Γράφει η Ζωή Ταυλαρίδου.
Δολοφόνος νους. Αυτόν τον γεννάει μια ταπείνωση. Η ταπείνωση της ξενιτιάς και της απέλπιδης αγάπης γεννά το σκοτάδι. Το σκοτάδι αποτελείται από ανθρώπους-σκιές. Σαν κι εμάς.
“Αχ, να σε είχα δίπλα μου ξανά, για λίγο μόνο. Μία ημέρα μόνο. Για τόσο μόνο”.
Στέκομαι ακίνητη, ασφυκτικά εκτεθειμένη στο στενό μου μαύρο φόρεμα, που διαγράφει θλιβερά το αψεγάδιαστο -παρά την ηλικία- κορμί μου. Βασανισμένη και μόνη, εκτίθεμαι στα μάτια των ανθρώπων που κάποτε με υποδέχτηκαν με θέρμη. Κάποτε με αποδέχτηκαν με συγκρατημένη συμπάθεια. Κάποτε ήμουν η οικοδέσποινα στο δικό μου βασίλειο. Το ομολογώ, παντρεύτηκα. Η γυναίκα οφείλει να παντρεύεται νωρίς. Μόνο η υποταγμένη γυναίκα σώζει τον γάμο της. Κι εγώ η τυχερή, έσμιξα με τον άνδρα που αγάπησα. Έσμιξα την τύχη και το αίμα μου. Μάταιος ο γάμος. Σχεδόν άγγιζε την ευτυχία, χωρίς να μπορεί να την αλώσει. Έπλεκα τα μπερδεμένα κι ατίθασα μαλλιά μου, κι άφηνα το πρόσωπό μου γυμνό. Όμορφη ήμουν. Έτσι, απλά κι απέριττα, άφησα πίσω πατρίδα και γονείς. Τούς γύρισα την πλάτη και σάλπαρα σε μία Αργώ. Και δεν άργησα να φτάσω σε μια νέα γη. Και δεν άργησα να γεννήσω δυο όμορφα αγόρια. Πόσο βιάστηκα να αγαπήσω. Πόσο βιάστηκα να εμπιστευτώ. Μα, τα μαλλιά μου ήταν μακριά κι ατίθασα. Κι εγώ, τα έπλεκα και τα μάζευα, νόμιζα ότι είχα τον έλεγχο. Σκοτεινή γυναίκα εγώ, με φοβούνταν και με σέβονταν όλοι. Ευτυχισμένη κι ονειροπόλα, μεγάλωνα δυο όμορφα παιδιά σε ένα βασιλικό σπίτι. Δολοφόνος νους εν δυνάμει, είχα την εντύπωση πως ο έλεγχος των πραγμάτων ήταν καθαρά δική μου υπόθεση.
.
Συνεχίζω να στέκομαι απειλητικά πάνω σε ένα βάθρο ξύλινης κι άβολης καρέκλας, κοιτάζοντας και δεν κοιτάζοντας έναν κόσμο θολό και σαν κι εμένα σκοτεινό, απρόσιτο, σκληρό. Γιατί το πρόσωπό μου είναι καλυμμένο με ένα μεταξωτό σεντόνι. Το πρόσωπό μου κρύβεται και γίνεται μάσκα. Μόνο οι μάσκες αντέχουν τη μοναξιά που βλέπουν. Πράγματι, σκέφτομαι ότι τουλάχιστον έχω δύο υπέροχα παιδιά. Το σεντόνι τυλιγμένο στον βασιλικό μου λαιμό με πνίγει. Θέλω να ουρλιάξω, Ιάσονα.
Θα σκοτώσω. Είμαι δολοφόνος νους για τους ξένους. Είμαι πλέον δολοφόνος νους και για τους φίλους. Άηχα και ήρεμα… θα σκοτώσω. Κραυγάζω στη σιωπή, δεν τολμώ να αρθρώσω το έγκλημα και τις Ερινύες που ήδη μου τρώνε την ψυχή.
.
Μία μέρα μόνο θα μου δώσεις εσύ που μού σφίγγεις τον λαιμό. Είναι ο λαιμός μιας γυναίκας που άφησε την πατρίδα και την οικογένεια για τα μάτια και τη δόξα ενός άνδρα. Είμαι λεία αρπαγμένη σε βάρβαρη γη. Ρέει στο αίμα μου η γνώση και η κακία. Με έβλαψε η δόξα. Ειλικρινά μιλώντας, δεν έχω τόση σοφία να τα βάζω με τυράννους. Έχω μάθει να νικιέμαι, όχι να νικάω. Θα νυχτώσει και για μένα θα΄ναι πάντα νύχτα. Το σκοτάδι και οι σκιές χορεύουν μέσα μου και με γλιτώνουν από τις ενοχές του πληγωμένου σαν σκυλί μυαλού μου. Ο πόνος με ερεθίζει για τις πιο γενναίες πράξεις. Πρόστυχη εργάτρια του κακού είμαι, αγαπημένε μου Ιάσονα. Αυτοί που αγάπησαν πάντα ξεχνούν. Οι άνθρωποι είναι σκιές κι υπηρετούν το συμφέρον, τη δόξα, το χρήμα. Διώξε με, αγάπη μου. Κατάλαβε τον θυμό μου: ούτως ή άλλως, θα τελειώσει και θα΄μαι εγώ η κερδισμένη. Σκύλα, μέγαιρα, σατανική γυναίκα μη με θεωρείς. Τίποτε δεν αισθάνομαι κι είμαι ήδη νεκρή. Μόνη παραπατώ, χτυπώ το στήθος μου με απελπισία, κολλώ με δύναμη τα χέρια μου στους κρύους τοίχους, γκρεμίζω τα βάθρα της απελπισίας των σκήπτρων, έρμαιο των παθών μου, της ζήλιας μου και της απόρριψης που δέχτηκα. Μη με πιάνεις από τον λαιμό. Να είσαι σίγουρος, θα μιλήσω, όταν το επιλέξω εγώ, με τα ίδια μου τα χέρια.
Κάνε πίσω, Ιάσονα. Ό τι ζήσαμε, εγώ θα το γκρεμίσω μόνο σε μία ημέρα. Γελώ και κλαίω. Ποιος μπορεί να εμποδίσει το φευγιό της βασίλισσας του σκοταδιού και της σκιάς; Οι έξυπνες ομιλίες δεν σώζουν τους άτιμους άνδρες. Σε προειδοποιώ, με όλη τη γυναικεία μου ταπεινοφροσύνη, όση μπόρεσα να μαζέψω, ζώντας στο ίδιο σπίτι μαζί σου, ότι μία ημέρα μόνο μού φτάνει. Και μια Μήδεια σαν κι εμένα, αφήνοντας δυο φορές τον τόπο της, αποφασίζει να μην αφήσει τίποτε και κανέναν πίσω της. Τα νώτα μου είναι η παρηγοριά μου, η δική μου πλέον πατρίδα. Τίποτε δεν είναι δυνατόν να σωθεί στο περιθώριο της μίας ημέρας. Σκιά και στάχτη, Ιάσονα. Αυτά σε παρηγορούν… πια. Δεν υπάρχει πλέον φως.
Δεν υπάρχουν παιδιά να παρηγοριέσαι.
.
Το καταπληκτικά πυκνό σε νοήματα έργο του Ευριπίδη «Μήδεια», σε σκηνοθεσία Δημήτρη Γεωργαλά στο Θέατρο Αμαλία, διεκτραγωδεί την ανάγκη μιας γυναίκας να υπάρξει ως γυναίκα και ως μητέρα.
Κυνηγημένη από την οικογένειά της και μακριά από το πατρικό της σπίτι για χάρη του Ιάσονα, του μόνου άνδρα που αγάπησε, βρίσκεται σε ξένο τόπο. Εγκαθίσταται ως βασίλισσα, αλλά αντιμετωπίζεται σαν ξένη. Κανείς πραγματικά δεν την αγαπά, κανείς εντέλει δεν την αποδέχεται, δεν την καταλαβαίνει. Θεωρείται ανεπιθύμητη, επικίνδυνη, κατώτερη των περιστάσεων, λίγη. Καλείται λοιπόν να αφήσει το σπίτι της για δεύτερη φορά, εκθρονίζεται, περιθωριοποιείται, καταδικάζεται σε αιώνια περιπλάνηση.
.
.
Το μόνο όπλο της είναι η εκδίκηση. Χάνει τα λογικά της από τον πόνο και την απόρριψη, τυφλώνεται από το πάθος. Οι ενοχές της δεν επαρκούν, για να την αποτρέψουν από το έγκλημα. Φροντίζει να τερματίσει μέσα της και έξω της οτιδήποτε θεωρείται πατρίδα και ταυτότητα. Ο διωγμένος δεν νοιάζεται ούτε για την αγάπη ούτε για την παρέα. Αγκαλιάζει τη μοναξιά του και το πένθος του. Έτσι και η Μήδεια επιλέγει να βυθιστεί εξ ολοκλήρου στον πόνο και τη θλίψη. Αναδύονται στη συνείδησή της όλα της τα σκοτεινά της κομμάτια και η ανώμαλη επαφή της με τη θεϊκή της υπόσταση.
Αποφασίζει να γίνει θεός και να δώσει τέλος στη ζωή όλων, αρχής γενομένης από τα ίδια της τα παιδιά. Δυστυχισμένη και καημένη, προπαντώς εξοργισμένη, δεν ελέγχει, ούτε ελέγχεται. Οι άνθρωποι γύρω της μετατρέπονται σε είδωλα με μάσκες: δόξα, συμφέρον, εξουσία, πλούτος.
Και η Μήδεια απλά χρειάζεται… μόνο μία ημέρα. Στάχτη και σκιές γίνονται όλα και όλοι. Χωρίς να υπάρχει καν φως.
Σημείωμα σκηνοθέτη:
“Η Μήδεια δεν είναι η ιστορία ενός άντρα και μιας γυναίκας.
-Είναι ο πρώτος πόλεμος ή ο πρώτος γάμος μεταξύ του ΑΝΤΡΑ και της ΓΥΝΑΙΚΑΣ.
-Είναι η ρήξη μεταξύ δύο ισχυρών πολιτισμών.
-Είναι η αναμέτρηση , η καταδικασμένη, του ανθρώπου με τη φύση και με το «θείο».”
-Είναι ο πρώτος πόλεμος ή ο πρώτος γάμος μεταξύ του ΑΝΤΡΑ και της ΓΥΝΑΙΚΑΣ.
-Είναι η ρήξη μεταξύ δύο ισχυρών πολιτισμών.
-Είναι η αναμέτρηση , η καταδικασμένη, του ανθρώπου με τη φύση και με το «θείο».”
Μουσική Πρόταση:
Δήμητρα Γαλάνη. “Δυο μέρες μόνο”.
1111111111111111111111111111
Δείτε & αυτά:
Όλες οι νέες παραστάσεις (πρεμιέρες) που θα δοθούν από 15/5/2019 έως 14/05/2020 στην πόλη της Θεσσαλονίκης, αυτόματα συμμετέχουν για τα 3 Βραβεία Κοινού καθώς και για τα Βραβεία Κριτικής Επιτροπής στα 10α -επετειακά- Θεατρικά Βραβεία Θεσσαλονίκης 2020.
& αυτά:
–Τι παίζουν τα θέατρα στη Θεσσαλονίκη τώρα, κλικ εδώ.
–Τι παίζουν οι κινηματογράφοι στη Θεσσαλονίκη, κλικ εδώ.
–Συναυλίες: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Σινεμά: Είδαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
–Βιβλίο: Διαβάσαμε & Σχολιάζουμε, κλικ εδώ.
.
–Κερδίστε προσκλήσεις – Βιβλία, κλικ εδώ.
Ακολουθήστε μας στα social media
Φωτογραφικό υλικό