Γράφει η Γεωργία Παναγιωτάκη.
Έπρεπε να είναι κάτι σαν λαϊκό πανηγύρι, να κλείνει μέσα του πολλή ρωμιοσύνη… και μέσα από τη σάτιρα, τον αυτοσαρκασμό, το γέλιο και το δάκρυ, να μιλήσουμε για τους καημούς και τα όνειρα της φυλής μας, για προδομένους αγώνες, για προδομένες ελπίδες… και πάνω απ’ όλα για ομορφιά. Για την ομορφιά αυτού του λαού, που δεν παύει ποτέ να αγωνίζεται, να προδίδεται, να πιστεύει και να συνεχίζει τον αγώνα του, διατηρώντας τις ρίζες του αναλλοίωτες αιώνες τώρα.Όλα αυτά όμως θά ’πρεπε να ειπωθούν ρωμέικα, ζεστά. Καθόλου φιλολογικά. Καθόλου εγκεφαλικά. Θά’ πρεπε, δηλαδή, να γραφτεί ένα έργο που να έχει μέσα του τους σπόρους της λαϊκής μας τέχνης. Εγχείρημα δύσκολο, άπιαστο σχεδόν»
Τζένη Καρέζη για «Το μεγάλο μας τσίρκο»
“Λογοκρισία” εκ του “λόγος” (γραπτός ή προφορικός) και του “κρίνω”. Είναι ο έλεγχος που ασκείται από κάποια εξουσία (Αρχή) στις διάφορες εκφάνσεις του λόγου και της τέχνης με απώτερο στόχο την παρεμπόδιση ανταλλαγής πληροφοριών, ιδεών και απόψεων αντίθετες σε αυτήν. Η σκοπιμότητά της αποδίδεται στην προληπτική ή κατασταλτική απαγόρευση της ανθρώπινης έκφρασης και στον περιορισμό της πνευματικής δράσης.
Η δικτατορία των συνταγματαρχών της 21ης Απριλίου του 1967 χρησιμοποίησε στο έπακρο μηχανισμούς ελέγχου προς κάθε μορφής τέχνης. Το θέατρο ως μορφή τέχνης αλλά και ως μέσο ομαδικής επικοινωνίας έμπαινε σε μια διαδικασία ελέγχου και κατ’ επέκταση απαγόρευσης. Στο προκαταρτικό έλεγχο υποβαλλόταν στην “επιτροπή λογοκρισίας” αίτημα από τον θίασο προκειμένου να εγκριθεί το έργο ή παράσταση που ήθελε να ανεβάσει. Στο δεύτερο στάδιο το άγρυπνο “τρίτο μάτι” του λογοκριτή καθ΄άπασαν την Επικράτειαν θα συνέλεγε πληροφορίες από τις πρόβες. Όταν τελικά η παράσταση ανέβαινε στο σανίδι ο λογοκριτής θα παρακολουθούσε αιφνιδίως οποιαδήποτε έργο, παράσταση ή θίασο του προκαλούσε υποψίες.

Ένα θεατρικό έργο έμελλε να σηματοδοτήσει μια νέα εποχή. Η σπονδυλωτή σάτυρα του Ιάκωβου Καμπανέλλη «Το μεγάλο μας τσίρκο» απο τον θίασο του πρωταγωνιστικού ζευγαριού Τζένη Καρέζη – Κώστα Καζάκου σε μουσική Σταύρου Ξαρχάκου και με ζωντανή επί σκηνής ερμηνεία των τραγουδιών από τον Νίκο Ξυλούρη. Την σκηνοθεσία αναλαμβάνει ο Κώστας Καζάκος με βοηθό του τον Άρη Δαβαράκη. Παίζουν 24 ηθοποιοί ανάμεσα τους οι Κώστας Καζάκος, Τζένη Καρέζη, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Νίκος Κούρος, Τίμος Περλέγκας, Στέλιος Κωνσταντόπουλος και ο Χρήστος Καλαβρούζος. Αντλεί την θεματολογία του από την ιστορία της νεότερης Ελλάδας, εθνικές καταστροφές, λαϊκοί αγώνες, προδοσία, εξεγέρσεις και τη μεσολάβαση του ξένου παράγοντα. Η πλοκή αναπτύσσεται σε δέκαπεντα επεισόδια, 1ο Έναρξις, 2ο Το ’21, 3ο Θούριος, 4ο Η παρέα του Καραγκιόζη ετοιμάζει επανάσταση, 5ο Το όνειρο του Ραγιά, 6ο Ο Σηκωμός, 7ο Οι Κοτζαμπάσηδες, 8ο Οι Μεγάλες Δυνάμεις Α΄, 9ο Ο ερχομός του Όθωνα, 10ο Ο Λαός, 11ο Γκιλοτίνα, 12ο 3η Σεπτεμβρίου, 13ο Μεγάλες Δυνάμεις, 14ο Το άγαλμα και 15ο Επινίκια.

Καλήν εσπέραν αφεντάδες, καλώς ορίσατε κυράδες
«Το μεγάλο μας τσίρκο» αδειοδοτείται από την επιτροπή λογοκρισίας της Χούντας με ελάχιστα “λογοκριτικά κοψίματα”κάνει πρεμιέρα στις 22 Ιουνίου του 1973 στο θέατρο «Αθήναιον» της οδού Πατησιών απέναντι απο το Πολυτεχνείο και από την πρώτη παράσταση μετατρέπεται σε λαϊκό προσκύνημα. Στο ευρύ φάσμα της υποκριτικής γκάμας χρησιμοποιούνταν υπονοούμενα, χειρονομίες, αστεία και μορφασμοί για να περάσουν “μυνήματα” στον κόσμο που διψούσε για σάτυρα και για ελεύθερο λόγο με αποτέλεσμα αυτός να το αγκαλιάσει και να το αγαπήσει μετατρέποντας το σε σύμβολο του αγώνα κατά της Χούντας. Ανάμεσα στους θεατές υπήρχαν και οι “λογοκριτές εκπρόσωποι” του στρατιωτικού καθεστώτος οι οποίοι κατέγραφαν και ενημέρωναν του προϊσταμένους τους για τις αντιδράσεις των θεατών.
Οκτώβριος 1973 λίγο πριν το Πολυτεχνείο η παράσταση διακόπτεται βίαια από την Χούντα. Η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος συλαμβάνονται και καρατιούνται στο Ειδικό Ανακριτικό Τμήμα της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας (ΕΑΤ – ΕΣΑ) αφήνονται ελεύθεροι για να συλληφθούν εκ νέου κατά την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
22 Δεκεμβρίου του 1973 το ζεύγος Καρέζη – Καζάκου ανεβάζει μετά την αποφυλάκιση του το έργο με ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία.
3 Αυγούστου του 1974 μετά την Μεταπολίτευση το έργο ξανανεβαίνει αυτή τη φορά στο θέατρο Ακροπόλ με την προσθήκη όλων εκείνων των σκηνών που είχαν λογοκριθεί καθώς και ενός νέου τραγουδιού στο φινάλε της παράσταστασης ως φόρος τιμής στους νεκρούς του Πολυτεχνείου «Το Προσκύνημα» με ερμηνευτή τον Νίκο Δημητράτο.

Ο Ρωμιός και το Ρωμιάκι παρέμειναν στην Ιστορία ως τα σκηνικά πρόσωπα του Κώστα Καζάκου και της Τζένης Καρέζη. Στον ρόλο του Κολοκοτρώνη ο οποίος κατέβαινε από το βάθρο του αγάλματός του για να παρακινήσει τους Έλληνες να διεκδικήσουν την ελευθερία τους ο αλησμόνητος Διονύσης Παπαγιαννόπουλος. Ο Ευγένιος Σπαθάρης επιμελείται την θεατρική σκηνή του Καραγκιόζη καθώς και την διάκοσμηση της σκηνής. Χαρακτηριστικό πως αντί για εισητήριο οι θεατές ζήτουσαν να “ψηφίσουν”. Εκτιμάται πως την παράσταση παρακολούθησαν 500.000 θεατές εκφράζοντας την διαμαρτυρία – επανάσταση τους ενάντια στο καθεστώς της Χούντας. Κυρίαρχα συνθήματα, γνωστά από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, όπως το «ΨΩΜΙ-ΠΑΙΔΕΙΑ-ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» και το «ΦΩΝΗ ΛΑΟΥ – ΟΡΓΗ ΘΕΟΥ» είχαν ακουστεί για πρώτη φορά στην παράσταση.
.
Ολόκληρη η παράσταση (ηχητικό)
Το Προσκύνημα Νίκος Δημητράτος
Φωτογραφικό υλικό