Από τη μακροβιότερη θεατρική στήλη της “Κ”, «Στον παλμό των φουαγιέ» της Πίτσας Στασινοπούλου.

Φαντάζομαι δεν είμαι η μόνη που εν μέσω γενικευμένης μαυρίλας και ύπουλης κατάθλιψης πανταχόθεν, μόλις εντοπίσω τον όρο «κωμωδία» σε παράσταση, σπεύδω με λαχτάρα και αυτονόητη προσμονή να σκάσει έστω ένα χαμόγελο η βαριά ψυχή μου…
Όχι, δεν τρέφω πλέον αυταπάτες ότι θα ξεκαρδιστώ στα γέλια, αλλά ένα ξελάφρωμα, ένα μειδίαμα, μια ευφορία που θα μου θυμίσει για λίγο την ξεχασμένη «φωτεινή πλευρά του φεγγαριού», τα περιμένω διάολε από μια κωμωδία,έχοντας ήδη μειώσει τις απαιτήσεις μου στο ελάχιστο λόγω απελπιστικής ένδειας… Προσπαθώ λοιπόν να φέρω στο μυαλό μου όσες παραστάσεις είδα τελευταία με τον χαρακτηρισμό «κωμωδία» και αν ένιωσα σε κάποιες έστω, κάτι από τα πολύτιμα παραπάνω ή ω του θαύματος μου ξέφυγε κάποιο γελάκι ή αποχώρησα με χαρούμενη διάθεση, ξεχνώντας για δυο ώρες τη μίζερη, δυσβάσταχτη καθημερινότητα… Ο απολογισμός είναι τραγικός διότι καταλήγω «μία ή καμία!» ικανή να προσφέρει το αβίαστο, πηγαίο, αυθεντικό γέλιο ευφορίας…
Δεν ξέρω πόσοι θεατρόφιλοι συμμερίζονται την ίδια διαπίστωση για να μη νιώθω μόνη κι απροσάρμοστη, καθότι οι χαχανίζοντες με γελοιότητες «θεατρικοί τουρίστες» ουδόλως μ’ απασχολούν… Ξέρετε, η συνομοταξία αυτών που ξεραίνονται στα γέλια με Σεφερλιάδες, που χτυπιούνται μόλις δουν καραγκιοζιλίκι, που ξεσπούν σε χαχανητά ακόμα και στο πικρό χιούμορ που αδυνατούν να διακρίνουν, που σε μια παγωμένη από βαρεμάρα ή αηδία αίθουσα οι εν λόγω ξεσαλώνουν κι εσύ αναρωτιέσαι τί δεν πάει καλά με την πάρτη σου κι αν πρέπει να κοιταχτείς εσύ ή εκείνοι… Διότι όταν επιλέγεις συνειδητά κωμωδία, σημαίνει ότι αγαπάς το χιούμορ, απολαμβάνεις με την ψυχή σου το γέλιο και προφανώς δεν ανήκεις στην κατηγορία των ορκισμένων μουντρούχων που θα δεις την οδοντοστοιχία τους μόνο όταν μασάνε ή δαγκώνουν, έτσι;; Άρα γιατί όταν άλλοι δίπλα ξεκαρδίζονται, εσύ όχι μόνο αδυνατείς να γελάσεις, αλλά βγάζεις φλύκταινες, φουντώνεις, σιχτιρίζεις, αναθεματίζεις την κακιά σου τύχη;; Μήπως σου συμβαίνει κάτι περίεργο και πρέπει να το ελέγξεις;; Να μη φτάνει δηλαδή η αγανάκτηση στην «κωμωδία», να βιώνεις από πάνω και… υπαρξιακή κρίση ταυτότητας αμφισβητώντας την εγκεφαλική σου επάρκεια!
Αυτά βέβαια στη διάρκεια της ανεκδιήγητης θέασης, όπου παύεις να ασχολείσαι με τις επί σκηνής γελοιότητες και ψάχνεις απάντηση στο ερώτημα αν αρμενίζεις στραβά εσύ ή ο γιαλός… Ωστόσο όταν με το καλό ηρεμήσεις, βρεις την απάντηση και τα βάλεις κάτω ψύχραιμα, αποφαίνεσαι ότι όχι μόνο δεν είσαι «του γιατρού» (δόξα τω θεώ ακόμα) αλλά εντοπίζεις και τα γιατί οι σύγχρονες «αστείες» συνταγές αντί να σου προκαλούν γέλιο, είτε σε αφήνουν παγερά αδιάφορο έτοιμο να πάρεις έναν υπνάκο, είτε στη χειρότερη σε εξοργίζουν αγανακτώντας για την κατάντια της κωμωδίας με την σπουδαία αποστολή… Ιδού λοιπόν κάποια «γιατί» και ευτυχώς χωρίς να χρειαστεί… συνδρομή γιατρού, παρά μόνο κοινή λογική:
-Μπορούν, ας πούμε, να μας πουν οι σκηνοθέτες κωμωδίας γιατί θεωρούν «αστείο» στοιχείο τις ακατάσχετες, υστερικές τσιρίδες σε σημείο να υποφέρουν τα αυτιά μας;; Είναι δυνατόν να γελάω με κάποιους που ξελαρυγγίζονται διαρκώς άνευ λόγου, που ξεσπούν με το παραμικρό σε κραυγές, ενώ στην πραγματικότητα τσιτώνουν το νευρικό μου σύστημα κι αντί να χαλαρώσω φεύγω με πονοκέφαλο και σπασμένα τύμπανα;; Τί σόι αντίληψη περί γέλιου είναι αυτή η ανόητη (και επώδυνη για θεατές και ηθοποιούς) επιλογή;;
– Σε μια κωμωδία οι παράγοντες έκπληξη και ανατροπή είναι καθοριστικοί ως δομικά στοιχεία… Όταν λοιπόνκωμωδιογράφεοι εξελίξεις είναι προβλέψιμες και μαντεύω εξ αρχής το επόμενο βήμα του τύπου «τί κάνει νιάου στα κεραμίδια», προφανώς δεν πρόκειται για… σκύλο κι έχω χάσει κάθε ενδιαφέρον και φυσικά κάθε διάθεση να μειδιάσω έστω με το αναμενόμενο αφήγημα, όπου όλα τα υπονοούμενα είναι φανερά στο πιάτο… Εσύ θα γελούσες με παρόμοιο, αδούλευτο, ανέμπνευστο πόνημα του ποδαριού;;
– Ας το ξεκαθαρίσουμε μια κι έξω ότι οι έννοιες αστείο και γελοίο απέχουν έτη φωτός και ότι το αυθεντικό χιούμορ δεν θα συναντηθεί στον αιώνα τον άπαντα με καραγκιοζιλίκια, χοντράδες, σαχλαμάρες, φτηνές καρικατούρες, χυδαιότητες, που ούτε καν γέλιο «γαργαλητού» μπορούν να προκαλέσουν σε νοήμονες, παρά μόνο αποστροφή για την θλιβερή έκπτωση ενός σπουδαίου είδους… Σαφώς υπάρχουν και οι αντίστοιχοι θιασώτες του χάχανου με μηδενικές απαιτήσεις, ωστόσο η προσβολή της κωμωδίας από παρόμοιες «προσμίξεις» παραμένει…
– Ένα άλλο σύγχρονο «φρούτο» με στόχο το εκβιασμένο γέλιο είναι οι ακραία εξεζητημένες – εξυπνακίστικες ατάκες… Αυτές που μοιάζουν τραβηγμένες από τα μαλλιά σε σημείο ξεμαλλιάσματος, που δεν στέκουν με φυσικότητα σε κανένα στόμα, που πουλάνε επιδεικτικά ανούσιο πνεύμα, που εκφράζουν με κατεβατό όσα κατάφερνε να εκφράσει με μια – δυο ευφυώς διαλεγμένες λέξεις η ατάκα παλιών καλών κωμωδιών… Εμπνευσμένες λέξεις- κλειδιά που πυροδοτούσαν αυτόματα το γέλιο, αντί των σημερινών φλύαρων περικοκλάδων από αμετροεπείς, να χασμουριέσαι ακατάσχετα από βαρεμάρα…
-Επίσης, ας ενημερώσουμε τους συγγραφείς κωμωδίας, ότι τα κλισέ παντός είδους ως πολυφορεμένα και χιλιοειπωμένα σε βαθμό μπουχτίσματος, έχουν πλέον ξεπεραστεί κι αν περιμένουν γέλιο με δαύτα, πλανώνται πλάνην οικτρά…. Νισάφι με τα τυποποιημένα «αστεία» για γκέι, κερατώματα, γέρους και γριές, γκομενικά, βαρύμαγκες, καφρίλες και λοιπά στερεότυπα ή αναπαραγωγές διαδικτυακών γελοιοτήτων ως έτοιμη βολική συνταγή… Μπορεί να σας ξεβολεύουμε αναγκάζοντας το μυαλό σας να ξεκολλήσει από τα τετριμμένα και να ψάξει σε άλλους δρόμους, αλλά ΔΕΝ γελάμε με τα παραπάνω και να μας συμπαθάτε…
– Όπως δεν γελάμε όταν επαναλαμβάνετε ένα αστείο ή ένα χιουμοριστικό εύρημα εμμονικά μέχρι να ξεφτίσει και να το κάψετε παντελώς… όσο πετυχημένο κι αν είναι, όσο κι αν γελάσουμε στην πρώτη θέαση ή άκουσμα (πού τέτοια τύχη, λέμε τώρα…), όταν το συναντάμε για χιλιοστή φορά, το φτύνουμε διάολε, καθότι «το πολύ το κυρ ελέησον το βαριέται κι ο παπάς»! Εσείς δηλαδή στην νιοστή επανάληψη συνεχίζετε να γελάτε ή λέτε «τώρα που μας ήρθε το εμπνευσμένο δώστου να καταλάβει μέχρι να το εμπεδώσουν γιατί ποιος ξέρει πότε θα μας ξανάρθει»;
Βεβαίως αναγνωρίζουμε ότι η κωμωδία είναι δύσκολο είδος σε όλα τα επίπεδα και η καλή κωμωδία απείρως δυσκολότερο, ωστόσο στις μέρες μας φαντάζει σχεδόν ακατόρθωτο, παρότι τη χρειαζόμαστε επειγόντως ως ζωτική ανάγκη… Και δεν εννοώ τις πρόχειρες ξεπέτες- υποκατάστατα του standup,τύπου «fastfood» του ποδαριού για ξεγέλασμα της πείνας, αλλά ολοκληρωμένο κωμικό έργο με την πλοκή του, τη δράση του, τους χαρακτήρες του, το ατόφιο χιούμορ του ως… κυρίως γεύμα! Όσο όμως οι δημιουργοί του είδους βολεύονται με φτηνές σαχλαμάρες, εξυπνακίστικα τερτίπια, μοντέρνες δηθενιές, ανούσιες συνταγές με μηδενικό περιεχόμενο καιμοναδική έγνοια μήπως θίξουν την…ιερή πολιτική ορθότητα, το τέλμα θα βαθαίνει μέχρι η πολύτιμη κωμωδία να εκφυλιστεί βουλιάζοντας στην ανυπαρξία και το ατυχές κοινό θα βρίσκει μοναδική παρηγοριά στο ένδοξο παρελθόν της… πολύ ευοίωνη προοπτική αλήθεια!









