Από την Π. Στασινοπούλου
Στα ιντερνετικά χρόνια που ζούμε, η διάδοση της πληροφορίας και η οργάνωση μιας δράσης, ακόμα και… επανάστασης, είναι θέμα ωρών και υπόθεση ρουτίνας. Τις τελευταίες μέρες το διαδίκτυο και όχι μόνο, κατακλύζεται με μορφή βομβαρδισμού από μηνύματα για την ελληνικότητα της Μακεδονίας, σχετικά καυτά άρθρα, πιεστικές προτροπές για συλλογή υπογραφών και συμμετοχή στο συλλαλητήριο της 21/1 στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να μην επιτρέψουμε τη χρήση του όρου «Μακεδονία» στη σύνθετη ονομασία των Σκοπίων. Κι όταν λέω «πιεστικές», σημαίνει ότι αφήνεται να εννοηθεί πως όποιος τολμήσει να απέχει, γίνεται συνεργός στο έγκλημα ξεπουλήματος της χώρας και της ιστορίας της, εθνικός μειοδότης, ανθέλληνας, κατάπτυστος.
Αυτά σε περίπτωση ουδετερότητας. Έτσι και διανοηθεί να εκφέρει άποψη διαφορετική από το «πατριωτικό ρεύμα», θα κουβαλά εφ’ όρου ζωής το στίγμα του Εφιάλτη και του Πήλιου Γούση μαζί, με προτεινόμενη ποινή την εκτέλεση επί «εσχάτη προδοσία». Χαρακτηριστικό παράδειγμα – πόσο οξύμωρο!- ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γ. Μπουτάρης, που συναινεί στην ονομασία «Νέα Μακεδονία» για το γειτονικό κράτος και ζητά τη ματαίωση του συλλαλητηρίου. Τα μπινελίκια, βρισιές, κατάρες και «κακός ψόφος στον προδότη» που συνόδευσαν τις δηλώσεις, ούτε ψύλλος στον κόρφο του, με τυφλούς πυροβολισμούς στο ψαχνό…
Ωστόσο, παρότι θαυμάζω τα «κότσια» οποιουδήποτε να εναντιωθεί στο κυρίαρχο ρεύμα, διάβασα τις θέσεις του δημάρχου και εξοργίστηκα. Γιατί βρίσκω το σκεπτικό του επιδερμικό, επιπόλαιο και τραγικά κυνικό. Δεν μπορείς, αντί άλλου επιχειρήματος, να μιλάς με όρους επιχειρηματικότητας, συναλλαγών ή εμπορικών συμφερόντων, για ένα τόσο ευαίσθητο εθνικό ζήτημα που αγγίζει τον πατριωτισμό ενός λαού. Δεν μπορείς από τη θεσμική σου θέση να γράφεις στα παλιά σου παπούτσια το δυνατό λαϊκό αίσθημα, με όποιον τρόπο κι αν εκφράζεται. Δεν μπορείς να ζητάς ως δήμαρχος την ακύρωση ενός συλλαλητηρίου στην πόλη σου για κάτι που την αφορά άμεσα και έχει ιδεολογική- συναισθηματική αφετηρία. Ακόμα κι αν διαφωνείς, ΟΦΕΙΛΕΙΣ από τη θέση σου να το ΣΕΒΑΣΤΕΙΣ, όπως θα έκανε οποιοσδήποτε δημοκρατικά σκεπτόμενος, πόσο μάλλον ο πρώτος δημότης της πόλης!
Προσωπικά, δεν μπορώ να μη σεβαστώ την υγιή πατριωτική ευαισθησία, όμως δεν μπορώ και να μην εκφράσω τον σκεπτικισμό που με βαραίνει. Για πολλούς λόγους… Ξεκινώντας από την κλασική διαπίστωση της σύγχυσης μεταξύ πατριωτισμού και εθνικισμού. Μια απλή ματιά σε αναρτήσεις και σχόλια, δίνει πλήρη εικόνα τους χάους, μέσα στο οποίο βρήκαν ιδανική ευκαιρία δίπλα στους ρομαντικούς, να αλυχτούν σαν τα σκυλιά, εθνικιστές, χρυσαυγίτες, φασισταριά, χουντικοί, θρησκόληπτοι και γενικώς όλα τα λουλούδια του σχετικού μπαξέ, και φυσικά εντελώς απενοχοποιημένα- κάτω από τη κάλυψη του «πατριωτικού» μανδύα και βεβαίως της «προστάτιδος» Εκκλησίας. Διότι δεν περιορίζονται στην υπεράσπιση του εθνικού δικαίου και ιστορίας, αλλά με αλαζονική έπαρση «ανωτερότητας» επιδίδονται με φανατισμό σε ακατονόμαστες επιθέσεις μίσους, χλεύης, υποτίμησης του γειτονικού κράτους και λαού, φτάνοντας σε χυδαίες ακρότητες, οι «υπέρμαχοι» του ελληνικού πολιτισμού και καλλιεργώντας πολεμοχαρές κλίμα που μυρίζει μπαρούτι και αίμα!
Όλοι τούτοι λοιπόν, ζητούν με ύφος διαταγής συμμετοχή στο συλλαλητήριο. Καλώντας συνειδητούς, δημοκράτες πολίτες που σέβονται τον τόπο, τον πολιτισμό, την ιστορία του, τους αντιφρονούντες, να διαδηλώσουν δίπλα- δίπλα με φασιστοειδή! Να «νομιμοποιήσουν» με την παρουσία τους, την επίσημη (σχεδόν… «ηρωική») συμμετοχή όλων αυτών των αποβρασμάτων στο δημόσιο βίο, που με άλλοθι ένα όνομα και την ανοχή όλων, ξερνούν όσο εμετικό, ρατσιστικό μίσος κουβαλούν. ΟΧΙ λοιπόν, ΔΕΝ θα έχετε τη δική μου ανοχή. ΔΕΝ θα διεκδικήσω ή καταγγείλω μαζί σας το παραμικρό! ΔΕΝ θα περπατήσω στο πλάι σας ούτε βήμα! ΔΕΝ είστε άξιοι να πιάνετε στο στόμα σας τα ελληνικά ιδεώδη, όταν τα αίσχη που πρεσβεύετε τα μολύνουν! ΔΕΝ θέλω να συγχνωτιστώ μαζί σας ούτε σε καφετέρια, πόσο μάλλον σε πολιτική εκδήλωση! Στην οποία προφανώς θα πλειοψηφείτε συντριπτικά, σκεπάζοντας με τις υστερικές κραυγές σας, κάθε φωνή πολιτισμένου ανθρώπου και όχι αγριμιού.
Πέραν τούτου όμως και αγνοώντας τα αγρίμια… Διαβάζω την παρέμβαση του Μ. Θεοδωράκη και όσων εκπροσωπούν τις υγιείς, πατριωτικές, ρομαντικές φωνές. Αυτές που ισχυρίζονται ότι η χρήση του ονόματος Μακεδονία από τους Σκοπιανούς, αφενός προσβάλλει την ελληνική ιστορία και τους Έλληνες, και αφετέρου εγείρει από τους γείτονες επικίνδυνες επεκτατικές αξιώσεις με χαρακτήρα αλυτρωτισμού. Χωρίς να μπαίνω στα χωράφια της ιστορικής γεωγραφίας- παρότι για κάποιους ιστορικούς η Μακεδονία εκτείνεται πέραν της ελληνικής σε δύο ακόμη βαλκανικά κράτη- θέλω να ρωτήσω τον Μίκη, κάθε αγνό πατριώτη και τον ίδιο μου τον εαυτό: ΠΟΥ ήμασταν όλοι εμείς κοντά έναν αιώνα που τα Σκόπια φέρουν το όνομα Μακεδονία παντού; Στο εσωτερικό τους, μεγαλώνοντας γενιές χωρίς να έχουν γνωρίσει ποτέ άλλο όνομα… στα επίσημα κρατικά τους έγγραφα… στις συναλλαγές τους με το εξωτερικό… στις συμμετοχές τους σε διεθνείς διοργανώσεις… στις διπλωματικές τους σχέσεις με όλες τις χώρες… Ενώ το ξέραμε, το βλέπαμε και το ακούγαμε τόοοοοσα χρόνια, ενώ πάνω από 130 χώρες το έχουν αναγνωρίσει, ΠΩΣ αντιδράσαμε; ΠΟΣΕΣ υπογραφές μαζέψαμε, ΠΟΣΕΣ διαμαρτυρίες καταθέσαμε;
Διότι οι γείτονες- παρότι οι προαναφερθέντες ελληνάρες υπερπατριώτες βολεύονται να λοιδωρούν- όλα τούτα τα χρόνια της δικής μας νιρβάνας, δούλευαν μεθοδικά ώστε να κατοχυρώσουν το δικό τους ζητούμενο και να ταυτίσουν το κράτος τους με το όνομα Μακεδονία, φροντίζοντας να το «τεκμηριώσουν» και ιστορικά, ακόμα και με πλαστά στοιχεία. Απόδειξη της επιτυχίας τους, η διεθνής αναγνώριση του ονόματος εδώ και χρόνια από τους πάντες- πλην της φαιδρής Ελλάδας με τους ανεπαρκείς- πουλημένους πολιτικούς της, που είτε εκχώρησαν απερίσκεπτα το όνομα (πχ. ο Πάγκαλος δήλωσε κυνικά «ας έπαιρναν όποιο όνομα ήθελαν»), είτε ως συνήθως «αγρόν ηγόραζαν» και κοιμόταν – κοιμόμασταν ύπνο βαθύ όταν δίπλα στην πόρτα μας εξυφαινόταν σχολαστικά το «τετελεσμένο»!
Που όταν έρχεται κατάφατσα, έχουμε μάθει να αναμασάμε τις αρχαίες δόξες ως αυταπόδεικτο επιχείρημα στο οποίο το σύμπαν οφείλει να υποχωρήσει και θεωρούμε ως πιο αποτελεσματικό τρόπο δικαίωσης, τον… τσαμπουκά του ελληναρά, ενώ αντίθετα η ηγεσία μας υιοθετεί την πολιτική της κότας, προς μεγάλη χαρά του επωφελούμενου. Όμως τα «τετελεσμένα» ως παγιωμένες καταστάσεις χρόνων, που τόσο προκλητικά και ανεπίτρεπτα αγνοήσαμε, ΔΕΝ γυρνούν πίσω, μακάρι σύσσωμος ο μακεδονικός ελληνισμός ανά τον κόσμο, να χτυπιέται σε καθημερινά συλλαλητήρια. Είναι πια πολύ αργά… Το «θέλω να ακουστεί η φωνή μου κι ας μη κερδίσω κάτι» έχει μια μοιραία τραγικότητα που πονάει. Τέτοια κορυφαία ζητήματα εθνικής σημασίας, αλλού και αλλιώς κρίνονται, όχι στα πεζοδρόμια και με γραφικές κορώνες, ξυπνώντας ένα πρωί από βαθύ λήθαργο. Οι λαϊκές αντιδράσεις συνεπικουρούν στο σωστό «timing» και όταν η εξωτερική πολιτική της χώρας είναι ΣΟΒΑΡΗ και ΣΤΙΒΑΡΗ, όχι τσίρκο πουλημένων!!!
Σέβομαι το συλλαλητήριο στο βαθμό που σηματοδοτεί τον αγνό πατριωτισμό, την αγανάκτηση για την προδοσία των πολιτικών επί χρόνια, την ανάγκη για αντίδραση σε μείζον εθνικό θέμα εν μέσω καθολικής αδράνειας. Ωστόσο, παρότι νιώθω ακριβώς τα ίδια, δεν θέλω να συμμετέχω στο «χρονικό ενός προαγγελθέντος θανάτου», όπου τα πάντα στη χώρα έχουν από καιρό ξεπουληθεί ερήμην μου, κοροϊδεύοντας τον εαυτό μου με το βολικό- γραφικό άλλοθι ότι «αντέδρασα» τόσο κατόπιν εορτής και επιπλέον δίπλα σε εθνικιστικά αγρίμια… Όσο κι αν εθελοτυφλώ, χτυπιέμαι και θυμώνω, ξέρω ότι θα πληρώσω ΚΑΙ αυτό το λάθος, όπως όλα τα άλλα, με την ατιμωτική ταπείνωση που μου επέβαλαν, μη αφήνοντάς μου καμία άλλη επιλογή, παρά μόνο το ανώφελο «παραμύθιασμα» για εσωτερική κατανάλωση…
Φωτογραφικό υλικό