Φωτογραφία Ἐπικεφαλίδας: «Ὁ καλὸς ποιμὴν ὁδηγάει καὶ φροντίζει τὰ πρόβατα τοὺ Θεοῦ. »
Γράφει ο ηθοποιός Δημήτριος Χατζηθεοδοσίου.
Ο σκοπὸς αὐτῆς τῆς στήλης δὲν εὐρίσκεται στὴν ἀμιγῶς αἰσθητικὴ κριτικὴ ἀναφορὰ, ἀνάλυση καὶ ἄποψη ἐπὶ διαφόρων παραστάσεων καὶ ἄλλων ἐρεθισμάτων, ἀλλὰ ἡ ἀναγωγὴ τοὺς στὸ σχεσιακὸ πλαίσιο ἀνάμεσα στὸ ἴδιο τὸ γεγονὸς ἢ ἐρέθισμα καὶ στὴν εἰδικὴ ἀπὸκριση/ἄνταπόκριση, ἀντίδραση, ἀδράνεια, ἐναγκαλισμὸ ἢ ἀπόρριψη ἀπὸ τὸ δεδομένο κοινωνικὸ χῶρο καὶ πληθυσμό που ὄλοκληρῶνει τὴν ἀλληλεπίδραση.
Ὅπως διεξοδικὰ ἀναλύθηκε καὶ δηλώθηκε στὴν πρώτη ἐπιφυλλίδα, ἡ μεθοδολογία που ἀκολουθείται εἶναι ὁ ἐντοπισμὸς τῆς διάδρασης που προκαλοῦν καλλιτεχνικὰ κατὰ βάση -ἀλλὄχι μόνον – ἐρεθίσματα, τοποθετημένα στὸ Θέατρον, δηλαδὴ σἔνα δημόσιο χῶρο ὑπὸ τὴν κοινὴ θέα μιὰς ἐκκλησιαστικῆς (μὲ τὴν ἔννοια τῆς σύναξης λαοῦ) βουλῆς, μὲ σκοπὸ τὴν διαβούλευση ἐπαὐτῶν. Ὅργανον λοιπόν, ἀποτελῇ αὐτὸ τὸ Θέατρον, ἔν ἀντιθέσῃ μὲ τὸ θέαμα που σκοπὸ ἔχῃ νὰ ἐντυπωσιάσῃ, νὰ σκανδαλίσῃ, νὰ διασκεδάσῃ, νὰ προκαλέσῃ· γιὰ σύντομον χρονικὸν διάστημα καὶ συνήθως ἀγοραῖο ἀποπροσανατολιστικὸ τρόπο δίχως μέριμνα γιὰ τὶς προβολὲς ἢ τὸ ἐπίκεινα τῶν διαφόρων δημοσίᾳ πεπραγμένων καὶ κατατεθειμένων (εῖτε μὲ τὴν μορφῆ καλλιτεχνικῆς ἐκφορὰς, εἶτε μὲ αὐτὴν τῆς δημόσιας δράσης).

«Ἡ κοινωνία τοῦ θεάματος ἢ τυφλομένο κοπάδι. Ἡ φωτογραφία χρησιμοποιήθηκε στὸ ἐξώφυλλο τοῦ βιβλίου τοῦ Γκῦ Ντεμπὸρ «Η κοινωνία τοῦ θεάματος».»
Ὑπὸ τὸ πρίσμα αὐτὸ, θὰ ἦταν δέον νὰ ἐπιχειρηθεῖ μιὰ ψύχραιμη κριτικὴ ἀνασκόπιση τῶν πεπραγμένων στὴν Θεσσαλονίκη σχετικὰ μὲ τὶς δύο περὶ θρησκείας καὶ ἐκκλησίας ἀναφερόμενες παραστάσεις. Ἄς σημειωθεῖ, χωρὶς νὰ ἀποτελῇ κριτήριο αὐθεντίας, ὅτι ὁ γραφῶν, παρακολούθησε καὶ τῖς δύο ἐπίμαχες παραστάσεις, ἦτοι: «Ἡ ὥρα τοῦ διαβόλου» τοῦ Φερνάντο Πεσσόα σὲ σκηνοθεσία Ἀποστολόπουλου καὶ «Ἐκκλησιάζοντες» τῶν Λαφτσίδου, Δαρνάκη καὶ σκηνοθεσία τῆς πρώτης, ἐνῷ παρευρέθηκε μὲ δημοσιογραφικὴ καὶ ὀρθόδοξη ἰδιότητα στὴν καθιστικὴ ὁμολογία Πίστεως μὲ ἀφορμὴ τὴν δεύτερη παράσταση, ἔναντι τοῦ θεάτρου Αὐλαία τὴν Δευτέρα 30/10/2017.

«Ἀποψη του θεάτρου Αὐλαία ἀπὸ τὴν πλευρά καὶ κατὰ τὴν δειάρκεια τῆς συγκέντρωσης, 30/10/207, Φωτογραφία τοῦ ἐπιφυλλιδογράφου .»
Τὸ χρονικὸ εἶναι λίγο – πολὺ γνωστὸ. Οἱ δυὸ παραστάσεις ἀναφερόμενες ἡ μία στὸ γενικὸ θέμα τῆς Πίστης καὶ ἡ ἄλλη στὸ εἰδικότερο θέμα τῶν μοναστικῶν σκανδάλων που προβλήθηκαν ἀπὸ τὶς τηλεοράσεις κατὰ τὴν πρώτη πράξη τῆς γενικευμένης οικονομικῆς κρίσης στὴν Ἑλλάδα, προκάλεσαν τὴν κινητοποίηση μιὰς ὀμάδας πολιτῶν καὶ πιστῶν που ἔνιωσαν ὄτι ἀπειλοῦνται καὶ προσβάλονται θεμελιώδεις ἀξίες καὶ ἀρχὲς μὲ τὶς ὁποῖες μεγάλωσαν, οἱ ὁποῖοι συγκεντρώθηκαν εἴς ἔνδειξιν διαμαρτυρίας στὴν μία περίπτωση καὶ ὁμολογίας Πίστεως στὴν δεύτερη.

«Κάπως ὑπερβολικὸ διαφημιστικὸ φυλλάδιο –πρόσκληση στὴν ὁμολογία Πίστεως, μὲ ἀφορμὴ τὴν παράσταση «Ἐκκλησιάζοντες» .»
Ἐκτοτε, χύθηκε πάρα πολὺ λοιδορικὸ μελάνι (κυρίως ἠλεκτρονικὸ) γιὰ τὸ πόσο ὀπισθοδρομικοὶ, σκοταδιστὲς, ἄξεστοι, μεσαιωνιστὲς, βάρβαροι, φασίστες καὶ ἔνα σωρὸ ἄλλα τὶ, ἦταν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι που ἀντέδρασαν μὲ τοῦτο τὸν ἐνεργητικὸ τρὸπο στὰ δύο ἐρεθίσματα. Δὲν ὑπήρξε ὅμως κάποια ἀναφορὰ στὸ ἵδιο τὸ κοινωνικὸ γεγονὸς, πως μιὰ σειρὰ ἀνθρώπων τῆς διπλανῆς πόρτας, ἄφησαν τὶς προσωπικὲς τοὺς ὑποθέσεις καὶ ἐνδιαφέρθηκαν, ἔδρασαν γιὰ κάτι ἰδεατὸ -που ἐνδεχομένως, ἀφορὰ τὸ σύνολο.
Ἄς ξεκινήσῃ λοιπὸν ἡ ἀνάλυσή μας ἀπὸ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ γεγονὸς καὶ πρὸς ἀποκατάστασιν αὐτοῦ τοῦ κενοῦ.
Πὲραν τοῦ τρόπου ἐφαρμογῆς τῶν ἀντιδράσεων, ὁ ὁποῖος θὰ ἐξετασθῇ παρακάτω, εἶναι ἀξιοπρόσεκτο καὶ ἀξιέπαινο τὸ γεγονὸς ὅτι ὑπάρχει ἀκόμα ἐκεῖνο τὸ ἀντανακλαστικὸ, ἐκεῖνο τὸ αἰσθητήριο στοῦς κόλπους τοῦ λαοῦ ποὺ ἀντιδρὰ ἀκόμα, ἢ προσπαθῇ νὰ ἀντιδράσῃ ὅταν βλέπῃ καὶ διεθάνεται γύρω τοῦ τὴν κατάρρευση ὅλων ἐκείνων τῶν δομικῶν θεσμῶν τῆς Ἑλληνικῆς πρότασης ζωῆς καὶ κοινωνίας, μιὰς πρότασης που διαφέρει οὐσιωδῶς ἀπὸ λοιπὲς δυτικὲς ἢ ἄλλες ἀνατολικὲς προτάσεις. Οἱ ἀνθρωποι αὐτοὶ, κινήθηκαν στὸν δημόσιο στίβο, ἐκτέθηκαν, εἴχαν τὸ θάρρος νὰ σταθοῦν γιὰ τὴν ἄποψη τοὺς, γιὰ τὴν ἀλήθεια τοὺς, τὸ δίκιο τοὺς, ὅπως τα βιώνουν καὶ παρὰ τὰ ὅσα λέχθηκαν καὶ λέγονται ἀπὸ τὰ κανάλια, τὰ ἰστολόγια καὶ τοὺς διαφόρους ἐπὶ παντῶς ἐπιστητοῦ εὐαγγελιστὲς τῆς μετανεωτερικότητας, τῆς παγκοσμιοποίησης καὶ τοῦ οἰκομενισμοῦ. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀπὸ μόνο τοῦ, εἶναι τρομερὰ εὐοίωνο καὶ ἄν μὴ τὶ ἄλλο εὐτυχὲς ἄν ἀναλογιστῇ κανεὶς τὴν χωροχρονικὴ συγκυρία που αὐτὲς οἱ παραστάσεις ἐπιλέχθηκαν νὰ ἀνεβοῦν καὶ νὰ παρουσιαστοῦν δημοσίως.

«30/10/2017, Προσερχόμενοι μὲ θάρρος στὸν χῶρο τῆς ἐκδήλωσης. Φωτογραφία τοῦ ἐπιφυλλιδογράφου .»
Πρόκειται γιὰ τὴν συγκυρία μιὰς ὑπόδουλης, ὀρθόδοξης Ἑλλάδος, μὲ περίπου δέκα ἔτη γενικευμένης οἰκονομικῆς κρίσης στὴν ἀγορὰ της καὶ δὺο χρόνια κλειστῶν τραπεζῶν, ὑπὸ καθεστῶς κεφαλαιακῶν ἐλέγχων (capital controls). Μιὰ συγκυρία δηλαδὴ ὅπου ὁ Ἕλληνας ἔχει πάντα ἄδικο καὶ ζῇ ὑπὸ τὶς ἀπειλὲς καὶ τὸν δάκτυλο τῶν «ἐταίρων» του, ἐνῷ βλέπῃ ὅλα ὄσα θεωροῦσε γιὰ τὴν λεγόμενη «κανονικότητα» τοῦ βίου, νὰ ἔρχονται πάνω-κάτω. Πόσο θλιβερὸ θὰ ἦταν ἄν ἐμπρὸς στὴν σπίλωση (δίκαιη ἢ ἄδικη, καλαίσθητη ἢ μὴ) ἐνὸς ἐκ τῶν τελευταίων θεμελιωδῶν θεσμῶν που συγκροτοῦν τὴν ταυτότητά του, δὲν ενδιαφερόταν καὶ δὲν ἀντιδροῦσε κανεὶς. Θὰ σήμαινε τὴν πλήρη παραίτηση ἐνὸς συλλογικοῦ δικαίου, τὴν ἐξολόθρευση τῆς ἐλευθερίας τοῦ πνεύματος ἔμπροσθεν μιὰς ἀνεστραμμένης τεχνολειτουργιστικῆς ἱερὰς ἐξέτασης.

«Μαρτύριο αὶρετικοῦ απὸ τὴν Ἱερὰ ἐξέταση τῆς Καθολικῆς ἐκκλησίας. Μήπως οἱ ρόλοι ἀντιστράφηκαν; Δημιουργείται ἴσως μιὰ νέα ἀνθιερὰ ἐξέταση; Λιθογραφία ελεύθερη στὸ διαδίκτυο. »
Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ, που πήγαν στὶς συγκεντρώσεις, τὸ ἔκαναν ἀντάρτικα, χωρὶς νὰ ἔχουν ἄλλο βήμα ὁμιλίας, ἔνα θέατρο ἢ κάποιο ἄλλο μέσο. Πρόκειται γιὰ ἐρήμην ἥρωες που πιστοποιοῦν μὲ τὴν ἀρχὴ τῆς ἀναλογικότητας ὅτι ἡ ἐλληνικὴ κοινωνία δὲν παραιτήθηκε ἀκόμα, ὄχι ὀλοκληρωτικὰ, μὰ συνεχίζει νὰ ἀντιστέκεται καὶ νὰ ἀντιπαλεύει τὸ «ναὶ, σε ὅλα».
Ἀπὸ τὴν ἀλλη πλευρὰ, ἄν καὶ δὲν μπορεῖ κανεὶς παρὰ νὰ εἰκάζει ὄταν πρόκειται νὰ μιλήσῃ γιὰ προθέσεις, διακρίνεται μιὰ ἀντίστοιχη, ἀντιδραστικὴ μὰ μαχητικὴ στάση ἀπὸ τοὺς δημιουργοῦς τῶν ἐν λόγῳ παραστάσεων. Ἄν ἡ πρόθεση εἶναι φάσμα καὶ στὴν μία ἄκρη του βρίσκεται ἡ αἰσθηση προσφορὰς στὸ σύνολο (μὲ διάφορους τρόπους) ἐνῲ στὴν ἄλλη ἡ ἀγοραία στάση αὐτοπροβολὴς τοῦ θεάματος, ἡ θέση τῶν αὐτῶν δημιουργῶν εἶναι κάπου στὴν ἐνδιάμεση γκρίζα ζώνη.
Ὑπάρχει ἀπὸ πλευρὰς τους μιὰν ἀνάγκη ἀμφισβήτησης, πρόκλησης, ἐπανάστασης, κατακραυγὴς καὶ κατηγορίας γιὰ τὴν «κατάντια» τῆς πραγματικότητας. Ἡ διαφορὰ τους μὲ τοὺς ἀπἔξω ἄπ’τὸ Θέατρο μαζεμένους εἶναι οἱ διαφορετικὲς πνευματικὲς ἀναφορὲς, τὸ ἰδεολογικὸ περιβάλλον καὶ -ἴσως-μιὰ κοντόφθαλμη καὶ ὑπερφίαλη ἄποψη ἐπὶ τῶν πραγμάτων διὰ τὰ ὁποῖα ἐπιχειροῦν νὰ μιλήσουν.
Ἡ μὲν «ὥρα τοῦ διαβόλου», μεταφέρει ἔνα κείμενο μὲ ἔντονα στοιχεῖα γνωστικισμοῦ, παρουσιάζοντὰς τὰ ὡς θελκτικὰ, γοητευτικὰ καὶ «ψαγμὲνα» στὰ μὰτια τοῦ ἀνυποψίαστου, που δὲν γνωρίζει πως ἡ ἐποχὴ γοητείας τοῦ γνωστικισμοῦ ἔχει παρέλθει. Μἄλλα λόγια, στὴν ἐν λόγῳ παράσταση ἐπιχειρείται ἡ πρόσδοση ὀντολογικοῦ περιεχομένου στὴν ἔννοια τῆς κακότητας, ὀδηγώντας σὲ ἤδῃ ξεπερασμένες ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη καὶ τὴν φιλοσοφία, μὰ καὶ οὐδέποτε παραδεκτὲς ἀπὸ τὴν ὀρθοδοξία θέσεις γνωστικιστικοῦ καὶ μανιχαϊνιστικοῦ περιεχομένου (περὶ ὕπαρξης Θεοῦ καὶ ἀντὶ-θεοῦ) που στὸ συγκεκριμένο κείμενο ὀδηγοῦνται σὲ ἀλληλοεξουδετέρωση γιὰ τὴν ἐκδήλωση καὶ χειραφέτηση ἐνὸς ἐγωιστικοῦ μοντέλου ἀτομικοῦ ἀνθρώπου, ἐνὸς ἀνθρώπου καθεδρικοῦ ναοῦ ἐαυτότητας.

«Γνωστικισμὸς. Ἡ ὑλη εἶναι τὸ πέπλο κακότητας που σκεπάζει τὸν Θεὸ καὶ κυριαρχείται Θείᾳ ἐντολῃ ἀπὸ τὸν διὰβολο.»
Τὸ γιατὶ ὁ Πεσσόα ἐγραψε ἐνα τέτοιο κείμενο ἀποτελλεῖ ἀντικείμενο λογοτεχνικῆς κριτικῆς καὶ ἱστορικῆς διήγησης. Ὅμως το γιατὶ καὶ κυρίως τὸ πως ἐπιλέγεται νὰ παρουσιαστῇ αὐτὸ στὸ Θέατρον τῆς δεδομένης σύγχρονης Ἑλλάδος ἀφορὰ ταὸν καθέναν ἀπὸ ἐμὰς. Εἰδικὰ μάλιστα οἱ σκηνοθετικὲς ἐπιλογὲς βασίζονται στὴν χρήση τοῦ παιγνιώδους ὕφους τοῦ συγγραφέα γιὰ νὰ δημιουργήσουν προκλητικὲς εὶκόνες καὶ δηλώσεις μὲ μιὰ διαφημιστικὴ λογικὴ (πρόκληση γιὰ τὴν πρόκληση) χωρὶς καμιὰ οὐσιαστικὴ πρόταση νοήματος ἢ στάση ἔναντι στὰ πράγματα νὰ σκιαγραφείται.

«Coppo di Marcovaldo, Giudizio Universale– Κόλαση (τελικὴ κρίση –Διάβολος),1270, Μωσαϊκὸ στὴν Φλωρεντία τῆς Ἰταλίας.»
Ναὶ, ὅταν ἀνεβάζεις ἔνα κείμενο που κάνει πολεμικὴ στὴν μεταφυσικὴ διάσταση καὶ ἠθικὴ τῶν πραγμάτων καὶ ἐπιλέγεις νὰ εἰκονοποιήσεις καὶ νὰ ὑπενιχθεῖς ἀναφορὲς στὴν ὀρθόδοξη δογματικὴ, ὄντας σὲ μιὰ ὀρθόδοξη χῶρα μὲ κουλτούρα, παράδοση καὶ ἱστορικὴ συνέχεια αἰώνων μπολιασμένες στὴν ἴδια τὴν γλῶσσα καὶ τὴν λαϊκὴ ἰδιοσυγκρασία, δείχνει:
εἶτε ὅτι δὲν ἔχεις ἰδέα γιὰ τὸ τὶ συμβολικὸ κώδικα χρησιμοποιεῖς καὶ μεταχειρίζεσαι – καθῶς ἡ χρήση ὀρθόδοξων στοιχεῖων/ἀναφορὼν, ποὺ ἀν δὲν κωδικοποιηθοῦν εἰδικῶς διαφορετικὰ, ἀναγκαστικὰ ἐκλαμβάνονται ὡς τέτοια σἔνα ὀρθόδοξο ἢ ὀρθοδοξοτραφὲς κοινὸ/ἀκροατήριο, δὲν συνάδει μὲ τὴν προβληματικὴ τῆς μεταφυσικῆς τοῦ Πεσσόα στὸ ἐν λόγῳ, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο που συμβαίνει σὲ μιὰ δυτικὴ χῶρα, καθολικὴ ἢ προτεσταντικὴ, ὅπου ἡ ἐπιστήμη ἦταν στενὰ συνδεδεμένη μὲ τὸ θρησκευτικὸ κοσμοείδωλο ὡς θεμέλιο που καταποντίστηκε μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ διαφωτισμοῦ, ἐν ἀντιθέσῃ μὲ τὶς ὀρθόδοξες περιοχὲς, ὅπου ἡ σύγκρουση αὐτὴ δὲν ἔλαβε ποτὲ χῶρα, καθῶς σὲ αυτὲς τὰ πράγματα ὀριοθετοῦνται δογατικὰ ὡς ἄκτιστα (Ὀ τριαδικὸς Θεὸς) καὶ κτιστὰ (ὅλα τὰ ὑπόλοιπα) καὶ τὸ καθένα ἔχει τὴν δική του ἐπιστημονικὴ προσέγγιση γνώσης·
εἶτε ὅτι σκοπίμως χρησιμοποιῇς αὐτὲς τὶς ἀναφορὲς γιὰ νὰ προκαλέσῃς ταὸ ἀγοραῖο ἐνδιαφέρον,
εἶτε καὶ τὰ δύο,
σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις – ἀσχέτως μὲ τὶς προθέσεις σου-προσέβαλλες μὲ τὴν αἰσθητικὴ σου δράση καὶ τὴν ἔλλειψη πρότασης τὴν αἰσθητικὴ καὶ τὴν εὐλάβια τῶν ἀδερφῶν σου.
Ἡ περίπτωση τῶν ἐκκλησιαζόντων εἶναι ἐλαφρῶς διαφορετικὴ. Ἐδῶ ἡ δογματικὴ καὶ πνευματικὴ διάσταση αὐτοῦ γιὰ τὸ ὁποῖο γίνεται λόγος ἀγνοεῖται τελείως καὶ τὶ ἔργο σκηνικὰ καὶ κειμενικὰ ἐπικεντρώνεται στὴν ἀναπαραγωγὴ τηλεοπτικῶν ρεπορτὰζ καὶ τηλεοπτικοῦ τύπου γκάγκ μὲ θεματικὸ κορμὸ ἔνα μοναστήρι μὲ διευθαρμένους ἤγούμενο, μοναχοῦς καὶ διακόνους τῆς ἀσωτείας.
Τὸ πολὺ ἐνδιαφέρον τῆς ὕποθεσης ἐντοπίζεται στὸ ὅτι ἐπειδῇ τὸ ἔργο ἔχει πραγματικὰ ἐρείσματα, ἔστω διαμεσολαβημένα, ἀγγίζει κάποια κακῶς κείμενα τῆς παρούσας κατάστασης τῆς ἐκκλησίας. Ἄν μάλιστα ἔβασίζοντο σὲ πιὸ προσωπικὴ σχέση μὲ αὐτὴν ἢ παρουσιάζοντο μὲ τρόπο που νὰ συνυπολόγιζε καὶ τὴν ὀρθή, κανονιστικὴ λειτουργία τοῦ θεσμοῦ που κριτικάρει, ἔναν στοιχειώδη δηλαδὴ αἰσθητικὸ σεβασμὸ πρὸς μιὰν τετραπέρατη παράδοση ὑψηλότατης πνευματικῆς στάθμης (ὡς διαχρονικὸ σύνολο), ἄν ἔπρατε τελικὰ μὲ μεγαλύτερη γνώση καὶ σύνεση αὐτὸ που οἱ δημιουγοὶ του ἱσχυρίζονται πως κάνει, σάτιρα δηλαδὴ· σάτιρα ἡ ὁποία ἐξὀρισμοῦ δὲν δυναμιτίζει θεμέλια ἀλλὰ στρεβλὲς ἐφαρμογὲς καὶ προεκτάσεις, τότε καὶ μόνον τότε, τὴν παράσταση αὐτὴν θὰ ἔπρεπε νὰ τὴν δοῦν ὅλοι οἱ κληρικοὶ ὡς εἰδικῆς θεματολογίας παράσταση γιὰ τὰ κακῶς κείμενα τῆς ὀργανωμένης ἐκκλησίας, που εἶναι φυσικὸ νὰ ὑπάρχουν.
‘Υπὸ τὴν σύμβαση αὐτὴ, οἱ συγκεντρωμένοι ἐξω ἀπὸ ταὸ θέατρο Αὐλαία τὴν Δευτέρα 30 Ὀκτωβρίου 2017 δὲν διέφεραν πολὺ ὡς πρὸς τὰ αἰτήματα καὶ ταὴν κριτικὴ τοὺς γιὰ τὴν «συμβιβασμὲνη, νωθρὴ, μιερὴ» «ἐκκλησία» τὴν «ὑποταγμένη στὴν ἐπιζήμια οἰκομενικὴ τακτικὴ τοῦ Πατριάρχη καὶ τοῦ Ἀρχιεπισκόπου», ἀπὸ αὐτοῦς που βρίσκονταν μέσα στὸ θέατρο.
Ἀσφαλῶς καὶ οἱ δύο πλευρὲς πάσχουν ἀπὸ ἀντιδραστικότητα, κακὴ γνώση καὶ ἀντίληψη τῆς οὐσίας τῆς ἄλλης πλευρὰς, ἐλλειψη πραγματικὴς ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας καὶ σίγουρα πολὺ κακὴ αἰσθητικὴ (ὡς ἀποτέλεσμα ταῆς ἠμιμάθειας περὶ τοῦ ὀρθοδόξου μηνύματος καὶ τῆς ἔν Χριστῲ ζωῆς).
Διότι ἀπὸ τὴν μιὰ τὸ νὰ παρουσιάζεις σκηνῂ καὶ ἀφίσᾳ ἔξι μισόγυμνους φετάδες μοναχοῦς μὲ φωτοστέφανο ἔν εἰδῃ χιούμορ ἢ σάτιρας, ἀναιρεῖ τὸ πλαίσιο οὐσιαστικοὺ διαλόγου καθῶς καὶ ὁ έστω ἐλάχιστα μεγαλωμένος στὰ πλαίσια τῶν ἀρχῶν τῆς ὀρθόδοξης Ἑλλάδος ἄνθρωπος που σέβεται στοιχειωδῶς τὸν ἐαυτὸ καὶ τὶς ἀρχὲς του, θὰ τὸ εὔρισκε ἀπογοητευτικὰ ἀντιαισθητικὸ, ἄν ὄχι προσβλητικὸ γιὰ νὰ διαλεχθεῖ μαζί σου, ἀλλὰ ἀπὸ τὴν ἄλλη τὸ νὰ συγκεντρώνεσαι μὲ ἔνα πανέξυπνο καὶ ἀξιέπαινο κάλεσμα ὄχι, διαμαρτυρίας ἄλλὰ εἰρηνικῆς ὄμολογίας Πίστεως καὶ ἄνταὐτοῦ νὰ φωνάζεις «αἴσχος, αἴσχος» καὶ ἄλλα συνθήματα γηπεδικοῦ τύπου ἀνάμεσα ἀπ’τὴν ἀπαγγελία τοῦ «τῇ Ὑπερμάχῳ Στρατηγῳ» καὶ τὰ λάβαρα τοῦ Ἐσταυρωμένου σὲ καθιστὰ ἐξίσου ἀντιαισθητικὸ ἔως καὶ παρὀλίγον κάφρο, μὲ τὸν πρώτο.
Ἡ συγκέντρωσις τῶν πιστῶν, ἐπίσης ἔπασχε λοιπὸν ἀπὸ τὶς δικές της παιδικὲς ἀσθένειες, ὅπως ἡ ασυνέπεια που περιγράφθηκε παραπάνω, οἱ ἄσχετες μὲ τὴν ὀρθοδοξία γηπεδικὲς τακτικὲς, ἡ ὑπερβολικὴ ἔμφαση στὴν ἐσχατολογία που ἀν καὶ γοητευτικὴ ὀδηγεῖ πολλὲς φορὲς στὴν πόλωση και τὸν φανατισμὸ, ἄν δεν συνοδεύεται ἀπὸ τὴν ἀπαραίτητη κήρυξη καὶ κυρίως ἐφαρμογὴ τῆς ἀγάπης. Ὁ ζηλωτισμὸς κάποιων, ἐρήμην ἐφαρμογῆς τῶν οὐσιωδῶν μηνυμάτων τοῦ Θείου Ἔρωτος, τῆς Ἀγάπης πρὸς τὸν πλησίον καὶ τῆς Πίστης στὴν Θεία Οὶκονομία, ἀφήνει τοῦς συμμετάσχοντες βορρὰ σὲ ἀκραίες λογικὲς δράσης που μποροῦν νὰ προκείψουν, σὲ αἰσθήματα διαίρεσης καὶ ἀποξένωσης καὶ στὴν ἀλιευτικὴ δράση ἀλαζόνων ποιμένων ἄνευ ποιμνίου καὶ ταπεινότητος.

«Κλεομένης, ἔνας σύγχρονος ζηλωτῆς. Ποῦ εἶναι ἡ ἀγάπη σου; Φωτογραφία ἀπὸ τὰ ἐπεισόδιαγιὰ τὴν «Ὥρα τοῦ διαβόλου» .»
Παρόλα αὐτὰ, τὶς μέρες ἐκείνες στὴν Θεσσαλονίκη, ἐλαβε χῶρα ἔνας διάλογος, διάλογος ζωντανὸς, πραγματικὸς καὶ ἀληθινὸς. Ἔνας διάλογος ἀναγκαίος –ἄρα καὶ ὑπαρκτὸς- που βασίζεται σὲ ἐπίσης ὑπαρκτὰ ἐσωτερικὰ ἐρείσματα. Ἔνας διάλογος συνάξεων, ἐκκλησιών, που άποτελῆ καὶ τὸ μέγιστο ἐπίτευγμα αὺτῶν τῶν παραστάσεων.
Ὁ τρόπος ποὺ διεξήχθῃ ἔχει νὰ κάνει μὲ τὴν ευθύνη, τὴν ἰκανότητα καὶ τὴν γνώση τῶν προτεργατῶν του, τῶν ποιμένων, δηλαδὴ τῶν καλλιτεχνῶν ἀπὸ τὴν μία πλευρὰ καὶ τῶν κληρικῶν, μοναχῶν καὶ ἠγετικῶν κληρικῶν ἀπὸ τὴν ἄλλη. Ἀς τὸ θυμοῦνται λοιπὸν αὐτοὶ, ὡς εὐθύνη τῶν πράξεῶν τους, εὐθύνη γνώσης, ἀγάπης καὶ μὴ ἀνταγωνιστικότητας.
Ἄλλωστε: «τάδε λέγει Κύριος, Κύριος· ἰδοὺ Ἐγῶ ἐπὶ τοὺς ποιμένας καὶ ἐκζητήσω τὰ πρόβατὰ μου ἐκ τῶν χειρῶν αὐτῶν καὶ ἀποστρέψω αὐτοὺς τοῦ μὴ ποιμάνειν ταὰ πρόβατὰ μου, καὶ οὐ βοσκήσουσιν ἔτι οἱ ποιμένες αὐτὰ· καὶ ἐξελοῦμαι τὰ πρόβατὰ μου ἐκ τοῦ στόματος αὐτῶν. καὶ οὐκ ἔσσονται αὐτοῖς ἔτι εἰς κατάβρωμα. » [Ἰεζεκιήλ ΛΔ: 10]
Τὸ θέμα εἶναι ἀρκετὰ εὐρὺ καὶ πληθωρικὸ γιὰ νὰ καλυφθῆ ἀπὅλες τὶς πλευρὲς μὲ μιὰ μόνον ἐπιφυλλίδα, συνεπῶς θὰ ἐπιστρέψουμε σὲ αὐτὸ ἔν καιρῷ, ἀφήνοντας ἀκροθιγῶς διὰ τὸ παρὸν αὐτὴν τὴν θεώρηση.
Μέχρι τότε ὅμως καὶ γιὰ νὰ εἴμεθα δίκαιοι πρὸς ὅλους, ἄς ἀναλογιστοῦμε ὅτι στοὺς καιρούς που ζοῦμε καὶ οἱ μὲν καλλιτέχνες καὶ οἱ δὲ πιστοὶ κάτι ἔπραξαν σὲ σχέση μὲ τὴν κατάρρευση που λαμβάνει χῶρα γύρω μας καὶ ὅλοι τὴν βιώνουν.
Σὺ ἀναγνώστη, τὶ ἔκανες;
07/11/2017
Μέχρι τὸ ἐπόμενο δεκαήμερο
Dημήτριος Χατζηθεοδοσίου
Φωτογραφικό υλικό