Μια μεγάλη μορφή του ελληνικού θεάτρου και κινηματόγραφου που έχει σημαδέψει την ζωή μας με την πορεία του δεν υπάρχει πια, προκαλώντας μεγάλη θλίψη στον καλλιτεχνικό χώρο όσο και σε όλη την Ελλάδα που τον λάτρεψε.
Ήταν 2014 όταν με τον θίασό του θα παρουσίαζε στο Θέατρο Εγνατία ένα έργο κραυγή για τις ιδέες και τις πράξεις του ναζισμού, «Η Ανάκριση» του Πέτερ Βαις, ήταν ουσιαστικά μια παράσταση – ντοκουμέντο, που τάραξε το κοινό.
Και στα πλαίσια συνέντευξης όπου όλες οι ερωτήσεις που του τέθηκαν ήταν αποκλειστικά των αναγνωστών μας ο Κώστας Καζάκος απάντησε σε μια εφ όλης της ύλης συνέντευξη…

–Ποιο είναι ίσως ένα από τα σημαντικότερα που αποκομίσατε από την σπουδαία θεατρική σας πορεία; [ρωτά η Μαρταλάνη Σοφία].
Η ζωή σε ένα καλλιτεχνικό χώρο αποκτά ιδιαίτερη σημασία με τα χρόνια, την πείρα και την ωριμότητα. Ένα από τα βασικότερα αγαθά που εισπράττει κανείς είναι η ευγνωμοσύνη για τους ανθρώπους που γνώρισε, ήρθε σε επαφή και κουβέντιασε μαζί τους. Αλλά και όσα πήρε από αυτούς, γιατί πρόκειται για μεγάλες προσωπικότητες που μας επηρέασαν και μας διαμόρφωσαν.
– Ποια άλλα, θεωρείτε, εξίσου σημαντικά «αγαθά»;
Έπειτα είναι η επαφή με τους συγγραφείς, με τα έργα και τους ρόλους. Και όταν είναι μεγάλοι οι συγγραφείς υπάρχει ένας πλούτος ζωής κλεισμένος μέσα τους όπου ο ηθοποιός πρέπει να τον εξορύξει βγάζοντας όλο το υλικό στην επιφάνεια. Είναι κάτι που με κάνει ευτυχισμένο σε αυτήν την δουλειά.
.
–Τι άλλο σ’ αυτή τη δουλειά, μπορεί να σας κάνει ευτυχισμένο; [ρωτά η Ζαρκαδη Κική].
Από την άλλη μεριά η ζωή με τους συναδέλφους στο θέατρο, οι πρόβες, οι προετοιμασίες, οι αγωνίες να ανέβει ένα έργο, μετά η ανταπόκριση του κόσμου, όλα αυτά είναι συγκινήσεις που δεν είναι εύκολο να τις συναντήσεις στην καθημερινότητα. Αισθάνεται κανείς δημιουργική την δουλειά του και ότι κάτι προσφέρει στον κόσμο.
–Ποια είναι η πιο αγαπημένη παράσταση που έχετε συμμετάσχει από την αρχή της καριέρας σας και γιατί; [ρωτά η Ανανιάδου Φωτεινή]
Είναι πράγματι μερικές παραστάσεις που έπαιξαν ιδιαίτερο ρόλο στη ζωή μου. Ξεχωρίζω μερικές από τις πρώτες παραστάσεις της μαθητείας μου στο υπόγειο του θεάτρου Τέχνης του Κάρολου Κουν, οι οποίες μου άνοιξαν τα μάτια, παίζοντας έναν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωσή μου. «Ο Κύκλος με την Κιμωλία» του Μπρεχτ, η «Αγριόπαπια» του Ίψεν, «Ο Ματωμένος Γάμος» του Λόρκα, το «Ψηλά από τη Γέφυρα» του Μίλερ, η «Αυλή των Θαυμάτων» του Καμπανέλλη… μεγάλες συγκινήσεις…

–Και στη μετέπειτα πορεία σας;
«Το Μεγάλο μας Τσίρκο» ήταν ένας σταθμός στη ζωή μας, την δική μου δηλαδή και της Τζένης τότε, το «Ποιος Φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ», ο «Οιδίποδας»… Τις ξεχωρίζουμε, αλλά είναι και άλλες βέβαια παραστάσεις, πού να τις θυμηθώ! Φέτος συμπλήρωσα 60 χρόνια στη δουλειά, από το 1953…
–Ανάμεσα στα δύο «λειτουργήματα», του ηθοποιού και του δασκάλου υποκριτικής, θα ξεχωρίζατε κάποιο και γιατί; [ρωτά η Ανδρέου Ελπινίκη]
Αυτά ένα «πράμα» είναι.. γιατί όταν βρισκόμαστε με νεότερους συναδέλφους στις πρόβες υπάρχει η τάση να μεταδίδεις ό,τι έχεις μάθει και κατακτήσει. Ένας κοινός τόπος είναι, δεν μπορώ να τα διαχωρίσω.
–Θα στηρίζατε ως καλλιτέχνης ένα έργο στο οποίο θα πιστεύατε πολύ, έστω κι αν δεν είχε αντίστοιχη αποδοχή από το κοινό; [ρωτά η Παπαδοπούλου Δήμητρα]
Όταν σ’ αρέσει ένα έργο και το επιλέγεις αλλά δεν περνάει στον κόσμο, σημαίνει ότι κάπου έχεις κάνει λάθος. Κάπου δεν το ανέδειξες, δεν πρόβαλες τα ουσιαστικά του και τον πυρήνα του. Κάτι σου ξέφυγε..
–Πώς το αντιλαμβάνεστε;
Από τη αντίδραση του κοινού.. είμαστε οι πρώτοι που καταλαβαίνουμε..
–Αυτό το «πρώτοι», σε πόσο διάστημα μεταφράζεται;
Εξαρτάται και από την πείρα και την ωριμότητα. Αλλά από την πρώτη επαφή με τον κόσμο ξέρουμε τι σφάλματα έχουμε κάνει…
–Τί είναι πιο σημαντικό για σας: η γνώμη του κοινού, των κριτικών ή των συναδέλφων; [ρωτά η Αντωνιάδου Ελπίδα]
Κατά περίπτωση. Όταν υπάρχουν κριτικοί που έχουν κύρος και ακτινοβολούν στον χώρο τους, τους χρειαζόμαστε πάρα πολύ γιατί μπορούν να μας καθοδηγήσουν.
Η γνώμη των συναδέλφων, μας ενδιαφέρει και πάντα πρέπει να την προσέχουμε όταν είναι ειλικρινής. Από την άλλη μεριά, η κρίση του κοινού αφορά την ώρα εκείνη που γίνεται η πράξη στη σκηνή. Μετά, δεν έχει τα κριτήρια και τα εφόδια έτσι ώστε να είναι δημιουργική η κριτική του και να παίρνεις κάτι από εκεί… Το κοινό θα πει «μ’ αρέσει», η «δεν μ’ αρέσει»…

–Η μόνιμη αποχή σας από τηλεοπτικές δουλειές, είναι απόφαση συνειδητή και αφορά τη θέση σας απέναντι στο μέσο; [ρωτά η Καρρά Πέπη]
Από τότε που πρωτοξεκίνησε έχω κάνει άπειρα πράγματα στην τηλεόραση και δεν έχω καμιά εχθρότητα απέναντί της. Γενικά έχει παγίδες γιατί είναι ένα πολύ δυνατό όπλο, διαμορφώνει συνειδήσεις και καταναλώνει τα πάντα. Από αριστουργήματα μέχρι σκουπίδια κι αυτό είναι το «καταστροφικό» της…
–Πώς κρίνετε τη σημερινή τηλεοπτική πραγματικότητα;
Τώρα έχουμε ξεπεσούρα μεγάλη…
–Σε καιρό κρίσης το θέατρο «ανθίζει» με πολλά νέα σχήματα, πειραματισμούς, εναλλακτικές προτάσεις… Ποια είναι η δική σας αίσθηση, ως έμπειρου – καταξιωμένου θεατράνθρωπου για τη σημερινή θεατρική πραγματικότητα; [ρωτά η Πετρακά Μανίνα]
Η δική μου αίσθηση είναι συγκεκριμένη και διαμορφωμένη από πολύ παλιά. Όταν περνάμε δύσκολες εποχές, όταν έχουμε δηλαδή πολέμους, Κατοχές, δικτατορίες, ή αυτήν την καταραμένη εποχή που ζει τώρα ο κόσμος, το θέατρο έχει αυξημένες ευθύνες.
–Εσείς δηλαδή τι διαφορετικό κάνατε γι αυτές τις δύσκολες περιστάσεις;
Ο ηθοποιός συνήθως αφήνει στην άκρη τους «κλασσικούς» και προσπαθεί να φέρει σε επαφή το κοινό του με έργα που ανταποκρίνονται στις ανάγκες του τώρα. Το θέατρο είναι το ΤΩΡΑ, δεν «δουλεύει» για την αιωνιότητα, αλλά ανταποκρίνεται στις άμεσες ανάγκες του κόσμου. Πρέπει λοιπόν να βρει τρόπους να τονώσει το κατεστραμμένο ηθικό του λαού και να του ανοίξει δρόμους, να του δείξει προοπτικές, να αφυπνίσει τις συνειδήσεις. Να δυναμώσει την τάση των ανθρώπων να μην υποτάσσονται, να αντιστέκονται, να μην γίνονται άβουλη μάζα που παρακολουθεί παθητικά να του ρημάζουν τη ζωή…
–Θεωρείτε ότι οι σημερινοί θεατές (αλλά και γενικότερα) έχουν αυτή τη θεατρική παιδεία;
Ποια θεατρική παιδεία, εδώ δεν έχουμε… παιδεία! Αυτό είναι ένα τρομερό όπλο στα χέρια της κάθε εξουσίας και το χρησιμοποιεί αναλόγως κάθε φορά. Όταν ο λαός είναι απαίδευτος, όταν του έχουν καταστρέψει τη γλώσσα και την ιστορία, χάνει τον μπούσουλα του. Δεν μπορεί να κατανοήσει την πραγματικότητα που βιώνει και αυτό τους λύνει τα χέρια, αφήνοντας τους εκμεταλλευτές του, τους εχθρούς του, να του λεηλατούν τη ζωή.
–Κάποτε… θα αντιδράσει.
Δεν μπορεί να μένει παθητικός θεατής και να αφήνει τους τοκογλύφους, τους δανειστές και τους μεγαλοκαρχαρίες να του διαλύουν τα πάντα. Η ίδια η ανάγκη για το μέλλον των παιδιών του, θα τον αναγκάσει να ξεσπάσει κάποια ώρα. Ε, τώρα είναι ακόμα πανικόβλητος, βρίσκεται σε πλήρη σύγχυση.
–Θεωρείτε ότι οι άνθρωποι βρίσκονται ακόμα σε κατάσταση σοκ;
Ε, βέβαια, βομβαρδισμοί γίνονται πάνω από τα κεφάλια τους και είναι χωμένοι στα «καταφύγια» τους. Αλλά από εκεί που είναι δεν πολεμάνε, πρέπει να βγουν στην πρώτη γραμμή. Αυτό θα γίνει, αλλά δεν ξέρουμε ακριβώς τον χρόνο, είναι συσχετισμοί δυνάμεων…

–Φεύγοντας ο θεατής από μια παράσταση παίρνει «κάτι». Ποιο από αυτά που παίρνει θεωρείτε πιο σημαντικό και θα σας δικαίωνε ως ηθοποιό; [ρωτά η Πούλιου Μαρία από την Γερμανία]
Αυτό που αισθάνεται κανείς από την λειτουργία ενός ομαδικού θεάματος όπως το θέατρο, είναι όταν ο κόσμος από κάτω, βλέποντας το παιχνίδι της σκηνής, παρασύρεται μαζί με τους ηθοποιούς, ξεχνώντας τα σκουπίδια της καθημερινότητας που κουβαλάει μέσα του και… ταξιδεύει!
–Είναι όντως έτσι κ. Καζάκο, αρκεί και η παράσταση να βοηθά…
Βέβαια, την ώρα εκείνη είναι σαν να παίρνει οξυγόνο ο εγκέφαλος, συλλαμβάνει πράγματα που δεν μπορεί να συλλάβει στην καθημερινότητά του και γίνεται «άλλος» άνθρωπος μέσα του. Αυτή είναι λοιπόν η πιο σημαντική επίδραση που έχει το θέατρο στους θεατές.
–Θεωρείτε ότι υπάρχει σαφής διαχωρισμός μεταξύ μιας «εμπορικής» παράστασης και μιας «καλλιτεχνικής- ποιοτικής»; Ποια είναι τα κριτήριά σας για την διάκριση; [ρωτά η Καραμάμου Ελένη]
Η τέχνη έτσι κι αλλιώς σε όλες τις εκφάνσεις της είναι μια πολιτική πράξη ακόμα και όταν οι καλλιτέχνες δεν το αντιλαμβάνονται. Άλλα έργα αποπροσανατολίζουν και άλλα οδηγούν «μπροστά» τον κόσμο…
–Η δηλωμένη δημόσια πολιτική σας θέση, επηρέασε ποτέ, αρνητικά ή θετικά την άσκηση της τέχνης σας, σε οποιοδήποτε επίπεδο; [ρωτά η Ρηγοπούλου Αναστασία].
Κοίταξε να δεις, η δική μου τοποθέτηση δεν κάνει καλό ποτέ… Ένας άνθρωπος που είναι εκτεθειμένος με το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είναι ευπρόσδεκτος πολύ, αλλά αυτά είναι μέσα στο παιχνίδι, δεν παραπονιέμαι, είναι η επιλογή μου. Το παλεύουμε..
–Ποιές ομοιότητες και ποιές διαφορές σε θέματα Δημοκρατίας (ελευθερία λόγου, απονομή δικαιοσύνης, αστυνομική βία, κρατική αυθαιρεσία) διακρίνετε μεταξύ της επταετίας 1967-1974 και της Ελλάδας σήμερα; [ρωτά ο Χατζηαναστασίου Μάριος]
Ε, άλλο πράγμα είναι, πολύ πιο ακραία πράγματα γίνονται τώρα. Η δικτατορία είναι ένα περιστατικό που έρχεται σε μια κρίσιμη περίοδο για να πάει τη χώρα 50 χρόνια πίσω. Τώρα ζούμε μια κατάσταση που δεν έχει τελειωμό. Έχει καταστρέψει τη ζωή μας και αν δεν πάρει γρήγορα μέτρα ο κόσμος, θα μας λιώσουν εντελώς…
–Ο φασισμός ηττήθηκε μέσα από έναν αιματηρό και μακροχρόνιο ένοπλο αγώνα αλλά η απειλή της αναζωπύρωσής του σήμερα στην Ελλάδα και αλλού, είναι πιο ορατή από ποτέ. Μπορεί να ηττηθεί ο σύγχρονος φασισμός χωρίς να καταφύγει ο άνθρωπος στη βία; [ρωτά η Βενετία Κέρου].
Ο φασισμός δεν γεννιέται από το πουθενά, έχει ρίζες, κάποιος τον χρησιμοποιεί. Κατά την άποψή μου είναι το τελευταίο όπλο του συστήματος αυτού που λέμε «σύγχρονος καπιταλισμός», όταν βρίσκεται σε κρίση και πανικό, χρησιμοποιώντας το πιο σκληρό του όπλο. Γι αυτό λέμε ότι δεν φτάνει να πολεμηθεί ο φασισμός, δεν φτάνει να νικηθεί όπως νικήθηκε στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο με ποταμούς αίματος, πρέπει να ξεριζωθεί. Αλλά δεν μπορεί να γίνει αυτό εάν δεν ξεριζωθεί αυτό που τον γεννάει. Αν δεν αντιμετωπιστεί σαν ακραία μορφή του καπιταλισμού, δεν πρόκειται να γίνει τίποτα, πάντα θα έχουμε τον διαρκή κίνδυνο αναβίωσής του.
–Τελικά δεν είναι μόνο Ελλαδικό το φαινόμενο…
Όπως έχει σπρωχτεί όλη η Ευρώπη στην άκρα δεξιά, φασίζουσα Ευρώπη είναι. Όλες οι κυβερνήσεις είναι στην άκρα δεξιά. Πρωτοφανές, δεν έχει ξαναγίνει στην ιστορία της Γηραιάς Ηπείρου μέχρι σήμερα.
–Δώστε μου έναν χαρακτηρισμό.
– Έχει γίνει ένα χωράφι γεμάτο με αγριόχορτα και τσουκνίδες και πρέπει οι άνθρωποι να αφυπνιστούν παίρνοντας μέτρα. Αλλιώς, θα γεμίσει το χωράφι αγριόχορτα, θα μας φάνε… θα μας πνίξουνε.
–Να λοιπόν γιατί επιλέξατε αυτό το έργο τώρα. «Η Ανάκριση» του Πέτερ Βάις. [ρωτά η Κωνσταντινίδου Ηλιάνα]
Μιλάει για την περίοδο εκείνη του πολέμου, γι αυτό το φασιστικό φαινόμενο, για τα στρατόπεδα εξόντωσης και αποδεικνύονται όλα από τις μαρτυρίες των ανθρώπων εκεί. Επειδή πρόκειται για ντοκουμέντα, είναι αδιαμφισβήτητα τα γεγονότα που παραθέτει ο Βάις, δείχνοντας ότι αυτή η μηχανή εξόντωσης δεν έχει σταματήσει, γίνεται απλώς με άλλα μέσα και μάλιστα πολύ πιο αποτελεσματικά. Γι αυτό είναι πολύ χρήσιμο το έργο.
.
–Η «Ανάκριση» του Πέτερ Βάις μπορεί να είναι μια πυξίδα που θα μας βοηθήσει να ξαναβρούμε το δρόμο μας; [ρωτά η Βρούσγου Μαρία]
Ε, βέβαια, αυτό το ρόλο παίζει και γι αυτό οι θεατές αναστατώνονται, συγκλονίζεται ο κόσμος, ιδιαίτερα οι άνθρωποι που έχουν ζήσει και έχουν μνήμες από εκείνη την περίοδο του πολέμου. Που πιστεύουν ότι συνέβησαν αυτά τα αποτρόπαια εγκλήματα από ένα οργανωμένο έθνος της Κεντρικής Ευρώπης, εκπρόσωπο του πολιτισμού… Πως μπορεί ένας άνθρωπος, κάτω από ορισμένες συνθήκες, να μετατραπεί σε ένα κτήνος, το χειρότερο ζώο που υπάρχει στη φύση…
–Είστε αισιόδοξος για το μέλλον της χώρας και αν ναι, από πού αντλείτε αισιοδοξία; [ρωτά η Μάνου Μαρία].
Όχι καθόλου! Ως άνθρωπος και καλλιτέχνης δεν μπορώ παρά να είμαι αισιόδοξος, αλλά για το μέλλον της χώρας, όχι, δεν είμαι. Αισιόδοξος είμαι ως προς τον λαό μας, όταν αποφασίσει να πάρει τις τύχες του τόπου στα χέρια του. Κάθε φορά που το κάνει, συμβαίνουν θαύματα. Όταν αναζητήσει την υπερηφάνεια του, την αξιοπρέπειά του, την ανθρωπιά του, μεγαλουργεί. Έτσι όπως πάει όμως, βλέπω το πράγμα να τραβάει πολύ μακριά…
–Από τα εξής τρία, τί σας φοβίζει περισσότερο: η αποτυχία, η μοναξιά ή ο θάνατος; [ρωτά η Χατζώκου Αννα].
[γελαει]… αυτά τα τρία… προσπαθούμε πάντα να τα αποφύγουμε, να απομακρυνθούμε. Παλεύουμε… Κι όσο παλεύουμε, δεν φοβόμαστε τίποτα…
Υγ. οι ερωτήσεις τέθηκαν στον ηθοποιό τηλεφωνικά, και όπου δεν υπάρχουν ονόματα αναγνωστών, για την ροη της κουβέντας ρωτήθηκαν από την «Κ».
. . . Υπόκλιση .
Φωτογραφικό υλικό