Μία συλλογική πράξη άρνησης: Επικίνδυνη καθυστέρηση ή Ύστατη Προειδοποίηση;
Στην καρδιά μιας Θεσσαλονίκης που επιτέλους εισήλθε στην εποχή του Μετρό, μια ομάδα προσώπων, υπό την επιμέλεια των κ.κ. Γιάννη Μυλόπουλου και Πολυξένης Αδάμ-Βελένη, αποφάσισε να κυκλοφορήσει έναν τόμο που φέρει τον βαρύγδουπο τίτλο «Έγκλημα στον σταθμό Βενιζέλου!».
Τη στιγμή που οι αρχαιότητες του σταθμού, μετά από χρόνια παλινωδιών και δικαστικών περιπετειών, έχουν όχι απλώς μετακινηθεί αλλά έχουν ήδη επανατοποθετηθεί άψογα και πολύ νωρίτερα από τις πιο απαισιόδοξες προβλέψεις, έτοιμες να υποδεχθούν το κοινό με την έναρξη λειτουργίας του Μετρό, το βιβλίο αυτό μοιάζει να έρχεται από ένα παρελθόν τοξικής άρνησης και επικίνδυνης καθυστέρησης.
Η Ύβρις της Χρονικής Σύμπτωσης
Η κυκλοφορία του τόμου, με την αφήγηση ενός «αδικαίωτου αγώνα», συμπίπτει με την θριαμβευτική κατάληξη του έργου – μία κατάληξη που διαψεύδει κατηγορηματικά το κεντρικό του επιχείρημα: ότι η απόσπαση ήταν «μη αναστρέψιμη προσβολή».
-
Εάν οι αρχαιότητες βρίσκονται ήδη στη θέση τους, άρτιες και προσβάσιμες στους χιλιάδες επιβάτες, ποιο ακριβώς είναι το «έγκλημα» που καταγράφεται στη «συλλογική μνήμη»; Μήπως η μνήμη αυτή είναι επιλεκτική και αφορά μόνο έναν στενό κύκλο προσώπων που αρνούνται να δεχθούν την πραγματικότητα;
-
Ο τόμος επιμένει στην «εφικτότητα της τεχνικής λύσης» (in situ), τη λύση που είχε υιοθετηθεί την περίοδο 2016-2019 και που οδήγησε το έργο σε αδιέξοδο και παράταση της ομηρίας της Θεσσαλονίκης.
Η «Αντιεπιστημονική» Δικαιολογία και το Κόστος της Ιδεοληψίας
Οι συγγραφείς κατηγορούν την επαναφορά της απόφασης περί απόσπασης ως επιλογή που έγινε με «φτηνές και αντιεπιστημονικές δικαιολογίες». Ωστόσο, η λύση της απόσπασης και επανατοποθέτησης (που τελικά εφαρμόστηκε) έδωσε τη δυνατότητα:
-
Να ολοκληρωθεί το έργο του Μετρό, ένα έργο ζωτικής σημασίας για την πόλη.
-
Να διαφυλαχθούν τα αρχαία, τα οποία έχουν πλέον αναδειχθεί με σύγχρονες μεθόδους, αντί να παραμένουν εντός του εργοταξίου με κίνδυνο καταπόνησης.
Αντιθέτως, η «κατά χώραν» λύση, που υιοθετήθηκε την περίοδο των επιμελητών, είχε ως πραγματικό αποτέλεσμα (όπως μάλιστα αναφέρεται με μια δόση αυτοκριτικής στο δελτίο τύπου του βιβλίου):
-
«Κόστισε άλλα τέσσερα χρόνια αδικαιολόγητης καθυστέρησης» (Αντί για παράδοση το 2020, παραδόθηκε το 2024).
-
Κόστισε «500 εκατομμύρια ευρώ δημόσιου χρήματος μέχρι σήμερα» σε αποζημιώσεις.
Το βιβλίο, λοιπόν, ενώ υποτίθεται ότι θρηνεί για την Ιστορία, αποσιωπά την τεράστια οικονομική και κοινωνική ζημιά που προκάλεσε η εμμονή στη δική τους, αποτυχημένη, πολιτική επιλογή. Μήπως το πραγματικό «έγκλημα» είναι η ακριβή καθυστέρηση που πλήρωσε ο Έλληνας φορολογούμενος για να δικαιωθεί μια πολιτική ατζέντα;
Το Προσωπείο της «Ηθικής Οφειλής»
Ο τόμος, που φιλοδοξεί να αποτελέσει «ελάχιστη επιστημονική, ηθική και κοινωνική οφειλή» στις μελλοντικές γενιές, στην πραγματικότητα φαίνεται να είναι μια ύστατη προσπάθεια δικαιολόγησης μιας μερίδας «ειδικών» (αρχαιολόγων, μηχανικών, νομικών) που είτε είχαν ενεργό ρόλο στις αποφάσεις της επίμαχης περιόδου είτε προσκολλήθηκαν σε μια ακτιβιστική ρητορική που πλέον έχει καταρρεύσει μπροστά στο τετελεσμένο.
Η παρουσία ηθοποιών και ποιητών στους συγγραφείς, ενώ δίνει «χρώμα» στον τόμο, ενισχύει την αίσθηση ότι πρόκειται περισσότερο για μια συναισθηματική, καλλιτεχνική διαμαρτυρία, παρά για ένα αντικειμενικό επιστημονικό έργο.
Συμπέρασμα:
Το βιβλίο «Έγκλημα στον σταθμό Βενιζέλου!» δεν είναι παρά ένα ακριβοπληρωμένο, βαρύτονο μνημόσυνο για μια χαμένη μάχη, που αντί να προσφέρει γνώση στις μελλοντικές γενιές, κινδυνεύει να τις παραπλανήσει για την πραγματική ιστορία και το τελικό αποτέλεσμα του έργου: ένα Μετρό που λειτουργεί, με αρχαία που αναδεικνύονται άψογα εντός του σταθμού.
Αγοράζοντας αυτόν τον τόμο, ο αναγνώστης αγοράζει, έναντι €29,00, την τοξική ανάμνηση μιας εποχής που η Θεσσαλονίκη ελπίζει να ξεχάσει.









