Πρόκειται για έναν δημιουργό που έχει αφιερώσει τη ζωή του στο θέατρο, υπηρετώντας τη συγγραφή και τη σκηνοθεσία με πάθος και αφοσίωση. Το όνομά του είναι συνυφασμένο με παραστάσεις που συνδυάζουν το κωμικό με το δραματικό στοιχείο, προσφέροντας στο κοινό μοναδικές αφηγηματικές εμπειρίες γεμάτες ανατροπές και προβληματισμούς για την ανθρώπινη φύση.
Με αφορμή τη νέα του παράσταση, «Τα Γενέθλια», ένα έργο που ισορροπεί ανάμεσα στο γέλιο και το συναίσθημα, ανατρέχοντας στην πορεία του, τις προκλήσεις της δημιουργίας και την ιδιαίτερη σχέση του με το θέατρο.
Ο Άνθιμος Κατιρτζόγλου μιλά στον Γιώργο Μπαστουνά για την Κουλτουρόσουπα.
Τι σας ενέπνευσε να γράψετε το έργο “Τα Γενέθλια”;
Σε όλα τα έργα μου, έτσι και σε αυτό, επηρεάζομαι από θέματα που έχουν να κάνουν με την επικαιρότητα. Γεγονότα και καταστάσεις που μας επηρεάζουν, είναι η βάση γραφής των κειμένων μου.
Πώς θα περιγράφατε το ύφος της παράστασης; Είναι κυρίως κωμικό, δραματικό ή ένας συνδυασμός και των δύο;
Είναι ένας συνδυασμός και των δύο. ‘’Τα Γενέθλια’’ ξεκινάνε ως σουρεαλιστική κωμωδία, αλλά στη συνέχεια και με τη βοήθεια ορισμένων ανατροπών που συμβαίνουν, η ιστορία μας εξελίσσεται σε δύο επίπεδα, οπότε συναντάμε και το κωμικό αλλά και το δραματικό στοιχείο.
Ο τίτλος της παράστασης έχει κάποιο συμβολισμό πέρα από την κυριολεκτική του σημασία;
Τα γενέθλια είναι μία από τις πιο όμορφες στιγμές του χρόνου για όλους μας, μία σημαδιακή ημερομηνία. Είναι όμως και η στιγμή που πολλές φορές κάνουμε έναν απολογισμό. Μετά από κάποια ηλικία, όπως και στην ηρωϊδα του έργου, περνάνε από το μυαλό μας αρνητικές σκέψεις για το ότι μεγαλώνουμε και ότι ο χρόνος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός μας, τόσο στην εξωτερική μας εμφάνιση όσο και βιολογικά. Εδώ περνάμε ένα μήνυμα, ότι κάθε ηλικία έχει τη δική της ομορφιά, τη δική της γοητεία και κάθε μέρα μπορούμε και πρέπει να τη βλέπουμε σαν ένα ναι μεν διαφορετικό, αλλά καινούργιο ξεκίνημα στη ζωή μας.
Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε κατά τη δημιουργία της παράστασης;
Το θέμα της οργάνωσης ήταν και είναι μία πρόκληση. Όλα αυτά που πρέπει να γίνουν είναι τόσα πολλά.. από την επιλογή των κατάλληλων ηθοποιών μέχρι και όλα τα διαδικαστικά μέχρι την έναρξη των παραστάσεων. Και φυσικά, όταν φτάνουμε στις πρόβες, η μεγάλη πρόκληση είναι να μεταμορφωθεί το κείμενο σε πράξη. Να δώσει όλη η ομάδα σάρκα και οστά σε ένα κείμενο, το άψυχο να γίνει έμψυχο και να το μεταφέρουμε στο κοινό όταν ξεκινήσουν οι παραστάσεις. Και εδώ μιλάμε για μία μεγάλη συνεργασία σκηνοθέτη, ηθοποιών, μουσικού, υπεύθυνου για τα σκηνικά, τα κοστούμια κτλ.
Ποιος χαρακτήρας θεωρείτε ότι έχει τη μεγαλύτερη μεταμόρφωση κατά τη διάρκεια του έργου;
Νομίζω ότι δεν μπορώ να εστιάσω μόνο σε ένα χαρακτήρα. Οι ανατροπές που συμβαίνουν στην παράσταση, αλλάζουν και τις συμπεριφορές των ρόλων, κάτι που κάνει και τον κάθε χαρακτήρα μοναδικό και ιδιαίτερο, μέχρι φυσικά να αποκαλυφθεί η πραγματικότητα. Κάπως έτσι δεν συμβαίνει και στη ζωή μας; Δεν είναι λίγες οι φορές που ερχόμαστε σε επαφή με κάποιον άνθρωπο, αλλά με την πάροδο του χρόνου βλέπουμε κάτι διαφορετικό από αυτό που πρωτοσυναντήσαμε, με μία εντελώς διαφορετική συμπεριφορά.
Αν έπρεπε να περιγράψετε την παράσταση με τρεις λέξεις, ποιες θα ήταν αυτές;
Γέλιο, συναίσθημα, ανατροπές.
Πώς διαχειριστήκατε την ένταση μεταξύ των κωμικών και δραματικών στοιχείων της πλοκής;
Είναι κάτι με το οποίο ασχολούμαι για πάνω από 15 χρόνια, αλλά κάθε φορά έχω το άγχος του να πετύχει. Ποτέ δεν υπάρχει μία συνταγή, ποτέ δεν είσαι σίγουρος για την ισορροπία ανάμεσα σε αυτά τα δύο στοιχεία. Το καλύτερο είναι να αφήνεις ελεύθερο τον εαυτό σου στην συγγραφή του έργου, να αφήνεις τους χαρακτήρες να πλάσουν από μόνοι τους αυτό που θέλεις και να σου δώσουν οι ίδιοι την ένταση τους.
Ποιο μήνυμα θα θέλατε να πάρει μαζί του το κοινό μετά την παράσταση;
Ότι κάθε μέρα είναι μοναδική, κάθε στιγμή πρέπει να τη ζούμε είτε είμαστε είκοσι, είτε πενήντα χρονών, είτε μεγαλύτεροι. Δε χρειάζεται να γυρίζουμε στο παρελθόν, παρά μόνο αν χρειαστεί να μας βοηθήσει σε ένα καλύτερο μέλλον και όχι για να μετανιώνουμε για ότι κάναμε.
Πώς ξεκίνησε η πορεία σας ως ηθοποιός, σκηνοθέτης και κειμενογράφος;
Από την εφηβική μου ηλικία πειραματιζόμουν στη συγγραφή έργων. Βέβαια, τα πρώτα μου ερασιτεχνικά κείμενα πρέπει να είναι ξεχασμένα σε κάποια αποθήκη, ίσως και κλειδωμένα σε κάποιο κουτί που μπορεί να μην ανοίξω ποτέ μου, γιατί αν πέσουν στα χέρια μου και τα ξαναδιαβάσω δε το γλυτώνω το έμφραγμα. Στη συνέχεια σπούδασα σκηνοθεσία και έκανα κάποιες ταινίες μικρού μήκους, δύο από αυτές πέρασαν και σε διαγωνιστικό κομμάτι σε διεθνή φεστιβάλ. Αλλά το θέατρο νομίζω ότι είναι κάτι πιο μαγικό. Η άμεση επαφή με το κοινό είναι κάτι που δεν το αλλάζεις εύκολα. Και γι αυτό έχω ήδη ξεπεράσει τις δέκα παραγωγές με συγγραφή δικών μου κειμένων.
Υπάρχει κάποιος καλλιτέχνης που σας έχει επηρεάσει σημαντικά στη δουλειά σας;
Όχι, αν και θαυμάζω πολλούς. Ο Γούντι Άλεν, ο Λουίς Μπουνιουέλ και από τους νεότερους ο Οριόλ Πάουλο είναι τρεις σημαντικοί συγγραφείς και σκηνοθέτες που μου αρέσουν, αλλά έχω το δικό μου στυλ στα έργα που γράφω. Άλλωστε είναι πολύ δύσκολο παγκοσμίως να βρεις κωμωδίες που με κάποιες ανατροπές μπορούν να μεταμορφωθούν σε δράμα, θρίλερ ή μυστηρίου, όπως είναι τα έργα που ανεβάζω.
Έχετε ένα συγκεκριμένο κοινό στο οποίο απευθύνεστε με τα έργα σας;
Νομίζω ότι όσοι ασχολούνται χρόνια στο θέατρο έχουν ως βάση ένα κοινό που με τα χρόνια μεγαλώνει. Αλλά προσπαθώ να γράφω έργα που να μπορούν να μιλήσουν στην ψυχή του καθενός.
Πώς θα αξιολογούσατε σε γενικές γραμμές την απήχηση των παραστάσεών σας και τί είδους αντιδράσεις εισπράττετε από το κοινό;
Ο κόσμος, ειδικά στις τελευταίες παραγωγές μου με τιμάει με την παρουσία του και θέλω να ευχαριστήσω τον καθένα ξεχωριστά. Όσο για τις αντιδράσεις δεν υπάρχει θεατρικό ή κινηματογραφικό έργο που να έχει την πλήρης κοινή αποδοχή, θα ήταν παράλογο αυτό. Σε κάποιους αρέσουμε πολύ, σε κάποιους λιγότερο και σίγουρα σε κάποιους καθόλου. Και είναι απολύτως υγιές κάτι τέτοιο. Για αυτό υπάρχουν και διάφορα είδη θεάτρου, για να δίνεται η ευκαιρία σε όλο τον κόσμο να έχει την επιλογή του να διαλέξει τι θα δει.
Πιστεύετε τα τοπικά σχήματα λαμβάνουν την απαραίτητη υποστήριξη από τους πολιτιστικούς φορείς;
Όχι πάντα, και όχι όλα τα σχήματα. Σίγουρα όμως και εσείς με τα βραβεία με το βήμα που μας δίνετε, έχετε βοηθήσει στο να μας αναγνωρίσει ή έστω να μας γνωρίσει καλύτερα το θεατρικό κοινό.
Έχετε σκεφτεί προτάσεις για την επίλυση βασικών προβλημάτων σας, έχετε απευθυνθεί κάπου αρμοδίως (πού;) και ποια είναι η ανταπόκριση; Συνεργάζεστε επ’ αυτού με άλλες ομάδες, υπάρχει συσπείρωση για κοινή δράση;
Πραγματικά είναι κάτι που δεν μπορώ να απαντήσω ούτε σε μία ώρα, ούτε σε εκατό σελίδες. Έκανα κάποιες προσπάθειες και κάποιες σκέψεις που βρήκαν τοίχο. Δυστυχώς δεν υπήρχε ανταπόκριση γιατί στην πόλη μας κοιτάζουμε μάλλον να είμαστε καλά εμείς και μέχρι εκεί. Δεν θέλω να αναφερθώ περαιτέρω. Έχω μιλήσει αρκετές φορές για τα προβλήματα και την ανύπαρκτη ανταπόκριση. Πλέον έχω μάθει να ζω με τα προβλήματα που βρίσκω μπροστά μου, τα έχω κάνει φίλους μου και πορεύομαι μαζί τους. Έχει και αυτό τη δική του ομορφιά στο τέλος της διαδρομής.
Πώς αξιολογείτε συνολικά το σημερινό θεατρικό τοπίο της πόλης; Πιστεύετε ότι είναι αντάξιο μιας συμπρωτεύουσας συγκρινόμενο πχ. με αυτό της πρωτεύουσας;
Τα τελευταία χρόνια οι θεατρικές ομάδες της πόλης μας, έχουν κάνει τεράστια άλματα προόδου. Εννοείται ότι είναι αντάξια με την πρωτεύουσα. Σε αυτό που υστερούμε σαν πόλη θεατρικά είναι οι ακριβές παραγωγές, αλλά έχουμε τόσο καλές ομάδες που με λίγα χρήματα παράγουν διαμαντάκια. Επίσης μία μερίδα του κοινού που πρέπει να απομυθοποιήσει το star system. Υπάρχουν εξαιρετικοί ηθοποιοί στην Θεσσαλονίκη που δε τους βλέπουμε γιατί δεν έτυχε να έχουν γίνει τηλεοπτικοί σταρ.
Έχετε κάποιο θεατρικό έργο που θεωρείτε το αγαπημένο σας, είτε δικό σας είτε άλλου συγγραφέα;
Κάθε έργο που γράφω για να φτάσω σε σημείο να το ανεβάσω και να επενδύσω χρήματα, το θεωρώ αγαπημένο. Όπως λένε και οι μεγαλύτεροι ’’δε μπορώ να ξεχωρίσω ποιο παιδί μου είναι καλύτερο, αγαπάω όλα τα παιδιά μου εξίσου’’. Εισπρακτικά αν θέλετε να σας πω, σαφέστατα το ‘’ Παιχνίδι’’ έκανε μεγάλη επιτυχία αφού ξεκινήσαμε με 11 παραστάσεις και φτάσαμε τις 39 με γεμάτο το θέατρο σε κάθε μία από αυτές. Δε συμβαίνει συχνά κάτι τέτοιο από τοπικό θίασο. Και ο λόγος που δεν το συνεχίσαμε οφείλεται στις υποχρεώσεις που είχανε κάποια μέλη του θιάσου. Αλλιώς μπορεί να συνεχίσαμε ακόμα… Από τα πιο παλιά έργα μου νομίζω τα ‘’60 λεπτά’’ του 2017 που κέρδισε και το Β Βραβείο κοινού στα 8α Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης, είναι από αυτά που ξεχωρίζω.
Αν μπορούσατε να ανεβάσετε οποιοδήποτε έργο χωρίς περιορισμούς, ποιο θα ήταν και γιατί;
Από τα δικά μου έργα νομίζω τα δύο που προανέφερα. Αν έπρεπε να διαλέξω από ξένους συγγραφείς, το πρώτο που έρχεται στο μυαλό μου είναι το 12 Angry Men (Οι δώδεκα ένορκοι) του Reginald Rose. Είναι ένα έργο που με σημάδεψε από μικρό, το έχω δει πολλές φορές κινηματογραφικά και θεατρικά και κάθε φορά θαυμάζω πως ένα έργο χωρίς σκηνικά, μέσα σε ένα δωμάτιο, χωρίς ιδιαίτερη μουσική, χωρίς ιδιαίτερα κοστούμια, μπορεί να σε ταξιδέψει με την μαγεία της ερμηνείας των ηθοποιών. Αυτό νομίζω είναι και η ομορφιά στο θέατρο.
.Κάνοντας τον μέχρι στιγμής απολογισμό σας και κρίνοντας τα βάση τα σημερινά δεδομένα, πώς βλέπετε το μέλλον σας ως θιασάρχη;
Μαύρο και άραχνο. Συγγνώμη, αλλά επειδή είμαι κωμικός συγγραφέας και ηθοποιός, περίμενα πως και πως να απαντήσω με χιούμορ και σε μία ερώτηση… ή μήπως δεν ήταν χιούμορ;…
ΣΟΦΟΥΛΗ
«Τα Γενέθλια» του Άνθιμου Κατιρτζόγλου.
Πρεμιέρα: Σάββατο 22/02,21:00
Ένα πάρτι γενεθλίων, τούρτες που δεν κόβονται ποτέ, απρόσκλητοι επισκέπτες και φάκελοι που κάθε φορά που ανοίγουν οδηγούν τους πρωταγωνιστές σε αποκαλύψεις με απρόσμενες εξελίξεις, άλλοτε κωμικές και άλλοτε δραματικές.
Σκηνοθεσία: Θεοδώρα Μωυσιάδου- Άνθιμος Κατιρτζόγλου. Ερμηνεύουν: Φένια Σαλούκα, Αγγελική Καράνου, Άνθιμος Κατιρτζόγλου, Ελένη Καϊση, Δημήτρης Δανάμπασης
Ημέρες και ώρες παραστάσεων: Σάββατο 22 στις 21:00, Κυριακή 23 Φεβρουαρίου στις 20:00. Σάββατο 1,8,15 Μαρτίου στις 21:00. Κυριακή 2,9,16 Μαρτίου στις 20:00
-Αναλυτικές πληροφορίες για τη παράσταση θα βρείτε εδώ