Οι συνεντεύξεις μας
Η ιστορία έχει τις ρίζες της στα πρώτα τρυφερά χρόνια της παιδικής του ηλικίας.… Όταν ήταν 4 ετών, με απίστευτη ευκολία αρχίζει να ξεδιπλώνει το μεγάλο πηγαίο του ταλέντο, τον ογκόλιθο των ικανοτήτων του. «Παιδί θαύμα» στο Ωδείο Αθηνών όπου άρχισε τις σπουδές του στη μουσική υπό την καθοδήγηση της Μαρίκας Παπαϊωάννου και υπό τη διδασκαλία της Φοίβης Βάλληνδα, απ’ όπου απέκτησε το δίπλωμα πιάνου. Αμέσως μετά μια υποτροφία του γαλλικού κράτους, ταξιδεύει για σπουδές στο Παρίσι, δίπλα στην διεθνούς φήμης πιανίστρια Yvonne Lefébure. Εκεί παρακολούθησε ταυτόχρονα μαθήματα σύνθεσης, ενορχήστρωσης, διεύθυνσης ορχήστρας και μουσικής κινηματογράφου.
Ένας πολυσχιδής καλλιτέχνης που ξεπέρασε τα σύνορα της Ελλάδας αφήνοντας το αποτύπωμά του στην ασταμάτητη ροή του χρόνου.
Μια λαμπρή μουσική πορεία 35 χρόνων συμπληρώνει και το γιορτάζει με μια συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, σε μια σύμπραξη με τη Συμφωνική Ορχήστρα Δήμου Θεσσαλονίκης. Στη σκηνή μαζί τους η Γιώτα Νέγκα, η Σοφία Μανουσάκη και σολίστ ο Θανάσης Πολυκανδριώτης, ενώ τη Σ.Ο.Δ.Θ. διευθύνει ο Αναστάσιος Συμεωνίδης.
Ο δημοφιλής συνθέτης, πιανίστας και ερμηνευτής Στέφανος Κορκολής σε μια συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης στην Ελπίδα Παπαδανιήλ για την Κουλτουρόσουπα.

Ε.Π.: Να ξεκινήσουμε με τη συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης; Πώς την ετοιμάσατε;
Σ.Κ.:Στην ιδέα αυτή για τις συναυλίες με αφορμή τα 35 χρόνια μου βρήκα σύμμαχο τον παραγωγό μου πλέον, τον Γιώργο Λυκιαρδόπουλο, με τον οποίο έχουμε κάνει ήδη δύο μιούζικαλ, «Την αυλή των θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλη και την “Χριστουγεννιάτικη ιστορία”, που στέκεται δίπλα μου και στις μουσικές μου εκδηλώσεις. Ξεκινήσαμε με πολύ μεγάλη επιτυχία κάνοντας τα 35 μου χρόνια στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με δύο sold out παραστάσεις και μετά δύο στο Θέατρο Παλλάς επίσης sold out. Μετά λοιπόν, δε θα μπορούσε να λείψει η Θεσσαλονίκη και πραγματικά έρχομαι με πολύ χαρά γιατί εκτός από ότι θα ξανά παίξω στο Μέγαρο Μουσικής, θα συνεργαστώ και πάλι με τη Συμφωνική Ορχήστρα Δήμου Θεσσαλονίκης που με τίμησε με την πρόσκλησή της.
Ε.Π.: Έχτε ξανά συνεργαστεί με τη Συμφωνική Ορχήστρα Δήμου Θεσσαλονίκης;
Σ.Κ.:Το 1995, αν δεν κάνω λάθος, κάναμε ένα εγχείρημα το οποίο ακουγόταν λίγο περίεργο, μαζί με την Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Θεσσαλονίκης και τον μαέστρο Δημήτρη Αγραφιώτη οργανώσαμε στο Παλαί ντε Σπόρμια βραδιά Gershwin, όπου εγώ έπαιξα το «Rhapsody in Blue». Ήταν ένα πραγματικά περίεργο και δύσκολο εγχείρημα και το Παλαί ντε Σπόρ κατακλύστηκε από νέους, οι οποίο ήρθαν για να ακούσουν από εμένα κάτι εντελώς διαφορετικό από αυτό που είχαν συνηθίσει. Και πραγματικά ήταν συγκλονιστικό αυτό που συνέβη. Περίπου 12.000 νέα παιδιά με προσήλωση ακούσανε κλασική μουσική και τις επόμενες μέρες ψάχνανε να αγοράσουν το δίσκο της «Γαλάζιας Ραψωδίας». Είναι από τις ωραιότερες αναμνήσεις μου σε σχέση με τη Θεσσαλονίκη. Έτσι και τώρα, η συναυλία αυτή μου δίνει μεγάλη χαρά γιατί θα συμπράξω και με την ΣΟΔΘ και θα γιορτάσω τα 35 μου χρόνια στην Ελληνική Μουσική.

Ε.Π.: Την αγαπάτε τη Θεσσαλονίκη και το δείχνετε..
Σ.Κ.:Τη Θεσσαλονίκη την αγαπώ πάρα πολύ! Με δένουν πολύ σημαντικές και όμορφες στιγμές με αυτή την πόλη. Ο πρώτος μου δίσκος, ο οποίος ήταν και πολύ ιδιαίτερος, γράφτηκε στη Θεσσαλονίκη, στην οδό Πρίγκιπος Νικολάου. Εκείνη την εποχή μαζί με μαζί έναν φίλο μου στιχουργό, ποιητή θα έλεγα καλυτέρα, τον Πήτερ Γουάιτ και τον διεθνούς φήμης, κόντρα τενόρο Άρη Χριστοφέλλη, δημιουργήσαμε ένα συγκρότημα που το ονομάσαμε «Opera (Οπερά). Ο μόνος που πίστεψε σε μας τότε και στο εγχείρημά μας, που τελικά ήταν πολύ επιτυχημένο, ήταν ο Χρήστος Βατσέρης με την εταιρεία του C.V.R. στη Θεσσαλονίκη όπου και κάναμε τις εγγραφές.
Ε.Π.: Το θέλατε πολύ να γιορτάσετε μαζί με τους φίλους σας στη Θεσσαλονίκη τα 35 χρόνια σας στην Ελληνική Μουσική..
Σ.Κ.: Ναι, πραγματικά το ήθελα πολύ γιατί έχω παίξει πολλές φορές στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης και μάλιστα ήμουν από τους πρώτους μαζί με τον Γιάννη Βακαρέληκαι τον Γιώργο Λαζαρίδημε τους οποίους κάναμε το 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Πιάνου. Τη Θεσσαλονίκη τη θυμάμαι πάντα με άρωμα Ευρώπης, γιατί αυτή η πόλη ήταν από παλιά πρωτοπόρος σε πολλά πράγματα και όχι μόνο στη μουσική. Υπήρχε αυτό που εγώ ονομάζω «έμπνευση», γιατί αντλούσα πάντα έμπνευση από αυτή την πόλη.
Ε.Π.: Το Κονσέρτο στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών ήταν sold out σε 4 ώρες, 25.000 κόσμος στο Ειρήνη και Φιλίας, στο Θέατρο Παλλάς και πάλι sold out… Παρατηρώ ότι ο κόσμος σας ακολουθεί σε κάθε σας βήμα, στηρίζει κάθε σας επιλογή και αυτό, μετά από τόσα χρόνιας καλλιτεχνικής πορείας λέει πολλά…
Σ.Κ.:Πιστεύω βαθιά πως η επιτυχία κρύβεται στην αλήθεια σου.. Με λίγα λόγια, όσο πιο αληθινός είσαι με την τέχνη σου και όσο δεν υποδύεσαι κάτι άλλο που δεν είσαι, νομίζω ότι αυτό είναι που ο κόσμος το εισπράττει. Είναι μια σχέση που χτίζεται τόσα χρόνια γιατί ένα πολύ σημαντικό κομμάτι είναι ότι υπάρχει ένας πυρήνας ανθρώπων που μαζί μεγαλώσαμε ουσιαστικά και τώρα και οι ίδιοι μαζί με τα παιδιά τους αλλά και πολλοί νέοι έρχονται και παρακολουθούν τις συναυλίες. Πάντα είναι χαρούμενο γεγονός μια μεγάλη γεμάτη αίθουσα χωρίς να σημαίνει όμως αυτό ότι είναι και ο σκοπός. Για μένα μεγαλύτερη σημασία έχει ο κόσμος που έρχεται να ακούσει τις συναυλίες μου να φεύγει γεμάτος από τα συναισθήματα που εγώ προσπαθώ να τα μεταφέρω με τις νότες. Αυτή ουσιαστικά είναι η επιτυχία μιας συναυλίας και όχι τόσο η πληρότητα αυτής της συναυλίας. Βέβαια όταν συνδυάζονται και τα δύο είναι το καλύτερο.

Ε.Π.: Αυτό είναι το ιδανικό…
Σ.Κ.: Ξέρετε, όταν πρωτοξεκίνησα έλεγα πως και έναν μόνο άνθρωπο να ακουμπήσει η μουσική μου που δεν τον ξέρω, αλλά να μπορέσω να του μιλήσω μέσα από τις νότες μου και να τον κάνω να συγκινηθεί, να χαρεί, να του περάσω ένα συναίσθημα, αυτό για μένα είναι η πεμπτουσία του δημιουργού. Εκεί πιστεύω ότι βρίσκεται η ουσία, να μπορείς μέσα από τη μουσική σου να μεταφέρεις συναισθήματα και να ακουμπάς κάποιες άλλες ψυχές.
Ε.Π.: Και νομίζω ότι το καταφέρνετε… Έχετε αμεσότητα με τον κόσμο.
Σ.Κ.: Είμαι ειλικρινής όταν γράφω και δεν κατασκευάζω ποτέ κάτι. Δε θα γράψω ποτέ κάτι για να γίνει σουξέ ή για να ακολουθήσω τη μόδα. Αυτή η ειλικρίνεια του δημιουργού σε σχέση με το έργο του είναι πάρα πολύ σημαντική.
Ε.Π.: Μια και μιλάμε για δημιουργία, τι αποτελεί έμπνευση για εσάς;
Σ.Κ.: Τι να σας απαντήσω τώρα… Κοιτάξτε, στο θέμα τραγούδι, μιλώντας ως τραγουδοποιός θεωρώ ότι κατά 90% εξαρτάται από τον στίχο που θα πάρω στα χέρια μου. Γιατί σε αυτή την περίπτωση διαβάζω μία ιστορία που έχει γράψει ένας άλλος εξαιρετικός καλλιτέχνης και προσπαθώ να την κάνω δική μου και στη συνέχεια να γράψω. Στα συμφωνικά- ορχηστρικά μου έργα η έμπνευση έρχεται τόσο ανεξέλεγκτα που δεν μπορείτε να το διανοηθείτε. Δηλαδή, ακόμη και την ώρα που κοιμάμαι μπορεί να ακούσω ένα ολόκληρο κομμάτι στο κεφάλι μου και τις περισσότερες φορές σηκώνομαι και πάω στο πιάνο.
Ε.Π.: Άρα σκέφτεστε με νότες;
Σ.Κ.: Συνεχώς ακούω μουσική στο κεφάλι μου… ακόμη και όταν από έξω ακούγονται άλλες μουσικές…

Ε.Π.: 35 χρόνια γεμάτα μουσική, γεμάτα δημιουργίες, διακρίσεις αλλά και μοναδικές συναντήσεις με μια σειρά τεραστίων μύθων του πολιτισμού σε διεθνές επίπεδο, από τον Ennio Morricone και τους Yes, τη Νάνα Μούσχουρη και τη Ντούλτσε Πόντες.., μια μεγάλη λαμπρή διαδρομή …. Πώς νιώθετε μετά από όλα αυτά σήμερα;
Σ.Κ.: Αρχικά νιώθω πολύ τυχερός με τους δασκάλους μου, γιατί ξέρετε εάν δεν υπάρχει η σπουδή το ταλέντο δεν μπορεί να σε βοηθήσει να πας παραπέρα, Εγώ λοιπόν υπήρξα πάρα πολύ τυχερός άνθρωπος γιατί κάθισα δίπλα σε ιερά τέρατα της μουσικής ξεκινώντας από το Ωδείο Αθηνών και μετά στο Παρίσι με υποτροφία του Γαλλικού κράτους δίπλα στην Yvonne Lefébure και στη συνέχεια η τύχη με οδήγησε δίπλα στον τεράστιο Vladimir Horowitz. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι όλο αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της καλλιτεχνικής μου προσωπικότητας και του πως έχω διαμορφωθεί μουσικά. Στη συνέχεια πλέον, είχα την τύχη να γνωρίσω και να συνεργαστώ με εμβληματικές μορφές όπως προαναφέρατε αλλά και πολλούς ακόμη όπως τον Astor Piazzolla και τον Horatio Ferrer, τον Jose Carreras ο οποίος ερμήνευσε το τραγούδι μου «Σκόνη και θρύψαλα» στα γερμανικά μαζί με την Βίκυ Λέανδρος.
Ε.Π.: Φτάσατε λοιπόν στην κορυφή; Την αγγίξατε;
Σ.Κ.: Όλες αυτές οι στιγμές μόνο μεγάλες χαρές μπορούσανε να μου δώσουν. Όχι, δεν είπα, ούτε και σκέφτηκα ποτέ ότι έφτασα… Δεν φτάνεις ποτέ στην τέχνη….
Ε.Π.: Γράφεται ότι έχετε περιπλανηθεί σε όλους τους διαδρόμους του λαβυρίνθου της τέχνης, αφήνοντας στο πέρασμά σας το δικό σας δημιουργικό στίγμα…
Σ.Κ.: Τίποτα δε θεωρώ ότι είναι δεδομένο στη ζωή μας. Το μόνο δεδομένο είναι οι σπουδές μας, η εργασία μας, ο κόπος μας, χωρίς να σημαίνει ότι αυτά δημιουργούν το επόμενο δεδομένο…βασίζεσαι απλά σε αυτά τα πράγματα και προχωράς. Οι λαβύρινθοι συμβολίζουν τα διαφορετικά μονοπάτια που έχω πάρει κατά καιρούς, από τραγούδια σε συμφωνικά έργα, στην κλασική μουσική…

Ε.Π.: Μίκης Θεοδωράκης… Μια συνάντηση σταθμός στη ζωή σας, μια καλλιτεχνική ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ που άφησε βαθιά το αποτύπωμά της..
Σ.Κ.: Η πιο σημαντική στιγμή της μέχρι τώρα πορείας μου είναι η συνάντηση με αυτόν τον παγκόσμιο γίγαντα της μουσικής, τον Μίκη Θεοδωράκη. Μετά από μία συναυλία που κάναμε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών μαζί με την κυρία Μανουσάκη με έργα του, ο Μίκης πήρε το μικρόφωνο και μίλησε με βαθιά συγκινητικά λόγια για μένα.. Ήταν από τις πολύ σπάνιες φορές που πήρε το μικρόφωνο και μίλησε στον κόσμο μετά από συναυλία.
Ε.Π.: Θα ήθελα να αναφέρουμε κάποια από τα λόγια του «Αυτό το σημερινό, για τη μουσική μου, το θεωρώ ένα νέο ξεκίνημα. Είναι, λοιπόν, ένα καινούριο ξεκίνημα και το οφείλω στον Κορκολή….Ο Κορκολής δεν είναι οποιοσδήποτε, είναι ένας σημαντικός μεγάλος συνθέτης….Η αγάπη και η αφοσίωσή του Κορκολή δεν είναι λόγια…είναι έργα..» Είπε επίσης ότι στο παίξιμό σας συνδυάζετε τον Απόλλωνα με τον Διόνυσο, τους οποίους μπορείτε να εναλλάσσετε από τη μία στιγμή στην άλλη, πράγμα πολύ δύσκολο… Βαριά κληρονομιά τα λόγια του..
Σ.Κ.: Είναι από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές της ζωής μου! Με τον Μίκη Θεοδωράκη γνωριστήκαμε περίπου πριν 10 χρόνια και μαζί κάναμε πολλά πράγματα. Μάθαινα συνεχώς μουσική από τον ίδιο, μάθαινα ζωή… Ορίζαμε τις απογευματινές μας συναντήσεις που τελείωναν την άλλη μέρα το πρωί. Δεν μπορώ να σας περιγράψω πόσο πολύ μου λείπει..

Ε.Π.: Σε μια επιστολή του σας ορίζει επίσημα πρεσβευτή της μουσικής του σε Ελλάδα και εξωτερικό…
Σ.Κ.: Είναι τεράστιο το βάρος και η ευθύνη αυτής της κληρονομιάς. Για μένα βασική μου ευθύνη όσο ζούσε ήταν να τον κάνω χαρούμενο με τις δημιουργίες μας και τις συναυλίες.
Ε.Π.: Υπάρχει όμως άλλη μία σημαντική σχέση στη ζωή σας με τον μεγάλο Έλληνα μουσικοσυνθέτη, τον Μίμη Πλέσσα..
Σ.Κ.: Με τον Μίμη μας συνδέει μια ισχυρή συγγένεια, υπάρχει μια δεδομένη αγάπη κυρίως όμως της μουσικής.
Ε.Π.: Ο Μίμης Πλέσσας χαρακτήρισε τη σχέση σας ως σχέση ζωής.. Σχέση που βασίζετε στο πάθος που σας συνδέει για την αιώνια ερωμένη τη μουσική…
Σ.Κ.: Ο Μίμης είναι μια άλλη μουσική ιδιοφυία και αυτό δεν φαίνεται μόνο από τα τραγούδια του που έχουμε χιλιοτραγουδήσει, αλλά σε αυτό που είναι πίσω από τα τραγούδια του και εκεί φαίνεται η μεγαλοφυία του συνθέτη. Έχει γράψει έργα συμφωνικής μουσικής για πιάνο και πραγματικά είναι κρίμα που αυτά δεν τα γνωρίζει ο κόσμος. Θα πρέπει και εμείς όμως, όταν αγαπάμε ένα συνθέτη να ψάχνουμε λίγο παραπάνω για να γνωρίσουμε όλα όσα έχει κάνει.

Ε.Π.: Σύμφωνα με τον Μίμη Πλέσσα συνδυάζεται τον δημιουργό και τον εκτελεστή με μεγάλη επιτυχία… Εσείς τι επιλέγετε τελικά;
Σ.Κ.: Και εκτελεστής του πιάνου αλλά και δημιουργός, συνεπώς και τα δύο… Είμαι κατά βάση συνθέτης και σολίστ του πιάνου, αυτή την ιδιότητα μπορώ να μου δώσω και με αυτήν θέλω να πορευτώ και να πορεύομαι.
Ε.Π.: Μαζί σας στο Μέγαρο θα έχουμε τη χαρά να ακούσουμε τον Θανάση Πολυκανδριώτη αλλά και τη Γιώτα Νέγκα και τη Σοφία Μανουσάκη..
Σ.Κ.: Στη Θεσσαλονίκη θα παρουσιάσω ένα έργο που το έγραψα το 1985, ένα κονσέρτο για μπουζούκι και ορχήστρα εμπνευσμένο από τον ήχο του μπουζουκιού που έβγαλε ο Θανάσης Πολυκανδριώτης και θα το παρουσιάσουμε με σολίστ τον ίδιο. Νομίζω ότι είναι ένα έργο που οι φίλοι μου στη Θεσσαλονίκη θα το εκτιμήσουν και θα το αγαπήσουν όπως και εγώ. Εκτός όμως από το Θανάση θα έχουμε και την αγαπημένη μου Γιώτα Νέγκα, που μου κάνει την μεγάλη τιμή να με τιμήσει σε αυτή την γιορτή μουσικής ερμηνεύοντας και τραγούδια που της έχω γράψει αλλά και τραγούδια που ερμήνευσε ο αείμνηστος Δημήτρης Μητροπάνος. Με τη Σοφία Μανουσάκη συνεργαζόμαστε τα τελευταία 8 χρόνια ανελλιπώς και για μένα είναι από τις σπουδαιότερες της νέας γενιάς ερμηνεύτριες. Η Σοφία μπορεί να κινηθεί από τον Θεοδωράκη που την είχε επιλέξει, από τον Καβάφη που την επέλεξα εγώ μέχρι τα τραγούδια τα οποία λέει πραγματικά με ένα συγκλονιστικό τρόπο. Είναι ένα παιδί που ποτέ δεν την ενδιέφερε η εύκολη και η γρήγορη αναγνωσιμότητα, σπουδάζει και εργάζεται σκληρά πάνω στην τέχνη της.

Ε.Π.: Θα ήθελα να σας πάω τώρα στην Όπερα του Καΐρου και στη βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, στη μελοποίηση ποιημάτων του Κ.Π. Καβάφη όπου αποσπάσατε διθυραμβικές κριτικές από ένα κοινό βαθιά μυημένο στην ποίηση του τεράστιου Αλεξανδρινού ποιητή. Καταλυτική υπήρξε η φράση, που σύσσωμο το κοινό αναφώνησε, στο τέλος της εκδήλωσης: «Επιτέλους ο Καβάφης τραγουδιέται»…
Σ.Κ.: Ήταν το στοίχημα.. Να μελοποιηθεί και να τραγουδηθεί από τον κόσμο η ποίηση του Καβάφη.. όπως είχανε κάνει οι παλαιότεροι συνθέτες με το Σεφέρη, με τον Ελύτη και κατάφεραν να βάλουν την ποίηση μέσα στα σπίτια μας. Αυτό λοιπόν ήταν το στοίχημα γιατί ο Καβάφης έχει μια γλώσσα πολύ ιδιαίτερη, δεν έχει ομοιοκαταληξία, δεν έχει πολλά πράγματα αλλά έχει όλο το σύμπαν στα γραπτά του. Προσωπικά τον λατρεύω αυτόν τον ποιητή. Έτσι, 2 χρόνια από τη ζωή μου τα αφιέρωσα στο να μελετήσω την ψυχή του ποιητή γιατί εάν δεν ακουμπήσεις την ψυχή του ποιητή δεν μπορείς ποτέ να μπεις στην ουσία του πράγματος. Θα μελοποιήσεις επιδερμικά, θα μελοποιήσεις απλά για να πεις ότι μελοποίησες. Εμένα σαφώς και δεν με ενδιέφερε κάτι τέτοιο αλλά να εισβάλω με κάποιο τρόπο μέσα σε αυτό το μυαλό το τόσο φωτεινό που είχε και στην ψυχή του. Και βέβαια η δικαίωση ήρθε και ήταν βάλσαμο για μένα γιατί εάν έπεισα με αυτές τις μελοποιήσεις αυτούς τους ανθρώπους που είναι βαθιά μυημένοι στην ποίηση του Καβάφη, τότε πέτυχα κάτι. Και η δεύτερη δικαίωση ήρθε όταν ένας οδηγός ταξί μου είπε ότι άκουσε στο ραδιόφωνο και του άρεσε το τελευταίο μου τραγούδι και ήταν ένα από τα μελοποιημένα του Καβάφη. Φαντάζεστε την ικανοποίησή μου!
Ε.Π.: Μετά από τόσα χρόνια, τόσες επιτυχημένες ερμηνεύσεις, συναυλίες, έχετε ακόμη το άγχος της πρώτης φοράς;
Σ.Κ.: Το άγχος αντικατοπτρίζει τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζεις τη δουλειά σου, το πόσο θέλεις να είσαι εντάξει σε σχέση με αυτόν τον κόσμο που έχει έρθει να σε ακούσει πληρώνοντας το εισιτήριό του. Το άγχος λοιπόν εδώ έχει να κάνει με την τελειότητα και την αρτιότητα του να είσαι εντάξει και συνεπής προς την αγάπη του κόσμου. Από εκεί και πέρα όμως δεν υπάρχει άγχος αλλά χαρά για όλους τους φίλους που έρχονται να με ακούσουν.

Ε.Π.: Τι είναι αυτό που θαυμάζετε στον Στέφανο Κορκολή και τι θα του προτείνατε να δουλέψει λίγο περισσότερο ή να αλλάξει;
Σ.Κ.: Αυτό που θα ήθελα βασικά να περιορίσω είναι το άγχος μου. Είμαι πάρα πολύ αγχώδης άνθρωπος. Ίσως να μου το προκαλεί η τελειομανία μου.. Πάντα αναζητούσα το τέλειο, να ακουμπήσω το τέλειο, πράγμα κουραστικό και καμιά φορά και αδυσώπητο. Θέλω λοιπόν να αρχίσω να ευχαριστιέμαι λίγο παραπάνω αυτό το οποίο κάνω και να ασχοληθώ λίγο παραπάνω με αυτό που πραγματικά μου αρέσει, να γράφω μουσική για το θέατρο, όπως αυτό που οργανώνουμε με το ΚΘΒΕ και θα γράψω τη μουσική για τις «Τρωάδες» σε σκηνοθεσία Χρήστου Ζουγάρη. Ειλικρινά αισθάνομαι δέος που θα παίξω αυτό το έργο ζωντανά στην Επίδαυρο.

Φωτογραφικό υλικό