ΝΕΕΣ ΜΟΡΦΕΣ: Eνας σπουδαίος θίασος, με αξέχαστες παραστάσεις, επιτέλους επιστρέφουν με την Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. της Κιτσοπούλου στο θέατρο Τ.
-Μια φορά και ένα καιρό [2009] ο Γ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ μίλησε για όλα στην «Κ», ΕΔΩ
Όταν το 2004 αναστείλαμε τη λειτουργία των Νέων Μορφών, νιώθαμε ότι έχει πολύ φασαρία σ’ αυτή την πόλη και η ανάγκη μας ήταν να σιωπήσουμε. Αισθανόμασταν ότι μέσα σε μια συνθήκη αφθονίας και υπερκαταναλωτισμού εμείς δεν είχαμε κάτι να πούμε. Δεν ξέραμε πώς να συνεχίσουμε. Εκείνη τη χρονική στιγμή δεν μπορούσαμε να φανταστούμε τι θα επακολουθήσει. Πως η κρίση θα ματαιώσει τις ελπίδες μας, πως ο θυμός μας θα πνίγεται μέσα στο άδικο, πως οι ενοχές μας για όσα δε ζήσαμε θα γίνουν φαντάσματα και θα στοιχειώσουν τα όνειρά μας. Όταν ήρθαμε σε επαφή με τη Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. της Λένας Κιτσοπούλου, νιώσαμε ότι μιλάει για όλα αυτά που κι εμείς σκεφτόμασταν αλλά δεν τολμούσαμε να πούμε. Έτσι πήραμε την απόφαση της επανεκκίνησης των Νέων Μορφών.
Σε μια εποχή, λοιπόν, που όλα τα δεδομένα έχουν ανατραπεί, που ζούμε σαν κάποιος να τραβάει διαρκώς το χαλί κάτω από τα πόδια μας, σε μια στιγμή που η μοναδική επιλογή είναι ο επαναπροσδιορισμός της πραγματικότητας αλλά και του εαυτού μας, οι Νέες Μορφές, μετά από δώδεκα χρόνια σιωπής αποφασίζουν την επαναλειτουργία τους.
Η Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. της Λένας Κιτσοπούλου είναι ένα έργο που σε πρώτο επίπεδο μοιάζει να έχει σαν άξονα το θυμό της ηρωίδας του για την πραγματικότητα που την περιβάλλει. Στην ουσία όμως «μιλάει για το προσωπικό αδιέξοδο του ανθρώπου, για τη ματαίωση και τη ματαιότητα, την κοινωνική πίεση, για το τέλος της αθωότητας και της πίστης. Για την ανάγκη του γέλιου μπροστά στην καθημερινή αναμονή του θανάτου». Μιλάει για το δικαίωμά του κάθε ανθρώπου να επιλέγει να ζει σε κατάσταση μη ισορροπίας, να συγκρούεται με τις κοινωνικές συμβάσεις, να χάνει το μέτρο και να το απολαμβάνει, να κάνει λάθη και να μη λυπάται να πληρώσει γι’ αυτά.
Είναι ένα έργο ύμνος στην παρατεταμένη εφηβεία μιας γενιάς που αρνείται να ωριμάσει, που δεν θέλει να καταλάβει και να συμβιβαστεί.
Λίγα λόγια για το έργο:
Η Λένα Κιτσοπούλου έγραψε τη Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α. της το 2009 κατόπιν παραγγελίας του Εθνικού Θεάτρου να γράψει έναν μονόλογο για γυναίκα ηθοποιό. Ωστόσο η συγγραφέας φαίνεται να επιλέγει για το έργο της τη φόρμα του δραματικού μονολόγου γιατί την οδηγεί κατευθείαν στον κύριο θεματικό του άξονα που είναι η μοναξιά. Μέσα στον ιδιωτικό χώρο του σπιτιού της μια σύγχρονη γυναίκα, καλλιτέχνης, μονολογεί. Περιμένει τον εραστή της. Μαζί του τη συνδέει όχι ο έρωτας αλλά η ανάγκη. Κατά τη διάρκεια της αναμονής της επικοινωνεί με τους θεατές όλα τα προσωπικά της αδιέξοδα. Τον ιδιαίτερο τρόπο με τον οποίο βλέπει τον εαυτό της και τον κόσμο.
Η ηρωίδα της Κιτσοπούλου είναι ένα «εξαιρετικά κωμικό πρόσωπο που αυτοσαρκάζεται, πηδώντας ιλλιγγιωδώς από τη μια θεματική στην άλλη». Αν και δεν είναι επαναστάτρια, δεν είναι ούτε συμβιβασμένη. Μισεί τον ωχαδερφισμό και τον συμβιβασμό, τη λογική του «Εντάξει και τι έγινε;» ή του «δε βαριέσαι». Σαρκάζει, επίσης, την ιδέα της Ιθάκης. Της φέρνει ναυτία η ανάγκη του μέσου ανθρώπου να βάζει στόχους στη ζωή του και να αγωνίζεται να τους πραγματοποιήσει. Με τον ίδιο σαρκασμό αντιμετωπίζει και την ανάγκη του να στεγάζει την ανούσια ύπαρξή του κάτω από ταμπέλες, την εμμονή του να ανήκει κάπου. Νοσταλγεί την εποχή που ένας έρωτας ή μια ιδέα μπορούσε να την συνεπάρει, να ρουφήξει όλη της την ενέργεια. Σαρκάζει, λοιπόν, την περίφημη «ωρίμανσή της» που δεν της επιτρέπει να πιστεύει απόλυτα σε κανέναν και σε τίποτα. Σαρκάζει, ακόμα, κάθε θεωρία που ευαγγελίζεται ότι μπορεί να δώσει νόημα στην ανθρώπινη ζωή. Μα πιο πολύ απ’ όλα σαρκάζει την ψυχανάλυση. Αρνείται αυτή τη νέα μόδα που σαν άλλη θρησκεία υπόσχεται να ερμηνεύσει τον άνθρωπο, να τον μυήσει στην ανθρώπινη ουσία του, να λύσει τα μυστήρια της ύπαρξής του. Αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα των μεθόδων της. Γελάει με την προτροπή της προς τον καθένα να επιστρέψει με τη μνήμη του στα πρώτα στάδια της ζωής του και, αποκωδικοποιώντας τα, να κατανοήσει τον εαυτό του, να τον βοηθήσει να αναγεννηθεί. Γιατί αυτή η προοπτική της αναγέννησης δεν αφορά καθόλου την ηρωίδα της Κιτσοπούλου, αφού αδυνατεί να την πείσει. Οτιδήποτε αντιμετωπίζει τον άνθρωπο όχι ως πρόσωπο, αλλά ως κατηγορία, μοιάζει να εγείρει τον αρνητισμό της. Γι αυτό αρνείται τις σύγχρονες ψυχαναλυτικές θεωρίες. Γιατί της φαίνεται ύποπτο όλες οι πόρτες να ανοίγουν με το ίδιο κλειδί. Αυτή η οπτική μοιάζει να της αφαιρεί το δικαίωμά της να είναι μοναδική. Το δικαίωμά της να έχει μια μοναδική και αποκλειστικά δική της ζωή κι ακόμα περισσότερο έναν μοναδικό και αποκλειστικά δικό της θάνατο.
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα:
Η Λένα Κιτσοπούλου, μια σημαντικότατη ηθοποιός που συστήνεται στο ελληνικό θεατρόφιλο κοινό με τη δουλειά της στο Θέατρο Τέχνης στις αρχές της δεκαετίας του 1990, κάνει την πρώτη της εμφάνιση στα ελληνικά γράμματα το 2006. Τη χρονιά εκείνη εκδίδεται η πρώτη συλλογή διηγημάτων της, που φέρει τον τίτλο Νυχτερίδες. Μια συλλογή που την επόμενη χρονιά θα καταφέρει να αποσπάσει το πρώτο βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού Διαβάζω. Θα ακολουθήσει μια δεύτερη συλλογή διηγημάτων της με τίτλο Μεγάλοι Δρόμοι (2010). Όμως, η πρώτη μεγάλη συγγραφική και ταυτόχρονα θεατρική της επιτυχία έρχεται το 2009, όταν η ίδια γράφει και σκηνοθετεί για το Εθνικό Θέατρο τον δραματικό της μονόλογο Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.
Για τη Λένα Κιτσοπούλου έχει προηγηθεί η συγγραφή και το ανέβασμα ενός ακόμη δραματικού μονολόγου, Το πράσινό μου το φουστανάκι, που ανέβηκε το 2008, στο Θέατρο της οδού Κεφαλληνίας. Θα ακολουθήσει η συμμετοχή της στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου Ξένος με το έργο της Άουστρας ή Η Αγριάδα (2012) και η διασκευή για το θέατρο του διηγήματός της Ο Μουνής (2014) που συμπεριλαμβάνεται στη συλλογή Μεγάλοι Δρόμοι και ανέβηκε το στο Θέατρο του Νέου Κόσμου σε σκηνοθεσία Παντελή Δεντάκη. Το 2012 ανεβαίνει το έργο της ο Αθανάσιος Διάκος, Η επιστροφή.
Θα ακολουθήσουν τα έργα της:
Το πρώτο αίμα- Κοκκινοσκουφίτσα (2014). Μια μέρα, όπως κάθε μέρα, σε ένα διαμέρισμα από τα χιλιάδες διαμερίσματα της Αθήνας, αυτά με τα κουφώματα ασφαλείας και τους βολικούς καναπέδες τους, σε κατάσταση αμόκ ή Η ανουσιότητα του να ζεις (2015).
Συντελεστές της παράστασης
Σκηνοθεσία: Γιάννης Παρασκευόπουλος – Σκηνικά –Κοστούμια: Σοφία Παπαδοπούλου – Μουσική επανεκτέλεση: Μάνος Μυλωνάκης – Βοηθός σκηνοθέτη: Εύα Κουμανδράκη
Στο ρόλο της γυναίκας: Μαγδαληνή Μπεκρή
Η παράσταση είναι μια παραγωγή του Θεατρικού Οργανισμού Νέες Μορφές και θα παιχτεί στο Θέατρο «Τ» από την Παρασκευή 12 Φεβρουάριου του 2016.
Info
ΕΙΔΟΣ: Σύγχρονο νεοελληνικό θέατρο
ΔΙΑΡΚΕΙΑ: 70 λεπτά
Παραστάσεις: Πέμπτη, Παρασκευή, Σαββάτο 9:30μ.μ.,
Κυριακή 7:00 μ.μ
ΚΡΑΤΗΣΕΙΣ ΘΕΣΕΩΝ• Στο ταμείο του Θεάτρου Τ, Αλεξάνδρου Φλέμινγκ 16, τηλ. 2310854333
ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ: 10 € κανονικό & 8 € μειωμένο
Ατέλειες ισχύουν, κατά προτεραιότητα, κάθε πέμπτη
ΠΑΡΚΙΝΓΚ Με 3 ευρώ και την επίδειξη του εισιτηρίου σας, μπορείτε να αφήνετε το αυτοκίνητό σας στο πάρκινγκ που βρίσκεται ακριβώς δίπλα στο Θέατρο Τ.
Φωτογραφικό υλικό