/
Χωρίς πλάκα, έχω σοβαρό θέμα. Και πληρώνουν τα σπασμένα η μάνα μου, η αποδημήσασα γιαγιά και προγιαγιά μου, συν όλο το γυναικείο σόι - όσες τουλάχιστον ενεπλάκησαν στην εκπαίδευσή μου ως «καλής μαγείρισσας, ύψιστο ιδανικό νοικοκυροσύνης και απόλυτη καταξίωση απέναντι στο ανδρικό φύλο, μέσα από το (αχόρταγο) στομάχι του οποίου, περνούσε απαραιτήτως η «παλιά εθνική οδός άνευ διοδίων» για τον έρωτα. Καθότι «ο δρόμος για την καρδιά ενός άνδρα περνάει από το στομάχι» κι αν εσύ ταλαίπωρη οδοιπόρα ήθελες να τον βαδίσεις με βόρειο ρομαντικό προορισμό, όφειλες οπωσδήποτε να ικανοποιήσεις τον απαιτητικό νότιο με ένα καλό γιαχνί, έναν βαρβάτο μουσακά ή πικάντικους ντολμάδες, μακάρι να ήσουν η Τζούλια Αλεξανδράτου (πού τη θυμήθηκα!) αυτοπροσώπως! Διαφορετικά, αποχαιρέτα την καρδιά του παμφάγου ζώου που χάνεις… παράτα τα μπωτέ και πιάσε τα σωτέ!
Με τέτοιες εθνοσωτήριες αρχές γαλουχήθηκα σε σχέση με τη μαγειρική τέχνη και την ύψιστη αποστολή της, ωστόσο αυτό που μου καρφώθηκε ανεξίτηλα στην περίοδο της οικιακής μαθητείας, ήταν η επωδός που συνόδευε απαραίτητα κάθε «μύηση»: «Να θυμάσαι ότι αυτό που πιο πολύ νοστιμεύει ένα φαγητό, είναι να το φτιάχνεις με αγάπη, με μεράκι! Όσο καλή συνταγή ή καλά υλικά κι αν έχεις, αν δεν βάλεις αγάπη στο μαγείρεμα, μην περιμένεις νοστιμιά!» Θυμάμαι ότι ακόμα και στις συνταγές που ανταλλάσσαμε – αντιγράφοντές τες από κάποιο περιοδικό ή σπάνιο τότε βιβλίο μαγειρικής - το σταθερό υστερόγραφο από κάτω ήταν η ευχή «καλή επιτυχία», συνοδευμένη συχνά «με αγάπη»… Οπότε αυτό το πολύτιμο «συστατικό» μαγειρικής μου εντυπώθηκε ασυνείδητα, κι όταν από μαθητευόμενη πέρασα στην… επαγγελματική μαγειρική καριέρα, διαπίστωσα ότι πράγματι, όταν το «πρόσθετα» στη συνταγή λειτουργούσε θαυματουργά, μετατρέποντας ένα απλό, ταπεινό φαγητό σε γευστικότατο έδεσμα, σχεδόν από το τίποτα!
Μέχρι που σκάσανε στην οθόνη οι μουράτοι τηλεμάγειρες με τα μαγειρικά ριάλιτι και μου έφεραν τούμπα όλη την κοσμοθεωρία που έχτιζα παιδιόθεν υπομονετικά, μελιτζάνα - τη μελιτζάνα, αρακά - τον αρακά, λαζάνι- το λαζάνι, έχοντας λιώσει πάνω από κατσαρόλες και ταψιά. Διότι έδωσαν μια περιποιημένη, φορτσάτη κλωτσιά και μου γκρέμιζαν όλο το μαγειρικό οικοδόμημα, θεμελιωμένο στην παρωχημένη «αγάπη» από την οικιακή μου μαθητεία. Κι όχι όποιοι κι όποιοι, να πω «δεν πάνε να κουρεύονται οι άσχετοι σκιτζήδες», αλλά πτυχιούχοι περιωπής, εμπειρογνώμονες με φρύδι σηκωμένο, πεπειραμένοι της υψηλής γαστρονομίας, φορτωμένοι μαγειρικά αστέρια και βάλε… Τα ακούς μάνα, γιαγιά κι εσείς οι ξερόλες του σογιού μου, που μου φάγατε τα αυτιά με το τσιτάτο «βάλε αγάπη στο φαγητό να νοστιμέψει;» Ναι εντάξει, γίνεται νόστιμο, αλλά πρώτον δεν γίνεται «υψηλή δημιουργία» και δεύτερον ποιος μου λέει ότι αν αντί αγάπης έβαζα… χοντρά μπινελίκια, δεν θα γινόταν νοστιμότερο;;; Εεεεε;;;
Ή μήπως θα τολμήσετε να υψώσετε το ταπεινό μαγειρικό σας ανάστημα απέναντι στα ιερά τέρατα της γαστρονομίας; Θα βάλω εγώ τη στραβοκάνα θεία Καλυψώ με τα καρώ ταγιέρ και το μαλλί λάχανο, δίπλα στον Έκτορα Μποτρίνι ας πούμε; Εντάξει, στραβοκάνης και ο Έκτωρ και επιτομή κομψότητας δεν τον λες, αλλά εδώ πρόκειται περί μαγειρικής τέχνης, κι έχω από τη μια τη θείτσα- ερασιτέχνη και από την άλλη τον φωστήρα- επαγγελματία, πολλάκις βραβευμένο! Τη θείτσα θα εμπιστευτώ με το «πουλάκι μου, το φαί θέλει χάδι κι ηρεμία, άμα το φτιάχνει στρίτζω, στριτζώνει κι αυτό και σου κάθεται στο λαιμό»; Είναι αυτές σοβαρές επιστημονικές απόψεις ειδήμονος; Ή θα εμπιστευτώ τις περί πολλού μαγείρισσες και μάγειρες της «Πολίτικης κουζίνας», που στήριζαν όλη τη φιλοσοφία, τη μαστοριά και τα μυστικά της μαγειρικής τέχνης στο γλυκό δημιουργικό συναίσθημα, ακολουθώντας πρότυπα ξεπερασμένων δεκαετιών και κολλημένων μυαλών; Τί κι αν δεν πρόκειται να παραθέσω επίσημα γεύματα για αριστοκρατικούς, ντελικάτους ουρανίσκους ή να ξαμολυθώ σε ασιατικά δάση για δυσεύρετα ματζούνια ή να μαγειρέψω πατέ σπλήνα νυχτερίδας μαριναρισμένη σε δάκρυα κροκόδειλου, με κροκέτες άγριας αγκινάρας σε ζωμό πικραμύγδαλου και σως ροζέ παπάγιας…
Σημασία έχει να γίνω μια σύγχρονη γκουρμέ μαγείρισσα που οικογένεια και φίλοι θα υποκλίνονται στην υψηλή μου τέχνη, και επ’ αυτού μόνο οι δολοπλόκοι Masterchefsή ο «φύγε Στέλλα κρατάω μαχαίρι» Μποτρίνι μπορούν να με εκπαιδεύσουν, κι όχι παλιομοδίτικες μάνες και θείτσες με συμβουλές που φτάνουν μέχρι το λαδερό φασολάκι, το γιουβαρλάκι, άντε και τον γιαλαντζί ντολμά ή τον βαρύ κι ασήκωτο μουσακά, με τη γλυκερή επωδό «μη ξεχνάς να βάζεις και μια πρέζα αγάπη»… Όχι λοιπόν! Αποκηρύσσω το συντηρητικό «αγαπησιάρικο» παρελθόν και στο εξής θα δοκιμάσω την άκρως επιστημονική/ ριζοσπαστική τεχνική του διάσημου και πολυβραβευμένου σεφ Μποτρίνι, που άλλωστε νομίζω ότι με εκφράζει περισσότερο στις παρούσες συνθήκες και ουδόλως θα με δυσκολέψει, με την ελπίδα ότι ίσως έτσι κατακτήσω την κορυφή της γεύσης. Πέραν της θεραπευτικής, ανακουφιστικής εκτόνωσης βεβαίως, γλιτώνοντας χάπια και τα συναφή…
Από δω και πέρα, δεν υπάρχει περίπτωση να φτιάξω από σαλάτα και αυγό βραστό μέχρι κρασάτο κόκκορα ή όποια περίτεχνη γκουρμεδιά μου γυαλίσει, χωρίς να επιδοθώ σε χοντρό βρισίδι! Και δεν εννοώ τίποτα ανώδυνες «κακιούλες» για το θεαθήναι σαν ερασιτέχνης ηθοποιός, αλλά να μπω για τα καλά στο πετσί του ρόλου όπως ακριβώς ο διάσημος σεφ, και με το ανάλογο ύφος του «βαστάτε Τούρκοι τ’ άρματα, μου φάγατε τον πατέρα, θα σας φάω το λαρύγγι», να αρχίσω να μπινελικώνω με κλιμακούμενη ένταση ό,τι με περιβάλλει στην κουζίνα κατά την εκτέλεση της αποστολής, ήτοι: το στήθος κότας που είναι σεξουλιάρικο και προκαλεί, το μαρούλι που έγινε σγουρό χωρίς να με ρωτήσει, τη σάλτσα που σβώλιασε ενώ τη χτυπούσα αλύπητα, την κουτάλα που είναι πιο ρηχή από όσο έπρεπε, το μπωλ που είναι στρογγυλό ενώ το ήθελα οβάλ, το μάτι της κουζίνας που καίει και τσουρουφλάει… θα συνεχίσω βεβαίως τα εκρηκτικά γαμοσταυρίδια σε όλη τη διάρκεια μαγειρέματος και προς όποιον άτυχο εκείνη τη στιγμή βρεθεί στην κουζίνα, ώστε στην κορύφωση του δράματος να εκσφενδονίσω στο κεφάλι του, στο πάτωμα ή στο ντουλάπι, το γεμάτο πιάτο ή όποιο σκεύος βρεθεί στο διάβα μου, ως θεαματικό φινάλε της οργισμένης παράστασης «Ταύρος εν μαγειρείω»…
Αφορμές έχω με το τσουβάλι για τις σχετικές εκρήξεις, οπότε με πλήρη άνεση (και χαρά) θα ακολουθήσω την τεχνική του βαρβάτου ειδήμονος. Ο οποίος βεβαίως το έχει τερματίσει ενώπιον της κάμερας και συχνά με μπερδεύει… Νομίζω ότι αντί μαγειρικού ριάλιτι βλέπω σπαγγέτι- γουέστερν με τον Έκτορα - σκληρό τιμωρό, χωρίς το σενάριο να προβλέπει… τί ακριβώς τιμωρεί, ωστόσο, όσο κι αν το μένος του πηγάζει από το πουθενά, έχει πάρει τόσο πατριωτικά τον ρόλο του σκληρού εκδικητή, που φοβάμαι μήπως ζήσουμε στις κουζίνες αιματοβαμμένα δράματα για καμιά μπριζόλα, με τόσο φονικά εργαλεία τριγύρω… Βέβαια κρίνοντας την υποκριτική του ως ατάλαντου κωμικού, θα τον κατέτασσα στην κατηγορία της «γελοίας παρωδίας» και συχνά μου φεύγουν γελάκια, όμως όταν αντικρίζω τα σκιαγμένα ή βουρκωμένα βλέμματα των άτυχων παιχτών, μου κόβονται, και αρχίζω τα προσφιλή του γαλλικά. Απλά δε μου βρίσκεται πρόχειρο ένα γεμάτο πιάτο με στόχο τη μάπα … φυσικά, τιμής ένεκεν, με γκουρμέ περιεχόμενο, σαν την πρόσφατη γαλλική σπεσιαλιτέ μου «Παπάρ αλά Μπινελικέν», μποτρινοειδούς έμπνευσης βεβαίως σεφ!
Φωτογραφικό υλικό