Είδε ο Γιάννης Τσιρόγλου και σχολιάζει για την Κουλτουρόσουπα
Μάλλον έκπληξη θεωρήθηκε η δεύτερη παραγωγή του ΚΘΒΕ με ένα έργο που δεν συνηθίζεται να παρουσιάζεται καλοκαίρι, ωστόσο η σύνθεση, αρχικά, της παράστασης είχε εξαιρετικό ενδιαφέρον με βετεράνους πρωταγωνιστές που δεν βλέπουμε συχνά στη σκηνή. Η συνέχεια όμως αυτής της φιλόδοξης δουλειάς δεν προνοούνταν όπως την οραματίζονταν οι συντελεστές καθώς στη διάρκεια των προβών ο Τάκης Χρυσικάκος (του ανατέθηκε ο κεντρικός ανδρικός ρόλος), νόσησε από το κορωνοϊό, η κατάστασή του όλο και επιδινόταν με αποτέλεσμα να εισαχθεί εσπευσμένα στον νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ και να παλεύει κοντά ένα μήνα για τη ζωή του. Σήμερα ο αγαπημένος ηθοποιός έχει εξέλθει και είναι αρκετά καλά, ωστόσο η απουσία του είχε δημιουργήσει ένα τεράστιο κενό στο «Ταξίδι μιας μεγάλης μέρας μέσα στη νύχτα» του Ευγένιου Ο΄Νήλ καθώς έπρεπε άμεσα να αντικατασταθεί από κάποιον άλλον…. να γίνουν νέες πολύωρες πρόβες κάτω από δύσκολες συνθήκες/πιέσεις με αποτέλεσμα τόσο η πρεμιέρα να πάει πίσω χρονικά, όσο και τα διαδικαστικά προώθησης της παράστασης.

Παρότι δεν συνηθίζεται καλοκαιριάτικα καθώς είναι ένα έργο βαρύ και ασήκωτο, πλημμυρισμένο από δυστυχία, μιζέρια και κατήφεια αλλά βέβαια, είναι και ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα και ξακουστά έργα της θεατρικής δραματουργίας που η κάθε του σελίδα μεταφέρει με κάθε λεπτομέρεια τα καθ΄ ημάς μιας οικογένειας, ενώ η ανάλυση χαρακτήρων παραπέμπει σε ντιβάνι ψυχιάτρου…
.
Με δυο λόγια… αναφέρεται σε μια δυσλειτουργική αμερικανική οικογένεια που το παρελθόν κατατρώει το παρόν και το μέλλον τους. Ένας φιλάργυρος χωρίς αισθήματα μπαμπάς που νοιάζεται για τη δουλειά και τα κτήματά του, η ταλαιπωρημένη γυναίκα του εθισμένη στη μορφίνη και στο παρελθόν, ένας γιος ρέμπελος και μεθύστακας με αδυναμία στις πόρνες και ο μικρότερος παρασυρμένος από τα πάθη του μεγάλου αλλά και χτυπημένος από φυματίωση.
.
Αδιαφορώντας όλοι τους ο ένας για τον άλλον έχουν υποταχθεί στη μοίρα κάνοντας τη ζωή τους ακόμα πιο ανυπόφορη…

Ξεκινώντας με τα θετικά (+) της παράστασης από τις πρώτες εισόδους των ηθοποιών και τα πρώτα λόγια αντιλαμβάνεσαι πως η παράσταση σκηνοθετημένη από τον Θανάση Σαράντο αποπνέει ιδιαίτερης προσοχής, πιστεύουμε και αγάπης. Φρόνημά του να περάσει στο κοινό η τοποθεσία, το μέρος που διαδραματίζεται, τα συμβάντα που το περιβάλλουν και ο χρόνος που σε αυτή την συγκεκριμένη φαμίλια βαραίνει και όσο περνά η ώρα, πονά ακόμη περισσότερο... Στην παράθεση των γεγονότων τα χαρτιά σιγά –σιγά ξετυλίγονται και ανακυκλώνονται: άρνηση, ωχαδερφισμός, συνήθεια και βόλεμα εναλλάσσονται με αδιαφορία, λύπηση και τύφλωση.. Όλοι τους αρνούμενοι να διορθώσουν μια βαλτομένη κατάσταση που κανένας δεν βλέπει την κατάντιά του ενώ η μέρα φεύγει και μια ομίχλη (εξαίρετο εύρημα) όλο και σκεπάζει το σπιτικό της οικογένειας Ταϊρόν απειλώντας στο τέλος να τους πνίξει κυριολεκτικά και μεταφορικά..
.
Αυτό το αποπνικτικό και χωρίς ιδιαίτερη δράση κλίμα επιτυγχάνεται αξιοθαύμαστα από τον σκηνοθέτη δίνοντας τις κατάλληλες κατευθύνσεις στους ηθοποιούς, αφήνοντας απαραίτητο «κενό» να ξεδιπλωθούν και να «φωτιστούν» οι χαρακτήρες όσο και η πνιγερή με πολλές φλυαρίες ατμόσφαιρα, στο πρώτο τουλάχιστον μέρος της ώρας.

Ερμηνευτικά η παρουσία της Βέρας Κρούσκα, αυτής της σπουδαίας ηθοποιού είναι ο βασικότερος λόγος για να δείτε την παράσταση. Φαινομενικά ξεκινά ως μια συνηθισμένη μάνα που «νοιάζεται» για την καθημερινότητα του σπιτιού και της οικογένειά της όμως παρατηρώντας την, το βλέμμα της είναι συνεχώς στραμμένο αλλού. Φαίνεται να πατά καλά στα πόδια της αλλά νιώθεις να αιωρείται. Δεν εκδηλώνεται εύκολα κοροϊδεύοντας τον εαυτό της και τους γύρω της. Είναι προστατευτική με τα παιδιά της αλλά φαίνεται να μην το κάνει σωστά, επιζητά την μοναξιά φωλιάζοντας σε ένα δωμάτιο γιατί εκεί γνωρίζει πως δεν θα την βλέπουν και δεν θα την κρίνουν συνεχώς, αποφεύγει τις έντονες συζητήσεις γιατί δεν της αντέχει. Βρίσκεται συχνά σε περισυλλογή, αμυδρά αναπολεί και μπερδεύει τις λίγες καλές στιγμές του παρελθόντος και σχεδόν δεν ελπίζει σε τίποτα. Είναι μια βάρκα που καιρό θαλασσοπνίγεται αφήνοντας το κύμα να την παρασύρει πότε από δω και πότε από εκεί γνωρίζοντας πως η στιγμή που θα τσακιστεί στα βράχια πλησιάζει…
.
Χωρίς μελοδραματισμούς και υπερβολές η Βέρα Κρούσκα παραδίδει μαθήματα υποκριτικής.

Ένας από τους πιο ταλαντούχους ηθοποιούς της γενιάς του είναι αδιαμφισβήτητα ο Χρήστος Διαμαντούδης που υποδύεται τον εικοσιτετράχρονο Έντμουντ.
Είναι και φαίνεται ασθενικός, ταλαιπωρείται από τη φυματίωση και παρά του ότι δεν την λογαριάζει μοναχικά τον απασχολεί, είναι σβέλτος και σωματικά δραστήριος, φορές εκφράζει την ευαίσθητη και ταλαιπωρημένη ψυχή του στην μητέρα του και βέβαια παρορμητικός. Στα μέχρι τώρα χρόνια του έχει συμφιλιωθεί με την αμφιβολία, τις συναισθηματικές στερήσεις, έχει δοκιμαστεί στη σκληρή δουλειά και ζει μια μονότονη ζωή που όμως δεν έχει αντιληφθεί το μέγεθος. Το βέβαιο είναι πως δεν τον απασχολεί ιδαίτερα.

Ο χαρισματικός αυτός ηθοποιός (μόνο για τα δύσκολα είναι, αρκεί να του δωθούν οι κατάλληλοι ρόλοι και όσο παραμένει Θεσσαλονίκη και ΚΘΒΕ εκμεταλευτείτε τον...) σε όλα αυτά αντιλαμβάνεται ερμηνευτικά την κατάσταση βάζοντας φρένο σε πιασάρικες υπερβολές και εύκολο συναισθηματισμό αποδίδοντας στέρεα και «φωτεινά» τον «τραυματισμένο» νεαρό της εποχής.

Για κάθε νέο ρόλο του Θανάση Σαράντο θέλουμε χρόνο να τον συνηθίσουμε... Θεωρούμε έδωσε μεγάλη έμφαση σε σκηνοθεσία και παραλειπόμενα παράστασης παρά στον ρόλο του μεγάλου αδελφού. Αν εξαιρέσουμε τους «μονολόγους», αυτές τις ιδιαίτερες μοναχικές απολογίες που ηταν συγκινητικός, τις περισσότερες φορές υπήρξε κάπως μονοδιάστατος ενώ ...ο κουμανταδόρικος ρόλος είχε πολλές διακυμάνσεις και εξάρσεις. Πάντως κακός δεν ήταν σε καμία περίπτωση…

Οφείλουμε να δώσουμε συγχαρητήρια στην σκηνογράφο Άση Δημητρολοπούλου για το εξαίρετο βαρύ και ασήκωτο σκηνικό εποχής που περιλαμβάνει ένα ολόκληρο σπίτ σε βερσιόν πόκετ... σαλόνι/βεράντα/είσοδο, πίσω τραπεζαρία, σκάλες που οδηγούν στον επάνω όροφο και με όλα τα έπιπλα και αξεσουάρ να το κάνει ακόμη πιο πιστευτό, επιπλέον, με τις εισόδους – εξόδους εξυπηρετήθηκαν με ευκολία οι ηθοποιοί, άλλο τόσο και το πνεύμα του κειμένου.

Ενταγμένες στο Ο' Νηλικό σύμπαν οι μουσικές του Κωνσταντίνου Ευαγγελίδη, τα κοστούμια της Μπιάνκα Νικολαρέϊζη, οι εύστοχοι φωτισμοι του βετεράνου Λευτέρη Παυλόπουλου αλλά και τα προειδοποιητικά «σήματα» που βάραιναν ακόμη περισσότερο το χρόνο. Επαρκής και με το παραπάνω η ...υπηρέτρια Σταυριάνα Παπαδάκη.

Ωστόσο…. στα αρνητικά (-) στοιχεία της παράστασης ήταν εμφανώς ο Πέρρης Μιχαηλίδης, ο οποίος χαρακτήρισε πρόκληση την συμμετοχή του και το ρόλο… «βουνό… Για το τελευταίο δεν έχουμε καμία αντίρρηση, αλλά όλοι οι βασικοί ρόλοι στα έργα του Ο΄Νηλ είναι διεισδυτικοί, πολύπλοκοι και διακατέχονται από μύρια ψυχο-συναισθήματα που αν δεν εντρυφήσεις δύσκολα θα πείσεις το κοινό.
.
Αυτό όμως που διαπίστωνες παρακολουθώντας τον επί σκηνής, ήταν πως αυτός ο έμπειρος ηθοποιός είχε απλά αποστηθίσει τα λόγια του και μεταφερόταν σαν μαριονέτα πέρα δώθε. Οι συγκρούσεις με τους γιούς του, η ντεμέκ αγάπη του με τη γυναίκα του, το μεγάλο βάσανο με τα λεφτά… όλα φαινόντουσαν ψεύτικα, σε σημείο να παρασέρνει τους υπολοίπους αν αυτοί δεν υπερασπίζονταν με σθένος τους ρόλους τους. Το βέβαιο είναι πως η τραγική του παρουσία χαντάκωνε την παράσταση.
Τέλος, παρακαλούμε θερμά:
…τον σκηνοθέτη να μειώσει τη διάρκεια της παράστασης κατά 30 – 40 λεπτά. Οπωσδήποτε. Είναι φλύαρο και κουράζει. Τα 150 χωρίς διάλλειμα δεν παλεύονται… κ. Σαράντο.
…προς παραγωγή… να συνεχιστεί και τον χειμώνα, είναι κρίμα να χαραμιστεί κατακαλόκαιρο για δέκα πιάτσες σε ακατάλληλους ανοιχτούς χώρους και με την ευχή να επανέλθει ο Χρυσικάκος δίπλα στην Βέρα Κρούσκα.
Εν ολίγοις (=)…
Μια παράσταση που έχει τα φόντα να γίνει και μεγάλη αν....
.
Βαθμολογία:
6/10
.
Πληροφορίες για τη παράσταση, εδώ
Δείτε & αυτά:
ΦΕΣΤΙΒΑΛ: