587
Υπέροχα ευθύβολη η «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.» της Λ. Κιτσοπούλου από τις «Νέες Μορφές»! Είδαμε & Σχολιάζουμε.
Κάποια πράγματα δεν είναι καθόλου τυχαία. Όπως ας πούμε το γεγονός ότι η ομάδα «Νέες Μορφές» που έγραψε σπουδαία θεατρική ιστορία, αποφάσισε μετά από 12χρονη αποχή να επανακάμψει με το συγκεκριμένο έργο. Γιατί «νοιώσαμε ότι μιλάει για όλα αυτά που κι εμείς σκεφτόμασταν αλλά δεν τολμούσαμε να πούμε». Από την πλευρά μας ως θεατές, δεν μπορούμε παρά να συνυπογράψουμε το ανωτέρω και να χαιρετίσουμε από καρδιάς την «επανεκκίνηση» του ιστορικού θιάσου, την οποία τίμησε με μια εξαιρετική επιλογή. Το έργο «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.» της Λένας Κιτσοπούλου σε σκηνοθεσία Γιάννη Παρασκευόπουλου που παρακολουθήσαμε στο θέατρο Τ, με ηρωίδα του μονολόγου τη Μαγδαληνή Μπεκρή.
Η οποία μας υποδέχθηκε στο χώρο «της», μας τακτοποίησε στις θέσεις μας και απευθυνόμενη άμεσα, πρόσωπο με πρόσωπο, μας άνοιξε την καρδιά της… Και έβγαλε από τα εσώψυχά της ένα σύμπαν ολόκληρο που σαν χείμαρρος ορμητικός σάρωσε τα πάντα! Αυτά που κουβαλά μια γυναίκα μοναχική γύρω στα 40, αποχαιρετώντας τη νιότη και οδεύοντας εν μέσω συμπληγάδων στην ωριμότητα… Με πλήρη συνείδηση πλέον της ματαιότητας όσων την περιβάλλουν, αρνούμενη να συμβιβαστεί στο «ψιλοκαλά», βγάζοντας τη γλώσσα στα επιβεβλημένα στερεότυπα που ως ασφυκτικός κλοιός στεγνώνουν την ψυχή της. Ενόσω περιμένει τον αδιάφορο εραστή της- ως «αναγκεμένη» επιλογή, μονολογεί και ενίοτε παραληρεί για τα αδιέξοδα που βιώνει, ζητώντας απεγνωσμένα «πάρτε μου το χαμόγελο της συγκατάβασης και δώστε μου ένα λόγο για να ζωγραφίσω μια βόμβα σε τοίχο…» Περνώντας σαν σίφουνας από ποικίλες θεματικές, άλλοτε δραματικά κι άλλοτε σαρκαστικά, αποδομεί/ απομυθοποιεί «κατεστημένες σοφίες», εστιάζοντας σε εκείνην της ψυχανάλυσης, για να καταλήξει στο… χαπάκι «Μ.Α.Ι.Ρ.Ο.Υ.Λ.Α.» που θα την στείλει στον άλλο κόσμο. Για τον οποίο θα διαπιστώσει επίσης ότι «κι εδώ μάπα το καρπούζι παιδιά!»
Σε έναν μονόλογο που για 70 λεπτά κράτησε τεντωμένες τις κεραίες μας, υποκλινόμαστε (+) στο σπουδαίο κείμενο της Λένας Κιτσοπούλου.
– Μια πένα με ιδιαίτερο χάρισμα που εν προκειμένω βρήκε στόχο στο κέντρο. Ένα κείμενο – ποταμός που σημάδεψε στην καρδιά της ουσίας και πέτυχε διάνα. Με εντυπωσιακή ακρίβεια στην «ανατομία» συναισθημάτων και σκέψεων, με ακροβατικές ισορροπίες ανάμεσα στο «κοινά αποδεκτό» ή μη, με αυθεντική τόλμη και αλήθεια, με ευφυείς εγκεφαλικές ανατροπές. Ο τρόπος που διαχειρίστηκε συγγραφικά τα βαθιά αδιέξοδα του σύγχρονου ανθρώπου αλλά τις κοινωνικές συμβάσεις, διακρίθηκε από ευρηματικότητα που σε συνδυασμό με τον έντονο σαρκασμό και παράλληλα την ποιητικότητα, έδωσαν ένα αποτέλεσμα δυνατό και κυρίως αληθινό, αναγνωρίσιμο ακόμα και στις υπερβάσεις της ηρωίδας. Διότι έχτισε έναν χαρακτήρα ολοκληρωμένο και συμπαγή, χωρίς ίχνος κενού στην αλήθεια του και επιπλέον εισέβαλε αριστοτεχνικά στο κουκούτσι της ουσίας, χωρίς περιττούς αντιπερισπασμούς. Προσδίδοντας σε ένα σκοτεινό, απαισιόδοξο θέμα έντονα σαρκαστική χροιά σαν «ξόρκι» και προσφέροντας κάποιες κορυφαίες ατάκες- διαμάντια!
Με δυνατά της σημεία την κοφτερή σαν ακονισμένη λάμα γλώσσα που καταφέρνει ταυτόχρονα να «φτύνει» βρισιές και να βουτά στον ποιητικό λόγο και το συναίσθημα… το ανατρεπτικό στα όρια του «ανίερου» χιούμορ… την ακριβή εμβάθυνση στα εσώτερα… την ευφυή αντίληψη του περίγυρου… τη φαντασία στο χειρισμό του λόγου και των λογοπαίγνιων… έδωσε έναν εξαιρετικό μονόλογο που μπορεί να μην είπε «κάτι καινούργιο», ωστόσο το είπε με δύναμη, έμπνευση και αλήθεια ως κραυγή αγωνίας, καταρρίπτοντας «ιερά και όσια», αποδομώντας «τακτοποιημένες ζωές», κεντρίζοντας «ώριμα μυαλά», με ιδανικές ισορροπίες δράματος και κωμικότητας. Η ηρωίδα της, αρνείται την Ιθάκη που της φέρνει ναυτία, αρνείται τις ταμπέλες που την καταχωρούν «κάπου», αρνείται τη συγκατάβαση της ωρίμανσής της, αρνείται τις φαιδρές ερμηνείες του ψυχαναλυτή, ενώ αντίθετα αγαπά το ζωογόνο θυμό της και την ελεύθερη επιλογή ακόμα και του θανάτου της, με ιδιαίτερα εμπνευσμένο συγγραφικά το «μεταθανάτιο» κομμάτι… Εν ολίγοις ένα κείμενο – ευτυχής συγγραφική στιγμή της ταλαντούχας Λένας Κιτσοπούλου!
– Το οποίο κείμενο ερμήνευσε γενναιόδωρα η Μαγδαληνή Μπεκρή με ελάχιστες αδυναμίες, όπως φερ’ ειπείν η αμήχανη περιστασιακά κίνηση των χεριών, το μη λυμένο επαρκώς σώμα ή το γεγονός ότι η φινετσάτη φυσιογνωμία της δεν έπειθε απόλυτα για τις (χοντρές) βρισιές που εκστόμιζε. Εντούτοις υπήρξε έντονα εκφραστική στο λόγο και στο πρόσωπο, αποτελεσματική τόσο στα δραματικά όσο και στα κωμικά μέρη, άμεση στην απεύθυνση στο κοινό, με πηγαίο συναίσθημα χωρίς ακρότητες. Αποδίδοντας ιδανικά με τον τρόπο της μια υπαρκτή ηρωίδα που δεν είναι ούτε επαναστάτρια, ούτε συμβιβασμένη, πείθοντας απόλυτα για τον εσωτερικό θυμό και πίκρα που κουβαλά. Αν απελευθερωνόταν λίγο παραπάνω στην κίνησή της δεν θα υπήρχε κανένα ψεγάδι.
– Σε επίπεδο σκηνοθεσίας, ο Γιάννης Παρασκευόπουλος έδωσε ένα αποτέλεσμα ουσιαστικό και μεστό, χαρακτηρισμένο από τη δύναμη της λιτότητας και του μέτρου. Με την έννοια ότι εστίασε στο δυνατό κείμενο, χωρίς να αποσπά την προσοχή με περιττά κι ανούσια, ενώ οι παρεμβάσεις του τόνισαν ευρηματικά τα σημεία ακριβώς που το ζητούσαν. Καθοδήγησε σωστά την ηρωίδα να κινηθεί στο χώρο, δημιούργησε την κατάλληλη σκοτεινή ατμόσφαιρα, πρόσθεσε δραματοποίηση σε έναν αφηγηματικό μονόλογο που από τη φύση του τη στερείται. Κυρίως δε, χειρίστηκε με αίσθηση ισορροπίας και μέτρου τις εναλλαγές μεταξύ δράματος και κωμικότητας, χωρίς ψεύτικες κορώνες ή τραβηγμένες σκηνές. Τα ευρήματα με τα μαύρα φτερά, τις βαλίτσες- έκπληξη, τις σοκολατένιες ελίτσες… μνημοσύνου που προσέφερε η «αποδημήσασα» στο κοινό, υπήρξαν εμπνευσμένα και έδεσαν άριστα με το πνεύμα του έργου, προσδίδοντας μια επιπλέον νότα αμεσότητας/ διαδραστικότητας με τους θεατές. Οι οποίοι ομολογουμένως δεν πήραν τα μάτια τους από τη σκηνή και δεν αποσπάστηκε ούτε στιγμή η προσοχή τους από τα λεγόμενα.
– Εξαιρετικούς βρήκαμε τους φωτισμούς που συνέβαλαν τα μέγιστα στην υποβλητική ατμόσφαιρα- κατά βάση σκοτεινή της παρακμής, εντελώς κατάλληλο το ένδυμα της ηρωίδας, επαρκέστατο το λιτό σκηνικό «τόσο – όσο» και σε σχέση με την υπέροχη μουσική, θα θέλαμε (και θα μπορούσε) να συμβάλλει περισσότερο…
Οι μικρές αδυναμίες (-) που εντοπίσαμε κατά τη κρίση μας, πέρα από την επιπλέον απελευθέρωση της ηθοποιού, αφορούν στον ελαφρώς «μαγκωμένο» ρυθμό της σκηνοθεσίας που σε σημεία σκάλωνε εμποδίζοντας την αβίαστη ροή και στο γεγονός ότι το θέμα- χαστούκι στη συμβατικότητα, δικαιολογούσε ένα «κάτι» παραπάνω, μια περαιτέρω τόλμη με πιο ριζοσπαστική ματιά.
Καταλήγοντας (=) πρόκειται για μια παράσταση που κάθε ένα από τα 70 λεπτά της έχει κάτι δυνατό, αληθινό, εμπνευσμένο να πει, με τρόπο που ταρακουνά! Χρειάζεται άραγε να προσθέσει κανείς κάτι άλλο;
.
ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ:
6,5 στα 10
ΑΝΑΛΥΤΙΚΈΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΕΔΩ
ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΤΕ ΚΑΙ ΕΣΕΙΣ THN ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΨΗΦΙΖΟΝΤΑΣ ΓΙΑ ΤΑ 6α ΘΕΑΤΡΙΚΑ ΚΟΥΛΤΟΥΡΟΒΡΑΒΕΙΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ – ΒΡΑΒΕΙΑ ΚΟΙΝΟΥ στη θεατρική κάλπη που θα βρείτε στην είσοδο του θέατρου.
Φωτογραφικό υλικό



