«Συνοδοιπόρων Χορός». Από τη θεατρική στήλη «Σωφέρ» της Ζωής Ταυλαρίδου.
Κάποιος – κάπου – κάπως και κάποτε νοηματοδοτεί την ύπαρξή μου με ένα μήνυμα. Μου το δίνει απλόχερα και η ύπαρξή μου αποκτά σημασία. Εγώ είμαι ένας Κάποιος που μεταφέρει ένα μήνυμα σε κάποιον. Από Κάπου ξεκινάω, κάπου βρίσκομαι και κάπου προσανατολίζομαι. Κάποια στιγμή καταλαβαίνω ότι και τα τρία αυτά Κάπου δεν υπάρχουν πουθενά. Δε θυμάμαι από πού ξεκίνησα, δεν αναγνωρίζω το πού βρίσκομαι και αδυνατώ να προσανατολιστώ σε έναν προορισμό, παρόλο που δε βλέπω άλλα σταυροδρόμια. Αναπόδραστο το μονοπάτι της ζωής μου, χωρίς ανθρώπους, χωρίς κάρα, χωρίς αυτοκίνητα, χωρίς σπίτια, χωρίς παρέα. Κι εγώ δε θέλω να μονοδρομίσω. Έλα ντε, που δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Και αποφασίζω να τα βάλω με τον Χρόνο. Το Κάποτε παίζει μαζί μου παιχνίδια. Η εναλλαγή σκοταδιού και φωτός με ξεπερνάει, γιατί δε συλλαμβάνω την έννοια του Χρόνου εξαρχής. Δεν μπορώ να προσδιορίσω πόσες ημέρες έχω ξεμείνει στο δρόμο αυτόν. Δεν γνωρίζω πότε θα φθάσω, ούτε πότε ξεκίνησα. Είμαι σίγουρος, ωστόσο, πως ο χρόνος κυλάει όσο εγώ περπατάω, ακόμη και στον ύπνο μου. Πίνω, για να τον σταματήσω. Αδύνατον! Ο χωρόχρονος με ανταγωνίζεται σθεναρά και κλονίζει την ταυτότητά μου. Γι αυτό και ξεχνάω. Ξεχνάω τι ήθελα να πω. Είχα στο μυαλό μου κάτι πολύ σημαντικό. Ωστόσο, αυτό ανήκει σε άλλον. Η μεταφορά ενός μηνύματος, που για τον Άλλον είναι σημαντικό κι όχι για εμένα, μου αφαιρεί την ευθύνη της λησμονιάς και της αδιαφορίας. Και ο σύντροφος και συνοδοιπόρος μου μου ικανοποιεί την ανάγκη να δικαιολογηθώ και να αποποιηθώ κάθε ευθύνη. Αποτελεί την αντανάκλαση όλων των ατελειών του χαρακτήρα μου. Χορεύω μαζί του άλλοτε με θυμό άλλοτε με τρυφερότητα. Η σχέση μας είναι ένας συν-αγωνιστικός χορός, ένας χορός προβολής κι απώθησης. Άλλωστε, γι αυτό δεν επιλέγουμε τους συνοδοιπόρους μας στη ζωή; Έτσι, τα κάπου – κάπως – κάποτε αποχρωματίζονται και μετατρέπονται σε επουσιώδεις συνθήκες.
Στο Μήνυμα του Αργύρη Χιόνη σε σκηνοθεσία Σμαρώς Πλατιώτη στον χώρο Τέχνης Sourliboom:
Δύο πόρτες ανοίγουν διάπλατα. Δύο συνοδοιπόροι εισέρχονται σε ένα σκηνικό χώρο μιας άλλης εποχής, γεμάτο ροκανίδια. Δύο ηθοποιοί παίζουν στο βάθος, αριστερά και δεξιά της σκηνής, μουσική. Οι μαντατοφόροι χωρίς όνομα, ο Α και ο Β, που δε θυμούνται από πού ξεκίνησαν, είναι εντεταλμένοι να μεταφέρουν ένα μήνυμα σε έναν άγνωστο Κύριο. Ξεκινούν το ταξίδι τους, αλλά κάποτε συνειδητοποιούν ότι βρίσκονται σε ένα άγνωστο μονοπάτι χωρίς άλλους ανθρώπους, κάρα, ζώα, αυτοκίνητα. Είναι μόνοι τους. Το μονοπάτι δε διασταυρώνεται με άλλο. Είναι ο μοναδικός τους δρόμος. Ξαφνικά οδηγούνται και σε ακόμη μία διαπίστωση: δε θυμούνται το περιεχόμενο του μηνύματος, ούτε σε ποιον απευθύνεται. Δεν έχουν καμία ανάμνηση. Και η μεταξύ τους σχέση βασίζεται στην ανασύνθεση αυτού του μηνύματος. Ο χρόνος αποκτά για τα πρόσωπα μια υπερβατική ή μεταφυσική ουσία. Η μνήμη είναι λυτρωτική για αυτά τα πρόσωπα. Αλλάζουν θέσεις στη σκηνή και διαπλέκουν τη μοίρα τους με έναν γλαφυρό θεατρικά τρόπο. Τα πρόσωπα και τα σώματά τους τσαλακώνονται και μοιάζουν να χορεύουν. Κι αυτή η κίνηση των προσώπων σε συνδυασμό με τα μουσικά ηχοχρώματα της παράστασης αφαιρούν κάθε ρεαλισμό από το έργο ενισχύοντας κωμικά και λυρικά τους συμβολισμούς του.
Το μήνυμα γράφτηκε στα ελληνικά το 1973 και θεματικά υιοθετεί στοιχεία από το Θέατρο του παραλόγου και ειδικότερα από το έργο Περιμένοντας το Γκοντό του Samuel Beckett.
Αντί Επιλόγου: Σας παραθέτω: α) το τρέιλερ της παράστασης και β) το τραγούδι “Η μνήμη” του Σωκράτη Μάλαμα. Και τα σχόλια δικά σας…
Το “Μήνυμα” του Αργύρη Χιόνη σε σκηνοθεσία Σμαρώς Πλατιώτη στον χώρο Τέχνης Sourliboom .
Σωκράτης Μάλαμας, “Η μνήμη”
Μουσική: Θέμης Καραμουρατίδης
Στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου
Δίσκος: Πρώτες Λέξεις
Δισκογραφική: Feelgood
Γέρικος λύκος και τυφλός
Η μνήμη όταν πεινάσει
Με τρώει σαν άγριος πυρετός
Με πίνει όταν διψάσει
Και δεν τολμάω να θυμηθώ
Χωρίς να χάσω αίμα
Χωρίς να μείνω ο μισός
Χωρίς ν’ αλλάξω δέρμα
Έρχεται πάνω στο κρασί
Ξέρει τα λάθη μου φαρσί
Ανίκητη γυναίκα
Ψάχνω να δικαιολογηθώ
Μία κουβέντα θα της πω
Θα μου γυρίσει δέκα
Δείχνει τα δόντια το θεριό
Αν με πετύχει μόνο
Και πριν στο στόμα του να μπω
Μ’ αφήνει και γλιτώνω.
Φωτογραφικό υλικό