Γράφει η Πίτσα Στασινοπούλου
Πάνω από χρόνο, όταν το ζάπινγκ σε έφερνε στο πρώην κανάλι «Έψιλον» και νυν «Open», δεν υπήρχε περίπτωση να μη πέσεις 9 στις 10 φορές πάνω στον «ενεχυροδανειστή» Ριχάρδο… με εκτενέστατη διαφήμιση των θεάρεστων υπηρεσιών του γενναιόδωρου που «αγοράζει τα τιμαλφή όχι σαν χρυσό, αλλά σαν κόσμημα», με προσωπικές συνεντεύξεις προβολής του ψυχοπονιάρη επιχειρηματία, με αναλυτική παράθεση ΟΛΩΝ των υποκαταστημάτων του ανά την επικράτεια, μήπως εκεί στη μακρινή επαρχία μείνει κανείς απελπισμένος ανενημέρωτος! Σε σημείο να λες «κάνε θεέ μου να πέσω στην ανάγκη αυτού του άγιου ανθρώπου»…
Ο δε κολλητός του σιχα-Μένιος σε ρόλο ανεκδιήγητου παρουσιαστή – καρτούν και ως σημαντικός παράγων (θου Κύριε!) του καναλιού, πέρα από σπασμούς ηδονής που εκδήλωνε οσάκις αναφερόταν στον χρυσό άνθρωπο, μόνο που δεν επιδοτούσε την προσέλευση στον «οίκο Ριχάρδου», του τύπου «έτσι και πας να ακουμπήσεις το χρυσαφικό σου, δώρο από μένα ένα δεκάλιτρο υαλουρονικό»! Και να οι επισκέψεις στα σαλόνια του χρυσοποίκιλτου «οίκου», και να τα χαριεντίσματα με τον γουρλομάτη φορτωμένο καδένες, και να φωτογραφίες και διευθύνσεις με τη μακροσκελή λίστα υποκαταστημάτων…
Μέχρι που αποδείχθηκε ότι τα υποκαταστήματα ανήκαν σε υπόκοσμο… Με αφεντικό τον έντεχνα «αγιοποιημένο» μέσω προκλητικής τηλεοπτικής προβολής, Ριχάρδο τον Μαλαματό-καρδο, σε ρόλο αρχηγού εγκληματικής συμμορίας λαθρεμπόρων, κλεπταποδόχων, ληστών και λοιπά ευγενή αθλήματα απείρου κάλλους… Διαβάζεις τα ρεπορτάζ που αφορούν στην υπόθεση και τρίβεις τα μάτια για την οργάνωση, τις διασυνδέσεις, τα πλοκάμια της «επιχείρησης» εντός και εκτός συνόρων, που θυμίζει ταινία σκοτεινού μυστηρίου και άγριας περιπέτειας μαζί- σκηνοθετημένη άψογα από την περιβόητη τηλεμούρη που μονοπωλούσε τον εν λόγω κανάλι και δεν ξέρω αν πραγματοποιούσε και «γκεστ» εμφανίσεις σε κάποιο άλλο…
Τις προηγούμενες δεκαετίες- και εννοώ βεβαίως προ κρίσης- οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι τα ενεχυροδανειστήρια, όχι μόνο δεν «έχαιραν υπόληψης», αλλά αντίθετα ήταν καταγραμμένα στη λαϊκή συνείδηση ως κάτι «μιαρό» ή «σκοτεινό» και βέβαια καθόλου τυχαία. Καθότι σε εποχές μαζικής εξαθλίωσης σαν την κατοχή, εκπροσωπούσαν τους κοινούς μαυραγορίτες και τοκογλύφους, που εκμεταλλευόμενοι άγρια την απελπισία, ξεζούμισαν τους αναγκεμένους, κερδίζοντας περιουσίες για ένα κομμάτι ψωμί κυριολεκτικά. Σπίτια, οικόπεδα, τιμαλφή, έργα τέχνης, πολύτιμα ενθύμια, πέρασαν σε μια νύχτα στα χέρια τους για ένα μπουκάλι λάδι, ένα σακί αλεύρι, μια οκά πατάτες, προκειμένου ο ιδιοκτήτης και η φαμίλια του να επιζήσουν της πείνας… ή προκειμένου ο χρεωμένος να γλιτώσει τη φυλακή ή ο φτωχός να γιατρέψει το παιδί του…
Ασύλληπτα τραγικές ιστορίες συνοδεύουν το συνάφι, καθώς αυτός που θα οδηγηθεί στην πόρτα τους για να βάλει ενέχυρο κάτι πολύτιμο, προσωπικό κι αγαπημένο, έναντι ευτελούς ποσού, πολύ κατώτερου της πραγματικής αξίας και με πιθανότητα να μην μπορέσει ποτέ να το πάρει πίσω, προφανώς βρίσκεται στο έσχατο σκαλί της απελπισίας και έχει επίγνωση της σκληρής εκμετάλλευσης. Ωστόσο είναι η τελευταία του καταφυγή, δεν βρίσκει εναλλακτική επιλογή και σε συνθήκες απόλυτης ανάγκης, δεν έχουν θέση ούτε η αξιοπρέπεια, ούτε η δικαιοσύνη, ούτε τίποτα. Όταν κραυγάζει η ανάγκη, όλα τα άλλα σιωπούν. Οπότε είναι σχεδόν αυτονόητο για τα ενεχυροδανειστήρια, λόγω της «φύσης της δουλειάς» τους, της άθλιας προϊστορίας τους ή του σκοτεινού ημιπαράνομου κυκλώματος εντός του οποίου κινούνται, να έχουν συνδεθεί συνειδητά ή υποσυνείδητα με κάτι «αμαρτωλό» και πάντως σε κάθε περίπτωση απευκταίο.
Απόδειξη δε ότι οι ίδιοι οι ενεχυροδανειστές έχουν (είχαν) επίγνωση αυτού, είναι το γεγονός ότι όλα τα προηγούμενα χρόνια, όχι μόνο δεν διανοήθηκαν να διαφημιστούν- και μάλιστα ευρέως μέσω τηλεόρασης, αλλά φρόντιζαν στην πλειοψηφία τους να μένουν σχεδόν «αθέατοι» στην πιάτσα, διατηρώντας κάποιο γραφειάκι- τρύπα σε ψηλό όροφο, με μια μόλις ορατή διακριτική πινακίδα, αποφεύγοντας να τραβήξουν την προσοχή, όπως ο διάολος το λιβάνι! Ήξεραν ότι αυτός που είχε ανάγκη δεν υπήρχε περίπτωση να μην τους βρει, ενώ ταυτόχρονα προστάτευαν τα όχι και πολύ… καθαρά νώτα τους, από τα αδιάκριτα βλέμματα του νόμου.
Μέχρι που η οικονομική κρίση και η άθλια πολιτική της διαχείριση, με συνέπεια την εξαθλίωση για μεγάλο κομμάτι πληθυσμού, έφερε ξανά το «αμαρτωλό» συνάφι στο προσκήνιο. Καθώς η εκτεταμένη φτωχοποίηση φτάνοντας για πολλούς στο όριο επιβίωσης, ήταν μοιραίο να οδηγήσει στην ύστατη λύση του ενέχυρου. Γεγονός που ώθησε κάποιους του κλάδου να ξεμυτίσουν δειλά από το καλά προστατευμένο μέχρι τότε καβούκι τους, νιώθοντας την ασφάλεια του «ισχυρού» εν μέσω τραγικά αδύναμων και στα πλαίσια ενός κράτους- μπάχαλου με όλους τους θεσμούς υπολειτουργούντες… χωρίς βέβαια να φτάνουν σε προκλητικές ακρότητες τύπου Ριχάρδου με την εκκωφαντική παρουσία, γνωρίζοντας καλά η πλειονότητα τις «λερωμένες φωλιές» τους…
Κι εδώ προκύπτει η απορία με τον εν λόγω, αλλά και κάθε άλλον αντίστοιχης πάστας- τουλάχιστον αμφιλεγόμενης. Έρχεται ας πούμε στο κανάλι ο βαρβάτος ενεχυροδανειστής, σου τα ακουμπάει (χοντρά) και ζητά να διαφημίζεται νυχθημερόν. Εσύ ο καναλάρχης τρίβεις τα χέρια, τα τσεπώνεις και προχωράς σε καταιγιστική προβολή της δραστηριότητάς του, που σημαίνει όχι απλή ενημέρωση ή παρότρυνση, αλλά πλύση εγκεφάλου, ακόμα και παραπλανώντας, μέχρι να φέρεις τους απελπισμένους στην πόρτα του για να αυγατίσει ο κροίσος το χρυσάφι του, τον οποίο επιπλέον «νομιμοποιείς» επίσημα. Και πες ότι ξεχνάς πως η επιχείρησή σου είναι μέσο μαζικής ενημέρωσης και φυσικά επιρροής, χρησιμοποιώντας την τηλεοπτική συχνότητα ως δημόσιο αγαθό, και έχεις μοναδικό στόχο το κέρδος. Που σημαίνει ότι δεν έχεις καμιά ηθική αναστολή- μακάρι να διαφημίσεις και έμπορο ναρκωτικών ή να ξεπλύνεις μαύρο χρήμα, αρκεί να υπάρχει «νομιμοφανής» κάλυψη ως στάχτη στα μάτια κάθε στραβωμένου.
Είναι λοιπόν απορίας άξιο για την περίπτωση Ριχάρδου, τί είδους απονήρευτη «κάλυψη» άραγε υπήρχε, όταν ακούμε ότι η αστυνομία τον είχε σταμπάρει από καιρό και τον παρακολουθούσε τουλάχιστον επί εξάμηνο; Εν προκειμένω για τον «ανίδεο» καναλάρχη, που έστειλε ανυπεράσπιστα θύματα στο στόμα του λύκου, δεν ισχύει το «δεν ήξερες, δεν ρώταγες»; Ή μήπως είδε τον συγκεκριμένο κι αυθόρμητα ανέκραξε «Να ένα χρυσό παιδί με καρδιά μάλαμα! Να μια αδελφή του ελέους να συντρέξει κάθε κατατρεγμένο! Να ένας σωστός επιχειρηματίας με τα όλα του- καμιά σχέση με το ύποπτο συνάφι!» Διότι λογικά δύο τινά συμβαίνουν: είτε δεν κάηκε να ρωτήσει από τη στιγμή που τα άρπαζε χοντρά, είτε ρώτησε, μια χαρά έμαθε τα μαντάτα και κλασικά «εποίησε την νήσσαν» αφού έπεφτε ο παράς, συνεχίζοντας χαλαρά την προώθηση του απατεώνα και την εξαπάτηση του κοινού…
.
Και ρωτάω: Αυτός που διαφημίζει προκλητικά «Ριχάρδους» με βλαπτική κοινωνική επίδραση, απαλλάσσεται εντελώς της ευθύνης;;; Δεκτές απαντήσεις από οποιονδήποτε, εκτός Κούγια και Φουρθιώτη.
Φωτογραφικό υλικό