Σκηνής Διάλογοι.
Η Σωφέρ Θεάτρου Ζωή Ταυλαρίδου συνεχίζει τη σειρά συνεντεύξεων συνομιλώντας με ανθρώπους της σκηνής.
Οι Τρίτες με περιμένουν στην άκρη του ματιού μου. Αποτελούν μια μάστιγα για την εικόνα που βλέπω στον καθρέπτη. Με συνεπαίρνουν με τη μορφή του πατέρα μου και με διακόπτουν με το κλικ κλικ της ταμειακής που υπολογίζει τα έξοδα. Δεν μπορώ τίποτε να αφήσω πίσω μου. Και τα κόστη όλων των υλικών πραγμάτων του καροτσιού μου ωχριούν μπροστά στο δάχτυλο, που πολύ επίμονα τείνει ο πατέρας μου στον Ζαν για τις επιλογές του.
Με επιβλέπει. Με δείχνει. Με αποστρέφεται. Ίσως και να με κοιτάει συνωμοτικά στην άκρη των ματιών μου, όταν εγώ δε βλέπω. Φοράω την ποδίτσα μου σαν καμαριέρα. Αυτή καθεαυτή. Ολόκληρη. Ένας Ζαν και μια Μαρί Πιερ σε ένα και το αυτό αμάλγαμα συναισθημάτων, σκέψεων, αμφιβολιών, εξαρτήσεων. Βρωμιά κι ακαταστασία παντού. Ένα μόνο δωμάτιο με περιμένει στωικά, αυτό της παιδικής μου ηλικίας. Ανέγγιχτο το αφήνω, σχεδόν το παραμελώ. Έχω αποφασίσει να βγω ελεύθερη, όμως και πάλι υπομένω τους τοίχους και τις γωνιές στο σουπερμάρκετ.
Μιλάω μόνη μου, απευθύνω ερωτήσεις στη Μαρί Πιερ, και πάλι εγώ αποκρίνομαι. Αυτή καθεαυτή. Μα Αυτός με κοιτάει σαν να είναι η πρώτη μας φορά. Ναι, εγώ ήμουν στο ποδήλατο. Κι εσύ με βοήθησες να το ανέβω. Εγώ είμαι που σε ντύνω, εγώ είμαι που σε πλένω. Όλη σου τη βρωμιά και την ακαταστασία, μέχρι και το τεντωμένο σου δάχτυλο.
Είμαι αυτό το κάτι που δεν κολλάει. Οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος εικονοποιούν τον καθρέπτη μου. «Αυτό ήταν». «Ναι», μου απαντάς. Ένα λεπτό διαρκεί πολύ. Μια στιγμή αποτελεί αιωνιότητα. Εν πάση περιπτώσει. Κοιτάζεις το κενό. Δεν είναι εύκολος ο κύριος Αντρέ. Αποποιούμαι τα κυριακάτικα ρούχα κι εσύ με κοροϊδεύεις. Είναι δυνατόν έτσι να ντύνομαι, αφού ονομάζομαι Μαρί. Αράχνες στην επιφάνεια του νερού χορεύουν και τρυπώνουν στην πλάτη μου. Εγώ είμαι, αυτή καθεαυτή. Εσύ ποιος θέλεις να είσαι;
Με το σκωτσέζικο σάκο μου ανά χείρας ακούω φωνές, φωνούλες, ψιθύρους. Οι δικές μου κραυγές τσαλαπατιούνται από τα ροδάκια και τα κλικ κλικ. Τρίζουν οι ρόδες, «δώστε μου πίσω τον Ζαν Πιερ μου, δώστε μου πίσω τον Ζαν Πιερ μου!», εγώ κολλημένη στη φούστα της μάνας μου, μπουκλέ μαλλάκια ανακατεμένα, «ασ’ τα τα μαλλάκια σου ανακατωμένα… ασ’ τα να ανεμίζουνε…», αλήθεια πώς να μετρήσεις τόσες στιγμές μοναξιάς;
Θέλω πολύ να τον προφτάσω. Τρέχω ξοπίσω του. Θα ξανάρθω την Τρίτη. Και μετά μαχαιριές. Αφιερωμένη αυτή καθεαυτή σε μια τελευταία στιγμή.
Τώρα, καημένε, ποιος θα σε φροντίζει;
O Φαίδων Καστρής μάς παρουσίασε το Μαριπιεράκι του, την τρανς Μαρί Πιερ, την προσωπικότητα και τη φιλοσοφία της γυναίκας αυτής, στην «Τρίτη στο Σουπερμάρκετ», στο Θέατρο Sureal. Πρόκειται για ένα συγκλονιστικό έργο του Εμμανουέλ Νταρλέ, που υπογράφει ερμηνευτικά και σκηνοθετικά ο Φαίδων. Ο θεατράνθρωπος αυτός μάς εισάγει σε έναν πολύ ευαίσθητο μονόλογο για μια τρανς προσωπικότητα, η οποία πολύ καθαρά και σθεναρά υπογραμμίζει την ταυτότητα της ύπαρξης και του ρόλου της στη ζωή σε αντιδιαστολή με τις προσδοκίες και την αυστηρή προσωπικότητα ενός πατέρα που δεν την αποδέχεται. Η Μαρί Πιερ μονολογεί και διαλέγεται με τους σημαντικούς κι ασήμαντους Άλλους στη ζωή τη δική της και του πατέρα της, άλλοτε με δραματικό κι άλλοτε με κωμικό ύφος -κι αυτά τα δυο συνυπάρχουν αρμονικά σε μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία ψυχής, η οποία παρουσιάζεται ολιστικά και δίχως χάσματα. Το ερώτημα που εκκρεμεί είναι εάν τελικά θα γίνει αποδεκτή, όχι μόνο από την κοινωνία και τον πατέρα της αλλά και από τον εαυτό της τον ίδιο. Δεν έχετε παρά να παρακολουθήσετε τις δραματικές μεταπτώσεις μιας ευφυέστατης και συναισθηματικά πλούσιας προσωπικότητας επί σκηνής. Το έργο συνεχίζει να ταξιδεύει στο σουπερμάρκετ για το θεατρόφιλο κι απαιτητικό κοινό.
Ευχαριστούμε τον υπέροχο Φαίδωνα Καστρή για τη συνέντευξη που παραχώρησε στη Σωφέρ, ακριβώς μια αναπνοή από την έναρξη του έργου του στον πολύ περιορισμένο ελεύθερό του χρόνο. Ευχαριστούμε επίσης το Θέατρο Sureal για τη θερμή φιλοξενία του… και για το κρασάκι του!
Επίλογος: Το θέατρο δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ερήμην του ανθρώπου. Αλλά κι ο άνθρωπος δεν έχει την ευκαιρία να ολοκληρωθεί ως προσωπικότητα ερήμην του θεάτρου κι οποιασδήποτε άλλης καλλιτεχνικής ή πνευματικής δραστηριότητας. Οι άνθρωποι του πνεύματος επιχειρούν μέσω του δημιουργικού τους οίστρου να απορροφήσουν τον τυχόν πνευματικό και δημιουργικό μας αποχρωματισμό. Μας περιμένουν με την ενέργεια και την ψυχή τους, να μας προβληματίσουν, να μας συγκινήσουν, να ξυπνήσουν μέσα μας συναισθήματα και να μας οδηγήσουν στην κάθαρση.
Γιατί η ψυχή του θεάτρου είναι ο άνθρωπος και μόνο ο άνθρωπος.
Βιντεοσκόπηση και μοντάζ: Τάσος Πέππας