ΛΑΚΗ, τί ψάχνεις στα πατώματα;
Σε είδα στο τελευταίο σου «τσαντίρι»… Κατ’ αρχήν νομίζω ότι πλέον επιβάλλεται να αλλάξεις πάραυτα τον τίτλο, γιατί να καλωσορίζεις τους θεατές σου στο «τσαντίρι», εννοώντας τα πολυτελή θέατρα που σε φιλοξενούν, σαν το υπέροχο Δημοτικό του Πειραιά, ακούγεται οξύμωρα γελοίο και επιπλέον είναι ντροπή… Προσβάλλεις το χώρο. Το γύφτικο τσαντίρι σου, αν δεν στο πήρε ο αέρας, μάλλον κάπου το καταχώνιασες, σε καμιά αποθήκη και ξέχασες πού… Άστο στην ησυχία και τη μοναξιά του, σεβάσου την αυθεντικότητα και τις αναμνήσεις του… Άλλωστε η τωρινή σου «αναβάθμιση» σε… σύγχρονο Αριστοφάνη, ποια σχέση μπορεί να έχει με την παλιά γύφτικη καταγωγή σου, για την οποία είμαι σίγουρη ότι ντρέπεσαι κιόλας. Περσινά, ξινά σταφύλια. Η κολωνακιώτισα Μαντάμ Σουσού, άκουγε για Μπίθουλα και σήκωνε απαξιωτικά το φρύδι, άσχετα αν ο μέγας Ψαθάς, περνούσε άλλα από κάτω…
Δεν με εξέπληξες. Είχα μια τόση δα μικρή, κρυφή ελπίδα, μήπως.. αλλά δεν… Συνεπής στην επαναλαμβανόμενη άθλια μανιέρα σου, κατάφερες ακόμα ένα πλήγμα στην αισθητική και το πνεύμα του μέσου θεατή. Ο ίδιος ανέμπνευστος, κουραστικός, καταγγελτικός σου λόγος, σε βαθμό υστερίας και αλλεργίας πλέον… η χιλιοπαιγμένη σου κασέτα, λογικά θα έπρεπε να έχει λιώσει από την πολυχρησία και μάλλον κάτι τέτοιο συμβαίνει γιατί τα παράσιτα είναι πιο έντονα από τον ήχο. Η δοκιμασμένη συνταγή σου είχε όλα τα γνωστά υλικά και μάλιστα σε τιμές εκπτώσεων: χοντροκομμένες ατάκες, αστεία βιντεάκια, μάνα και γριές, ρεπορτάζ λαϊκής, υπεράσπιση κατατρεγμένων, άκομψα- αγενή σχόλια με τις άτυχες μπροστινές, πολιτικές κορώνες (το φόρτε σου), δριμύ κατηγορώ και καταγγελίες (ακόμα πιο φόρτε σου), σηκωμένο δάχτυλο, λαϊκισμό, λαϊκισμό, λαϊκισμό…
Τώρα θα μου πεις, πού είναι κρυμμένος μέσα σε όλο αυτό, το άνευ ειρμού και στόχου συνονθύλευμα, ο «Αριστοφάνης» και η «σάτιρα»… Δεν ξέρω αν ο Αριστοφάνης στα χρόνια του ήταν «κομματικά» ανένταχτος ώστε να σατιρίζει ελεύθερα – που το θεωρώ αυτονόητο – αλλά ετούτος ο σύγχρονος έχει «βαφτεί» απροκάλυπτα και ως εκ τούτου αυτοαναιρέθηκε. Γιατί η βαμμένη σάτιρα Λάκη, έχει όνομα και λέγεται «προπαγάνδα με άλλοθι». Όπως απέδειξε η εξ απαλών ονύχων, ανώδυνη, σχεδόν χαδιάρικη κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ, αντίθετα με τη «σάτιρά» σου στο Ποτάμι, μια εμπαθή χυδαιότητα κατωτάτου επιπέδου. Και σημειωτέον, προσωπικά, απεχθάνομαι το Ποτάμι και τους συν αυτώ.
Ψέματα όμως είπα ότι «δεν με εξέπληξες», γιατί κάποια στιγμή σε βλέπω να πέφτεις στα πατώματα με τα τέσσερα και να σέρνεσαι… ότι τάχα μου «σατίριζες» μια ατάκα του Γιακουμάτου «όταν ψωνίζει μια νοικοκυρά στο σούπερ μάρκετ να μην έχει το κεφάλι ψηλά». Και θεώρησες ευφυές αστείο να μου δείξεις «δραματοποιημένο» το «χαμηλά», πέφτοντας στα τέσσερα και αρκουδίζοντας ανάμεσα στα καθίσματα(!), πιστεύοντας ότι θα με κάνεις να ξεκαρδιστώ από το απίστευτης σύλληψης θέαμα! Αυθόρμητα μου ήρθε να κλάψω από θλίψη, σχεδόν βούρκωσα, αλλά μετά σκέφτηκα και είμαι πλέον σίγουρη, ότι το χρησιμοποίησες σαν τέχνασμα γιατί έψαχνες να βρεις επειγόντως ΚΑΤΙ σημαντικό που έχασες και το χρειαζόσουν άμεσα! Και το έψαχνες με αγωνία, ανάμεσα στα πόδια των θεατών, κάτω από καρέκλες, στις άκρες του χαλιού, στο τέρμα του διαδρόμου, σέρνοντας αγκώνες και γόνατα, σαν τους ταμένους προσκυνητές της Τήνου, βοήθειά μας!
Δεν μπορώ να ξέρω τί ακριβώς έψαχνες. Ίσως τη χαμένη σου έμπνευση που καταχωνιάστηκε σε καμιά σκοτεινή, αραχνιασμένη γωνιά και τη σκέπασε η μούχλα. Ίσως το αυθεντικό χιούμορ, που κάποια στιγμή σου έπεσε κάτω, χώθηκε σε βαθιά ρωγμή, σκεπάστηκε από στρώμα σαχλαμάρας και άντε τώρα να το βγάλεις! Μπορεί πάλι να έψαχνες τον παππού Αριστοφάνη και τη σάτιρα, αλλά έψαχνες σε λάθος σημείο, δύσκολο να τον βρεις στα πατώματα. Ή μήπως αναζητούσες το χαμένο σου μέτρο, κρυμμένο κάτω από καρέκλες; Λίγο απίθανο. Θα σου έπεφτε κάτω τέτοιο πράγμα και δεν θα το έπαιρνες χαμπάρι; Ψάξε καλύτερα στις αποσκευές της αλαζονείας σου. Εκτός κι αν έψαχνες τη ποδοπατημένη σου αξιοπρέπεια ως δημιουργού, κάτω από τις σόλες των ξένων παπουτσιών. Μήπως καλύτερα να έψαχνες κάτω τις δικές σου;
Σε έβλεπα να σέρνεσαι στο πάτωμα, κατάλαβα την αγωνία σου και σε λυπήθηκε η ψυχή μου. Άραγε απέδωσε η δοκιμασία; Έψαξες καλά παντού, όλες τις σκοτεινές γωνιές, τις τρύπες, τις σχισμές, τα ανοίγματα, τα χαλάσματα, τις ξεφτισμένες άκρες; Κοίταξες προσεκτικά, με καθαρό μάτι και όχι επιπόλαια; Έστησες αυτί, μήπως κάποιος γνώριμος ήχος προδώσει την κρύπτη; Ειλικρινά σου εύχομαι να βρήκες τουλάχιστον ΚΑΤΙ από αυτά που έχασες και να μη μείνει μόνο η ξεφτίλα του «χαμηλά» και του «έρποντας»… Κρίμα κι άδικο. Αν πάλι τα έψαξες όλα με περίσσεια προσοχή, τα έκανες φύλλο και φτερό και δεν βρήκες τίποτα, σημαίνει ότι δεν παράπεσαν κάπου, απλά χάθηκαν… τελείωσαν… έσβησαν… και οφείλεις, πρώτα εσύ ως κάτοχος, να σεβαστείς τη μνήμη και την υστεροφημία τους.
Και όχι να τα ευτελίζεις.
Φωτογραφικό υλικό