «θεάτρου επινόησης»- με ισορροπία χωρίς καθόλου ακρότητες, με απρόβλεπτες οπτικές, στιγμές έμπνευσης, σωστή κορύφωση, ενώ κάποιες ενστάσεις θα αναφερθούν παρακάτω…
Ωστόσο είναι γεγονός ότι τα μεγάλα εύσημα ανήκουν στην σκηνοθεσία του Γιάννη Διδασκάλου, που όντως «επινόησε» μια ευφάνταστη εικαστικά παράσταση «εκ του μηδενός»… Έχοντας στα χέρια ως υλικό σκόρπιες, ασύνδετες, ετεροχρονισμένες, ανομοιόμορφες αφηγήσεις, κατάφερε να τις συνδέσει υποδειγματικά με ενδιαφέρουσες εναλλαγές μεταξύ χιούμορ και δραματικότητας ή ηρεμίας και έντασης ή νοσταλγίας και επικαιρότητας, ενώ διαμόρφωσε ιδανική ατμόσφαιρα – άλλοτε σκοτεινή κι άλλοτε ανάλαφρη- με ιδιαίτερα φροντισμένους φωτισμούς ενισχυμένους από φορητούς φακούς ή χρωματιστούς σωλήνες νέον και με εξαιρετικά ταιριαστή, υποβλητική, μουσική υπόκρουση… Χάρη στη φαντασία του δημιούργησε ελκυστικές εικόνες συμβολισμού με έντονη θεατρικότητα, ζωντανό ρυθμό, αναπόφευκτο συναίσθημα, προσφέροντας κάποιες σκηνές- σαν την κορυφαία που πέφτουν ως απειλητική «βροχή» οι φονικές βελόνες –μοναδικής δύναμης, έμπνευσης και αισθητικής… Επιπλέον αξιοποίησε ευρηματικά το σκηνικό μέχρι το τελικό στάδιο της αποδόμησης με ξεσχισμένα χαρτιά παντού, ενώ η διαρκής κινητικότητα, οι αλλαγές στησίματος και φωτισμών, η χρήση επιπέδων πάνω σε τραπέζι ή καρέκλα, το τεχνητό «κομφούζιο» με ταυτόχρονες ομιλίες ή άλλα μικρά εύστοχα ευρήματα, εξασφάλισαν την πλήρη προσήλωσή μας στην πυκνή διάρκεια των 65 λεπτών μιας «ογκώδους» παράστασης…
Οι τέσσερεις αφηγήτριες- ηθοποιοί, ήτοι Ειρήνη Σεβαστοπούλοιυ, Άλκηστη Κυριακού, Έλμα Βλαστοπούλου, και Κατερίνας Σωτηρίου κατέθεσαν τις πραγματικές μαρτυρίες τους με επαγγελματισμό, σκηνική άνεση, αμεσότητα με το κοινό ενίοτε «επιδραστική», ευελιξία στις αλλαγές κλίματος, αίσθηση μέτρου και ισορροπίας, άψογο μεταξύ τους συντονισμό, μελετημένη κινησιολογία, αναδεικνύοντας το συναίσθημα ακόμα και μέσα από παρατεταμένες, αλλά εύγλωττες σιωπές…Επιπλέον εκτιμήσαμε με συμπάθεια μια σχεδόν παιδιάστικη αθωότητα στις αναμνήσεις «όταν ήμουν μικρή…» και μας άγγιξε συγκινητικά, όχι τόσο η εμφανής τραγικότητα αλλά η «υπόγεια» που αναδυόταν από φαινομενικά «ανώδυνες» σκηνές…
Κάποιες ενστάσεις μας (-) σε μια παράσταση εξαιρετικά δουλεμένη σε θεατρικό επίπεδο, αφορούν στην προσέγγιση του θέματος, καθώς θεωρούμε ότι α) έλλειπε ο στόχος ή αλλιώς η θέση των δημιουργών και το εγχείρημα περιορίστηκε σε μια λιγότερο ή περισσότερο φορτισμένη καταγραφή καταστάσεων, ανάλογη με αυτήν που κατά κόρον συναντούμε σε ρεπορτάζ, εκπομπές, συζητήσεις κλπ., β) μέσα από τις μαρτυρίες η γυναίκα- θύμα μοιάζει να «αποδέχεται» στα χρόνια τη θυματοποίησή της και οι όποιες αντιδράσεις της τείνουν σε αυτοκαταστροφή… γ)στα πλαίσια της πολιτικά ορθής προσέγγισης μπαίνουν στο ίδιο κάδρο, από τη μια η ζοφερή πραγματικότητα της σύγχρονης βίας με ακραίες κακοποιήσεις ή δολοφονίες και από την άλλη κάποια πατριαρχικά ήθη μιας εποχής με μορφή στερεότυπων, περισσότερο γραφικών ή εθιμοτυπικών, παρά βίαιων ή επικίνδυνων- τηρουμένων των αναλογιών… Προβληματισμοί που εν μέρει αναδείχθηκαν στη συζήτηση μιας ώρας που ακολούθησε την παράσταση με πληθώρα θεατών νεαρής κυρίως ηλικίας- πόσο αισιόδοξο!- όπου οι συντελεστές μοιράστηκαν την ιδιαίτερη εμπειρία τους από την συλλογική προσπάθεια εκθέτοντας αληθινές μαρτυρίες και οι θεατές κατέθεσαν απόψεις και συναισθήματα που εισέπραξαν, εκφράζοντας θαυμασμό, πιστοποιημένο με το γενναιόδωρο χειροκρότημα…
Εν κατακλείδι (=) και παρά τις όποιες ενστάσεις, είναι γεγονός ότι απολαύσαμε μια αξιόλογη εκδοχή «θεάτρου επινόησης» με εξαιρετικά δημιουργική σκηνοθεσία, πάνω σε ένα επίκαιρο και τραγικό κοινωνικό θέμα…
Βαθμολογία: 6.8/10