Από τη στήλη «Στον παλμό των φουαγιέ» της Πίτσας Στασινοπούλου.
Είναι αρκετές οι αφορμές που μου έχουν προκαλέσει τον ανωτέρω προβληματισμό, αλλά η πρόσφατη «κόντρα» μεταξύ του ηθοποιού Γιώργου Κωνσταντίνου και του χορογράφου Τάκη Σαγιώρ, σχετικά με το πότε πρέπει να εγκαταλείπει τη σκηνή ένας παλαίμαχος καλλιτέχνης, μου έδωσε το έναυσμα να τον εκφράσω δημόσια. Πρόκειται φυσικά για ευαίσθητο θέμα που απαιτεί λεπτότητα στο χειρισμό κι ομολογώ με ενόχλησαν τα γραφόμενα του Τ. Σαγιώρ για τον ωμό κυνισμό τους… Όπου στην αρχική του τοποθέτηση περί απόσυρσης των γερασμένων καλλιτεχνών, ο Γ. Κωνσταντίνου ερωτώμενος, σχολίασε για ρατσισμό, για το «σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν», για προσωπική πικρία κλπ, και ο Τ. Σαγιώρ απάντησε με βαριές εκφράσεις, αναφέροντας μεταξύ άλλων για ηθοποιό που «της έφυγε η μασέλα παίζοντας» ή άλλους που «κατουριούνται πάνω τους»…
Άκομψα και προσβλητικά βεβαίως σχόλια, για να ειπωθεί ωστόσο μια πικρή, σκληρή αλήθεια, χωρίς «κοινά αποδεκτές» απαντήσεις, και πώς αλλιώς όταν πρόκειται για την μοναδικότητα κάθε ανθρώπου και πόσω μάλλον κάθε καλλιτέχνη ως μια κατηγορία «ειδικής πάστας». Ο οποίος καλλιτέχνης- εν προκειμένω ηθοποιός, αφού διανύσει μια μακρότατη πορεία με λιγότερο ή περισσότερο επιτυχημένη καριέρα, κάποια στιγμή πλησιάζοντας στη δύση, καλείται να απαντήσει στο κρίσιμο και επώδυνο ερώτημα «άραγε με αντέχει ακόμα το σανίδι;» Ή αλλιώς «υπάρχει ημερομηνία λήξης για έναν ηθοποιό και πότε χτυπά το καμπανάκι;» Γιατί είναι άλλο πράγμα να τον καλούν και να συνεχίζει να παίζει, κι εντελώς άλλο η σκηνική «αντοχή» του, μεταφρασμένη σε επαρκή ικανότητα, αντίστοιχη αυτής που τον καθιέρωσε ή σε ειλικρινή αποδοχή του κοινού με μορφή θαυμασμού…
Είναι αυτονόητο σε όλα τα επαγγέλματα ή λειτουργήματα, ότι οι εργαζόμενοι, συμπληρώνοντας το προβλεπόμενο όριο ηλικίας συνταξιοδοτούνται και αποσύρονται, έχοντας ολοκληρώσει τον κύκλο και τις δυνατότητες προσφοράς στο αντικείμενό τους, μετά από πολύχρονη καθημερινή εργασία, όπου είναι φυσικό η βιολογική (τουλάχιστον) αντοχή να υποχωρεί. Ωστόσο στον καλλιτεχνικό επαγγελματικό χώρο υπάρχουν σημαντικές ιδιαιτερότητες… όπως ας πούμε το γεγονός για μεγάλη πλειοψηφία, ότι δεν εργάζονται σταθερά και καθημερινά σε ετήσια ή πολύ περισσότερο σε πολύχρονη βάση, αντίθετα παραμένουν ανενεργοί για μεγάλα διαστήματα- απασχολούμενοι περιστασιακά σε «σεζόν», που σημαίνει αντικειμενικά ότι η κόπωση και φθορά δεν είναι αντίστοιχη με άλλων επαγγελμάτων και άρα υπάρχουν αποθέματα ενέργειας σε βιολογικό, ψυχικό ή πνευματικό επίπεδο… Επίσης για έναν ηθοποιό, υπάρχουν ρόλοι που μόνο μετά από κάποια ηλικία μπορεί να ερμηνεύσει, λόγω πειστικής εμφάνισης ή συσσωρευμένης εμπειρίας και «μεστώματος»…
Επιπλέον η «ειδική πάστα» ενός αυθεντικού καλλιτέχνη περιλαμβάνει στοιχεία μη κοινά με εργαζόμενους σε άλλους χώρους, καθώς επέλεξε την τέχνη με κίνητρο κάθε άλλο παρά την «επαγγελματική αποκατάσταση», αλλά εξαιτίας μιας βαθιάς εσωτερικής ανάγκης έκφρασης, που παρά τα «χιλιόμετρα» που πιθανόν διένυσε, παραμένει ακόρεστη, ενώ η στέρησή της αντιστοιχεί σε ζωτική έλλειψη… Πέραν τούτου, η διαρκής έκθεση απέναντι σε κοινό με κριτικές διαθέσεις- από την αποδοχή ή όχι του οποίου εξαρτάται η επαγγελματική του υπόσταση, είναι φυσικό να τον καθιστά ανασφαλή λόγω εξάρτησης από τη «γνώμη των άλλων» και συχνότατα ματαιόδοξο λόγω προβολής, αναγνωρισιμότητας, λάμψης του χώρου, αυλοκολάκων κλπ. Ιδιαιτερότητες που κάνουν το επάγγελμα του ηθοποιού ξεχωριστό και βεβαίως αφορούν τη δική του πλευρά…
Υπάρχει όμως και η πλευρά του κοινού στο οποίο απευθύνεται και άνευ του οποίου αδυνατεί να «υπάρξει» καλλιτεχνικά… Η θεατρική τέχνη δεν είναι μοναχική σαν του ζωγράφου, του συνθέτη ή του ποιητή, που μπορούν να δημιουργούν μέχρι τα βαθιά γεράματα ερήμην των υποψήφιων αποδεκτών του έργου τους, είναι τέχνη ζωντανή που υλοποιείται και δικαιώνεται μόνο με συνύπαρξη «πομπού- δέκτη» και επιπλέον πολυσύνθετη και «αδηφάγα» που απαιτεί (για άρτιο αποτέλεσμα) το 100% των σωματικών- ψυχικών- πνευματικών δυνάμεων του ηθοποιού επί σκηνής. Ένα «ποσοστό» που βιολογικά είναι αδύνατο να καταθέσει ένας ηθοποιός προχωρημένης ηλικίας, ακόμη και σε ρόλους μικρής έκτασης, προσαρμοσμένους στην ηλικία αυτή και όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι είναι άλλο να υποδύεται πχ ένας 60άρης τον 80άρη, κι άλλο ένας 8άρης τον… εαυτό του, καθότι άλλο η ερμηνευτική και άλλο η πραγματική ηλικία.

.
Το αποτέλεσμα είναι να βλέπουμε στη σκηνή παλαίμαχους ηθοποιούς, που έχουν συνδεθεί στο παρελθόν με μεγάλες (κινηματογραφικές κυρίως) επιτυχίες, που έχουμε αγαπήσει και θαυμάσει για το ταλέντο τους, να παρουσιάζουν σήμερα μια εικόνα ως θλιβερή σκιά του παλιού ένδοξου εαυτού τους, ως καρικατούρα αυτού του άξιου που κάποτε υπήρξαν, αποδομώντας πλήρως όσα θαυμάσαμε πάνω τους και την αγαπημένη εικόνα που θα θέλαμε να κρατήσουμε… Όχι επειδή τους εγκατέλειψε στα γεράματα το έτσι κι αλλιώς καταξιωμένο ταλέντο, αλλά επειδή… ο πανδαμάτωρ χρόνος το υπερβαίνει και ουδείς μπορεί να αποδράσει από τους αμείλικτους νόμους της φύσης, ούτε καν ο πλέον χαρισματικός! Γιατί κι αυτός όταν ξεπεράσει τα 80 – όσο κι αν ευλογηθεί με το δώρο της υγείας, μοιραία θα παρουσιάσει δυσκαμψία, μειωμένα αντανακλαστικά, πρόβλημα στην άρθρωση, δυσκολία στην έκφραση, πεσμένη ενέργεια… για να μείνουμε στις πιο απλές και απολύτως φυσικές φθορές (φευ!) για τον μέσο όρο της τρίτης ηλικίας.
Όπου σε παρόμοιες περιπτώσεις ο θεατής βιώνει ανάμεικτα συναισθήματα… από τη μια θαυμάζει το κουράγιο, την αγάπη για ζωή και δράση, την αντοχή στα όρια της υπέρβασης ενός υπερήλικα ηθοποιού, έστω και που καταφέρνει ακόμα να αποστηθίζει κείμενο… από την άλλη όμως δεν μπορεί να αποφύγει τη σύγκριση με το πρώην λαμπερό αστέρι και η «ετυμηγορία» είναι σκληρή, καταλήγοντας σε αισθήματα θλίψης για την κατάπτωση, ανοχής ή και οίκτου με το επώδυνο «κρίμα πώς κατάντησε»… Που σημαίνει ότι όσο κι αν λαχταρά η ψυχή του ηθοποιού το σανίδι, όσο ταλέντο κι αν κατέθεσε στα νιάτα του, όση εμπειρία κι αν συσσώρευσε, πέραν ενός οριακού σημείου, τα «καύσιμα» δεν επαρκούν για να «τραβήξουν το όχημα», που μοιραία αγκομαχά και σέρνεται, αφήνοντας μια υστεροφημία που ΔΕΝ αξίζει στην μεγάλη καριέρα του… Δεν αναφέρω ονόματα για λόγους σεβασμού και είναι λυπηρό που οι ίδιοι δεν δείχνουν τον ανάλογο σεβασμό απέναντι στον εαυτό τους και την ιστορία τους. Δεν ξέρω αν μοναδικό τους κίνητρο είναι οικονομικοί λόγοι, μπορώ να το κατανοήσω και να το σεβαστώ, ωστόσο δεν παύω να θλίβομαι που δεν μερίμνησαν ώστε «τα στερνά τους να τιμούν τα πρώτα» και να μην ξεπέσουν, λειτουργώντας για τους θιάσους που τους καλούν ως ευκαιριακοί «κράχτες» και για το κοινό που πληρώνει ως «μνημόσυνο» του παλιού εαυτού τους…
Το να αντιλαμβάνεται κανείς έγκαιρα το «οριακό σημείο» της απόσυρσης πριν τον υποτιμητικό ξεπεσμό, είναι θέμα ευφυίας, αξιοπρέπειας και γενναιότητας, ως αξίες υπέρτερες του ταλέντου και βεβαίως στον αντίποδα της φτηνής ματαιοδοξίας… Όχι κ. Κωνσταντίνου, κανείς «δεν σκοτώνει τα άλογα όταν γεράσουν», απλά κάποια φροντίζουν να… «σκοτώνουν» τα ίδια τον εαυτό τους. Και μη σας ξεγελά το χειροκρότημα, δεν είναι ένδειξη ότι «σας αντέχει το σχοινί (ή η σκηνή)», αλλά ένδειξη τιμής για το πριν, όχι το τώρα…
.
Δείτε & αυτά:
–Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα, κλικ εδώ.
–Τι παίζουν οι κινηματογράφοι στη Θεσσαλονίκη, κλικ εδώ.
–Θέατρο: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Συναυλίες: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Σινεμά: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Βιβλίο: Διαβάσαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
.
–Κερδίστε προσκλήσεις – Βιβλία, κλικ εδώ.
–Θέατρο Δάσους & Θέατρο Γης 2019: πρόγραμμα εκδηλώσεων, κλικ εδώ.
–Φεστιβάλ Μονής Λαζαριστών: Πρόγραμμα εκδηλώσεων, κλικ εδώ.
-Εδώ Θεσσαλονίκη: Η πολιτιστική ατζέντα του καλοκαιριού 2019.
Θέατρο, συναυλίες, φεστιβάλ κ.ά. Όλες οι εκδηλώσεις, κλικ εδώ
Φωτογραφικό υλικό