…
.
«Αχ, αυτή η στερεή σάρκα
να’ λιωνε, να ξεπάγωνε
και να κατέληγε σε μια δροσοσταλίδα»
Άμλετ, 2.1
Έχετε ποτέ σκεφτεί τη σάρκα σας ως στερεή;
Πώς φαντάζεστε το σώμα σας όταν (και αν) ονειροπολείτε;
Και πώς θα σας φαινόταν ένα μεταφορικό λιώσιμο, ξεπάγωμα της στερεής σάρκας σας;
Ο θλιμμένος πρίγκηπας Άμλετ όταν αρθρώνει αυτές τις φράσεις βρίσκεται σε μια στιγμή κρίσης. Έχει πεθάνει ο βασιλιάς πατέρας του, και η μητέρα του, Γερτρούδη, ένα μήνα μετά παντρεύτηκε τον αδερφό του άντρα της, τον Κλαύδιο. Συντετριμμένος από το θάνατο και αηδιασμένος από το γάμο, ο Άμλετ εύχεται απλά να διαλυόταν μέσα από μια φυσική διεργασία, και να έπαυε να υπάρχει. Γιατί, όπως αναφέρει αμέσως μετά, ο νόμος του θεού στρέφεται ενάντια στους αυτόχειρες. Λίγο αργότερα αποκτά βάσιμες υποψίες πως ο θείος του ο Κλαύδιος σκότωσε τον πατέρα του για να του πάρει τη γυναίκα και το θρόνο, κι αυτό χώνει τον Άμλετ ακόμα πιο βαθιά στην απελπισία.
Τότε είναι που στον περίφημο μονόλογό του αναρωτιέται γιατί κάποιος να πρέπει να ανέχεται τα «μαστιγώματα» και τις «ταπεινώσεις» της ζωής, αντί να της δώσει ένα τέλος: «To be or not to be», αναρωτιέται ο νέος. Αυτό όμως που έχει για μένα σημασία είναι το ότι μετά αναρωτιέται αν πρέπει να «πάρει τα όπλα ενάντια σε μια θάλασσα από βάσανα και, ερχόμενος αντιμέτωπος με αυτά, να τα τελειώσει». Αν και κάποιοι μεταφραστές κρίνουν ότι πάλι αναφέρεται σε αυτοχειρία, ο Καψάλης και ο Χειμωνάς στις μεταφράσεις τους μάλλον το αποδίδουν κατ’ αυτόν τον τρόπο.

Όμως, γιατί μας ενδιαφέρει το πριγκιπόπουλο ο Άμλετ, που αν κάνει τα στραβά τα μάτια θα γίνει κι ο ίδιος βασιλιάς; Εμείς έχουμε τη δική μας ζωή, τις δικές μας ταπεινώσεις, τις δικές μας θάλασσες γεμάτες βάσανα. Πόσοι από εμάς δεν έχουν; Κι εκεί που τα σκεφτόμαστε, έρχεται τότε κάποιος καλοπροαίρετος (;) φίλος και μας λέει: πάλι παραπονιέσαι; Μια χαρά είσαι. Τι ανάγκη έχεις; Ζεις στην πιο ωραία χώρα του κόσμου. Και τότε κοιτάς τον φίλο και του λες «Για μένα η Ελλάδα είναι μια φυλακή». «Δεν νομίζω ότι έχεις δίκιο», απαντάει εκείνος. «Τότε δεν είναι για σένα. Τίποτα δεν είναι καλό ή κακό από μόνο του, εκτός κι αν το κάνει η σκέψη σου να είναι», απαντάει ο Άμλετ στον φίλο του Ροζενκρατς. Για τον Άμλετ, και για οποιονδήποτε Άμλετ, είναι το προσωπικό βίωμα που θα καθορίσει τι είναι βάσανο και τι δεν είναι.
Βέβαια ο Άμλετ δεν μπόρεσε να μείνει ζωντανός, όχι όμως επειδή το επέλεξε. Κάποιος άλλος τερμάτισε τη ζωή του. Αλλά αυτό ήταν η δική του «μοίρα». Εμείς φτιάχνουμε τη δική μας. Κι αν γυρίσουμε πάλι πίσω στη στερεή σάρκα, στο δικό μου μυαλό έρχεται κάτι σκληρό, άκαμπτο και περιορισμένο, ενώ η λιωμένη και ξεπαγωμένη σάρκα μοιάζει να αφήνεται στη ροή της ζωής. Να είναι ελεύθερη να τρέξει σε όποια θάλασσα θέλει και να ξεφύγει από εκείνη που είναι γεμάτη βάσανα. Φυσικά, για να γίνει αυτό, χρειάζεται να τη δει ένας ήλιος, και, ευτυχώς, στην Ελλάδα έχουμε αρκετό…
Ο ήλιος, όμως, που αναφέρω, έρχεται από μέσα μας, πηγάζει από τα βάθη του Εαυτού, και βγαίνει διστακτικά με κάθε μας μικρή προσπάθεια να γνωρίσουμε τον Εαυτό μας καλύτερα. Οι πιο σκοτεινές πλευρές του, εκείνες που επιμένουμε να μη θέλουμε να φέρουμε στο φως, ίσως να είναι εκείνες που θα αποτελέσουν το φυτίλι για τη φλόγα που θα μας ζεστάνει και θα μας ελευθερώσει από τη στερεή σάρκα, κι από τη φυλακή μας. Ίσως όλα αυτά που φοβόμαστε, που μας κάνουν να νιώθουμε ντροπή, είναι εκείνα που, αν φωτίσουμε με τον κατάλληλο τρόπο, θα μας οδηγήσουν σε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα του Εαυτού, που δε θα διστάσει να «πάρει τα όπλα ενάντια σε μια θάλασσα από βάσανα και, ερχόμενος αντιμέτωπος με αυτά, να τα τελειώσει». Βέβαια θα μου πείτε, σταματάνε ποτέ τα βάσανα; Ναι, όταν γίνουμε δροσοσταλίδες και ποτίσουμε τη γη με την τελευταία μας σταγόνα δροσιάς. Μέχρι τότε θα ζούμε. To be, λέω εγώ. Αυτή είναι η απάντηση.
.
«Drama for Life» της Δέσποινας Καλαϊτζίδου.

Φωτογραφικό υλικό