«ΜΙΛΩΝΤΑΣ (ανιαρά) ΓΙΑ ΘΕΑΤΡΟ» με τον (ξύλινο) Γ. ΜΠΕΖΟ… Από τον «ΠΑΛΜΟ ΤΩΝ ΦΟΥΑΓΙΕ» της Π. Στασινοπούλου
Όταν η στήλη αναφέρθηκε προ καιρού στην επικείμενη θεατρική εκπομπή του κρατικού καναλιού με παρουσιαστή τον Γιάννη Μπέζο, μεταξύ άλλων, δέχτηκε επίθεση για την άποψη περί ακατάλληλου προσώπου που εξέφραζε και κατηγορήθηκε ότι «προτρέχει» πριν ακόμα δει… Παρόλο που η άποψη για το αντιπαθές πρόσωπο του Γ. Μπέζου (εκτός ρόλου) είναι τεκμηριωμένη προ πολλού και με ουκ ολίγες αφορμές, εντούτοις η τελευταία επισήμανση ίσως είχε ένα δίκιο… με την έννοια ότι δεν αποκλείονται τα θαύματα– πολύ δε περισσότερο οι θεαματικές ανατροπές- σε τούτη τη ζωή, οπότε γιατί να αποκλείσεις την περίπτωση να δεις αίφνης έναν Μπέζο αγνώριστο; Εδώ είδες αγνώριστη ολόκληρη ιδεολογία – προσφιλή μάλιστα στον συγκεκριμένο ηθοποιό- να επιδίδεται στην κωλοτούμπα του αιώνα! Παραδίδοντας πιθανόν μαθήματα… μετάλλαξης και στον οπαδό, γιατί όχι;
Μέχρι που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και η εκπομπή με τον ευφάνταστο τίτλο «Μιλώντας για θέατρο» έχει ήδη διαγράψει μια τηλεοπτική πορεία, οπότε δικαιούμαι πλέον να εκφέρω γνώμη επί πραγματικού. Και ομολογώ ότι έψαξα πολύ να εντοπίσω το θαύμα μιας πιθανής μετάλλαξης του παρουσιαστή, έκανα φύλλο και φτερό την εκπομπή μήπως βρω κάποια παράμετρο που θα διέψευδε το αρχικό μου κείμενο, αλλά φευ… άνθρακες ο θησαυρός! Και το «φευ» αναφέρεται βεβαίως στους «άνθρακες» του τηλεοπτικού προϊόντος, ενώ προσωπικά ένιωσα απόλυτα δικαιωμένη στην άποψή μου περί «θησαυρού». Έστω κι αν με θλίβει η εν λόγω επιβεβαίωση, διαπιστώνοντας για νιοστή φορά τους εντελώς αψυχολόγητους χειρισμούς του κρατικού καναλιού- που ουδέποτε θα αναβαθμισθεί σε δημόσιο- και την παροιμιώδη «ικανότητα» να θάβει με κάθε τρόπο το πρόγραμμά του!
Ας δούμε όμως τί εστί η φιλόδοξη θεατρική εκπομπή, η οποία μέχρι στιγμής για το ΜΟΝΟ που έχει απασχολήσει και συζητηθεί είναι τα οικονομικά της. Όπου διασπείρονται ποικίλες φήμες περί υπέρογκων ποσών, για να διαψευστούν και να καταλήξουν στην επίσημη κοστολόγηση κάθε επεισοδίου στα 7.500 ευρώ. Η δε σχετική φημολογία, έφτασε και ως ερώτηση στον Γ. Μπέζο περί ακριβής εκπομπής και αμοιβής, για να εκστομίσει την απάντηση «μου αξίζουν!», η οποία σχολιάστηκε εκτενώς τάχα μου με «έκπληξη», λες και περίμενε κανείς διαφορετική απάντηση από έναν αλαζόνα με παθολογικό μεγαλοϊδεατισμό περί του ατόμου του… Τώρα αν το συγκεκριμένο ποσό είναι πολύ ή λίγο, αδυνατώ να κρίνω τελικά, γιατί προφανώς κάποιοι χώροι λειτουργούν με οικονομική λογική άπιαστη για τον κοινό νου του μέσου Έλληνα σήμερα, φτάνοντας να ακούς για εκπομπές γύρω από ένα τραπέζι, ποσά πενταψήφια , εξαψήφια και βάλε… Οπότε λες «εγώ ζω σε άλλη χώρα, σε άλλο καθεστώς» και κρατάς (λέμε τώρα…)το μυαλό στη θέση του.
Αφήνουμε λοιπόν το οικονομικό- πληρωμένο από τους φόρους μας-, αφήνουμε τον εντελώς αδιάφορο τίτλο – πόσα λεπτά της ώρας τους απασχόλησε;- και περνάμε στο περιεχόμενο της εκπομπής και τον τρόπο που επικοινωνείται. Όπου ο Γ. Μπέζος επισκέπτεται διάφορες παραστάσεις και επιδίδεται στα εξής πρωτότυπα και εμπνευσμένα: προβάλλει στιγμιότυπο της παράστασης ή των προβών, δίνει (περιστασιακά) κάποιες θεατρικές πληροφορίες και συνομιλεί με τους συντελεστές, καθισμένοι γύρω- γύρω όλοι και άκαμπτα στημένοι, ακολουθώντας το πρότυπο του «ξύλινου» παρουσιαστή. Υποθέτουμε ότι η επιλογή των παραστάσεων που προβάλλονται γίνεται με κριτήρια του ίδιου και ελπίζουμε ότι αυτά είναι αγνά, στοχεύοντας στην εκπροσώπηση διαφορετικών θεατρικών τάσεων που επικρατούν στις σκηνές της Αθήνας τουλάχιστον. Μέχρι στιγμής είναι αλήθεια ότι διαφαίνεται αυτή η πρόθεση, παρά τα αναμενόμενα αφιερώματα σε «κολλητούς» του, καθότι κρατά το πεπόνι και το μαχαίρι…
Παρακολουθώντας την εκπομπή, σου έρχονται διάφορα στο νου… Ας πούμε το ερώτημα: τί διαφορετικό, καινούργιο, ενδιαφέρον είχε να προσθέσει σε σχέση με εκπομπές πολιτιστικού περιεχομένου της κρατικής τηλεόρασης, όπου πάντα υπήρχαν θεατρικές παρουσιάσεις, ακριβώς με τον ίδιο συμβατικό τρόπο, απλά λιγότερες στον αριθμό και παράλληλα με άλλες μορφές τέχνης; Όμως πέραν της κρατικής και των εκπομπών αμιγώς πολιτιστικού περιεχομένου, υπάρχουν και στην ιδιωτική τηλεόραση επίσης, εκπομπές ποικίλης ύλης με καλλιτεχνικές στήλες ή εκπομπές συνεντεύξεων, όπου καλούνται ηθοποιοί, θιασάρχες, σκηνοθέτες, συγγραφείς, ολόκληροι θίασοι, προκειμένου να παρουσιάσουν την παράστασή τους- είτε ανήκει στις «εμπορικές», είτε στις «ποιοτικές»-, ενώ σε σημαντικούς δημιουργούς πραγματοποιούνται μέσω συνεντεύξεων εκτενή αφιερώματα στο έργο τους και άκρως ενδιαφέρουσες συζητήσεις για το θεατρικό χώρο.
Σε τι ακριβώς διαφοροποιήθηκε η εκπομπή του Μπέζου από τα προαναφερθέντα; Ποια η διαφορά να μιλούν συντελεστές για τη δουλειά τους στο Γ. Μπέζο, από ότι π.χ. στη Λένα Αρώνη, την Εύη Κυριακοπούλου, τη Βίκυ Φλέσσα, τον Χάρη Αρβανιτίδη, την/τον χ παρουσιαστή/ στρια ενός μαγκαζίνο με καλλιτεχνική στήλη; Όταν ακόμα και το τελευταίο περιφερειακό κανάλι, όταν φιλοξενείται θίασος στην πόλη, θεωρεί επιβεβλημένη μια συνέντευξη με τους συντελεστές και προβολή στιγμιότυπων της παράστασης. Ποια είναι λοιπόν η «καινοτομία» μιας περί πολλού και (υποτίθεται) εξειδικευμένης θεατρικής εκπομπής με ένα μεγάλο όνομα ηθοποιού στην παρουσίαση; Ότι περιλαμβάνει μεγαλύτερο αριθμό παραστάσεων εστιάζοντας (και) στο χώρο του ποιοτικού ή εναλλακτικού θεάτρου; Σύμφωνοι, αλλά η συγκεκριμένη κατηγορία θεάτρου ουδέποτε ήταν εξορισμένη από πολιτιστικές ή σοβαρές εκπομπές ποικίλης ύλης, αντίθετα σε κάποιες εύρισκε και βρίσκει μόνιμα φιλόξενο βήμα.
Από εκεί και πέρα, η «καινοτομία» μιας παντελώς ανούσιας και ανέμπνευστης εκπομπής (στα πρότυπα του κοινότυπου τίτλου της) εξαντλείται σε μια ανύπαρκτη σκηνοθεσία με συμβατικά πλάνα είτε της παράστασης είτε του παρουσιαστή να εκφωνεί στεγνές πληροφορίες και όπου καθισμένοι όλοι με απόλυτη τάξη και πειθαρχία στο φουαγιέ, τη σκηνή ή την πλατεία, απαντούν σε βαρετές και συμβατικές ερωτήσεις περί των αυτονόητων. Σαν αυτές «της κασέτας» που τους απευθύνει κάθε τόσο μια άσχετη, ξανθιά κατά προτίμηση παρουσιάστρια εν μέσω τηλεπωλήσεων, εκφρασμένες εδώ από έναν γνώστη του χώρου, που δεν κάνει καν τον κόπο, αξιοποιώντας την ιδιότητά του να μπει σε βαθύτερα νερά με ουσία, αρκούμενος σε ένα απλό στίγμα του έργου και στα «πώς αισθάνεσαι στο ρόλο σου», «πώς είναι η συνεργασία σας», «πόση αποδοχή συναντάτε», «τί μήνυμα περνάτε» και λοιπά ευφάνταστα σε βαθμό που κοντεύεις να ξεχαρβαλώσεις τα σαγόνια από το χασμουρητό.
Ακόμα όμως κι αν σώσεις τα σαγόνια, η αύρα που εισπράττεις από το θαυμαστό επικοινωνιακό χάρισμα του παρουσιαστή, θα σε στείλει σίγουρα για «αποκατάσταση» και ίσως εδώ η «παρεξηγημένη» Κονιόρδου, αποδειχθεί πολύτιμη. Επιπλέον είναι εντελώς αδόκιμο να τοποθετείς μέσα στο καταχείμωνο μια… παγοκολώνα στους δέκτες σε ρόλο παρουσιαστή, που άμα τη εμφανίσει η θερμοκρασία του δωματίου πέφτει κατακόρυφα και δεν είναι καιρός για σπατάλη καυσίμων, εκτός αν στείλουμε το λογαριασμό στον κ. Μπέζο. Ο οποίος συνεπέστατος, για πολλοστή φορά επιβεβαιώνει το καταξιωμένο ταλέντο… «ανθρωποδιώκτη» που τον διακρίνει, με τη μόνιμη, παραδοσιακή βλοσυρότητα, την ακαμψία ξύλου οξιάς, το σπανιότατο ψευτο-μειδίαμα ως γκριμάτσα. Και απορείς για τους (αν)εγκέφαλους που τον επέλεξαν στο συγκεκριμένο πόστο, ποντάροντας προφανώς στο «όνομα- κράχτη» για την τηλεθέαση (εδώ γελάμε!), χωρίς να υπολογίσουν την πλήρη ακαταλληλότητά του σε παρόμοιο ρόλο και το γεγονός ότι η τηλεοπτική του υπερέκθεση σε βαθμό… «κακουργήματος», τον έχει κάψει προ πολλού και ολοσχερώς…
Αποτέλεσμα; Ακόμα μια τρύπα στο νερό με άσκοπα πεταμένα λεφτά φορολογούμενων, ακόμα μια χαμένη ευκαιρία για ελκυστική προβολή του θεάτρου με απήχηση… Ωστόσο για να είστε ακριβείς, παρακαλώ συμπληρώστε τον εμπνευσμένο τίτλο: «Μιλώντας ανιαρά για θέατρο» και υπότιτλο «Με τον ξύλινο Γ, Μπέζο σε ρόλο… άστα να πάνε!»
——————————————————————————————–
#Κουλτουρόσουπα #Kulturosupa #Θεατρομανία #ΣτονΠαλμόΤωνΦουαγιέ #ΠίτσαΣτασινοπούλου #ΚρατικήΤηλεόραση #ΜιλώνταςΓιαΘέατρο #ΘεατρικήΕκπομπή #ΓιάννηςΜπέζος
Φωτογραφικό υλικό